Το κείμενο που ακολουθεί, γράφτηκε από τον Ιταλό αναρχικό επαναστάτη BrunoFilippi, για κάποιον νεκρό σύντροφο το καλοκαίρι του 1918. Ο Filippi γεννήθηκε το 1900 στο Λιβόρνο και αργότερα μετακόμισε την οικογένεια του στο Μιλάνο. Το 1915, και ενώ ήταν ήδη γνωστός στις αρχές, συλλαμβάνεται κατά τη διάρκεια μίας αναρχικής αντιπολεμικής διαδήλωσης, από τις πολλές που γίνονταν τότε, εναντίον του σφαγείου του Α’ Παγκοσμίου πολέμου στον οποίο είχε εμπλακεί η Ιταλία από το 1914. Στην κατοχή του νεαρού Bruno βρέθηκε ένα όπλο ζεστό αλλά δίχως σφαίρες με αποτέλεσμα να περάσει τα επόμενα τέσσερα χρόνια στη φυλακή, μέχρι το 1919. Εκείνη τη χρονιά η Ιταλία συνταρασσόταν από συνεχόμενες εξεγέρσεις με αποτέλεσμα οι βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία στους δρόμους του Μιλάνο να είναι πολύ συχνές. Ο Filippiσυμμετέχει στις συγκρούσεις αλλά ψάχνει το επόμενο επίπεδο πάλης. Έτσι το καλοκαίρι του 1919 περνάει μαζί με συντρόφους του το κατώφλι της παράνομης άμεσης δράσης. Πραγματοποιούν βομβιστικές επιθέσεις εναντίον καπιταλιστικών και κρατικών στόχων, όπως το δικαστικό μέγαρο της πόλης και το σπίτι του μεγαλοβιομήχανου όπλων GiovanniBredaστον οποίο είχαν επιτεθεί και με θειικό οξύ. Στις 7 Σεπτέμβρη του 1919 η βόμβα που σκοπεύει να τοποθετήσει στη «Λέσχη των Ευγενών», λέσχη μεγαλοαστών της πόλης, εξερράγη πρόωρα με αποτέλεσμα το θάνατο του. Ο BrunoFilippiήταν τότε 19 χρονών… Η απόλυτη εχθρότητα του για το κρατικό και καπιταλιστικό σύμπλεγμα της εποχής αλλά και η περιφρόνηση του για τις ορδές σκλάβων που το στήριζαν φαίνονται ανάγλυφα στα σκοτεινά και με έντονη δόση κυνισμού γραπτά του σε ποίηση και πρόζα που δημοσιεύονταν τακτικά στο περιοδικό Iconoclasta.
Bruno Filippi: Ένα κλειστό κεφάλαιο
Το θλιβερό καθήκον της συγγραφής του επικήδειου είναι δικό μου. Είναι θλιβερό να γράφεις με μια καρδιά που ρωτά: και μετά τι; Όμως είμαστε αφοσιωμένοι στον αγώνα: ή να επιτύχουμε στο να εξαφανιστούμε. Είναι αναπόφευκτο και έτσι λοιπόν ένας από μας εξαφανίζεται.
Ω! Και πως θα κραυγάσουν οι ανόητοι: πεισματάρηδες αναρχικοί! Ποιος μπορεί να καταλάβει τη θύελλα που λυσσομανά στο μυαλό μας; Ποιος μπορεί να καταλάβει τη δίψα μας για χαρά, για ζωή; Ποιος μπορεί να καταλάβει την ήττα μας εξαιτίας της ανθρώπινης δειλίας;
Είμαστε μόνοι. Δε βρήκαμε εκείνη τη δράκα ριψοκίνδυνων, έτοιμη να πάρει μέρος στον αγώνα για την κατάκτηση της ζωής. Γι’ αυτό, ηττηθήκαμε. Και ένας από μας εξαφανίστηκε. Ο άλλος παραμένει με τα μάτια καρφωμένα στον ορίζοντα. Δε μπορεί, δεν πρέπει να φύγει. Είναι η μοίρα μας. Θα βρούμε συντρόφους; Αλλιώς, ο καθένας με τον τρόπο του, θα εξαφανιστούμε σιωπηλά ή με πάταγο από το θέατρο του κόσμου.
Ένα κεφάλαιο έκλεισε. Ένα κεφάλαιο αγώνα, ελπίδων, αυταπατών. Αλλά το τέλος δεν έχει έρθει. Καθώς αυτές οι παράξενες, ασυνήθιστες ζωές φτάνουν στο τέλος τους, θα καταλάβουμε πως θα ήταν καλύτερα να μην είχαν γεννηθεί ποτέ. Αυτά είναι μόνο που υπάρχουν για να πει κανείς.
Πηγή: The rebel’s dark laughter, the writings of Bruno Filippi, The Anarchist Library (October 2009), Μετάφρασησταελληνικά: Parabellum
Πηγή βιογραφικών στοιχείων: Ποιος ήταν ο BrunoFilippi;, «Εκδόσεις για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας»