Μαύρες Σημαίες

I.

Μαύρες σημαίες στον άνεμο

βαμμένες με αίμα και ήλιο

 Μαύρες σημαίες στον ήλιο

 κραυγή δόξας στον άνεμο

Πρέπει να επιστρέψουμε στις ρίζες μας. Να πιούμε από τις αρχαίες πηγές.

Πρέπει να επιστρέψουμε στον ηρωικό αναρχισμό, στην ατομική, βίαιη, ριψοκίνδυνη, ποιητική, εκκεντρική θρασύτητα.

Και πρέπει να επιστρέψουμε με κάθε κομμάτι του μοντέρνου μας ενστίκτου, κάθε κομμάτι της νέας μας αντίληψης περί ζωής και ομορφιάς, κάθε κομμάτι του υγιούς και διαυγή πεσιμισμού μας, ο οποίος δεν είναι αποκήρυξη ή ανικανότητα, αλλά ένα ευδόκιμο λουλούδι της υπερεκχειλίζουσας ζωής. Είμαστε οι αληθινοί νιχιλιστές της πραγματικότητας και οι πνευματικοί χτίστες ιδανικών κόσμων.

Είμαστε καταστροφικοί φιλόσοφοι και δημιουργικοί ποιητές.

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

με έναν ήλιο στο νου μας

και με δύο τεράστια χρυσά άστρα

στα φλογερά μας μάτια

Βαδίζουμε…

 

II.

Αρκετά χρόνια πριν, όλοι οι βασιλιάδες της γης, όλοι οι τύραννοι του κόσμου πέρασαν το κατώφλι του χρόνου, και – γυρίζοντας την πλάτη τους την αυγή – κάλεσαν μεγαλόφωνα τα φαντάσματα του παρελθόντος, του σκοτεινού παρελθόντος!

Οι φωνές των τυράννων και των βασιλιάδων ενώθηκαν με τις βραχνές φωνές όλων των σπουδαίων τσιγκούνηδων του πνεύματος, της τέχνης, της σκέψης και της ιδέας! Και στο κάλεσμα της φωνής των τυράννων, των βασιλιάδων και των τσιγκούνηδων, φαντάσματα και στοιχειά αναστήθηκαν από τους τάφους τους και ήρθαν να χορέψουν ανάμεσα μας…

Το \’\’κράτος\’\’, η \’\’φυλή\’\’, η \’\’πατρίδα\’\’ ήταν μακάβρια σύννεφα καταιγίδας που καταλαμβάνουν τους ουρανούς, φρικαλέα στοιχειά που σκοτεινιάζουν τον ήλιο, μας πέταξαν πίσω στη σκοτεινή νύχτα των μακρινών μεσαιωνικών χρόνων.

ΙΙΙ.

Θάνατος!

Ποιός θυμάται ακόμα τον μακάβριο χορό του οδυνηρού και τερατώδους Θεού του πολέμου;

Ποιός θυμάται ακόμα τον πόλεμο;

Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε, αλλά πάνω σε αυτή την ταλαιπωρημένη αλλά ευγενή γη, γονιμοποιημένη με στείρα πτώματα, φουσκωμένη με άγονο αίμα, ούτε ένα ιδανικό, παρθένο λουλούδι, φτιαγμένο από πνευματικότητα και αγνότητα, δεν βλασταίνει σήμερα.

Όχι, τα λουλούδια που γεννήθηκαν τώρα πάνω στο ξερό χώμα αυτής της γης, τόσο άσκοπα λουσμένα στο αίμα, δεν είναι λουλούδια μιας ακμάζουσας ζωής, ικανά για σπουδαία ελπίδα, ρωμαλέο αγώνα, ακμαία σκέψη, είναι μάλλον λουλούδια θανάτου, γεννημένα στη σκιά, μεγαλωμένα στην οδύνη του ασυνείδητου, παρασυρμένο στον τυφώνα, που μεταφέρονται από το ρεύμα του ποταμού της λήθης…

Δεν είμαι αισθηματίας…αλλά έχω φριχτές μνήμες από τον πόλεμο.

Είναι ο λόγος που κατέληξα να μισώ και μετά να απεχθάνομαι τους ανθρώπους. Πριν να τους μισήσω και μετά να τους απεχθάνομαι, μάζεψα όλα τα δάκρυα της ανθρωπότητας στην καρδιά μου και κλείδωσα όλο τον πόνο του κόσμου στην αχανή σύνθεση του μυαλού μου…

Ακόμα και στο πνεύμα του μεγάλου Ζαρατούστρα – ο οποίος είναι ο πιο αληθινός εραστής του πολέμου και ο πιο ειλικρινής φίλος του πολεμιστή – πρέπει να προκλήθηκε φριχτή αηδία από αυτόν τον πόλεμο…

Πρέπει να του προκλήθηκε φριχτή αηδία, γιατί τον άκουσα να φωνάζει : \’\’Πρέπει να ψάξεις τον δικό σου εχθρό, να πολεμήσεις τον δικό σου πόλεμο και για τις δικές σου ιδέες!\’\’

Και αν η ιδέα σου υποκύψει, ας φωνάξει η εντιμότητα σου θριαμβευτικά.

Αλλά, αλίμονο! Το ηρωικό κήρυγμα του μεγάλου απελευθερωτή δεν βγήκε σε τίποτα!

Το ανθρώπινο κοπάδι δεν ήξερε πως να εξαλείψει τους δικούς του εχθρούς ή να πολεμήσει τον δικό του πόλεμο για τις δικές του ιδέες. (Το κοπάδι δεν έχει καμία ιδέα σχετικά με τον δικό του!)

Και χωρίς να ξέρει τις δικές του ιδέες που θα μπορούσε να τις κάνει να θριαμβεύσουν, ο Άβελ πέθανε στα χέρια του Κάιν για ακόμα μια φορά.

Είχε καλεστεί για να πεθάνει, και πήγε, όπως πάντα. Έτσι!

Χωρίς να ξέρει πως να πει είτε Ναι είτε Όχι! Πηγαίνει σαν δειλός, σαν ρομπότ, όπως πάντα.

Αν είχε τουλάχιστον την ικανότητα να πει το Ναι της ενθουσιώδους υποταγής – Αν δεν είχε την ηρωική δύναμη να δηλώσει το τιτάνιο Όχι της τραγικής άρνησης – θα είχε εν τέλει δείξει ότι πίστευε στον \’\’σκοπό\’\’ για τον οποίο πέθανε, πολεμώντας…

Αλλά δεν ήξερε πως να πει ναι ή όχι!

Πήγε!

Σαν δειλός, όπως πάντα!

Έτσι…

Και όταν έφυγε, πήγε προς τον θάνατο.

Πήγε προς τον θάνατο χωρίς να ξέρει γιατί.

Όπως πάντα!

Και ο θάνατος δεν περίμενε…

Ήρθε!…

Ήρθε και χόρεψε.

Χόρεψε και γέλασε!

Για πέντε μακρά χρόνια…

Γέλασε και χόρεψε πάνω από τα λασπωμένα χαρακώματα των πατρίδων όλου του κόσμου.

Ένα μακάβριο χορό!

Ω, πόσο ηλίθιος και κακόγουστος – πόσο άγριος και κτηνώδης – είναι αυτός ο θάνατος που χορεύει χωρίς τα φτερά μιας ιδέας στην πλάτη του.

Χωρίς μια βίαιη ιδέα που συνθλίβει και καταστρέφει.

Χωρίς μια καρποφόρα ιδέα που παράγει και δημιουργεί.

Τι ηλίθιο και φοβερό πράγμα το να πεθαίνουν σαν δειλοί, χωρίς να ξέρουν το γιατί.

Τον είδαμε – καθώς χόρευε – τον θάνατο.

Ήταν ένας μαύρος θάνατος, θαμπός, χωρίς ούτε ένα ίχνος διαφάνειας φωτός.

Ήταν ένας θάνατος χωρίς φτερά!…

Πόσο άσχημος και κακόγουστος ήταν.

Πόσο αδέξιος ήταν ο χορός του!

Και πως θέριζε – χορεύοντας – όλους τους περιττούς, αυτούς από τους οποίους υπήρχαν και άλλοι!

Αυτούς για τους οποίους – λέει ο σπουδαίος απελευθερωτής – ιδρύθηκε το κράτος.

Αλλά, αλίμονο, δεν θέρισε μόνο αυτούς…

Ναι! ο θάνατος για να εκδικηθεί το κράτος θέρισε αυτούς που δεν ήταν άχρηστοι, αυτούς που ήταν απαραίτητοι…

Επίσης θέρισε αυτούς των οποίων η ζωή ήταν ένα βαθυστόχαστο ποίημα όπου η εξευγενισμένη θλίψη τραγουδούσε ένα παιχνιδιάρικο ρεφραίν…

Αλλά για αυτούς, από τους οποίους δεν υπήρχαν περισσότεροι, αυτούς που δεν ήταν περιττοί, αυτούς που έπεσαν φωνάζοντας το αντάρτικο και ρωμαλέο τιτάνιο ΟΧΙ! : για αυτούς θα παρθεί εκδίκηση.

Θα εκδικηθούμε για αυτούς!

Θα εκδικηθούμε για αυτούς γιατί ήταν αδέρφια μας, γιατί πέθαναν με άστρα στα μάτια τους, γιατί καθώς πέθαιναν, ήπιαν τον ήλιο.

Τον ήλιο του Ονείρου.

Τον ήλιο της Μάχης.

Τον ήλιο της Ζωής.

Τον ήλιο της Ιδέας!

 

IV.

Ο πόλεμος!…

Τι ανανέωσε ο πόλεμος;

Που είναι η ηρωική μεταμόρφωση του πνεύματος;

Που έχουν κρεμαστεί οι φωσφορίζουσες δέλτους των νέων ανθρώπινων αξιών;

Σε ποιόν ιερό ναό έχουν τον θαυμαστό χρυσό αμφορέα, που περιέχει τις φλεγόμενες καρδιές των δημιουργικών ιδιοφυών και κυρίαρχων ηρώων, που οι μανιακοί υποστηριχτές του πολέμου υποσχέθηκαν;

Πού λάμπει ο μεγαλόπρεπος ήλιος της σπουδαίας νέας πηγής;

Τρομερά ποτάμια αίματος ξέπλυναν όλη την πρασινάδα στον κόσμο και πήγαν αλυχτώντας σε όλα τα μονοπάτια της γης.

Τρομακτικοί χείμαρροι δακρύων έκαναν το σπαραξικάρδιο, αγωνιώδες θρηνολόγημα τους να ηχήσει μέσα από τους πιο σκοτεινούς, πιο απόμερους στροβίλους των ηπείρων όλου του κόσμου.

Βουνά ανθρώπινων οστών και σάρκα σάπιζαν παντού στην λάσπη και φώναζαν παντού στον ήλιο.

Αλλά τίποτα δεν άλλαξε – ήταν άσκοπο!

Η γεμάτη σκουλήκια κοιλιά της μπουρζουαζίας απλά ρεύεται μέχρι κορεσμού! Και αυτή των προλετάριων κραυγάζει από την υπερβολική πείνα!

Αρκετά!

Αν με τον Χριστό και τον χριστιανισμό, το ανθρώπινο πνεύμα ήταν περιορισμένο στο ψυχρό και άδειο κενό της μετά θάνατον ζωής, με τον Καρλ Μαρξ και τον σοσιαλισμό, αναγκάστηκε να κατέβει στο επίπεδο των εντέρων…

Ο βρυχηθμός που ήχησε ανά τον κόσμο μετά τον πόλεμο, ταρακουνώντας την ανθρωπότητα, δεν ήταν τίποτα παραπάνω από έναν βρυχηθμό του στομαχιού που ο σοσιαλισμός πρόδωσε, σύντριψε, κατέπνιξε  στραγγάλισε, μόλις παρατήρησε ότι αυτός ο βρυχηθμός άρχισε να παίρνει ως ένα μέρος το χρώμα ενός ιδανικού περιεχομένου…

Αυτή η υπέρτατη, ανώνυμη δειλία χρησιμοποίησε, την πιο σκοτεινή, ζοφερή, πιο οδυνηρή αντίδραση, που γεννήθηκε και μεγάλωσε τρομαχτικά.

Ήταν λογικό – φυσικό – θανάσιμο!

Ήταν ανθρώπινο…

 

V.

Οι καιροί μας – παρά τα κενά και αντικρουόμενα φαινόμενα τους– κείτονται ήδη στα τέσσερα υπό τους βαριούς τροχούς μιας νέας Ιστορίας.

Η κτηνώδης ηθική του μπάσταρδου χριστιανικού – φιλελεύθερου – μπουρζουάδικου – πληβείου πολιτισμού μας, πηγαίνει προς τη δύση του…

Η κάλπικη κοινωνική μας οργάνωση καταρρέει θανάσιμα – αμείλικτα!

Το φασιστικό φαινόμενο είναι η πιο σίγουρη, αναμφισβήτητη απόδειξη για αυτό.

Στην Ιταλία όπως και αλλού…

Για να αποδειχθεί, το μόνο που έχει να κάνει κάποιος είναι να γυρίσει πίσω τον χρόνο και να ρωτήσει την ιστορία. Αλλά ακόμα και αυτό δεν είναι απαραίτητο! Το παρόν μιλάει αρκετά εύγλωττα…

Ο φασισμός δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα σκληρό, νευρικόσπασμό μιας παρακμάζουσας κοινωνίας που πνίγεται τραγικά στον βάλτο του ψεύδους της.

Επειδή αυτός – ο φασισμός – όντως γιορτάζει τις βακχικές εκδηλώσεις του με φλεγόμενες πυρές και μοχθηρά όργια αίματος, αλλά το μουντό τριζοβόλημα της πελιδνής φωτιάς του, δεν βγάζει ούτε μία σπίθα ζωηρής καινοτόμας πνευματικότητας. Εν τω μεταξύ, ας μεταμορφωθεί το αίμα που χύνει σε κρασί, που εμείς – οι προάγγελοι του καιρού – συλλέγουμε σιωπηλά σε κόκκινα δισκοπότηρα μίσους, τοποθετώντας τα στην άκρη ως το ηρωικό ποτό που θα περάσει στα παιδιά της νύχτας και του πόνου στην θανάσιμη «κοινωνία» της σπουδαίας εξέγερσης.

Θα πάρουμε αυτά τα αδέρφια μας από το χέρι για να βαδίσουμε μαζί και να σκαρφαλώσουμε μαζί προς νέες πνευματικές χαραυγές, προς νέα Σέλα ζωής, προς νέες κατακτήσεις της σκέψης, προς νέες γιορτές φωτός, νέα ηλιακά μεσημέρια.

Επειδή είμαστε εραστές του απελευθερωτικού αγώνα.

Είμαστε τα παιδιά της θλίψης που ανυψώνεται και της σκέψης που δημιουργεί.

Είμαστε ακούραστοι αλήτες.

Οι πιο τολμηροί σε κάθε προσπάθεια. Οι εκμαυλιστές της κάθε δοκιμασίας.

Και η ζωή είναι μια \’\’δοκιμασία\’\’! Ένα βασανιστήριο! Μια τραγική πτήση. – Μια φευγαλέα στιγμή!

 

VI.

Η θέληση μας είναι ηρωική!

Θα τα ανακατέψουμε όλα σε μια αναμπουμπούλα μίσους στην καρδιά του κόσμου, και θα τα μετατρέψουμε όλα σε μια θύελλα της αβύσσου.

Σε έναν τυφώνα των κορυφών.

Σε φωνές του μυαλού.

Σε κραυγές ελευθερίας!

Γιορτάζοντας τον κοινωνικό εσπερινό, θα προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε, πλήρως την ατομική ζωή, του ελεύθερου και σπουδαίου Εγώ.

Έτσι ώστε να μην θριαμβεύει πια η νύχτα.

Έτσι ώστε η σκιά να μην τυλίγεται πλέον γύρω μας.

Έτσι ώστε η ατελείωτη φωτιά του ήλιου να γίνει αιώνια και να διαιωνίζει την γιορτή του φωτός της πάνω στην ξηρά και στην θάλασσα!

Γιατί είμαστε φλογεροί ονειροπόλοι του αδύνατου, επικίνδυνοι κατακτητές των άστρων!

 

VII.

Ο φασισμός – παρά τις κενές και αντιθετικές εμφανίσεις του – είναι κάτι πάρα πολύ εφήμερο και αδύναμο για να εμποδίσει την ελεύθερη, αχαλίνωτη πορεία της αντάρτικης σκέψης που ξεχειλίζει και επεκτείνεται, σκάζοντας ορμητικά πέρα από κάθε εμπόδιο, και διαδίδεται μανιωδώς πέρα από κάθε όριο  – ως μια δυνατή, ζωογόνα, κινητήριος δύναμη – σέρνοντας πίσω από τα γιγαντιαία της βήματα την ρωμαλέα και τιτάνια δράση των σκληρών ανθρώπινων μυών.

Ο φασισμός είναι ανίκανος, γιατί είναι κτηνώδης δύναμη.

Είναι ύλη χωρίς πνεύμα.

Είναι σώμα χωρίς μυαλό.

Είναι νύχτα χωρίς αυγή!

Αυτός – ο φασισμός – είναι το άλλο πρόσωπο του σοσιαλισμού…

Είναι καθρέφτες δίχως φως. Δύο άδεια αστέρια!

Ο σοσιαλισμός είναι η αριθμητική – υλική – δύναμη που, δρώντας υπό τη σκιά ενός δόγματος, λύεται και διαλύεται μέσα σε ένα άθλιο πνευματικό \’\’όχι\’\’ που τον αδειάζει από κάθε ελευθερωμένη, θεληματική, ηρωική, ιδανική ευκαμψία. Ο φασισμός είναι το επιληπτικό παιδί του πνευματικού \’\’όχι\’\’ που έχει αποκτηνωθεί πασχίζοντας – μάταια – προς ένα χυδαίο υλικό \’\’ναι\’\’.

Στο πεδίο των ηθικών αξιών, είναι ίσοι. Ο φασισμός και ο σοσιαλισμός είναι δύο αντάξια αδέρφια. Ακόμα και αν ο τελευταίος αποκαλείται Άβελ και ο άλλος Κάιν. Ένα κοινό Όνειρο τους ενώνει. Και αυτό το όνειρο ονομάζεται εξουσία.

 

VIII.

Μαύρες σημαίες στον άνεμο

βαμμένες με αίμα και ήλιο

Μαύρες σημαίες στον ήλιο

κραυγές δόξας στον άνεμο

Ότι δεν έκανε και δεν μπορούσε να κάνει ο πόλεμος, η επανάσταση μπορεί και πρέπει να το κάνει!

 

Ω, μαύρες σημαίες φέρεται

στην αντάρτικη γροθιά ανθρώπου

καθώς εστιάζει το ατενές του βλέμμα έντονα

πέρα από το κυρίαρχο ψεύδος

φτερουγίζοντας στον ήλιο και στον άνεμο

φτερουγίζοντας στον άνεμο και στον ήλιο

η Νίκη χαμογελάει από απόσταση!

Από απόσταση – από απόσταση – από απόσταση!

Στην δόξα του ήλιου και του ανέμου!

 

ΙΧ.

Ο φασισμός και ο σοσιαλισμός είναι επίδεσμοι του χρόνου, επιβραδυντές του ανδραγαθήματος!

Είναι φανατικά κρυσταλλωμένα απολιθώματα που ο γεμάτος θέληση δυναμισμός – με τον οποίο ζωντανεύουμε την ιστορία καθώς περνάει – θα παρασύρει σε έναν κοινό τάφο των καιρών. – Επειδή στο πεδίο των πνευματικών και ηθικών αξιών οι δύο εχθροί είναι το ίδιο.

Είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Και οι δύο στερούνται το φως της αιωνιότητας!

Μόνο οι σπουδαίοι αλήτες του πνεύματος – φορείς της μαύρης σημαίας – μπορούν να είναι το φωτεινό ζωογόνο υπομόχλιο της αιώνιας επανάστασης που σπρώχνει τον κόσμο μπροστά.

 

Χ.

H, γεμάτη θέληση, ψυχή μας είναι πολύμορφη…

Ο πύρινος  παλμός του ήλιου και τα τρεμάμενα ρίγη των άστρων την διαπερνάνε!

Είμαστε αντάρτες ποιητές και φιλόσοφοι της καταστροφής.

Είμαστε αναρχικοί.

Εικονοκλάστες!

Ατομικιστές

άθεοι,

νιχιλιστές!

Είμαστε οι φορείς των μαύρων σημαιών.

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

Με έναν ήλιο στο μυαλό μας

και με δύο τεράστια χρυσά άστρα

να λάμπουν στα φλεγόμενα μάτια μας!

Συνεχίζουμε να βαδίζουμε!…

Και στο θέατρο της ανθρωπότητας, η θέση μας είναι στα άκρα αριστερά από όλες τις ακροαριστερές.

 

XI.

Πίσω από το γιγαντιαίο, μαύρο σύννεφο καταιγίδας που καλύπτει ακόμα τον ουρανό, αστράφτει ένα κόκκινο λυκόφως.

Ο τραγικός εορτασμός του κόκκινου εσπερινού πλησιάζει.

Η τελευταία μαύρη νύχτα θα γίνει κόκκινη απ’ το αίμα.

Από αίμα και φωτιά.

Γιατί το αίμα απαιτεί αίμα.

Είναι μια παλιά ιστορία…

Και τότε τα παιδιά μας – τα παιδιά της Αυγής – πρέπει να γεννηθούν από το αίμα και να σφυρηλατηθούν στη φωτιά.

Γιατί πρέπει να γεννηθούν νέες ατομικές ιδέες, πιο παρθένες και όμορφες, από τις μεγάλες κοινωνικές τραγωδίες, από την αναστάτωση νέων τυφώνων!

Και μόνο μέσα από τη μεγαλειώδη, φλογερή, αιματηρή καταστροφή, θα γεννηθεί ο πραγματικός, βαθυστόχαστος Αντίχριστος της ανθρωπότητας και της σκέψης. Γνήσιο τέκνο της γης και του ήλιου, ικανό να σκαρφαλώσει στις κορυφές και να κατέβει στις αβύσσους.

Γιατί ο Αντίχριστος είναι ο Αετός και το Φίδι.

Κατοικεί στις κορυφές και στα βάθη.

Αυτός – το πνεύμα του νέου ανθρώπου – θα περάσει μέσα από τα καπνισμένα ερείπια του παλιού, κατεστραμμένου κόσμου για να ανυψωθεί προς το μαγευτικό μυστήριο της επερχόμενης παρθένας αυγής.

Όμορφος και θαυμάσιος – θα σταθεί πάνω στο κατώφλι του νέου πρωινού διαποτισμένος με άνεμο, σπινθηροβολώντας την δύναμη της υπεράνθρωπης ομορφιάς του, λέγοντας στους διστακτικούς ανθρώπους : Προς τα μπρος, προς τα μπρος!

Ορμάμε πέρα από κάθε σύστημα

Ορμάμε πέρα από κάθε τύπο

Πετάμε προς την ύψιστη ελευθερία

Προς την ακραία Αναρχία!

 

XII.

Εμείς τα ελεύθερα πνεύματα – οι αλήτες της ιδέας – οι αθεϊστές της μοναξιάς – οι δαίμονες της αόρατης ερήμου.

Εμείς – τα φωτεινά τέρατα της νύχτας – έχουμε ήδη πάει στις κορυφές.

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

Με έναν ήλιο στο μυαλό μας,

και δύο τεράστια χρυσά άστρα

να λάμπουν στα φλογερά μας μάτια!

 

Και – με μας – όλα πρέπει να οδηγηθούν στην ύψιστη τους συνέπεια.

Ακόμα και το μίσος.

Ακόμα και η βία.

Ακόμα και το \’\’έγκλημα\’\’ !

Γιατί το μίσος δίνει την δύναμη που τολμά.

Η βία και το \’\’έγκλημα\’\’ είναι οι ιδιοφυίες που καταστρέφουν και η ομορφιά που δημιουργεί.

Και θέλουμε να τολμήσουμε.

Να καταστρέψουμε – να ανανεώσουμε – να δημιουργήσουμε!

Επειδή όλα όσα είναι κατώτερα και χυδαία πρέπει να διαλυθούν και να καταστραφούν.

Μόνο ότι είναι σπουδαίο θα μείνει.

Γιατί ότι είναι σπουδαίο ανήκει στην ομορφιά.

Και η ζωή πρέπει να είναι όμορφη.

Ακόμα και στον πόνο.

 

Ακόμα και στον τυφώνα!…

 

XIII.

 

Έχουμε σκοτώσει το \’\’καθήκον\’\’ της αλληλεγγύης, έτσι ώστε η ελεύθερη λαγνεία μας για αυθόρμητο έρωτα και την εκούσια ιδιότητα του γονέα, να αποκτήσει μία ηρωική αξία στη ζωή.

Σκοτώσαμε τον οίκτο, γιατί είναι ένα κάλπικο χριστιανικό συναίσθημα και επειδή επιθυμούμε να δημιουργήσουμε τον ευγενή, άγνωστο γενναιόδωρο εγωισμό.

Στραγγαλίσαμε τα ψεύτικα κοινωνικά δικαιώματα – δημιουργών των ταπεινών, δειλών ζητιάνων – έτσι ώστε ο άνθρωπος να ξεθάψει το πιο βαθύ, το πιο μυστικό του \’\’Εγώ\’\’ για να βρει την δύναμη του Μοναδικού.

Γιατί το ξέρουμε οι ίδιοι.

Η ζωή είναι κουρασμένη με το να έχει υποανάπτυκτους εραστές.

Γιατί η γη είναι κουρασμένη με το να ποδοπατείται άσκοπα από τεράστιες ορδές από ηλίθια χριστιανικά ανθρωπάκια, που ψάλλουν και προσεύχονται.

Και τελικώς γιατί είμαστε και εμείς κουρασμένοι με αυτά τα ψόφια \’\’ αδέρφια\’\’ μας που είναι ανίκανα για ειρήνη ή πόλεμο. Κατώτερα στο μίσος και στην αγάπη.

Ναι! Είμαστε αηδιασμένοι και κουρασμένοι!

Η ανθρωπότητα πρέπει να ανανεωθεί.

Χρειαζόμαστε ένα επικό και βάρβαρο τραγούδι με νέους και παρθένους ήχους ζωής ανά τον κόσμο.

Είμαστε οι φορείς

φλογερών δούλων.

Είμαστε αυτοί που ανάβουν

τις πυρές που τριζοβολούν.

Η σημαία μας είναι μαύρη.

Ο δρόμος μας είναι το άπειρο

Και το ύψιστο ιδανικό μας

είναι η κορυφή και η άβυσσος.

 

Συνεχίζουμε να βαδίζουμε!…

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

με έναν ήλιο στο μυαλό μας,

και δύο τεράστια χρυσά άστρα

λάμπουν στα φλεγόμενα μάτια μας!

 

Συνεχίζουμε να βαδίζουμε…

Και αν το όνειρο μας είναι μια ψευδαίσθηση;

 

Και αν οι αγώνες μας είναι άχρηστοι και μάταιοι; Και αν η ανανέωση της ανθρωπότητας είναι αδύνατον να επιτευχθεί;

 

Αχ, όχι! Θα συνεχίσουμε να βαδίζουμε με τον ίδιο τρόπο.

 

Για την αξιοπρέπεια μας.

 

Για την αγάπη μας στις ιδέες μας.

 

Για την ελευθερία του πνεύματος μας.

 

Για το πάθος του μυαλού μας.

 

Για την αναγκαιότητα της ζωής μας.

 

Καλύτερα να πεθάνουμε ως ήρωες σε μια προσπάθεια απελευθέρωσης και αυτοανύψωσης, παρά να φυτοζωούμε ως αδύναμοι δειλοί σε αυτήν την σιχαμερή πραγματικότητα.

 

Ω μαύρες σημαίες,

ω μαύρα τρόπαια,

εμβλήματα και σύμβολα

της αιώνιας εξέγερσης.

 

Εσείς που είστε η ματωμένη απόδειξη όλης της ανθρώπινης αυθάδειας;

 

Εσείς που είστε οι καταστροφείς όλων των προκαταλήψεων;

 

Εσείς που είστε οι μοναδικοί αληθινοί εχθροί όλης της ανθρώπινης ντροπής – όλου του μοχθηρού ψεύδους!

 

Εσείς που τραγουδάτε την αιώνια εξέγερση, βουτηγμένοι στον πόνο και το αίμα!

 

Την γραπώνω μέσα στην δυνατή μου γροθιά

και στη μέση ανεμοθυελλών

την υψώνω στην δόξα του ήλιου.

Στην δόξα του ήλιου και του ανέμου…

Του ανέμου και του ήλιου και του φωτός.

Το «Μαύρες Σημαίες» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Renzo Novatore και εκδόθηκε στην αναρχική εφημερίδα Proletario (τεύχος 2), τον Ιούλιο του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: Black Flags, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Φυλακισμένα μέλη της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

 Επιμέλεια: Parabellum

Με ειλικρινή οίκτο

Στον «Γολιάρδο» * της Umanita Nova**

 «Σε χτυπώ χωρίς θυμό και μίσος, σαν χασάπης, όπως χτύπησε ο Μωυσής το βράχο!»

Charles Baudelaire

   I.

Ω, καλέ «Γολιάρδε», έλα- έλα σε μένα!

Έλα να ακούσεις  τις μεγαλειώδεις αποστροφές της διεστραμμένης, καταραμένης μου λύρας.

Έλα και άκου το γέλιο της μελαγχολίας μου…

Τι φοβάσαι; Τι φοβάσαι;

Θα μπορούσες να φοβάσαι τις πελιδνές, κίτρινες φωτιές των θειούχων κολάσεών μου;

Θα μπορούσες να φοβάσαι τους μυστηριώδης ανέμους των συμβολικών μου κορυφών;

Δε με καταλαβαίνεις;

«Δε θα μπορούσα να είμαι η κάλπικη συγχορδία στην θεϊκή συμφωνία, εξαιτίας της καταναλίσκουσας ειρωνείας που με ταρακουνάει και με δαγκώνει;»

Αλλά εσύ, ποιος είσαι εσύ;

Θα μπορούσε να είσαι κάποιος διοπτροφόρος καθηγητής, ο οποίος έχει  παλιούς πολεμικούς-θεωρητικούς ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί μου;

Αλλά , ξέχνα το ω Γολιάρδε, ξέχνα τις αρχαίες λύπες και τα παλιά μαρτύρια που βασανίζουν την καρδιά σου. Σήμερα είναι η πνευματική μου πασχαλιάτικη γιορτή, το τραπέζι μου είναι στρωμένο…

Λοιπόν έλα- ω Γολιάρδε- στο τραπέζι μου, πιες και κάνε ησυχία!

II.

Είμαι μια «πηγή αλήθειας, μαύρη και αστραφτερή, όπου το πελιδνό αστέρι, ο ειρωνικός, διαβολικός φάρος, ο πυρσός της σατανικής γοητείας, η μοναδική δόξα και η άνεση – η συναίσθηση του κακού- τρεμοπαίζουν!»

Αλλά εσύ – ποιος είσαι εσύ;

«Για καλή τους τύχη, οι εργάτες δεν ξέρουν τον Baudelaire”. Τι είπες; έτσι είναι τα πράγματα αληθινέ Γολιάρδε; «Ζήτω η άγνοια και η Αναρχία. Θάνατο στη διανόηση, στη Σκέψη και στην Τέχνη». Αυτό εννοείς, αληθινέ Γολιάρδε;

Αλλά το «Γολιάρδος» δεν εκφράζει τους επαναστατημένους και έκλυτους μαθητές στο Μεσαίωνα;

Αχ, φτωχή, αλλόκοτη παρωδία!

Ω! λύπηση… λύπηση!

III.

Σίγουρος πως η καλή Umanita Nova θα δώσει άφεση αμαρτιών και πως η σεπτή Εστιάδα, της οποίας είστε οι γεμάτοι ζήλο ιερείς,  θα σας συγχωρέσει, εγώ , ο «διεστραμμένος και «καταραμένος» ποιητής , σας προσκαλώ στη θλιβερή, μελαγχολική μου όαση όπου άγνωστες πηγές αναβλύζουν ψυχρά.

Ω! Έλα, έλα!

Ο δαίμονάς μου κοιμάται πολύ σήμερα και το ίδιο κάνουν και οι αγνές μου Ερινύες.

Έλα, έλα…

Θα σου δείξω τα πιο αγνά άνθη του κακού στον ανθρώπινο κήπο της καρδιάς μου, κάτω από τον καρποφόρο ήλιο της βασανισμένης μου ψυχής. Είναι ανθοί οίκτου και θλίψης, είναι τριαντάφυλλα αίματος και αγάπης, είναι ρίγη και δάκρυα.

Δάκρυα σαρκός και ρίγη του ιδανικού – μουσική της επίμονης ζωής, πτήσεις πνευματικότητας…

Ω, έλα, έλα…

Σήμερα, μες την κόλασή μου, υπάρχει παράδεισος – έλα, ω Γολιάρδε, ήρθε η ώρα!

IV.

Εδώ είναι η «κατατρεγμένη Γυναίκα» της οποίας την πονεμένη ομορφιά τραγούδησα καλλιτεχνικά – αναρχικά, ανθρώπινα, συναισθηματικά –, της οποίας το βασανισμένο μυαλό ανύψωσα – σε τραγούδι. Κοίτα την, κοίτα την. Τη βλέπεις, ω Γολιάρδε;

Την ακούς;

Κοίτα! Εκεί είναι οι μοναδικοί «ξαπλωμένοι στην άμμο, σαν ένα σκεπτικό πλήθος, που στρέφουν το βλέμμα τους προς τον ορεινό ορίζοντα», και οι άλλοι είναι «βαθιά στο δάσος τραυλίζοντας τις αγάπες της δειλής παιδικής τους ηλικίας». Τους βλέπεις;

Παρατήρησε, ω Γολιάρδε, καθώς αυτοί «βαδίζουν ανάμεσα από τους βράχους γεμάτοι ψευδαισθήσεις»!  Εκεί είναι που ο Άγιος Αντώνιος είδε τα γυμνά κοκκινισμένα στήθη του πειρασμού του να ανυψώνονται ως λάβα…

Και μετά υπάρχουν αυτοί με «πυρετούς που ουρλιάζουν» που επικαλούνται το Βάκχο για να καταπνίξουν τις τύψεις τους, και άλλοι που «κρύβουν ένα καμτσίκι κάτω απ’ τα ρούχα τους» ώστε μετά – μέσα στο σκοτεινό δάσος και τις απομονωμένες νύχτες – «αναμιγνύουν τα κούφια λόγια της απόλαυσης με τα δάκρυα και τα βάσανά τους».
Και εγώ – ω, Γολιάρδε της Umanita Nova, που προσπάθησα ασυνείδητα να χλευάσω και να ειρωνευτώ αυτά που έγραψα και που εσύ δεν μπορούσες να καταλάβεις – ήθελα να τραγουδήσω για μία από αυτές τις «καταραμένες γυναίκες» – όλες οι γυναίκες είναι, υπό αυτήν την έννοια, λίγο ή πολύ «καταραμένες» – μία από αυτές που, σαν ποιητής, μπορεί να πει, «Ουρανοί, ξεσκισμένοι σαν ακτές, η περηφάνια μου αντικατοπτρίζεται πάνω σας».

« Τα πελώρια, πένθιμα σύννεφα σου είναι οι νεκρικές άμαξες  των ονείρων μου και το φέγγος σου είναι οι αντανακλάσεις της Κόλασης μέσα στην οποία η καρδιά μου οργιάζει».

V.

Ο Charles Baudelaire, ο άνθρωπος τον οποίο – «για καλή τους τύχη» – «οι εργάτες δεν τον ξέρουν». Ο θαυμάσιος ποιητής ο οποίος χωρίς τα πλούτη του U.A.I. στην τσέπη του, κατάφερε να μεθύσει με τις πιο εξαίσιες – αν και επικίνδυνες – βαθιές φωτεινές, εκλεπτυσμένες αισθήσεις. Η μοναδική ιδιοφυία του οποίου «τα μυστήρια μισάνοιχτα χείλη φάνταζαν να φυλάσσουν σαρκαστικά μυστικά». Ο παράξενος, καταραμένος, ισόθεος ποιητής που δεν του προκαλούσε τρόμο το να σκύψει στη λάσπη για να συλλέξει ανθρώπινα τα Άνθη του Κακού και να τα εξαγνίσει μέσα από την τραγική λάμψη της Τέχνης του, έτσι ώστε να τραγουδήσει αυτές τις «καταραμένες γυναίκες» πάνω από αυτό το τρεμάμενο τόξο της μαγικής του λύρας.

«Ω παρθένες, ω δαίμονες, ω τέρατα, ω μάρτυρες, σπουδαία πνεύματα, περιφρονητές της πραγματικότητας, διψασμένες για το άπειρο, αφοσιωμένες και Βάκχες, τώρα γεμάτες με κραυγές και δάκρυα, εσείς που το πνεύμα μου σας έχει ακολουθήσει στην κόλασή σας, φτωχές αδερφές, σας αγαπώ όπως συμμερίζομαι το σκοτεινό σας πόνο, την ανικανοποίητη δίψα σας και τις υδρίες  της αγάπης που γεμίζουν τις σπουδαίες σας καρδιές».

VI.

Και εγώ επίσης – σαν τον Baudelaire – πάνω απ’ τους σπουδαίους νεκρούς που αγαπώ στα κρυφά – επιθυμούσα – στις στήλες αυτής της εφημερίδας μας ,που φέρει την ενοχή να λέγεται  Proletario – να τραγουδήσω – ανθρώπινα και αναρχικά – την τραγωδία, τα δάκρυα, το γέλιο, το κλάμα, τον πόνο, τα βάσανα, το καλό, το κακό, την αμαρτία και την ελπίδα μιας από αυτές τις γυναίκες έτσι ώστε οι αναρχικοί θα ξέρουν ότι, αναμεταξύ μας, δεν είναι όλοι διατεθειμένοι να πετάξουν λάσπη και σκατά σε αυτούς που μέσα από μια υπερβολική δίψα για το άπειρο, έπεσαν ορμητικά στην άβυσσο  με τα μάτια τους καρφωμένα στον ουρανό και το μυαλό τους μεθυσμένο απ’ τα άστρα.

Και τα έγραψα όλα αυτά με μια πένα που είναι δικιά μου, με μια γλώσσα που είναι δικιά μου, με ένα στυλ που είναι αυθεντικό, που είναι δικό μου, και που καμία γολιαρδική – φτωχή γολιαρδική – ειρωνεία δεν θα μπορούσε να με κάνει να τα αλλάξω λοξοδρομώντας.

VII.

Κάποιος σύντροφος – γράφοντας προσωπικά σε έναν άλλο σύντροφο – μια φορά χαρακτήρισε το Renzo Novatore ως «τον Guido da Verona της Αναρχίας»***.
Δίχως να σταματήσω για να αντικρούσω τις κατηγορίες θα σας πω, ότι ο Guido da Verona έλεγε στους επικριτές  του: «Πείτε ότι θέλετε για μένα, εγώ πάντα θα σας δίνω ευωδιαστά τριαντάφυλλα… ακόμα και αν έχουν γεννηθεί στον πόνο, ακόμα και αν έχουν φυτρώσει στα δάκρυα».

VIII.

Σήμερα, η αναρχική μου καρδιά είναι γεμάτη με άπειρη καλοσύνη. Το φτερωτό μου μυαλό περιπλανιέται γύρω- γύρω,  μέσα στον ουρανό της ιδέας.

Το ελεύθερο πνεύμα μου χορεύει χαρούμενα στη θλιβερή όαση της μοναξιάς μου, όπου η μυστήρια μελαγχολία μου τραγουδάει.

Έλα, ω Γολιάρδε – έλα!

Σήμερα ο δαίμονάς μου κοιμάται, καθώς και οι Ερινύες μου…

Έλα πιες στις άγνωστες, παρθένες πηγές του απέραντου οίκτου μου…

Αύριο, τα σατανικά πλάσματα της ηφαιστειακής μου κόλασης θα μπορούσαν να ξυπνήσουν, και εγώ να είμαι μανιασμένος…

Ξέρεις; Είμαι ένας παράξενος, πολυσύνθετος άνθρωπος.

1. Ο Γολιάρδος ήταν ένας περιπλανώμενος κληρικός μαθητής στη Μεσαιωνική Ευρώπη που είχε την αρμοδιότητα του γλεντοκοπήματος, της ασυδοσίας και της δημιουργίας πρόστυχων και σατυρικών λατινικών τραγουδιών.

2. Η  εφημερίδα της Ιταλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας.

3. O Guido da Verona (1881-1939) ήταν ποιητής και συγγραφέας ερωτικών νουβελών  που τελικά λόγω των έργων του διώχθηκε από τις φασιστικές αρχές και αυτοκτόνησε για να ξεφύγει το θάνατο απ’ τα χέρια τους.

Το «Με ειλικρινή οίκτο» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Renzo Novatore και εκδόθηκε στην αναρχική εφημερίδα Proletario (τεύχος 4) στις 15 Αυγούστου του 1922.

 

Πηγή στα αγγλικά: With sincere pity, The Anarchist Library, June 6 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Φυλακισμένα μέλη της  Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

Επιμέλεια: Parabellum

Ο Θρίαμβος της Καταστροφικής Ιδιοφυΐας

Ω! Η ευωδία και η δυσωδία ανακατεμένες.

Για να σκαρφαλώσεις στην κορυφή χρειάζονται νύχια κοφτερά και χέρια έτοιμα για τις πιο επίπονες πληγές.

Καθώς σκαρφαλώνεις στην κορυφή μιας παρηκμασμένης ανθρωπότητας, πέφτουν, οι πέτρες που θρυμματίζονται κάτω από τα δάχτυλα σου πέφτουν.

Να δρας αποφασιστικά! Να τολμάς! Να τοι λοιπόν, λυσσασμένοι, οι κοινωνικοί φόβοι αναμεμιγμένοι με μνησικακία ενάντια στην δική μας κυριαρχία του ατόμου.

Συνάντησα τα όνειρα και τους εφιάλτες του Filippi…

Ένας αδάμαστος διάβολος ανυψώνεται πάνω από το πλήθος, γεννημένος από τύχη.

Ένας διάβολος που δεν δέχεται να τον κρίνει η σχεδόν τελειωμένη εξουσία σας…

Από τις ορθόδοξες εκκλησίες σας βγάλατε εντάλματα σύλληψης εις βάρος μας, τους αλήτες της σκέψης και της δράσης,  εμείς οι διάβολοι του τρόμου, που φτύνουν και ξερνούν πάνω στα ιερά σας μνημεία…

εμείς οι διάβολοι του τρόμου, οι εικονοκλάστες, οι ιλλεγκαλιστές μηδενιστές και οι επαναστάτες χωρίς όνομα…

Ότι γεννιέται δικαίως πέφτει! Έτσι αστραποβόλησε ο Γκαίτε από την κορυφή του!

Η ένωση σας των αδύναμων, που αποκαλείται κράτος και κοινωνία δεν έχει ανοσία σε αυτόν τον νόμο των πραγμάτων…

Ο θρίαμβος της καταστρεπτικής ιδιοφυΐας, σας περιμένει…

Οι αφορισμοί και τα εμπόδια που δημιουργήθηκαν από τους υπηρέτες της Αδελφής Manuela Comodi* δε θα είναι αρκετά…

Δόθηκε μία \”κρατική απάντηση\”… το ιερόσυλο γέλιο αντηχεί στα κελιά, για κάθε έναν που συλλαμβάνεται θα υπάρξει ένας νέος  μηδενιστής επαναστάτης, έτοιμος να επιτεθεί.

Η φωτιά δε μας καίει, προερχόμαστε από ένα μέρος πολύ πιο θερμό και έχουμε προετοιμάσει τους εαυτούς μας για την κόλαση.

Χαιρετίζω τους πολιτικά συγγενείς, τ’ ανώνυμα συντρόφια της Μαύρης Διεθνούς και τους συλληφθέντες και υπόπτους της επιχείρησης «ευτολμία».

Απόλυτη ομερτά και καμία εκπροσώπηση

Για την αναρχία και το θρίαμβο του Εγώ.

1. Η επικεφαλής εισαγγελέας για την επιχείρηση \”Ardire\”. Ο χαρακτηρισμός Αδελφή είναι αντιχριστιανικά ειρωνικός.

 \”Ο Θρίαμβος της Καταστρεπτικής Ιδιοφυΐας\”, είναι κείμενο του αναρχοατομικιστή, μηδενιστή συντρόφου Maurizio de Simone και κυκλοφόρησε από τις αναρχικές εκδόσεις Edizioni Cerbero. Ο σύντροφος διώκεται στα πλαίσια της επιχείρησης Ardire. Μέλη των εκδόσεων διώκονται επίσης. Για περισσότερες πληροφορίες στο site της πηγής.

Πηγή στα αγγλικά: The Triumph of the Destroyer Genious, 325.nostate.net

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Ευχαριστώ το σύντροφο από το contrainfo για τις διορθώσεις και τις επισημάνσεις.

Ιερόσυλο Γέλιο

Στις χλωμές, θλιβερές ώρες του λυκόφωτος, πλέριες με κωμικά και τραγικά γεγονότα, ενώ εκδηλώνεται όλη η γελοία ασημαντότητα και το έγκλημα ανυψώνεται σε σύστημα ζωής, σε μια αθλητική άσκηση γυμναστικής και ενώ το αίμα των πολιτών, επαναστατών και μη, περιλούζει την όμορφη γη της Ιταλίας, ο αναρχοατομικισμός –μοναδικό και ακτινοβόλο βίωμα και ιστορική πραγματικότητα– λάμπει μεγαλόπρεπα και ένδοξα, πέρα από την τόση πολύ αστική και κοινωνική σαπίλα, προς την χαρά, προς την ελευθερία, προς τον ήλιο.

 Το τελευταίο μπουρίνι που λυσσομάνησε ξαφνικά στις πόλεις και στα χωριά, παρέσυρε στο διάβα του ανθρώπους και πράγματα.

Ήταν προβλέψιμο και θανάσιμο.

 Η θεωρία της αγάπης και της πραότητας, που διαδίδεται από όλα τα Κόμματα και τις προλεταριακές οργανώσεις, καθόλου δεν κατάφερε να αντισταθεί στην κατακλύζουσα πλημμύρα.

 Οι αρχηγοί του κόμματος, αντί να εκπαιδεύουν την εργατική τάξη στην επανάσταση και στην ελευθερία, την κρατάνε πάντα μπρούμυτα και σκλαβωμένη. Έχουν στρέψει την προσοχή τους μόνο στον αριθμό των οπαδών, στις κάρτες μέλους, στις ψήφους, στην πειθαρχία κλπ, με μοναδικό τους στόχο την διαμόρφωση ενός κοπαδιού που ήταν διατεθειμένο να τους αφήσει να το αρμέξουν και να το αποπροσανατολίσουν.

 Με ένα σύστημα κοινωνικο-πολιτικής εκπαίδευσης αυτού του είδους, όλοι ξέρουν το τι έγινε. Η πλειοψηφία των προλετάριων που εντάχθηκε σε ανατρεπτικά κόμματα και οργανώσεις θέλοντας και μη, πέρασε –  σιγά – σιγά– στον εχθρό. Ποιά, πες μου, ήταν η αξία όλων των διαχυτικών δοξολογιών που οι σοφοί έκαναν αφειδώς στο προλεταριάτο – αυτή τη φτωχή, γεμάτη αέρα κοπανιστό, μαριονέτα – που κάποιοι πίστεψαν πως το καλεί η ιστορία να γίνει ο δικτάτορας του κόσμου;

 Τώρα το προλεταριάτο έχει περάσει στο φασισμό, γιατί οι φασίστες διοικούν, αν αύριο διοικούσαν οι μαυροντυμένοι ιερείς θα ήταν διατεθειμένο να τους λατρεύει, όπως λάτρευε χτες τους πορφυροντυμένους ιερείς.

 Όλα τα μέλη του ποιμνίου έχουν εξέλθει άσχημα από την τρομερή καταιγίδα, ή μάλλον εξαιρετικά άσχημα. Για ακόμα μια φορά – και δεν θα είναι η τελευταία – η δόλια πτώχευση των οργανώσεων της εργατικής τάξης έχει ανακηρυχτεί. Έχουν δείξει επίσημα ότι δεν ήταν καθόλου επαναστάτες ή ανατρεπτικοί, αλλά οργανώσεις ρεφορμιστών του κράτους, της εκκλησίας και των μαγαζατόρων.

 Η αποτυχία της οργανωτικής μεθόδου, στους αγώνες για την κατάκτηση της ευημερίας και της ελευθερίας, είναι επακριβής και απόλυτα εμφανής. Παρ\’ όλα αυτά, οι επαναστάτες – συμπεριλαμβανομένων πολλών ελευθεριακών κομμουνιστών – ακόμα επιμένουν να μουγκανίζουν σαν γελάδια σχετικά με την αναγκαιότητα και τη σημασία της οργάνωσης, χωρίς να προσέξουν, πως η μέθοδος τους, τους έχει αμείλικτα, ανεπανόρθωτα παρασύρει και πετάξει στην άβυσσο.

 Οι ατομικιστές έχουν περιγελάσει όλες τις συμβάσεις, όλες τις αποκηρύξεις, όλο το αισχρό μάρκετινγκ, και ακόμα γελάνε με το ασεβή, ιερόσυλο, καταραμένο τους γέλιο.

 Πάντα περιγελάμε τον καθένα και όλους, όλους αυτούς που παρασκευάζουν τα ρεβόλβερ, τα τουφέκια, τις ξιφολόγχες, τα πυροβόλα, τα κανόνια, τα πυρομαχικά, τις αλυσίδες, τα δεσμά, διάφορα όργανα βασανισμού των εργατών, με αυτούς που χτίζουν φυλακές και υψώνουν αγχόνες για τα αδέρφια \’\’τους\’\’, με αυτούς που οργανώνονται, ή μάλλον διασυνδέονται σε λίγκες και σωματεία, πληρώνοντας αντίτιμα μέλους και παχαίνοντας τους χοίρους, καθώς παραδίδουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια τους εκλέγοντας αφεντικά και βοσκούς.

 Περιγελάμε αυτούς που φωνάζουν, \’\’ζήτω αυτό και ζήτω το άλλο\’\’, αυτούς που πηγαίνουν στις διαδηλώσεις έτοιμοι να εξοφλήσουν και να αφήσουν τις κοιλιές τους άδειες, αυτούς που περιμένουν τις διαταγές της κεντρικής επιτροπής του κόμματος τους πριν ξεσηκωθούν, αυτούς που ακούνε τους αρχηγούς που τους παροτρύνουν στο να δειλιάζουν όταν ξεσηκώνονται, αυτούς που περιμένουν τον ήλιο του μέλλοντος με τα χέρια σταυρωμένα και τα στομάχια άδεια, λες και θα μπορούσε να ανατείλει μόνος του από την μια στιγμή στην άλλη.

 Και αυτοί οι ανατρεπτικοί, που στο όνομα της ελευθερίας, θέλουν να ρίξουν την τωρινή κυβέρνηση ώστε να μπορέσουν να την αντικαταστήσουν με μια νέα τυραννία, πως μας κάνουν να γελάμε!

 Όλα τα σύμβολα και όλες οι ιεροτελεστίες, ακόμα, μας προκαλούν γέλιο. Οι λιτανείες έχουν αντικατασταθεί από τις πορείες, τα θρησκευτικά κηρύγματα με τα συλλαλητήρια στον ίδιο τόνο, ο ουράνιος θόλος με το λάβαρο. Τα πορτραίτα των κυρίαρχων αντικαθιστούν τα πορτραίτα των αγίων και της Παναγίας, και οι νέοι χριστιανοί, αντί να τραγουδάνε ιερούς ύμνους, τραγουδάνε πατριωτικούς ή ανατρεπτικούς ύμνους. Τίποτα δεν έχει αλλάξει, ούτε στην όψη ούτε στην ουσία του εδώ και είκοσι αιώνες.

 Αλλά εμείς δεν κουραστήκαμε να γελάμε.

 Το σατανικό μας γέλιο ξεκινά να εκρήγνυται σαν βροντή και στέλνει αστραπές όταν βρισκόμαστε μπροστά στους λάτρεις των τερατωδών θεϊκών και ανθρώπινων στοιχείων, τα οποία ονομάζουν Θεό, Θρησκεία, Κράτος, Πατρίδα, Ανθρωπότητα, Ηθική, Δίκαιο, Καθήκον, Έθιμο, Αλτρουισμό, Σοσιαλισμό, Κομμουνισμό, κτλ.

 Αυτά τα θλιβερά στοιχειά, δημιουργημένα από την άγνοια, το φόβο και την σκληρότητα των ανθρώπινων όντων, ακόμα και σήμερα έχουν την ηλίθια απαίτηση να θυσιαστεί σε αυτά το ελεύθερο και δυνατό άτομο, αλλά αυτός, που αγαπάει την απεριόριστη ελευθερία και τον μεσημεριανό ήλιο, ρίχνει τα φλεγόμενα και δηλητηριώδη βέλη του ενάντια σε όλα τα καταραμένα και αχρεία είδωλα και, χτυπώντας τα, γελάει και είναι ευτυχισμένος.

 Περιγελάμε όλους αυτούς που μεταμορφώνονται σε απόστολους της ανθρωπότητας και εξασκούν την τέχνη του κήρυκα, υποσχόμενοι τον επίγειο παράδεισο και την παγκόσμια αφθονία, αυτούς που θέλουν να προσδώσουν μια απλή μορφή στην ανθρώπινη κοινωνία που απαριθμεί γύρω στα δύο δισεκατομμύρια άτομα που ο καθένας και όλοι τους είναι διαφορετικοί, αυτούς που, χωρίς να είναι ικανοί να ζήσουν ελεύθερα, πλασάρονται ως σωτήρες του κόσμου, μιλώντας για το ρόδινο μέλλον ενώ ξεχνάνε την μαύρη, σκληρή πραγματικότητα του παρόντος. Τελικώς, περιγελάμε τους πνευματικά φτωχούς που πιστεύουν και ελπίζουν σε ένα ακτινοβόλο αύριο, και πιστά και υπομονετικά προσμένουν τον βασιλιά της Αγίας Ανθρωπότητας.

 Πέρα από τον οργανωτικό, προφητικό, χριστιανικό, μονομανή αναρχισμό αυτών που, σαν το νεαρό μοναχό του Assisi, κηρύττουν την θεωρία της αγάπης και της πραότητας, σύμφωνα με την οποία το Εγώ μας \’\’Πρέπει να κερδίσει με το να χάνει και να ανυψωθεί με το να υποτάσσεται\’\’, υπάρχει ο Αναρχισμός του ελεύθερου, παρθένου και επαναστατικού ενστίκτου των ανυπότακτων, νιχιλιστών, καινοτόμων, εικονοκλαστών, αριστοκρατών, ατομικιστών στων οποίων το περήφανο, ανίκητο και αθάνατο γένος ανήκω.

Το «Ιερόσυλο Γέλιο» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Erinne Vivani και δημοσιεύθηκε στην αναρχική έκδοση Proletario.

 Πηγή στα αγγλικά: Sacrilegious Laughter, The Anarchist Library

 Μετάφραση στα ελληνικά: Φυλακισμένα μέλη της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

 Επιμέλεια: Parabellum

Ο Εικονοκλαστικός Ατομικισμός Μου

Άφησα για πάντα μια ζωή στις πεδιάδες.

Ε. Ίψεν

 

Ακόμα και οι πιο καθαρές πηγές της Ζωής και της Σκέψης που δροσερές και χαμογελαστές αναβλύζουν μέσα από τα απόκρημνα βράχια των ψηλότερων βουνών, όταν ανακαλύπτονται από τους δημαγωγούς βοσκούς του νόθου κοπαδιού από αστούς και προλετάριους, αμέσως μετατρέπονται σε δύσοσμες μιαρές και λασπωμένες λακκούβες. Τώρα είναι η σειρά του Ατομικισμού. Από το χυδαίο απεργοσπάστη ως τον ηλίθιο και σιχαμερό αστυνομικό, από τον άθλιο πουλημένο ως τον κατάπτυστο χαφιέ, από το δειλό σκλάβο ως τον απεχθή τύραννο, όλοι μιλούν περί Ατομικισμού.

Είναι της μόδας.

Ακόμα και οι ραχιτικοί ψευτοδιανοούμενοι που που πρεσβεύουν το φθισικό φιλελεύθερο συντηρητισμό ή εκείνοι οι άρρωστοι που υποφέρουν από χρόνια δημοκρατική σύφιλη, μέχρι και οι ευνούχοι του σοσιαλισμού και οι αναιμικοί του κομμουνισμού, όλοι μιλούν και παίρνουν θέση για τους Ατομικιστές.

Αντιλαμβάνομαι ότι μη όντας ο Ατομικισμός μία σχολή και λιγότερο ένα κόμμα, δεν μπορεί να είναι μοναδικός ωστόσο είναι πιο αληθές ότι ακόμα και οι Μοναδικοί είναι ατομικιστές. Και γω σαν μοναδικός ορμάω στο πεδίο της μάχης, ξεγυμνώνω το σπαθί μου και υπερασπίζομαι τις πιο ακριβές μου ιδέες που εκφράζουν έναν ακραίο ατομικισμό, αδιαμφισβήτητα μοναδικό. Μπορεί να είμαστε σκεπτικιστές αδιάφοροι και είρωνες, αλλά όταν κάποιος είναι καταδικασμένος να ακούει συνεχώς τους σοσιαλιστές, λίγο η πολύ καταρτισμένους, να διατυμπανίζουν  ξεδιάντροπα και με πλήρη άγνοια ότι δεν υπάρχει τίποτα το ασύμβατο μεταξύ της Ατομικιστικής και συλλογικής ιδέας, και προσπαθούν ηλίθια να συγκρίνουν ένα γιγάντιο βάρδο της ηρωικής ισχύος- έχοντα κυριαρχήσει πάνω στα ανθρώπινα φαντάσματα ηθικά και θεϊκά  που τρέμει και καρδιοχτυπά τότε αναγαλλιάζει και απλώνεται πέρα από το καλό και το κακό της Εκκλησίας και του Κράτους, των Λαών και της Ανθρωπότητας μέσα σε παράξενες λάμψεις μιας νέας ερωτικής φωτιάς, παρερμηνευμένης όπως άλλωστε και ο λυρικός δημιουργός του Ζαρατούστρα, με κάποιον κοινό και φτωχό προφήτη του Σοσιαλισμού- τη σχολή της δειλίας. Ή ακόμα και έναν ακατανίκητο και αξεπέραστο Εικονοκλάστη όπως είναι ο Μαρξ Στίρνερ, τον θεωρούν σαν ένα οποιοδήποτε εργαλείο εκτεθειμένο στους φρενήρεις θιασωτές του κομμουνισμού, ε τότρ ναι, μπορεί να κάνει κάποιος μια ειρωνική γκριμάτσα με τα χείλη του αλλά κατόπιν πρέπει να εξεγερθεί αποφασιστικά προκειμένου να υπερασπιστεί και να επιτεθεί, εφόσον νιώθει Ατομικιστής από την αρχή ως το τέλος, δε μπορεί να ανέχεται να βρίσκεται έστω και στο ελάχιστο μπερδεμένος μέσα στους αδαείς κόλπους ενός νοσηρού βελάζοντος κοπαδιού.

Η Ιστορία, ο Υλισμός, ο Μονισμός, ο θετικισμός και όλοι οι -ισμοί αυτού του κόσμου είναι παλιές και σκουριασμένες πληγές που δε μου χρησιμεύουν πια και δε με απασχολούν. Έχω σαν αρχή τη Ζωή και σαν τέλος το Θάνατο. Θέλω να ζήσω έντονα τη Ζωή μου για να αγκαλιάσω το Θάνατό μου.

Εσείς περιμένετε την Επανάσταση! Ας είναι! Η δική μου έχει ξεκινήσει προ καιρού! Όταν θα είστε έτοιμοι- Θεέ μου τι μεγάλη αναμονή!- δε θα μου προκαλεί αποστροφή το να μοιραστώ μαζί σας ένα μέρος δρόμου.

Άλλα όταν θα σταματήσετε, εγώ θα συνεχίσω την τρελή και θριαμβευτική μου πορεία προς τη μεγαλειώδη και υπέρτατη κατάκτηση του Τίποτα!

Κάθε κοινωνία που θα φτιάξετε θα \’χει τα όρια της και στα όρια της θα δρουν οι ηρωικοί και αναμαλλιασμένοι τυχοδιώκτες, με την παρθένα και άγρια σκέψη τους, που ξέρουν να ζούνε μονάχα, ετοιμάζοντας αδιάλειπτα νέες και τρομερές εξεγερσιακές εκρήξεις.

Εγώ θα είμαι μεταξύ αυτών!
Και μετά από μένα, όπως και πριν από μένα, θα υπάρχουν πάντα αυτοί που θα λένε στους ανθρώπους: \”\’Εξεγερθείτε εσείς οι ίδιοι, όχι τόσο εναντίον των θεών σας ή των ειδώλων σας: ανακαλύψτε μέσα σας ότι υπάρχει και είναι κρυμμένο: φέρτε τα στο φως: αποκαλυφτείτε!\”. Είναι η στιγμή που ο κάθε άνθρωπος ανασκαλεύοντας μέσα του, βγάζει ότι μυστηριωδώς ήταν κρυμμένο, σαν μια σκιά που κρύβει από τις ακτίνες του Ήλιου κάθε τύπο ζωντανής Κοινωνίας!

Κάθε Κοινωνία τρέμει όταν η περιφρονητική αριστοκρατία των Τυχοδιωκτών, των Μοναδικών, των Απροσπέλαστων, των Κυρίαρχων του Ιδεώδους και των κατακτητών του Τίποτα αψηφώντας τα πάντα προχωρά. Εμπρός, λοιπόν, ω Εικονοκλάστες, εμπρός!

\”Ήδη ο ουρανός που είναι κυριευμένος από προαίσθημα κρύβεται και σιωπά!\”

                                                                                                                                 Άρκολα, Ιανουάριος 1920

Έργο του Renzo Novatore, που δημοσιεύτηκε από το Iconoclasta, στην Πιστόια, στις 15/01/1920.

Αναδημοσίευση από το βιβλίο: Renzo Novatore, Ο ιππότης του Μηδενός, Επιλεγμένα κείμενα 1917-1922, των εκδόσεων ΔΙΑΔΟΣΗ

Μπορείτε να κατεβάσετε το βιβλίο εδώ.

Il Me Faut Vivre Ma Vie*

[* \”Είναι απαραίτητο να ζήσω τη ζωή μου\”- Ζυλ Μπονό, αναρχικός ληστής τραπεζών]

Δε πιστεύω στο Δίκαιο. Η ζωή, που είναι ολόκληρη μια εκδήλωση ασυνάρτητων δυνάμεων, άγνωστων και μη αναγνωρίσιμων, απορρίπτει το ανθρώπινο εφεύρημα του δικαίου. Το δίκαιο γεννήθηκε όταν η ζωή πάρθηκε από μας. Όντως, αρχικά, η ανθρωπότητα δεν είχε κανένα δίκαιο. Ζούσε και αυτό ήταν όλο. Αντίθετα, σήμερα υπάρχουν χιλιάδες είδη δικαίου. Θα μπορούσε κάποιος να πει εύστοχα πως οτιδήποτε έχουμε χάσει, το αποκαλούμε δίκαιο.

Ξέρω ότι ζω και ότι επιθυμώ να ζήσω.

Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις αυτό το πάθος πράξη. Είμαι περικυκλωμένος από μία ανθρωπότητα που θέλει ότι θέλουν όλοι οι άλλοι. Η απομονωμένη επιβεβαίωση μου είναι ένα πολύ σοβαρό έγκλημα.

Οι νόμοι και οι ηθικοί κανόνες, ανταγωνιζόμενοι, με εκφοβίζουν και με πείθουν.

Τα χρηστά ήθη έχουν θριαμβεύσει.

Κάποιος μπορεί να προσεύχεται, να ικετεύει, να καταριέται, αλλά κανένας δεν τολμά. Η δειλία, θωπευμένη από το χριστιανισμό, δημιουργεί την ηθική και αυτή δικαιολογεί την ποταπότητα και προκαλεί την αποκήρυξη.

Αλλά αυτό το πάθος για ζωή, αυτή η θέληση, επιθυμεί μονάχα να αναπτυχθεί ελεύθερο. Ο χριστιανός κοιτάει γύρω του προσεχτικά για να δει αν τον βλέπει κανείς και, τρέμοντας, διαπράττει μια αμαρτία.  Πάθος: αμαρτία, αγάπη: αμαρτία αυτή είναι η αντιστροφή των όρων.

\” Πόρνη, θηλυκό όλου του κόσμου, εσύ δεν έχεις ντροπή σε αυτόν τον κόσμο. Είσαι έντιμη και ειλικρινής. Προσφέρεις τον εαυτό σου σε όποιον πληρώνει, χωρίς να δημιουργείς ή να έχεις ποτέ αυταπάτες.

Η κοινωνία, αντίθετα, ταπεινή και καθαρή εξωτερικά, μολυσμένη με γάγγραινα σε όλο το κορμί, μου φέρνει εμετό, με γεμίζει με μίσος και απέχθεια, με σκοτώνει. \”

Ζηλεύω τους άγριους. Και θα τους φωνάξω με δυνατή φωνή: \”Σώστε τους εαυτούς σας, έρχεται ο πολιτισμός.\”

Μα φυσικά: ο αγαπητός πολιτισμός μας, για τον οποίον είμαστε τόσο περήφανοι. Εγκαταλείψαμε μια ελεύθερη και χαρούμενη ζωή στα δάση για αυτήν τη φρικιαστική ηθική και υλική σκλαβιά. Και είμαστε μανιακοί, νευρασθενικοί, αυτοκτονικοί.

Γιατί θα πρέπει να με νοιάζει που ο πολιτισμός έδωσε φτερά στην ανθρωπότητα για να μπορεί να βομβαρδίζει πόλεις, γιατί πρέπει να με νοιάζει που ξέρω κάθε άστρο του ουρανού και κάθε ποτάμι της γης;

Είναι αλήθεια πως στο παρελθόν δεν υπήρχαν νομικοί κώδικες και φαίνεται πως η δικαιοσύνη αποδιδόταν συνοπτικά.

Βάρβαρες εποχές! Αντίθετα σήμερα άνθρωποι εκτελούνται στην ηλεκτρική καρέκλα, εκτός αν η φιλανθρωπία του Μπεκάρια* τους βασανίζει μέσα στις φυλακές για την υπόλοιπη ζωή τους.

Αλλά σας αφήνω στη γνώση σας και στους νομικούς σας κώδικες, σας αφήνω στα υποβρύχια και στις βόμβες σας. Ακόμα γελάτε με την όμορφη ελευθερία μου, την άγνοια μου, το σθένος μου. Χτες ο ουρανός ήταν όμορφος να τον βλέπεις· τα μάτια του αγνώστου τον χάζευαν.

Σήμερα ο έναστρος θόλος είναι ένα μολύβδινο πέπλο που μάταια προσπαθούμε να διαπεράσουμε· σήμερα δεν είναι πια άγνωστος αλλά δύσπιστος.

Όλοι αυτοί οι φιλόσοφοι, όλοι αυτοί οι επιστήμονες, τι κάνουν;

Για ποια άλλα εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα συνωμοτούν; Δε δίνω δεκάρα για την πρόοδό τους· θέλω μόνο να ζήσω και να απολαύσω.

\”Πίθηκε της ζούγκλας του Βόρνεο, ο Δαρβίνος σε συκοφάντησε!\”

Εν τω μεταξύ ολόκληρη η ύπαρξη μου, μου φωνάζει: θέλω να ζήσω!

Ξεκολλάω τα αγκάθια του χριστιανού από το μέτωπο μου και ρουφώ το άρωμα των τριαντάφυλλων.

Είμαι καλά τώρα. Είμαι χαρούμενος που ζω.

Οι σειρήνες ουρλιάζουν και το μακάριο πλήθος πηγαίνει στο σφαγείο.

Και εσύ επίσης, ω επαναστάτη, ανεβαίνεις στο άλογο σου, και συ είσαι σάπιος!

Πόσο ζηλεύω το μεγάλο Μπονό!

“Il me faut vivre ma vie!”

Είναι ανώφελο. Είμαι σάπιος. Η κοινωνία με νίκησε. Και το μίσος. Μισώ με μανία την άγρια κοινωνία που με σκότωσε, που με μετέτρεψε σε ένα ανθρώπινο τομάρι.

Εύχομαι να μπορούσα να μεταμορφωθώ σε λύκο για να μπορούσα να βυθίσω τα δόντια μου στην κοιλιά της κοινωνίας σε ένα όργιο καταστροφής.

*Νομομαθής Ιταλός αριστοκράτης του 18ου αιώνα, που με το έργο του \”Για τα εγκλήματα και τις ποινές\” (1764), ενέπνευσε τη μεταρρύθμιση του ιταλικού σωφρονιστικού συστήματος.

Το \”Il me faut vivre ma vie\” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Bruno Filippi και γράφτηκε την περίοδο 1916-1918.

Πηγή στα αγγλικά: The rebel\’s dark laughter: the writings of Bruno Filippi, The Anarchist Library, 1 October 2009

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Μπορείτε να κατεβάσετε το έργο εδώ

Το Καταραμένο Τραγούδι (δεύτερο μέρος)

Και το τραγούδι μου λέει:

\”Ω, θεέ της καταστροφής, του τρομερού και του τερατώδους, θεέ αναδύσου από τα έγκατα του άγνωστου και έλα σε μένα από τις ανοιχτές πληγές της παλιάς γης, έλα σε μένα… έλα με τη συντριπτική, ξαφνική οργή της θύελλας· ερήμωσε, κατάστρεψε αυτόν τον εξασθενημένο και παρακμάζοντα κόσμο, που χρειάζεται ένα νέο λουτρό αίματος για να ανανεωθεί… Θα σου δανείσω το χέρι και τη σκέψη μου. Θα αγωνιστούμε μαζί όσο κάθε ναός που χτίζεται αποτελεί πειστήριο της προκατάληψης και της νωθρότητας των ανθρώπων… όσο κάθε νέος νόμος, χαραγμένος στις δέλτους της εξαπάτησης, προσπαθεί να επιβάλλει το δίκιο του στον εξεγερμένο… όσο η ζωή, καταπατημένη και καταπιεσμένη, δε μπορεί να αναδυθεί θριαμβικά στο φως της ημέρας. Τότε, όταν σύννεφα από φωτιά θα προβάλλουν προς τον ουρανό απειλητικά από τα καπνισμένα ερείπια, σατανικά, δαιμονικά, τρελά, εμείς θα τραγουδάμε τον εικονοκλαστικό μας ύμνο της άρνησης και της εξέγερσης.\” Έτσι λέω! Και η φωνή μου είναι,όντως, δυνατή και μυστηριακή, όντως, πλούσια σε μίσος και συναίσθημα τόσο που ο αετός μου πέταξε ψηλά πάνω από τον ορίζοντα σαν μοχθηρή αστραπή κεραυνού… και ο λύκος μου με μάτια σαν φλόγες, αλυχτά και εφορμά στα λασπωμένα δρομάκια του χωριού σκορπώντας τρόμο και θάνατο…

Πάνω, στην κορφή μου, τόσο ψηλά και απρόσιτα, ανεμίζει το μοιραίο σύμβολο της απελευθέρωσης μου: η μαύρη σημαία.

Τώρα χορεύω στην άκρη μιας αβύσσου στον πάτο της οποίας αναδεύονται σαν φίδια τα σκοτεινά νερά του θανάτου. Χορεύω, τραγικά, με το μυαλό μου συγκεντρωμένο στην αυγή της \”αληθινής\” ζωής μου, της ελεύθερης και έντονης ζωής. Θέλω να κατακτήσω για τον εαυτό μου, με κόστος τη σκληρότερη σύγκρουση και τη δυσκολότερη θυσία. Γιατί ανήκω στη φυλή των ανίκητων γιγάντων, για τους οποίους ο κίνδυνος δεν αποτελεί φραγμό, αλλά ένα τσίμπημα, μία ώθηση που τους σπρώχνει να συνειδητοποιήσουν τη θέληση τους πιο έντονα. Και χορεύω, χορεύω. Οι χλωμές, αναιμικές αρετές, που κυριαρχούν σε αυτόν τον κόσμο ευνούχων και σκλάβων, προσπάθησαν να με δελεάσουν. Αλλά απάντησα στις κολακείες και τις απειλές τους με το διαβολικό γέλιο του άγριου σαρκασμού μου. Ανθρωπότητα, Κοινωνία, Κράτος, Νόμος, Ηθική… Ξέρετε ήδη την ισχύ των χτυπημάτων μου όπως ξέρω και εγώ των δικών σας… Και ωστόσο δε παύετε να μου επιτίθεστε, δε σταματάτε να διασκεδάζετε την τρελή πρόθεση να μειώσετε τον αλύγιστο χαρακτήρα μου στα δεσμά της υπακοής… Λοιπόν, ακόμα σέρνετε αυτήν τη θλιβερή, άμορφη μάζα πλαδαρών σκλάβων στο τρένο σας, ακόμα ακονίζετε τα όπλα που θα θρυμματιστούν πάνω στην άτρωτη πανοπλία μου… Σας περιμένω αποφασισμένος. Εγώ ο καταραμένος, ο εξεγερμένος… Σας περιμένω με τον αετό και το λύκο μου, πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά μου. Και τα αδέρφια μου σας περιμένουν επίσης, παραταγμένα για μάχη στο πλευρό μου, τα αδέρφια μου, τα ηρωικά και ανίκητα τέκνα του Κακού…

Ελάτε λοιπόν! Ο ιερόσυλος και καταστροφικός εικονοκλάστης σας πέταξε το γάντι. Και σε ένα μεθύσι ενθουσιασμού, ένα ντελίριο ενέργειας, μία έξαρση αυθάδειας θα πολεμήσει τον πόλεμο του στα ανοιχτά και στα κρυφά… Αργότερα, όταν τα δηλητηριώδη βέλη διαπεράσουν την πανοπλία και τρυπήσουν την καρδιά του, θα γλιστρήσει, χλευάζοντας, στον πάτο της σκοτεινής αβύσσου  που τα απειλητικά νερά του θανάτου ρέουν σαν φίδια.

Enzo Martucci

\”Το Καταραμένο Τραγούδι\” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci και εκδόθηκε στο περιοδικό Proletario (τεύχος 4), στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The Damned Song, The Anarchist Library, 6 June 2011.

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρο το έργο εδώ.

Το Καταραμένο Τραγούδι (πρώτο μέρος)

Αχ! Γιατί να μη γεννηθώ σε ένα πειρατικό πλοίο, χαμένο στον ατελείωτο ωκεανό ανάμεσα σε τραχείς, γενναίους άνδρες που επιβιβάστηκαν με μανία, τραγουδώντας το άγριο τραγούδι της καταστροφής και του θανάτου; Γιατί να μη γεννηθώ στα αχανή λιβάδια της Νότιας Αμερικής, ανάμεσα σε ελεύθερους, άγριους  γκαούτσος που δαμάζουν το φλογερό κόλτ με το \”λάσο\” και επιτίθενται άφοβα στον τρομερό ιαγουάρο… Γιατί; Γιατί; Τα παιδιά της νύχτας, τα αδέρφια μου, ασυμβίβαστα με κάθε νόμο και έλεγχο, θα με είχαν προσεταιριστεί. Αυτοί οι άνθρωποι, πνεύματα που διψούν για την ελευθερία και το άπειρο, θα ήξεραν πως να διαβάσουν το μεγάλο βιβλίο του μυαλού μου, ένα απόλυτα υπέροχο ποίημα πόνου και σύγκρουσης, υψηλών ιδανικών και αδύνατων ονείρων. Η διανοητική μου κληρονομιά θα ήταν ο άθικτος θησαυρός τους και στην καθάρια πηγή της σατανικής υπερηφάνειας μου και της αιώνιας εξέγερσης μου, θα οχύρωναν τη δύναμη τους, την ήδη βίαια τρανταγμένη από χίλιους τυφώνες. Αντίθετα, γεννήθηκα θανάσιμα ανάμεσα σε ένα εμετικό κοπάδι σκλάβων, που σέρνεται στη, γεμάτη γλίτσα, λάσπη όπου το κυβερνών ψέμα και η υποκρισία αντικαθιστούν το φιλί της αδελφοσύνης με τη δειλία. Γεννήθηκα στην πολιτισμένη κοινωνία και ο παπάς, ο δικαστής, ο ηθικιστής και ο μπάτσος προσπάθησαν να με γονατίσουν φορώντας μου αλυσίδες και να μεταμορφώσουν, τον ξέχειλο από ενέργεια και ζωτικότητα,  οργανισμό μου σε  μία ασυνείδητη και αυτόματη μηχανή για την οποί η μόνη λέξη που υπήρχε ήταν: Να υπακούς. Και όταν αντιστάθηκα με βίαια ανίκητη δύναμη και φώναξα άγρια το \”όχι\” μου, το ηλίθιο κοπάδι, πλατσουρίζοντας στη βρωμερή γλίτσα, εκτόξευσε τις κενές προσβολές του.

Τώρα, γελάω…Το πλήθος είναι ανίκανο να καταλάβει κάποια συγκεκριμένα πνευματικά βάθη και δεν έχει αρκετά κοφτερή ματιά για να διαπεράσει τις κρυμμένες εσοχές της καρδιάς μου. Με καταριέστε, με καταριέστε ακόμα,όπως τώρα, λεκιασμένοι από τη νωθρότητα, για εξήντα αιώνες, καταναλώνετε το τελετουργικό του ψέματος. Με καταριέστε, χειροκροτώντας τους νόμους και τα είδωλά σας. Θα ρίχνω πάντα τα κόκκινα λουλούδια της περιφρόνησης μου στα μούτρα σας.

Από την κορυφή στην οποία ζω με τον αετό και το λύκο, πιστούς συντρόφους στη μοναξιά μου,  ατενίζω την ανθρωπότητα, αυτήν την τραγελαφική παρωδία του ερπετού, και μου έρχεται ναυτία. Γύρω μου, η πλούσια φύση τυλίγει τα βράχια σε έναν πράσινο μανδύα από χαμόκλαδα, του οποίου άγρια ομορφιά προκαλεί στο μυαλό μια αίσθηση δύναμης και χαράς που δεν εκφράζεται με λόγια. Κάτω, στους πρόποδες το βουνού, απλώνονται γόνιμα χωράφια διάστικτα με σπιτάκια και χωριά εδώ και εκεί, όπου οι άνθρωποι τσιμεντώνουν αλυσίδες χιλιετηρίδων με άμοιρη στραβομάρα.

Και εγώ γελάω… Γελάω καθώς βλέπω τους ανθρώπους, αυτά τα μικρά τερατάκια ζαρωμένα από το χώρο, όταν δηλητηριάζονται μέσα στα εργαστήρια, όπου τα αέρια των υπονόμων ξεσκίζουν τα πνευμόνια τους…, όταν περνούν σε πομπή ψάλλοντας και σκύβουν στα είδωλα του φανατισμού και του ασυνείδητου… και όταν, σε στιγμές δειλίας, καθαγιάζουν τη σκλαβιά τους, γλείφοντας το χέρι του αφέντη που τους δέρνει με αγριότητα. Βλέπω αυτήν τη δυστυχισμένη κωμωδία ανθρώπινης υποκρισίας και μικρότητας να ξεδιπλώνεται κάτω από τα πόδια μου και μία βαθιά αίσθηση αηδίας με κατακλύζει, μία ανείπωτη σιχαμάρα φυσομανάει στην καρδιά μου… Και όμως ακόμα γελάω… Και καθώς η ηχώ του κουδουνιού, που σημαίνει το γλέντι, έρχεται από το χωριό μέσα από τη σιωπή της νύχτας, τραγουδώ το πιο αγνό τραγούδι μου στον αετό και το λύκο, τους πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά. Είναι το τραγούδι του πόνου και του πάθους μου…

\”Το Καταραμένο Τραγούδι\” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci και εκδόθηκε στο περιοδικό Proletario (τεύχος 4), στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The Damned Song, The Anarchist Library, 6 June 2011.

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Το κείμενο θα δημοσιευτεί σε δύο μέρη για την ευκολότερη ανάγνωσή του.

Αχαλίνωτη Ελευθερία (δεύτερο μέρος)

Σύμφωνα με τον Armand, δε μπορώ να διαλύσω τις σχέσεις γιατί θα έπρεπε να με νοιάζουν η θλίψη και η ζημιά που θα προκαλέσω στους άλλους αν τους στερήσω την παρουσία μου. Όμως οι άλλοι δε νοιάζονται για τη θλίψη και τη ζημιά που μου προκαλούν αναγκάζοντάς με να παραμείνω στη συντροφιά τους όταν εγώ θέλω να φύγω.  Επομένως, λείπει η αμοιβαιότητα. Και αν θέλω να αποχωρήσω από την ένωση θα το κάνω όταν αποφασίσω εγώ, ιδιαίτερα εάν όταν έμπαινα στην ένωση, είχα επικοινωνήσει στους συντρόφους μου ότι διατηρώ το δικαίωμα να σπάσω τη συμφωνία όποτε θέλω. Κάνοντας αυτό, δε μπορεί να αρνηθεί κανείς, ότι κάποιες κοινωνίες ίσως έχουν μεγάλη διάρκεια. Είναι όμως ένα συναίσθημα ή ένα συμφέρον αισθανόμενο από όλους που διατηρεί αυτήν την ένωση. Όχι μία ηθική επιταγή όπως θα ήθελε ο Armand.

Από τους χριστιανούς μέχρι τους αναρχικούς, όλοι η ηθικιστές επιμένουν ότι πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό μεταξύ της ελευθερίας, που βασίζεται στην υπευθυνότητα και της άδειας που βασίζεται στο καπρίτσιο και το ένστικτο.  Τώρα είναι καλό να το εξηγήσουμε. Η  ελευθερία, που σε όλες της τις εκδηλώσεις είναι ελεγχόμενη, χαλιναγωγημένη και καθοδηγούμενη από τη λογική, δεν είναι ελευθερία. Γιατί της λείπει ο αυθορμητισμός. Άρα της λείπει η ζωή.

Ποιος είναι ο στόχος μου; Να καταστρέψω την εξουσία, να καταργήσω το κράτος και να εγκαθιδρύσω την ελευθερία για τον καθένα να ζει σύμφωνα με τη φύση του όπως αυτός θεωρεί και επιθυμεί. Σας τρομάζει αυτός ο στόχος, καλοί μου κύριοι;  Λοιπόν, δε μπορώ να κάνω κάτι. Όπως ο Renzo Novatore και εγώ είμαι πέρα από το τόξο.

Όταν κανένας δε με διατάζει, κάνω ότι επιθυμώ. Εγκαταλείπω τον εαυτό μου στον αυθορμητισμό ή του αντιστέκομαι. Ακολουθώ τα ένστικτά μου τα χαλιναγωγώ με τη λογική, σε διάφορες στιγμές, ανάλογα με το ποιο είναι δυνατότερο μέσα μου.

Εν συντομία, η ζωή μου είναι ποικιλόμορφη και έντονη ακριβώς επειδή δε βασίζομαι σε καμία αρχή.

Αντίθετα οι ηθικιστές όλων των τάσεων υποστηρίζουν το αντίθετο. Απαιτούν να είναι η ζωή συμμορφωμένη σε μία και μοναδική νόρμα συμπεριφοράς που την κάνει μονότονη και άχρωμη. Θέλουν οι άνθρωποι να κάνουν πάντα συγκεκριμένες πράξεις και να απέχουν από τις υπόλοιπες.

\”Πρέπει σε κάθε περίπτωση να αγαπάς, να συγχωρείς, να απαρνιέσαι τα γήινα αγαθά και να είσαι ταπεινός. Αλλιώς θα είσαι καταραμένος.\” Έτσι λένε τα Ευαγγέλια.

\”Πρέπει σε κάθε στιγμή να νικάς τον εγωισμό και να είσαι ανιδιοτελής. Αλλιώς θα παραμείνεις στον παραλογισμό και στη θλίψη\” σημειώνει ο Καντ.

\”Πρέπει πάντα να αντιστέκεσαι στα ένστικτα και τις ορέξεις σου, να δείχνεις ισορροπημένος  γεμάτος περίσκεψη και σοφός σε κάθε περίσταση.  Αν δεν το κάνεις, θα σε μαρκάρουμε με το σημάδι της αρχέγονης ατιμία και σου φερόμαστε σαν τύραννο\”, ετυμηγορεί ο Armand.

Εν συντομία, όλοι θέλουν να επιβάλλουν τον κανόνα που ακρωτηριάζει τη ζωή και μετατρέπει τους ανθρώπους σε ισότιμες μαριονέτες που διαρκώς σκέφτονται και πράττουν με τον ίδιο τρόπο. Και αυτό συμβαίνει επειδή περιβαλλόμαστε από παπάδες: παπάδες της εκκλησίας και παπάδες που αντιτίθενται σε αυτήν, πιστούς και άθεους Ταρτούφους. Και όλοι θέλουν να μας κατηχήσουν, να μας οδηγήσουν, να μας ελέγξουν, να μας χαλιναγωγήσουν προσφέροντάς μας μία προοπτική γήινων και υπερφυσικών τιμωριών και ανταμοιβών. Αλλά ήρθε η ώρα για τον ελεύθερο άνθρωπο να αντισταθεί: αυτόν που ξέρει πως να κινηθεί ενάντια σε όλους τους παπάδες και τις παπαδοσύνες, πέρα από τους νόμους και τις θρησκείες, τους κανόνες και την ηθική. Και αυτόν που ξέρει να πάει πέρα και από αυτό. Ακόμα πιο πέρα.

Η \”Αχαλίνωτη Ελευθερία\” είναι έργο του  Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci.

Πηγή στα αγγλικά: Unbridled Freedom, The Anarchist Library, 6 June 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Κατεβάστε ολόκληρο το έργο εδώ.

Αχαλίνωτη Ελευθερία (πρώτο μέρος)

Ο Στίρνερ και ο Νίτσε είχαν αναμφίβολα δίκιο. Δεν είναι αλήθεια ότι η ελευθερία μου τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Εκ φύσεως η ελευθερία μου τελειώνει εκεί που σταματάει η δύναμη μου. Εάν με αηδιάζει να επιτίθεμαι στους άλλους ανθρώπους ή αν ακόμα θεωρώ πως κάτι τέτοιο αντιβαίνει στα συμφέροντα μου, τότε απέχω από τη σύγκρουση.  Αν όμως, ορμώμενος από κάποιο ένστικτο, κάποιο συναίσθημα ή κάποια ανάγκη, επιτεθώ στους ομοίους μου χωρίς να αντιμετωπίσω καμία ή ασθενική αντίσταση, φυσικά θα γίνω ο κυρίαρχος, ο υπεράνθρωπος. Αν αντίθετα οι άλλοι προβάλλουν σθεναρή αντίσταση και μου επιστρέφουν κάθε χτύπημα τότε θα αναγκαστώ να σταματήσω και να συμβιβαστώ. Εκτός βέβαια αν κρίνω σκόπιμο να πληρώσω για μια άμεση ικανοποίηση με τη ζωή μου.

Είναι ανώφελο να μιλάς στους ανθρώπους για την αποκήρυξη(του εαυτού), για την ηθική, για το καθήκον, για την τιμιότητα. Είναι ηλίθιο να τους εξαναγκάζεις, στο όνομα του Χριστού ή της ανθρωπότητας, να μην αλληλοφαγώνονται. Αντίθετα πρέπει να λες στον καθέναν από αυτούς: \”Να είσαι δυνατός. Ατσάλωσε τη θέληση σου. Αναπλήρωσε, με κάθε μέσο, τα ελαττώματά σου. Διατήρησε την ελευθερία σου. Να υπεραμύνεσαι αυτής ενάντια σε όποιον θέλει να σε καταπιέσει.\”

Και αν κάθε άνθρωπος ακολουθούσε αυτήν τη συμβουλή, η τυραννία θα γινόταν αδύνατη. Θα αντισταθώ ακόμα και σε αυτόν που είναι δυνατότερος από εμένα. Και αν δε μπορώ μόνος μου, θα προσφύγω στους φίλους μου. Αν υστερώ σε δύναμη, θα την αντικαταστήσω με πανουργία. Και η ισορροπία θα ερχόταν αυθόρμητα από αυτήν την αντίθεση.

Στην πραγματικότητα, η μόνη αιτία της κοινωνικής ανισότητας είναι αυτή ακριβώς η αγελαία νοοτροπία που κρατάει τους σκλάβους γονατισμένους και παραιτημένους κάτω από το μαστίγιο του αφέντη.

\”Η ανθρώπινη ζωή είναι ιερή. Δε μπορώ να την καταστέλλω ούτε σε μένα ούτε στους άλλους. Έτσι λοιπόν πρέπει να σεβαστό τη ζωή του εχθρού μου, που με καταπιέζει και μου προκαλεί φρικτό και συνεχόμενο πόνο. Δε μπορώ να αφαιρέσω τη ζωή του φτωχού αδερφού μου, που υποφέρει από μία ανίατη ασθένεια που τον βασανίζει, για να τελειώσω το μαρτύριο του. Δε μπορώ να ελευθερώσω ούτε καν τον εαυτό μου, αυτοκτονώντας, από μια ζωή που την αισθάνομαι σαν βάρος.\”

Γιατί;

\”Επειδή, λένε οι χριστιανοί, η ζωή δεν είναι δικιά μας. Μας δόθηκε από το θεό και μόνο εκείνος μπορεί να την πάρει.\”

Εντάξει. Αλλά όταν ο θεός μας δίνει τη ζωή, γίνεται δικιά μας. Όπως έχει σημειώσει ο Θωμάς ο Ακινάτης, η σκέψη του θεού προσδίδει σε αυτό καθεαυτό, αντικειμενική πραγματικότητα, σε αυτόν που σκέφτεται. Επομένως όταν ο θεός σκέφτεται να δώσει ζωή στον άνθρωπο και με τη σκέψη του αυτή του τη δίνει, αυτή η ζωή μετατρέπεται σε ανθρώπινη δηλαδή αποκλειστικά δική μας περιουσία. Επομένως μπορούμε να την αφαιρούμε ο ένας από τον άλλον ή μπορεί κάποιος να την καταστρέψει μέσα του.

Ο Emile Armand απελευθερώνει το άτομο από το κράτος αλλά το υποτάσσει πιο αυστηρά στην κοινωνία. Στην πραγματικότητα, για αυτόν, δε μπορώ να ακυρώσω το κοινωνικό συμβόλαιο όποτε θέλω αλλά θα πρέπει να πάρω τη συγκατάθεση των συνεργατών μου για να απελευθερωθώ από τους δεσμούς της συμφωνίας.  Αν οι άλλοι δε μου δώσουν αυτήν τη συγκατάθεση, θα πρέπει να παραμείνω μαζί τους ακόμα και αν αυτό με βλάπτει ή με προσβάλλει.  Ή ακόμα, εάν σπάσω μονομερώς τη συμφωνία θα βρεθώ εκτεθειμένος στα αντίμετρα και την εκδίκηση των πρώην συντρόφων μου. Πιο κοινωνιστής από αυτό πεθαίνεις. Όμως αυτός ο κοινωνισμός είναι εκείνος του σπαρτιατικού στρατώνα. Τι! Δεν είμαι ο κύριος του εαυτού μου;  Απλά επειδή χθες, κάτω από την επιρροή συγκεκριμένων συναισθημάτων και συγκεκριμένων αναγκών, ήθελα να συσχετιστώ έτσι, σήμερα που έχω άλλα συναισθήματα και άλλες ανάγκες και θέλω να βγω από αυτόν το συσχετισμό, δε μπορώ πλέον να το κάνω. Επομένως πρέπει να μείνω αλυσοδεμένος στις χθεσινές μου επιθυμίες. Επειδή χθες επιθυμούσα έτσι, σήμερα δε μπορώ να επιθυμώ αλλιώς. Αλλά έτσι είμαι ένας σκλάβος, στερούμενος τον αυθορμητισμό και εξαρτώμενος από τη συναίνεση των υπολοίπων.

Η \”Αχαλίνωτη Ελευθερία\” είναι έργο του  Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci.

Πηγή στα αγγλικά: Unbridled Freedom, The Anarchist Library, 6 June 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Το έργο θα δημοσιευτεί σε δύο μέρη για την ευκολότερη ανάγνωσή του.