Ο Χ. και ο Ν. αράζουν στα σκαλιά με μερικές μπύρες λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Λίγο πριν ξημερώσει 17 Νοέμβρη…
Χ. Αύριο στην πορεία θα γίνει χαμός με αυτά που έχουν γίνει τελευταία. Θα κατέβεις?
Ν. Μπα. Δε κατεβαίνω σε επετείους και ραντεβού με τους μπάτσους.
Χ. Ρε μαλάκα τι λες? Θα είναι όλοι κάτω αγανακτισμένοι, απεργοί από προχτές, φοιτητές, αριστεροί και δε θα κατέβουμε εμείς?
Ν. Γιατί τι θα γίνει?
Χ. Χαμός, ρε, ο κόσμος είναι τσαντισμένος! Πρέπει να συζητήσουμε και να βρεθούμε μαζί τους. Μπορεί να γίνει εξέγερση.
Ν. Και άμα βρέχει? (ειρωνεία)
Χ. Σου λέω θα έχει άπειρο κόσμο ακόμα και αν βρέχει. Και τι εννοείς επέτειο? Στις 6 Δεκέμβρη δε θα κατέβεις?
Ν. Ειδικά τότε, όχι.
Χ. Καλά ρε μαλάκα να κάτσουμε όλοι σπίτι μας και στις καφετέριες. Μα καλά δεν έχεις μνήμη? (με στόμφο)
Ν. Καλά καληνύχτα…
Ο Ν. κατηφορίζει τσαντισμένος τα σκαλιά.
Έχω μνήμη μαλάκα.
Θυμάμαι τους \”απεργούς\” σου να κάθονται σπίτι και στις καφετέριες βλέποντας Euro και να ξεχύνονται στην Ομόνοια πανηγυρίζοντας με τα γαλανόλευκα κωλόπανα στα χέρια. Τους θυμάμαι να ψηφίζουν σαν ηλίθιοι όποτε τους επέτρεπε το καθεστώς. Τους θυμάμαι να χλευάζουν τους \”περιθωριακούς\”, τους \”κουκουλοφόρους\”, τα \”πλουσιόπαιδα που δεν έχουν δουλέψει ποτέ\”. Θυμάμαι τους φοιτητές σου να παρατάνε τα \”κινήματα\” για να ασκήσουν το \”ιερό εκλογικό τους δικαίωμα\” και για να δώσουν κάνα μάθημα. Θυμάμαι τα εθνοπαραληρήματα στο αγανακτισμένο σύνταγμα. Θυμάμαι τα ποσοστά των ναζήδων και των αριστερών μεσσιών. Θυμάμαι τους πληρωμένους βιασμούς και την εκμετάλλευση των αόρατων. Θυμάμαι και τους αόρατους να κάνουν το κουνέλι και να περιμένουν να καθαρίσουν οι \”αναρχικοί\”.
Ένας, όχι και τόσο φανταστικός, διάλογος μεταξύ συντρόφων κάπου στα Εξάρχεια περιμένοντας μάταια, όχι όμως και για τελευταία φορά, την \”αυθόρμητη κοινωνική επανάσταση\”…