Βέλγιο: Χωρίς διάλειμμα

Σχετικά με τα πρόσφατα κατασταλτικά χτυπήματα εναντίον αναρχικών και αντεξουσιαστών στη βέλγικη επικράτεια

Σύνοψη των γεγονότων

Εδώ και κάμποσα χρόνια, οι αναρχικοί και αντεξουσιαστές στο Βέλγιο έχουν υποστεί διάφορα κατασταλτικά χτυπήματα. Οι μπούκες των μπάτσων σε πέντε σπίτια σε Βρυξέλλες, Λέουφεν (Λουβαίν) και Χεντ (Γάνδη) τον Σεπτέμβρη του 2013 είναι απλά το τελευταίο επεισόδιο. Είχαν προηγηθεί οι επιδρομές σε τρία άλλα σπίτια και στην αναρχική βιβλιοθήκη Acrata στα τέλη Μάη 2013 στις Βρυξέλλες.

Πρόκειται για πρωτοβουλίες της δικαστή Ιζαμπέλ Πανού, οι οποίες εντάσσονται στο πλαίσιο ερευνών για «σύσταση τρομοκρατικής και εγκληματικής οργάνωσης και εμπρησμούς από πρόθεση», που άνοιξε το 2008. Οι  κατασταλτικές δυνάμεις όμως δεν περιορίστηκαν στις μπούκες και στις ψακτικές. Σε πολλές περιπτώσεις επιχείρησαν να στρατολογήσουν χαφιέδες για να κατασκοπεύσουν τις αναρχικές και αντεξουσιαστικές δραστηριότητες.

Οι διωκτικές αρχές έχουν εφαρμόσει επιπλέον «ειδικές μεθόδους ερευνών», με αξιοσημείωτο το φύτεμα μιας κάμερας παρακολούθησης στο εσωτερικό του σπιτιού δύο αναρχικών από τις Βρυξέλλες. Παρομοίως, επιδίδονται σε παρακολουθήσεις, συντάσσουν αναφορές για την «αναρχική απειλή», μοντάρουν διοικητικές ενοχλήσεις ώστε να κάνουν δύσκολη τη ζωή συντρόφων, πασάρουν πληροφορίες για άτομα σε άλλες αστυνομίες ανά τον κόσμο, στέλνουν κλητεύσεις για ανάκριση, δημοσιεύουν λασπολογίες στον Τύπο κ.λπ. Αρκετοί είναι επίσης οι σύντροφοι που έχουν περάσει και μερικές βδομάδες στη στενή.

Τοποθετώντας λοιπόν όλα αυτά τα γεγονότα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, καταλαβαίνουμε ότι η καταστολή επιδιώκει μέσω διαφόρων μεθοδεύσεων να φρενάρει και να παραλύσει τις ιδέες και πράξεις που στοχεύουν στην καταστροφή του κόσμου της εξουσίας. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πως μπορούμε να μιλάμε για ένα κατασταλτικό κλίμα αντίστοιχης κλίμακας με αυτήν που παίζει σε άλλες χώρες. Ας είμαστε ξεκάθαροι ως προς αυτό: η περίπτωση του Βελγίου απέχει παρασάγγας από κάτι τέτοιο. Όπως και να ’χει όμως, το γεγονός πως οι μπάτσοι έχουν κακές προθέσεις για τους εχθρούς της εξουσίας δεν αποτελεί καμιά έκπληξη ή εξαίρεση.

Απ’ ό,τι φαίνεται, οι έρευνες στοχεύουν εναντίον μιας σειράς αγώνων, μορφών αγκιτάτσιας και πρωτοβουλιών, λιγότερο ή περισσότερο δυναμικών: τον αγώνα ενάντια στις φυλακές και την αλληλεγγύη στις εξεγέρσεις των κρατουμένων, τον αγώνα ενάντια στην κατασκευή του νέου κέντρου κράτησης του Steenokkerzeel και του μηχανισμού των απελάσεων, τις πρωτοβουλίες και επιθέσεις ενάντια στις αρτηρίες της πόλης-φυλακή (την κατασκευή των γραμμών της νέας υπερταχείας RER γύρω από τις Βρυξέλλες και τις μαζικές μεταφορές γενικότερα), την αγκιτάτσια ενάντια στις δικαστικές κλητεύσεις, ενάντια στο ΝΑΤΟ και την παρουσία του στο Βέλγιο, ενάντια στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και στους ευρωκράτες, ή ακόμα και τον αγώνα ενάντια στην κατασκευή μιας μεγα-φυλακής στις Βρυξέλλες…

Πού στεκόμαστε εμείς σε όλο αυτό;

Αντί να σπάμε το κεφάλι μας για να αναλύσουμε τις κατασταλτικές μανούβρες του κράτους, μας ενδιαφέρει περισσότερο να συνεχίσουμε να εστιάζουμε σε αυτά που σκεφτόμαστε, σε αυτά που θέλουμε και σε αυτά που σκοπεύουμε να κάνουμε για να ασκήσουμε κριτική στον κόσμο των εμπορευμάτων και της εξουσίας, να ενθαρρύνουμε την αμφισβήτηση και την άρνηση, να διαδώσουμε την εξέγερση ενάντια σε ό,τι μας καταπιέζει.

Στην πραγματικότητα, κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων, υπήρξαν αγώνες που είδαν το φως της μέρας ακόμα και όταν οι συνθήκες δεν ήταν απαραίτητα ευνοϊκές και στον περίγυρο βασίλευε ο μαρασμός της παραίτησης. Οι διαβρωτικές ιδέες διαδόθηκαν, συζητήθηκαν και  έγιναν κτήμα πολλών, ενώ εκατοντάδες ήταν οι δράσεις, επιθέσεις και σαμποτάζ κάθε μορφής και πάντοτε εχθρικές απέναντι στην εξουσία, διαχέοντας διαδρομές αγώνα και εξέγερσης. Έτσι συνυφάνθηκαν συνωμοτικές σχέσεις, πραγματώθηκαν εκφράσεις αλληλεγγύης και στέριωσαν σχέσεις συγγένειας, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορέσαμε να δούμε το μπετό της καταπίεσης και υποτέλειας να διαρρηγνύεται.

Εννοείται βέβαια ότι η εμβάθυνση και η σφυρηλάτηση των αναρχικών ιδεών σε αυτά τα εδάφη δεν διέφυγαν της προσοχής των μαντρόσκυλων. Η κριτική στην εμμονή της ποσότητας, στο φετιχισμό της φορμαλιστικής οργάνωσης, και η απόρριψη κάθε είδους διαμεσολάβησης και πολιτικής εκπροσώπησης, συνεισέφεραν στη γέννηση άτυπων χώρων, συγγενικών κι αυτόνομων, όπου το ζητούμενο είναι οι ιδέες να πηγαίνουν χέρι χέρι με τις πράξεις και την αντεπίθεση.

Είναι με αυτόν τον τρόπο που κάθε συντρόφι άρχισε ν’ ανοίγει τα δικά του μονοπάτια για να συγκρουστεί με την κυριαρχία, να καταπολεμήσει τις πολιτικάντικες λογικές, αρνούμενο την παράλυση και το περίμενε, οπλίζοντας το μυαλό και τα χέρια του για την καταστροφή όσων είναι απλά ανυπόφορα.

Είναι η παθιασμένη και ατομική σύνδεση μεταξύ των ιδεών και των βουλήσεων, μεταξύ των επιθυμιών και των κριτικών που ωθεί τα συντρόφια να δράσουν για να πλήξουν τις δομές και τους ανθρώπους της κυριαρχίας στο χρόνο και με τον τρόπο που κρίνουνε σωστούς και κατάλληλους, προτάσσοντας την ίδια στιγμή το σαμποτάζ και την επίθεση ως μέσα διαθέσιμα σε όλους εκείνους που θέλουν να παλέψουν για τη λευτεριά.

Αρκετές φορές τα συντρόφια αυτά συναντήθηκαν, στους δρόμους ή σε εξεγέρσεις που πραγματώθηκαν από κοινού, με άλλους εξεγερμένους, με άλλους ανυπότακτους που ρίχτηκαν με το δικό τους τρόπο στη μάχη ενάντια σε ό,τι τους καταπιέζει. Αν η εξουσία μπορεί κάλλιστα να φοβάται κάτι, αυτό ίσως είναι η πιθανότητα μιας όλο και πιο εξαπλωμένης μόλυνσης, μέσω ιδεών και πρακτικών, η αμοιβαία αναγνώριση μεταξύ εξεγερμένων και ανταρτών, το συναπάντημα των διαφόρων ξεσηκωμών (στις φυλακές, στις γειτονιές, στα στρατόπεδα εργασίας, στα κέντρα κράτησης, στα στρατόπεδα εκπαίδευσης, στα στρατόπεδα αναψυχής, κ.ο.κ.) που εξακολουθούν να διαταράσσουν κατά καιρούς τον εφιάλτη μιας προηγούμενης ζωής δουλείας, κατανάλωσης, υποταγής και ύπνου.

Πού στέκονται αυτοί σε όλο αυτό;

Θα ήταν αβάσιμο να μην ιδωθεί η πίεση που ασκείται κόντρα σε αναρχικούς και αντεξουσιαστές, κόντρα στις ιδέες και στην αγκιτάτσια τους, μέσα σ’ ένα ευρύτερο πλαίσιο. Αν πάρουμε το παράδειγμα των Βρυξελλών, πρωτεύουσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και σταυροδρόμι των διεθνών σχέσεων, μπορούμε να δούμε ξεκάθαρα πώς το κράτος και το Κεφάλαιο εντείνουν τις προσπάθειές τους κι επιστρατεύουν όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τους για να διαιωνίσουν τους κοινωνικούς συσχετισμούς εκμετάλλευσης και καταπίεσης, προσαρμόζοντας το περιβάλλον σύμφωνα με τις επιταγές του Κεφαλαίου και της εξουσίας, μετατρέποντας την πόλη σε ανοικτή φυλακή για να περιχαρακώσουν τους εξεγερμένους και την όποια αποστροφή εκφράζεται απέναντι σ’ ένα βίο γαλέρας. Τα κατασκευαστικά έργα για μία απ’ τις μεγαλύτερες βελγικές φυλακές στο έδαφος των Βρυξελλών ή για την έδρα του ΝΑΤΟ, η επέκταση του συστήματος επιτήρησης μέσω κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης και γενικά του κατασταλτικού ιστού (με νέα αστυνομικά τμήματα, περισσότερους ένστολους κάθε είδους στους δρόμους, στρατιωτικοποίηση των μέσων μαζικής μεταφοράς, επιχειρήσεις-σκούπα σε φτωχογειτονιές) πάνε χέρι χέρι με μια μελετημένη και προγραμματική πολιτική για την γκετοποίηση ή τον εξευγενισμό των λαϊκών συνοικιών, την ανάπλαση της πόλης μέσα από μεγάλα έργα του μεσιτικού και εμπορικού κλάδου, την επέκταση της ευρωπαϊκής ζώνης και των υπηρεσιών για ευρωκράτες, διπλωμάτες και καπιταλιστές, την κατασκευή νέων αξόνων μεταφοράς, όπως το περιφερειακό δίκτυο ταχέων συρμών RER, για να βάλουν λάδι στη μηχανή της κυκλοφορίας εμπορευμάτων και της μεταφοράς του ίδιου του ανθρώπου-εμπόρευμα. Δεν θα ήταν υπερβολή να μιλήσουμε για εντατικοποίηση του μόνιμου πολέμου που διεξάγει η εξουσία εναντίον των κατώτερων στρωμάτων του πληθυσμού.

Παρά την αλαζονεία της, η εξουσία συνειδητοποιεί ότι όλο αυτό ενέχει το ρίσκο της έντασης και της εξέγερσης ή ακόμη και ανεξέλεγκτων εκρήξεων, όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε και σε άλλες χώρες τα τελευταία χρόνια. Παρ’ όλη την κρατική προπαγάνδα και την ντρόγα της εμπορευματοποίησης, παρά την τεχνολογική μέθη και την αχαλίνωτη αποβλάκωση, το φάσμα της εξέγερσης δεν είναι πια μονάχα μια αντίκα άλλων εποχών, αλλά εμφανίζεται και πάλι δειλά στις καρδιές και στα μυαλά εκείνων που έχουνε κουραστεί να υποφέρουν.

Γι’ αυτό το κράτος στοχοποιεί όσους κι όσες μιλούν για εξέγερση, εδώ όπως και αλλού, καθώς και όσους κι όσες επιμένουν να σκέφτονται και να δρουν σε πρώτο πρόσωπο για να υπονομεύσουν το σάπιο οικοδόμημα της αυταρχικής κοινωνίας. Ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο επιχειρεί το κράτος να φιμώσει όσους κι όσες μιλούν για εξέγερση και ελευθερία, για αλληλεγγύη και επανάσταση, γι’ αυτόν το λόγο μπορεί το κράτος να θεωρήσει χρήσιμο να βάλει στην άκρη μερικούς εξεγερμένους, προκειμένου από τη μια να περιορίσει την ικανότητά τους να βλάψουν με λόγια και πράξεις κι από την άλλη να εκφοβίσει όλους τους άλλους.

Ποτέ αθώοι

Απέναντι σε αυτά τα κατασταλτικά χτυπήματα, οι σκέψεις μας πηγαίνουν αυτόματα στα αναρίθμητα συντρόφια ανά τον κόσμο που βρίσκονται πίσω από τα κάγκελα, στους δολοφονημένους από την εξουσία αντάρτες, στους εξεγερμένους που αντιμετωπίζουν καθημερινά το κρατικό και καπιταλιστικό τέρας, στους σπάστες των κανόνων αυτής της σάπιας κοινωνίας στην οποία αντιστέκονται, τόσο στα μπουντρούμια της κάθε γαλέρας, όσο και στους διαδρόμους των πόλεων-φυλακών.

Αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε ότι ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει κάποια συμφωνία ή ανακωχή ανάμεσα σε αυτούς που μάχονται ενάντια στην υποτίμηση της ζωής μας στη σκλαβιά του εμπορεύματος, της εξουσίας, της δουλειάς, των καταναγκαστικών έργων, και σε όσους κρατούν τα ηνία της εξουσίας με την αρωγή των υποστηρικτών τους. Υπό αυτή την έννοια, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να είμαστε αθώοι.

Κι αν η απειλή της φυλάκισης είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί, είναι εξίσου αναγκαίο να αρνηθούμε πεισματικά τα κελεύσματα της εξουσίας και να είμαστε ακόμα πιο αποφασιστικοί όταν οι αγώνες και οι ιδέες μας προξενούν το κακόβουλο ενδιαφέρον των φυλάκων της τάξης. Για μας, το να αντιμετωπίζουμε την καταστολή αποτελεί κομμάτι της εξέγερσης και του αγώνα μας, και γνωρίζουμε ότι τα κομπρεμί και η αποδοχή (έστω πρόσκαιρα ή περιστασιακά) της διαμεσολάβησης ή του πολιτικού πραγματισμού εξουδετερώνουν το ανατρεπτικό φορτίο των ιδεών και πρακτικών μας. Δεν μιλάμε για μια στάση θυσίας ή μαρτυρίου, αλλά για την αναζήτηση της συνέπειας ανάμεσα στα λόγια και στα έργα, που κανένας δεν μπορεί να μας κάνει ν’ αποτάξουμε.

Όπως επισήμαναν πρόσφατα σε ένα κείμενό τους κάποια συντρόφια που αντιμετωπίζουν την καταστολή την τελευταία περίοδο στην Ουρουγουάη: οι υπερασπιστές της τάξης ψάχνουνε πάντα για τον εαυτό τους. Εκεί όπου υπάρχει ανατρεπτική ένταση, εγγύτητα, αλληλεγγύη, ατομικότητα, αυτοί ψάχνουν για οργάνωση, δομές, ιεραρχίες, αρχηγούς και πολιτικές στρατηγικές. Εκεί όπου υπάρχει σαμποτάζ και άρνηση, επαναστατική βία και άγριες ταραχές, αυτοοργάνωση και ατομική πρωτοβουλία, αυτοί μιλάνε για τρομοκρατία, για απειλές που πρέπει να αντιμετωπιστούν, και για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, όταν στην πραγματικότητα αυτοί είναι που τρομοκρατούν τους εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους, αυτοί είναι που απειλούν τον κόσμο καθημερινά για να τον υποχρεώσουν να κάτσει στη γωνιά του, αυτοί είναι που θυσιάζουν τόσες ζωές στο βωμό του κέρδους και της εξουσίας.

Κατά βάθος, είναι ανίκανοι να καταλάβουν το παραμικρό από αντεξουσιαστικές ιδέες, γιατί για να κατανοήσεις τις σκέψεις και τις επιθυμίες κάποιου, θα πρέπει τουλάχιστον να τις έχεις αφουγκραστεί, αντιληφθεί ή φανταστεί εσύ ο ίδιος. Δεδομένου ότι άλλον ορίζοντα χώρια από την Αρχή, το νόμο και την εξουσία δεν έχουν, θα ’ναι πάντοτε σχεδόν τυφλοί στο πεδίο της αναρχίας και της ανατροπής.

Μπροστά στην άρνηση των συντρόφων να συνεργαστούν με οποιονδήποτε τρόπο στο κατασταλτικό τους έργο και μπροστά στη στάση απαξίωσης απέναντι σε όσους προστατεύουν την καθεστηκυία τάξη, τα μαντρόσκυλα απομένουν για τα καλά μόνα τους στο κατασταλτικό τους σύμπαν. Αυτό οπωσδήποτε δεν θα τους αποτρέψει από το να επιφέρουν κάποια χτυπήματα, αλλά θα πρέπει να κινηθούν προσεκτικά σε εχθρικές γι’ αυτούς περιοχές, εκεί όπου κανείς δεν θέλει να επικοινωνήσει μαζί τους, ενώ ο διάλογος παραμένει ανοιχτός μονάχα αναμεταξύ των εξεγερμένων και των πιθανών συνωμοτών στη μάχη ενάντια σε κάθε εξουσία.

Δεν θα αφήσουμε τίποτα να περάσει στο ντούκου

Μπορεί τα χτυπήματα της καταστολής να προκαλούν σε ένα βαθμό την αποθάρρυνση ή την ανησυχία, εμείς όμως επιλέγουμε να εργαστούμε προς την κατεύθυνση της επικύρωσης των ιδεών και πρακτικών μας. Είμαστε παρόντες και δεν θα αφήσουμε τίποτα να περάσει στο ντούκου. Μπορεί να κρατάμε σφαλιστό το στόμα μας ενώπιον των Αρχών, αλλά για όλα τα εξεγερμένα συντρόφια έχουμε κάμποσες κουβέντες ενθάρρυνσης και αλληλεγγύης. Ας παραμείνουμε σε τροχιά σύγκρουσης, ας επιμείνουμε στην επιλογή μας για επίθεση και εξέγερση, ας συνεχίσουμε να συντρίβουμε τη χιμαιρική μάσκα της κοινωνικής ειρήνης.

Ανάμεσα στο να λυγίσουμε απέναντι στην εξουσία ή να υποκύψουμε στον κοινωνικό κανιβαλισμό και στο να αγωνιστούμε μέχρι τελικής πτώσεως για όσα πυρπολούνε τις καρδιές μας, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία για τις ατραπούς που θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε.

Κάποιες Αναρχικές Ατομικότητες
Βρυξέλλες, Οκτώβρης 2013

Μετάφραση: Contra Info-Parabellum

One thought on “Βέλγιο: Χωρίς διάλειμμα”

  1. πολυ ενδιαφερον κείμενο καθως μας μεταφερει την κατασταλτικη πραγματικοτητα του βελγιου και αντιστοιχα τις εξεγερσιακες πρακτκες των συντροφων εκει. Επισης αυτο που αναδεκνυεται στο κειμενο ειναι μια διαχυτη αισθηση για οξυνση της δρασης και διεθνη συνδεση.Το γεγονος οτι το βελγιο ειναι η “πρωτευουσα” της τασης της πολιτικης ανωνυμιας θεωρω οτι αποτελει εναν ανασταλτικο παραγονταστην απελευθερωση των πραγματικων δυνατοτητων επιθεσης καθως συνηθως οι αναρχικοι της πολιτικης ανωνυμιαςλετουργουνως φρενο στην οξυνση της συγκρουσης και αυτοεγκλωβιζονται σε συμβολικες κινησεις.Επισης θεωρω τελειως αστοχη (περι ενοπλης πρωτοπορειας) τηνκριτικη που ασκουν γενικοτερα οι υποστηριχτεςτης πολιτικης ανωνυμιας εναντιον των συντροφων της FAI -IRF…

Leave a Reply to hit Cancel reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *