Χάος ή η δική μου αυτονομία;

Χάος! Ως εξεγερμένος που βαρέθηκα την τάξη που μου επιβάλλεται, ως άτομο που θέλω να επιδιώξω τη δημιουργία της ζωής μου με τους δικούς μου όρους, μπορώ να βρω μι συγκεκριμένη ποιητική ομορφιά σε αυτήν τη λέξη. Δείχνει ν” ανοίγει το πεδίο προς το παιχνίδι και την εξερεύνηση.

Όταν όμως το σκέφτομαι περαιτέρω τη χρήση της λέξης αυτής από άλλους εξεγερμένους, βλέπω ένα μείζον πρόβλημα. Κάθε άνθρωπος που ανατράφηκε μέσα σε αυτήν την κοινωνία, έχει μάθει να πιστεύει ότι η εξουσία είναι κάτι αυθύπαρκτο, πέρα από εμένα κι εσένα. Συχνά, οι εξεγερμένοι αυτοί που επικαλούνται το χάος, δείχνουν να επικαλούνται απλά μια εξωτερική δύναμη, η οποία υποτίθεται ότι “είναι στο πλευρό μας”. Αυτό θυμίζει κάτι από προσευχή, κάτι θρησκευτικό. Κάθε δύναμη που βρίσκεται έξω από \’μένα, είναι για εμένα εχθρός. Δεν έχω καμία εμπιστοσύνη στο χάος ως κάτι τέτοιο. Η παρούσα κυρίαρχη τάξη πραγμάτων αναπτύχθηκε μέσα από το χάος και βεβαίως συνεχίζει να τροφοδοτείται από αυτό. Οι τρόποι με τους οποίους το κράτος και το καπιταλιστικό σύστημα χρησιμοποιούν τις καταστροφές για να εξαπλώσουν την εξουσία και τα κέρδη τους, το καθιστούν ξεκάθαρο. Το χάος επομένως δεν εγγυάται τίποτα από μόνο του. Στο βαθμό που εμπιστεύομαι ο,τιδήποτε, εμπιστεύομαι και τη συνειδητή, αποτέλεσμα θέλησης, προταγματική δημιουργικότητα των ατόμων που μισούν την κυριαρχία, και την ικανότητα των ατόμων αυτών να υφαίνουν από κοινού τα πλάνα τους για δημιουργική καταστροφή. Ακόμα όμως και η λέξη “εμπιστοσύνη” είναι υπό αμφιβήτηση. Για την ακρίβεια, αυτά είναι τα πράγματα για τα οποία θα στοιχηματίσω τη ζωή μου , αφού αυτά είναι που εκφράζουν την δημιουργική μου επιθυμία. Απορρίπτω την πνευματική παθητικότητα που αποζητά μια εξωτερική δύναμη στην οποία να πιστέψει, είτε η δύναμη αυτή είναι το χάος, μια επερχόμενη συντριβή, ο υποτιθέμενος ορθολογισμός της ιστορίας που εγγυάται ποιό θα είναι το τέλος, ή μια ντε φάκτο επαναστατική τάξη. Η λογική της πίστης σε μια τέτοια άποψη είναι μια λογική παθητικότητας. Κι αυτό είναι που βοηθάει στην αναπαραγωγή της παρούσας κατάστασης. Μόνο εξασκώντας την ίδια μου την αυτονομία, δρώντας διαρκώς για να πάρω πίσω τη ζωή μου και να την επαναδημιουργήσω για τον εαυτό μου ενάντια στην τάξη του πολιτισμού, και ενωνόμενος ελεύθερα με άλλους για τον ίδιο σκοπό, θα έχω τότε κάποια πιθανότητα να αποκτήσω το σθένος για τη δημιουργία μιας ορμητικής δύναμης που θα πορευτεί κόντρα σε αυτό που τώρα κυριαρχεί στον πλανήτη, γιατί η δημιουργία ενός αντίθετου πόλου απαιτεί συνειδητή, με θέληση και διαρκή δραστηριότητα σε κάθε σφαίρα της ζωής..

Από το αμερικανικό περιοδικό «Sovereign Self», τεύχος 3, Νοέμβρης 2011

Πηγή

ANΑΪΣ ΝΙΝ : Η ΝΕΑ ΓΥΝΑΙΚΑ (ΑΠΡΙΛΗΣ 1974)

Όπως πολλοί, η πρώτη μου επαφή με τα γραπτά της Αναϊς Νιν ήρθε μέσα από τα ερωτικά της. Το “Δέλτα της Αφροδίτης” δεν ήταν το πρώτο δείγμα ερωτικής λογοτεχνίας που συναντούσα στη ζωή μου, σίγουρα όμως ήταν το πιο παράλογο και προκλητικό. Απλά δεν μπορούσα να το παρατήσω, όσο γραφικό ή ξένο προς τις “παραστάσεις” μου κι αν μου φαινόταν. Διαβάζω συνεχώς αυτές τις μικρές ιστορίες ξανά και ξανά, μαγεμένος απόλυτα. Όταν τελείωσα λαχταρούσα κι άλλο. Ερευνώντας, ανακάλυψα ότι τα ερωτικά της επισκίασαν το καλύτερο (και δυστυχώς πιο άγνωστο) γραπτό της. Κατά τη διάρκεια της ζωής της έγραψε υπέροχα, συχνά σε πρόζα, μικρές ιστορίες, νουβέλες και δοκίμια πάνω σε διάφορα και ζητήματα, και το ημερολόγιό της. Όταν άνοιξα την πόρτα προς τα γραπτά της Νιν, ανακάλυψα πως δεν μπορούσα να σταματήσω να τα ..καταβροχθίζω βιβλίο το βιβλίο, δοκίμιο το δοκίμιο.

Πήρα πολύ πρόσφατα μια συλλογή με δοκίμιά της, με τίτλο “Για χάρη του ευαίσθητου ανθρώπου και άλλα δοκίμια”, και ένα από αυτα το “γυναίκα”, με άγγιξε βαθιά. Όντας προορισμένο για διάλεξη, μιλάει για τις οπτικές της πάνω στο φεμινισμό, συνδυασμό με την καλλιτεχνική έκφραση : θέματα που πολύ δύσκολα θα τραβούσαν την προσοχή μου.Οι “νέες γυναίκες” έλεγε, θα θα προσέγγιζαν καλύτερα της ζωή τους, αν επέλεγαν πρώτα να αναζητήσουν την έμπνευση στις ίδιες τους τις εαυτές – να βρουν δύναμη σην ίδια τους τη θέληση, παρά τους χρόνιους μύθους περί των περιορισμένων ικανοτήτων μιας γυναίκας – χρησιμοποιώντας την τέχνη ως μέσο τους. Αυτό που μ” εξιτάρησε σχετικά με το δοκίμιο αυτό, δεν ήταν τόσο η συζήτηση για τις ικανότητες της “νέας γυναίκας”, όσο ο τρόπος που μίλησε για τον “καλλιτέχνη”, τον οποίο αρνήθηκε να περιορίσει στο στερεότυπο (ζωγράφος, μουσικός, συγγραφέας κτλ), δηλώνοντας ότι ο καλλιτέχνης είναι “ το δημιουργικό πνεύμα σε κάθε του εκδήλωση”.

Η λογική της αντανακλάται στο σκεπτικό της όταν γράφει : Πιστεύω ότι κάποιος γράφει έπειδή έπρεπε να δημιουργήσει έναν κόσμο στον οποίο να μπορεί να ζήσει. Δεν θα μπορούσα να ζήσω σε κανέναν από τους κόσμους που μου προσφέρονται – τον κόσμο των γονιών μου, τον κόσμο του πολέμου, τον κόσμο της πολιτικής. Έπρεπε να δημιουργήσω έναν δικό μου κόσμο… στον οποίο θα μπορούσα να αναπνεύσω, να “βασιλεύω”, και να ξεκουράζω τον, κατεστραμμένο από την επιβίωση, εαυτό μου”.

Αρχικά, όταν ξεκίνησα να διαβάζω αυτό το έργο είχα ακαριαία δύο αντιδράσεις : απ τη μία τα μάτια μου γούρλωσαν με την αναφορά στη “νέα γυναίκα” κι έναν υπερήφανο χλευασμό προ; αυτό που θεωρούσα ότι αποτελούσε μια προώθηση του αναχωρητισμού. Συνεχίζοντας όμως, ξεκίνησα να βλέπω ότι αυτό που πραγματικά προωθούσε ήταν η σημαντικότητα της καλλιτεχνικής έκφρασης ως μια υπενθύμιση διαλείμματος και εσωτερικής αναζήτησης κάθε ανθρώπου, με σκοπό να βρει καταφύγιο στην απόλυτα δική του ερμηνεία του κόσμου – ως ένα μέσο να θεμελιώσει γερά κάποιος τον εαυτό του παρά το ότι ζει στον κόσμο που του προσφέρεται.

Γνωρίζω ότι μεταξύ των αναρχικών είναι διαδεδομένο να εκφράζεται ένα μίσος προς την τέχνη, εξ” αιτίας της ανελέητης ικανότητας του καπιταλισμού να μπασταρδεύει τα πάντα και οτιδήποτε. Παρόλα αυτά, η οπτική της Νιν πάνω στη χρησιμότητα της τέχνης ως μέσο εξύψωσης του εαυτού, ήταν μια αναζωογονητική υπενθύμιση του γιατί την θεωρώ ως μια πτυχή που εμπλουτίζει τη ζωή μου. Επιτρέπει μια αίσθηση παύσης, διαλογισμού και συλλογισμού, σε ένα περιβάλλον πουείναι πάντα βιαστικό για απαντήσεις βασισμένες στον εξωτερικό κόσμο.

Ήρθε λοιπόν το έργο και έδεσε όμορφα με τις συζητήσεις που είχα πρόσφατα αναφορικά με τη βαρύτητα της ατομική γνώσης του εαυτού – αυτό πάνω απ” όλα, πρέπει κανείς να γνωρίζει τον εαυτό του και μάλιστα καλά προκειμένου να μπορέσει πιο αποτελεσματικά να κινηθεί μέσα στο περιβάλλον (σ.τ.μ. που του δίνεται). Ειδάλλως , δεν θα γνωρίσουμε ποτέ αυτό που πολεμάμε, και αναμφίβολα θα ξεμείνουμε απογοητευμένοι όταν δεν θα έχουμε πετύχει τους στόχους μας. Παρ’όλο που το έργο αυτό δε δημιούργησε μέσα μου τη σπίθα μιας διαφώτισης που μου άλλαξε τη ζωή, θεωρώ ότι σαφώς αξίζει να διαβαστεί όπως και τα υπόλοιπα δοκίμια που βρίσκονται στο μικρό αυτό βιβλίο.

Υπάρχει μια παραδοχή του ότι χρειαζόμαστε τροφή για να συντηρήσουμε στη ζωή το πνεύμα, έτσι ώστε να μπορούμε να πράξουμε στον κόσμο, δεν εννοώ όμως να γυρίσουμε το πρόσωπο προς την άλλη πλευρά. Εννοώ ότι πρέπει να κατακτήσουμε τη δύναμη και τις αξίες μας μέσω της ανακάλυψης και της ανάπτυξης του εαυτού μας. Ενάντια στους .. οιωνούς, ενάντια στα εμπόδια, ενάντια στην αίθουσα του τρόμου που αποκαλούμε ιστορία, ο άνθρωπος συνέχισε να ονειρεύεται και να απεικονίζει τ” αντίθετό του… Δε χρησιμοποιούμε τη φιλοσοφία, την ψυχολογία και την τέχνη ως αποδράσεις – κινούμαστε προς τα εκεί για να αποκαταστήσουμε τους κατακερματισμένους μας εαυτούς σε μια ολότητα.

της Cresencia Desafio, από το τρίτο τεύχος του αμερικανικού περιοδικού «Sovereign Self», Νοέμβρης 2011.

Πηγή

Οι ελεύθερες κινήσεις και η παλλόμενη καρδιά

Τελείωσα με το να περπατάω μόνο ευθεία. Έχω προχωρήσει για πολύ καιρό σε αυτόν τον κόσμος, κινούμενος πάντα προς τα εμπρός, με τον ίδιο άκαμπτο τρόπο. Είμαι ένα ζώο, αλλά για τόσον καιρό, έχω περιπλανηθεί σε αυτόν τον κόσμο όχι πολύ διαφορετικά από ένα ρομπότ. Έχω καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα από πριν, αλλά στο παρελθόν μόνο το ανέβαλλα και συνέχιζα να κινούμαι προς τα εμπρός.

Δε μπορώ να το αναβάλλω πλέον. Χρειάζομαι να κινηθώ διαφορετικά. Μου το λέει ολόκληρη η ύπαρξή μου. Ορισμένοι αχρησιμοποίητοι μύες καίνε και ζωντανεύουν, όταν αποβάλλω τις ρομποτικές κινήσεις μου και χοροπηδώ. Αλλά, το χοροπήδημα έχει ωραία αίσθηση μόνο για λίγο. Αρχίζω να πηδώ και να στροβιλίζομαι, καθώς πηγαίνω μπροστά. Ξεσπάω σε ένα τρέξιμο. Τρέχω φορώντας το παλτό μου πάνω από ένα πουλόβερ, τζιν πάνω από μακρυά εσώρουχα, μάλλινες κάλτσες και παπούτσια. Τρέχω μέχρι να μου κοπεί η ανάσα. Τρέχω επειδή το τρέξιμο έχει γίνει υπερβολικά παράξενο και ο άνεμος έχει απίστευτη αίσθηση, όταν φυσάει στο πρόσωπο μου και νιώθω το κρύο. Χαμογελάω. Αφουγκράζομαι.

Υπάρχει ένας απόμακρος χτύπος τυμπάνου μέσα στην καρδιά μου. Ένας, που ήταν τόσο δυνατός, μέχρι που τα πράγματα άρχισαν να γίνονται με τον τρόπο τους. Εγώ δεν έδινα καν σημασία και αυτοί προσπάθησαν να το σκοτώσουν, με το ένα χτύπημα μετά το άλλο. Προσπάθησαν να σβήσουν τον χτύπο, μια για πάντα.

Ωστόσο, ποτέ δεν πέθανε, μολονότι ώρες ώρες ήταν απίστευτα αδύναμος. Σχεδόν φασματώδης, ο απαλότερος χτύπος. Η απελευθέρωση και η επανάκτηση της κίνησής μου είναι ένας τρόπος να δυναμώσω τον χτύπο της καρδιάς μου. Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι. Θα τους αφουγκραστώ. Τελείωσα με το να περπατάω μόνο ευθεία.

Το κείμενο γράφτηκε από τον Chase Valette και εκδόθηκε στο έκτο τεύχος του αναρχοατομικιστικού εντύπου “The Sovereign Self”, από τις ΗΠΑ, το Μάρτιο του 2012.

Κυριεύοντας την Κρίση

Εγκωμιάζω, δε μέμφομαι τον ερχομό του. Πιστεύω πως είναι μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις, μια στιγμή ενδοσκόπησης για την ανθρωπότητα, από τις πιο βαθιές. Το αν ο άνθρωπος θα αναρρώσει από αυτήν, το αν θα γίνει κύριος αυτής της κρίσης, είναι ζήτημα της δύναμής του!

Φ.Νίτσε

Γίνεται πολύς λόγος για το “μηδενισμό”, μεταξύ των αναρχικών, τελευταία. Θεωρώ πως έχει μια αξία να εξερευνήσω κομμάτια της σκέψης μου πάνω στο νιτσεικό μηδενισμό, καθώς θεωρώ το μεταβατικό μηδενισμό του πολύ πιο αξιόλογο, τολμώ να πω εποικοδομητικό, από οποιονδήποτε στατικό μηδενισμό, που πρόκειται να συναντήσω. Αλλά, προειδοποιώ πως αυτή δεν είναι μια φιλοσοφική διάλεξη, αλλά απλά λίγες σκέψεις, με σκοπό να κεντρίσουν τον προσωπικό στοχασμό.

Ο παθητικός μηδενιστής είναι το οικτρό πλάσμα, που δε μπορεί να αναρρώσει από αυτήν την “κρίση”. Όταν έρχεται αντιμέτωπος με την πραγματικότητα ότι όλες οι εξωτερικές αξίες είναι κενές και δεν έχουν καμιά πραγματική εξουσία, θεωρεί και τις δικές του εσωτερικές αξίες ανούσιες και παραδίδει την κυριότητά τους. Με κάθε μορφή κυριότητας απούσα, ενδίδει στο πνεύμα της απελπισίας και της μοιρολατρίας, αποποιούμενος κάθε ευθύνη. Αποσύρεται από τον κόσμο, παραιτείται. Θα έλεγα πως μπορεί κανείς να βρει ελάχιστους πραγματικούς παθητικούς μηδενιστές στον αναρχικό χώρο σήμερα. Άλλωστε, είναι το δικό τους modus operandi να εγκαταλείπουν, να παραδίδονται. Αλλά, μπορεί να βρει πολλούς κήρυκες και δασκάλους του. Αυτοί είναι άτομα, που φαίνονται κολλημένα στο χαντάκι της θεοφάνειας – κάθε κείμενο είναι και μια αποκάλυψη ενός ακόμα παραλογισμού, ακόμα μιας χαλάρωσης από την απουσία αλήθειας. Κραυγάζουν: “Όλα είναι μάταια. Ας πηδήξουμε τώρα όλοι μαζί μέσα στο λάκκο της παθητικότητας ή του θανάτου!”. Και όμως, στέκονται εκεί, τρικλίζοντας στην άκρη, φοβούμενοι να αυτοκτονήσουν κοινωνικά ή σωματικά. Κηρύττουν έναν αγνό, πραγματικό μηδενισμό: καταστροφή για χάρη της καταστροφής, άρνηση λίγο-πολύ των πάντων. Είναι ο μηδενισμός, όχι ως μεταβατικό εργαλείο, αλλά ως στατικό δόγμα. Έχουν την ίδια θέρμη με τον απογοητευμένο ουτοπιστή, αλλά χωρίς την ελπίδα και το στόχο της συνειδητοποίησης της δικιάς τους ευτυχίας. Απομακρύνουν το φάντασμα της ελπίδας, αλλά πετούν μαζί και τη δική τους έκφραση και επιβεβαίωση του εαυτού τους. Το αποτέλεσμα του να κυριεύεσαι από την καταστροφή είναι η καταστροφή του εαυτού σου.

Αλλά, είναι πιθανό αυτή η αναγνώριση της ασημαντότητας των εξωτερικών αξιακών συστημάτων να ανοίξει το δρόμο σε μια αίσθηση εξεγερτικότητας και δύναμης. Ο ενεργητικός μηδενιστής αγκαλιάζει την καταστροφή και θέλει να καταστρέψει κάθε ίχνος ενός κενού αξιακού συστήματος. Η δύναμη της θέλησης κάποιου δοκιμάζεται από το αν μπορεί ή όχι να αναγνωρίσει όλα τα αξιακά συστήματα ως κενά και ανούσια και την ίδια στιγμή, να παραδεχτεί πως αυτά τα ψέματα πηγάζουν από το εγώ και εξυπηρετούν ένα σκοπό· από το αν μπορεί να αναγνωρίσει πως αυτή η αξία είναι απαραίτητη για τη ζωή, αλλά ταυτόχρονα να απορρίπτει κάθε παγκόσμια αλήθεια. Αυτός ο μηδενισμός είναι ένα εργαλείο, που πρέπει να κυριευτεί, όχι ένα δόγμα που κυριαρχεί. Είναι ένα μέσο για την επίτευξη ενός στόχου, όχι αυτοσκοπός. Είναι, απλά, ένα βήμα προς την επανανοηματοδότηση των αξιών. Ένας τέτοιος μηδενισμός είναι απαραίτητο να καταστρέφει ότι υπάρχει τώρα, ώστε να δημιουργήσει ένα μέρος, όπου το εγώ/η θέληση θα μπορεί να αποκτήσει πλήρη αυτοκυριότητα και να πετύχει πλήρως την αυτοπραγμάτωσή του, αυτός είναι ο στόχος του. Είναι καταστροφή για χάρη της δημιουργίας. Σκοπεύει κανείς να αρνηθεί και να καταστρέψει αυτό, το οποίο θέτει εμπόδια στη δυνατότητα του να ζει όπως επιθυμεί, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Είναι η ανώτερη αυτοεπιβεβαίωση της ζωής του.

Ως αναρχικοί, παλεύουμε για να ξεφορτωθούμε τα υπάρχοντα αξιακά συστήματα και πολλοί από εμάς νιώθουν ήδη ξένοι ως προς αυτά. Θα ενθάρρυνα τα άτομα να στοχαστούν πάνω στις καταστροφικές τους παρορμήσεις και την υπαρξιακή τους κρίση. Κυριεύετε την κρίση σας, είστε ο ενεργητικός μηδενιστής ή έχετε χάσει αυτήν τη μάχη και έχετε πέσει στο λάκκο της παθητικότητας; Θα καταστρέψετε τον εαυτό σας μαζί με τον κόσμο που μισείτε ή θα τον υπερβείτε;

Το κείμενο γράφτηκε από την Katherine Di Fiore και εκδόθηκε στο έκτο τεύχος του αναρχοατομικιστικού εντύπου“The Sovereign Self”, από τις ΗΠΑ, το Μάρτιο του 2012.

Πηγή

Η.Π.Α: Βανδαλισμός επαγγελματικών αυτοκινήτων, εταιρείας γαλακτοκομικών (Πόρτλαντ)

Συνεχίζοντας το βηματισμό άμεσης δράσης, που στοχεύει σπισιστικές εταιρίες στο Πόρτλαντ, σκάσαμε πολλά λάστιχα των εταιρικών βαν της Sunshine Dairy Foods, που βρίσκεται στον αριθμό 801 ΝΕ, της 21ηςλεωφόρου. Χαιρόμαστε ιδιαίτερα για το κύμα παράνομων δράσεων στο Πόρτλαντ. Συνεχίστε τον αγώνα.

FAI- Όρεγκον

Μέχρι την καταστροφή κάθε ανθρώπινης και μη-ανθρώπινης φυλακής.

Πηγή

Μπορείτε να βρείτε τις αναλήψεις και στο αρχείο

Για την επίθεση στο δίκτυο ηλεκτροδότησης στα σύνορα ΗΠΑ-Καναδά

Μια σημαντική γραμμή ηλεκτροδότησης έγινε στόχος σαμποτάζ. Αυτό συνέβη πριν από ένα μήνα περίπου (το συγκεκριμένο κείμενο γράφτηκε στις 3 Οκτωβρίου 2013), κατά τη διάρκεια μιας ευχάριστης βραδιάς στην εξοχή, κάπου στον ανατολικό Καναδά, την ώρα που όλοι οι άνετοι σκλάβοι τόσο χαρούμενα προετοίμαζαν τα παιδιά τους, για να επιστρέψουν σε ένα νέο επίπεδο πλύσης εγκεφάλου και κοινωνιστικής προσαρμογής της συμπεριφοράς, με μπάτσους να καιροφυλακτούν στο σχολείο, ώστε να τα προετοιμάσουν για τον κόσμο-φυλακή.

Βρίσκοντας κίνητρο στην απελπισία και την απομόνωση αυτού του κοινωνικού εφιάλτη, ξεκίνησα αυτήν τη νυχτερινή απόδραση, για να πραγματοποιήσω μια πράξη σαμποτάζ, με στόχο μια γραμμή μεταφοράς ρεύματος υψηλής τάσης (High Voltage Direct Current -HVDC), ξεβιδώνοντας διάφορα παξιμάδια σε δύο από τους τέσσερις πυλώνες αυτών των ατσάλινων γολιάθ της τεχνολογικής υποδούλωσης, που μεταφέρουν ρεύμα στα σύνορα, χρησιμοποιώντας μόνο ένα μεγάλο κλειδί και έναν ελαφρύ μεταλλικό σωλήνα, ο οποίος ταίριαζε στη λαβή του, για επιπλέον δύναμη. Αν και θα απολάμβανα πολύ την ομαδική δουλειά μαζί με άλλους εξεγερμένους, δεν είχα ούτε τον χρόνο ούτε την ενέργεια για να τους παρακινήσω σε δράση. Αλλά, να είστε σίγουροι ότι τα κατάφερα κι έτσι, με πολύ ιδρώτα και τελικά, δεν ήταν και σπουδαία υπόθεση. Έτσι, λένε, είναι εύκολο να επιτεθείς. Το να μπεις και να βγεις από εκεί μέσα είναι πάντα πιο δύσκολο.

Το έκανα αυτό για τον Jerry Koch, τη Marie Mason, τον Maddy Pfeiffer, καθώς και για εκατομμύρια άλλους, λιγότερο γνωστούς, που σαπίζουν στα τσιμεντένια κελιά ενός σκληροπυρηνικού ληστρικού καπιταλισμού, που βασιλεύει πάνω από τις ΗΠΑ και τη Δύση γενικότερα. Θέλω να καταστρέψω αυτό το γαμημένο σύστημα του εταιρικού χοιροστασίου και σκέφτηκα ότι το να ρίξεις κάτω κυριολεκτικά την ραχοκοκαλιά του συστήματός τους, ένα μπουλόνι κάθε φορά, φαίνεται σαν μια ευνοϊκή τακτική.

Το έκανα, επίσης, από βαθιά κοχλάζουσα οργή εναντίον των γουρουνιών νεοναζί της RCMP*, επειδή συνέλαβαν και έθεσαν υπό κράτηση πολλές οικογένειες ρομά τα τελευταία 1-2 χρόνια και όλα αυτά χάρη στους πολίτες-ρουφιάνους και σε αυτά τα χοντρά άσχημα σκουλήκια, που κάθονται, μαλακίζονται, λένε ψέματα και συκοφαντούν από την κορυφή των γυάλινων πύργων των ΜΜΕ της αστυνομίας, αυτούς τους υποκριτές, που ξερνάνε μαζικά και επαινούν και στηρίζουν ενεργητικά την αστυνομική καταστολή. Τα μεγάλα σε μήκος αμερικανοκαναδικά σύνορα, ειδικά έτσι όπως είναι «κλειδωμένα» πια με κάθε είδους επιτήρηση και ελέγχους, αποτελούν απόδειξη του πόσο μακριά μπορούν να φτάσουν οι δεσπότες του κράτους, προκειμένου να επιβάλουν τις αμιγώς αφηρημένες εννοιολογικά, σχιζοφρενικές διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στους «μικρούς ανθρώπους», ενώ παράλληλα να διατηρούν όλες τις ελευθερίες για την υψηλή κυβερνώσα καπιταλιστική κάστα, η οποία εξαγοράζει ολόκληρες χώρες με τεράστια δάνεια.

Οι υπηρέτες του κράτους, που διατηρούν την κοινωνική τάξη, είναι όλοι δειλοί, γιατί από την (υποτιθέμενη) ασφάλεια των γραφείων τους, πίσω από τα γραφεία τους, προστατεύουν προνόμια, που τους δόθηκαν απλά επειδή γεννήθηκαν εδώ. Και όλα αυτά, εναντίον ανθρώπων, που ταξίδεψαν σε μεγάλες αποστάσεις και σε άσχημες συνθήκες και έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή και την ελευθερία τους, προκειμένου τα παιδιά τους να έχουν μια ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον.

Το έκανα και εναντίον αυτών των δολοφόνων πίσω από την Blackstone Group. Υπάρχουν ακόμα άνθρωποι εκεί έξω, που αντιστέκονται στα ωραία τους σχέδια, όπως είναι η υπό κατασκευή γραμμή HVDC, που θα περάσει κάτω από τη λίμνη Champlain, με τις πρόσφατες ευλογίες της Γουρουνοβασίλισσας Marois** του Κεμπέκ. Υπό το φως των πρόσφατων γεγονότων, οι άνθρωποι στο Νότιο Οντάριο και στο Κεμπέκ ξέρουν πια πολύ καλά πως αυτοί οι γαμημένοι καπιταλιστές μπορούν να γεμίσουν το περιβάλλον με τοξικά και να αφαιρέσουν τις ζωές πολλών προλετάριων και να την γλιτώσουν. Ας συνεχίσουμε να εμποδίζουμε αυτά τα υψηλά παράσιτα στα σχέδιά τους και να τους διαλύουμε και να τους διαλύουμε ξανά, έως ότου κρεμαστούν δημόσια από τις γραβάτες τους.

Εδώ είναι η παγίδα: Το πού και πώς ακριβώς έγινε… Το ποιες διακοπές ρεύματος προκάλεσε από τότε -όπως το πρόσφατο κλείσιμο για αρκετές ημέρες της σιδηροδρομικής γραμμής υψηλής ταχύτητας Amtrak, μεταξύ Βοστώνης και Νέας Υόρκης- ή ποια διακοπή ακόμα θα προκαλέσει σύντομα, αν κάνω λάθος… Αυτό μένει να το βρουν τα ομοσπονδιακά γουρούνια και οι εταιρείες ηλεκτρισμού και από τις δύο πλευρές των συνόρων και να δείξουν αν η τεχνολογία και το εργατικό δυναμικό τους αξίζουν τα χοντρά λεφτά τους. Δεν ήταν και πολύ επιτυχείς στο να εντοπίσουν και να καταστείλουν τους ανθρώπους πίσω από τα διάφορα ηλεκτρικά σαμποτάζ στο Κεμπέκ, νωρίτερα το καλοκαίρι, όπως και τους ανθρώπους πίσω από τις πιο γνωστές ενέργειες του 2004.

Γιατί και η τυραννία έχει το κόστος της… Χρεώνω όλα τα κόστη, που προκλήθηκαν από αυτό το σαμποτάζ, στο λογαριασμό των ανακριτών του Ανώτατου δικαστηρίου και στα γουρούνια τους, που συνομώτησαν εναντίον των αγωνιστών Jerry και Maddy, καθώς και στους δειλούς γραφειοκράτες, που υλοποίησαν τα διοικητικά τους βασανιστήρια σε βάρος της Marie Mason, μιας στοργικής μητέρας και αγαπητής υπερασπίστριας της ζωής των ζώων, τα οποία απλά δεν μπορούν να προστατέψουν τον εαυτό τους από τους βιαστές του περιβάλλοντος. Το θάρρος αυτών των φυλακισμένων είναι που μου έδωσε τη θέληση και την ενέργεια να κάνω αυτή τη διαδρομή. Και αν αυτοί πρόκειται να συνεχίσουν να αντιστέκονται στην τυραννία σας μέσα στα τσιμεντένια κελιά σας, εγώ και άλλοι θα επιτεθούμε ξανά.

Κάποιοι από εμάς ίσως είμαστε απλά μια χούφτα ιδεαλιστών, που πιστεύουμε στην πολύ μικρή πιθανότητα ότι κάποιοι άλλοι άνθρωποι, κάπου αλλού, που αισθάνονται το ίδιο με εμάς για αυτή την εμετική κοινωνία των κοιλαράδων βαρόνων με τις πανοπλίες και με τις αγαπημένες τους τοξικές εγκαταλελειμμένες εκτάσεις, θα εξαπολύσουν παρόμοιες τακτικές ενάντια στην κοινωνία, διανύοντας μεγάλες αποστάσεις έξω από την κοινωνικο-πολιτισμική φούσκα τους, ώστε να συνθλίψουν πράγματι την ολοκληρωτική κοινωνία στ\’ αλήθεια. Αλλά, μισώ τα ιδανικά, ειδικά εκείνες τις ουτοπίες της ανώτερης κάστας, που πάντα μετατρέπονται σε μια πιο σκληρή δυστοπία για πολλούς άλλους. Μια δυστοπική ουτοπία, που περνά μέσα από τη μαζική ανάπτυξη, παντού, γραμμών ηλεκτροδότησης και κεραιών, από την υποστήριξη του μαζικού, την ανόητη υποταγή των προλετάριων στην εργασία, την κατανάλωση, την παραγωγή τοξικών αποβλήτων και πάντα μέσα από την όλο και πιο μεγάλη καταστροφή της ζωής.

Μια τέτοια κοινωνία αξίζει μόνο να καταστραφεί.

Δεν μπορούμε να φτιάξουμε έναν ελεύθερο κόσμο, με υπευθυνότητα, αγάπη, κατανόηση, αξιοπρέπεια, ορθολογισμό και με πραγματική κοινότητα, χωρίς να σπάσουμε τις παλιές σάπιες ρουτίνες της κυρίαρχης καπιταλιστικής ολιγαρχίας, η οποία, ουσιαστικά, μόνο μέσα σε μια λειτουργική κοινωνία καταφέρνει να διατηρηθεί. Αυτή η κοινωνία δεν είναι παρά ένα υπαίθριο εργοστάσιο, μια κυρίως αόρατη μηχανή μαζικής εκμετάλλευσης, μέσω του κομφορμισμού, όπου το άτομο γίνεται ενόχληση, αν όχι ο υπέρτατος εχθρός, όπως και ο φυσικός κόσμος. Κοινωνία σημαίνει πόλεμος.

Έχουμε πολλές δυνατότητες να πολεμήσουμε το γράπωμα των ενεργειακών υποδομών στις μάζες και να αντισταθούμε στις πολλές επεμβατικές, καταστροφικές εξελίξεις των παγκόσμιων οικονομικών, όπου και όταν μπορούμε, όσο περισσότεροι μπορούμε να μαζευτούμε. Και αν ήμουν τόσο ανόητος, ώστε να πάω μόνος μου να το κάνω αυτό (δεν έχω καμία αμφιβολία ότι ήμουν), τότε αποδείξτε μου ότι έκανα λάθος, άγνωστοι συνεργοί και φίλοι…

Προς την βαρβαρότητα!

Αλληλεγγύη στους μαχητές της FAI/IRF,

σε όσους αγωνίζονται εναντίον της Μ.Α.Τ.*** στην Καταλονία,

στη μνήμη του πολεμιστή των Mohawk «Splitting the Sky».

 

Σ.τ.Μ.

* Καναδική χωροφυλακή

** Η Pauline Marois είναι πολιτειακή πρωθυπουργός του Κεμπέκ

*** Muy Alta Tensión – Γραμμή ηλεκτροδότησης υπερυψηλής τάσης

 Πηγή

Μπορείτε να βρείτε τις αναλήψεις ευθύνης και στο αρχείο.

ΗΠΑ: Σαμποτάζ σε εταιρεία γαλακτοκομικών προϊόντων (Όρεγκον)

16 Σεπτέμβρη 2013 – Για να προωθήσουμε κι άλλο τη δυναμική της άμεσης δράσης που στοχεύει εναντίον σπισιστικών εταιρειών στο Πόρτλαντ, σκίσαμε κάμποσα λάστιχα εταιρικών φορτηγών στην έδρα της Sunshine Dairy Foods [ProGreek Yogurt], που βρίσκεται επί της Βορειοδυτικής 21ης Λεωφόρου, στον αριθμό 801. Με μεγάλη μας χαρά βλέπουμε τις παράνομες ενέργειες στο Πόρτλαντ να εξαπλώνονται. Συνεχίστε τη μάχη.

Μέχρι την καταστροφή όλων των ανθρώπινων και μη ανθρώπινων κελιών.

FAI – Όρεγκον

Πηγή

Μπορείτε να βρείτε τις αναλήψεις ευθύνης και στο αρχείο

Ενάντια στη γλώσσα της πολεμικότητας

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια, πάρα πολλά απ’ τα γραπτά που πηγάζουνε από κοινωνικές συγκρούσεις είναι τίγκα σε δύσκαμπτη, ξύλινη γλώσσα, μια κουρασμένη, νεκρή γλώσσα η οποία φαίνεται να έρχεται σ’ αντίθεση με την ενέργεια των εξεγέρσεων για τις οποίες κάνουνε λόγο. Είναι η γλώσσα της πολεμικότητας, και όχι της ελευθερίας, μήτε και της ατομικότητας που δημιουργεί τον εαυτό της ενάντια σε όλες τις πιθανότητες. Ίσως αυτό να οφείλεται, εν μέρει, στο γεγονός ότι μπόλικες απ’ τις σημερινές συγκρούσεις αναδύονται απ’ τη σκληρότητα των καιρών· απαντούν στη σκληρότητα της τρέχουσας κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας. Πώς μπορεί όμως μια πληρωμένη απάντηση ν’ αντικρούσει τέτοιες πραγματικότητες; Δε θα έπρεπε η ίδια η μέθοδος της απάντησής μας ν’ αντανακλά το γεγονός ότι απορρίπτουμε αυτές τις καταστάσεις που γίνονται πραγματικότητα διά της επιβολής;

Η πολεμικότητα περνιέται για πάθος και ένταση, ενώ στ’ αλήθεια είναι απλά ένας θωρακισμένος ζουρλομανδύας που κλείνει μέσα του τη γύμνια, τη δυσκαμψία και τον περιορισμό των κινήσεων του καθενός και της καθεμιάς. Η σοβαρότητα περνιέται για συνειδητοποιημένη αποφασιστικότητα, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται για υποδούλωση στο αφηρημένο, στο μέλλον, στο σκοπό, στο παρελθόν – ένα άλλο είδος αυτεγκλεισμού. Και αυτό ακριβώς το πράγμα δεν είναι που χρειάζεται ν’ αρνηθούμε με όλη μας την αποφασιστικότητα, την ώρα που παλεύουμε να κάνουμε τη ζωή μας δική μας ανά πάσα στιγμή;

Ίσως το πρόβλημα να είναι ότι πάρα πολλοί από κείνους που εμπλέκονται στην εκάστοτε κοινωνική σύγκρουση δε βλέπουνε τους εαυτούς τους ως ελεύθερα άτομα που δημιουργούν τη ζωή τους, που αντιμετωπίζουν εμπόδια σ’ αυτή την αυτοδημιουργική διαδικασία και παλεύουν να καταστρέψουν τα εμπόδια αυτά, αλλά μάλλον ως καταπιεσμένους ανθρώπους που αντιστέκονται στην καταπίεσή τους.

Δεν είναι απαραίτητο ν’ αγνοεί κανείς την πραγματικότητα της καταπίεσης για να αναγνωρίσει ότι, όταν το εγχείρημά μας μετατρέπεται σε αντίσταση ενάντια στην καταπίεση, τελικά επικεντρωνόμαστε στους καταπιεστές μας. Χάνουμε τις δικές μας τις ζωές, και μαζί τους την ικανότητα να καταστρέψουμε ό,τι στέκεται εμπόδιο στο δρόμο μας. Μιας κι η αντίσταση εστιάζει στις επιχειρήσεις του εχθρού, μας κρατά σε αμυντική θέση και εγγυάται την ήττα μας (ακόμα και σε νικηφόρες περιπτώσεις) καθώς κλέβει από μας τα ίδια μας τα εγχειρήματα.

Αν από την άλλη έχουμε ως αφετηρία το δικό μας το εγχείρημα αυτοδημιουργίας, επιμένοντας να διατρέχουμε τον κόσμο ως ελεύθερα και άσκοπα όντα, θα σταθούμε απέναντι από ηγεμόνες, εκμεταλλευτές, μπάτσους, παπάδες, δικαστές και λοιπούς, χωρίς στην ουσία να τους αντιμετωπίσουμε ως καταπιεστές αλλά ως εμπόδια στο διάβα μας τα οποία χρειάζεται να καταστρέψουμε, και όχι να τους αντισταθούμε.

Μόνο σ’ αυτό το πλαίσιο η καταστροφή παίρνει την αντάρτικη, ποιητική, επαναστατική της έννοια, ως μια αληθινά ανέξοδη πράξη που αψηφά τη λογική της εργασίας και ανοίγει την πραγματικότητα σε κάτι το θαυμάσιο, στην έκπληξη. Μόνο τότε η καταστροφή γίνεται παιχνιδιάρα.

Wolfi Landstreicher

Πηγή

Η Φύση ως Θέαμα

Η εικόνα της «άγριας φύσης*» ενάντια στην αγριότητα

(Σημείωση του συγγραφέα: Η συχνή χρήση εισαγωγικών γίνεται για να ενισχύσει την άποψη πως η φύση και η «ερημιά» είναι έννοιες και όχι πραγματικά όντα).

Η Φύση δεν υπήρχε ανέκαθεν. Δε βρίσκεται στα βάθη του δάσους, στην καρδιά του λιονταριού του βουνού ή στα τραγούδια των πυγμαίων· βρίσκεται στις φιλοσοφίες και στις κατασκευασμένες γι’αυτήν εικόνες των πολιτισμένων ανθρώπων. Οι φαινομενικά αντίθετες θέσεις περιπλέκονται, δημιουργώντας τη φύση ως μια ιδεολογική κατασκευή, που υπηρετεί την εξημέρωσή μας, την καταστολή και τη διοχεύτευση των άγριων εκφράσεών μας.

Ο Πολιτισμός είναι μονολιθικός και  ο πολιτισμένος τρόπος αντίληψης όλων εκείνων, που μπορούν να παρατηρηθούν, είναι επίσης μονολιθικός. Όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τα εκατομμύρια όντα, που υπάρχουν γύρω του, το πολιτισμένο μυαλό χρειάζεται να τα κατηγοριοποιήσει για να νομίζει ότι τα καταλαβαίνει (ενώ στην πραγματικότητα, το μόνο που καταλαβαίνει είναι πώς να τα κάνει χρήσιμα στον πολιτισμό). Η φύση είναι μια από τις πιο βασικές κατηγορίες του Πολιτισμού, μια από τις πιο χρήσιμες για να περιορίζει την αγριότητα των ατομικοτήτων και να επιβάλλει τον αυτοπροσδιορισμό τους ως πολιτισμένα, κοινωνικά όντα.

Κατά πάσα πιθανότητα, μια από τις πρώτες αντιλήψεις για τη φύση ήταν παρόμοια με αυτήν, που παρατηρούμε στην Παλαιά Διαθήκη: η κακή «αγριάδα», ένας τόπος ερημιάς, που κατοικείται από άγρια και δηλητηριώδη κτήνη, μοχθηρούς δαίμονες και τρελούς. Αυτή η αντίληψη εξυπηρετούσε ένα σκοπό ιδιαίτερα σημαντικό για τους πρώτους πολιτισμούς. Είχε ενσταλάξει το φόβο για ό,τι ήταν άγριο, κρατώντας τον περισσότερο κόσμο εντός των τειχών της πόλης και προκαλώντας σε όσους έβγαιναν να εξερευνήσουν την ανάγκη να έχουν μια αμυντική στάση, σα να βρίσκονταν σε εχθρικό έδαφος. Με αυτόν τον τρόπο, αυτή η αντίληψη βοήθησε να δημιουργηθεί η διχοτόμηση μεταξύ «ανθρώπου» και «φύσης», η οποία εμποδίζει τους ανθρώπους να ζήσουν άγρια, δηλαδή σύμφωνα με τις επιθυμίες τους.

Αλλά, αυτή η εντελώς αρνητική αντίληψη περί φύσης θα έφτανε κάποια στιγμή στα όρια της αχρηστείας της, αφού κρατούσε τον πολιτισμό μέσα σε ένα κλειστό και υπό πολιορκία φρούριο, ενώ για να επιβιώσει, ο πολιτισμός έχει την ανάγκη να επεκταθεί, να έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί όλο και πιο πολλά. Η «Φύση» έγινε ένα καλάθι πόρων, μια «μητέρα», που θρέφει την «ανθρωπότητα» και τον πολιτισμό της. Ήταν πανέμορφη, άξια λατρείας, ενατένισης, μελέτης και… εκμετάλλευσης.Δεν ήταν πλέον κακή… αλλά, ήταν χαοτική, ιδιότροπη και αναξιόπιστη. Ευτυχώς για τον πολιτισμό, η «ανθρώπινη φύση» είχε εξελιχθεί, είχε γίνει λογική και χρειαζόταν να βάλει τα πράγματα σε τάξη, να τα θέσει υπό τον έλεγχό της. Τα άγρια μέρη ήταν απαραίτητα στους ανθρώπους, για να μελετούν και να θαυμάζουν τη «φύση» στην ανέγγιχτη μορφή της, ακριβώς, όμως, για να μπορούν τα πολιτισμένα ανθρώπινα όντα να κατανοήσουν και να ελέγξουν τις «φυσικές» διαδικασίες, με σκοπό να τις χρησιμοποιήσουν για να επεκτείνουν τον πολιτισμό. Έτσι, η «κακή αγριάδα» επισκιάζεται από μια «φύση» ή μια «αγριότητα», που έχει θετική αξία για τον πολιτισμό.

Η αντίληψη περί φύσης δημιουργεί συστήματα κοινωνικών αξιών και ηθικής. Λόγω των προφανώς αντιθετικών αντιλήψεων, που έχουν εμπλακεί στην ανάπτυξη της έννοιας της «φύσης», αυτά τα συστήματα ίσως φαίνονται, επίσης, αντιθετικά· όμως, όλα έχουν τον ίδιο σκοπό: την εξημέρωσή μας. Εκείνοι, που μας λένε «να φέρεστε πολιτισμένα» και εκείνοι, που μας λένε «να φέρεστε φυσικά», μας λένε στην πραγματικότητα το ίδιο πράγμα: «Ζήστε σύμφωνα με εξωτερικές από εσάς αξίες, όχι σύμφωνα με τις επιθυμίες σας». Η ηθική των νατουραλιστών δεν είναι λιγότερο φαύλη από κάθε άλλη ηθική. Άνθρωποι φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν, επειδή έκαναν «αφύσικες πράξεις»  και αυτό συμβαίνει ακόμα. Η «Φύση» είναι και αυτή ένας άσχημος και απαιτητικός θεός.

Από την απαρχή της, η φύση ήταν μια κατασκευή της εξουσίας, για να ενισχύσει τη δύναμή της. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως στη σύγχρονη κοινωνία, όπου το θέαμα κυριαρχεί στην πραγματικότητα και πολλές φορές φαίνεται να τη δημιουργεί, η «φύση» λειτουργεί ως μια μέθοδος εξημέρωσης. Προγράμματα για τη «Φύση» στην τηλεόραση, ημερολόγια του Sierra Club, οι έμποροι «αγριότητας», τα τρόφιμα και οι ίνες «φυσικής» προέλευσης, ο «οικολόγος» πρόεδρος και η «ριζοσπαστική» οικολογία, όλα συνωμοτούν δημιουργώντας τη «φύση» και τη «σωστή» σχέση μας με αυτήν. Η προβαλλόμενη εικόνα εμπεριέχει την «κακή αγριάδα» των πρώτων πολιτισμών, σε μια υποσυνείδητη μορφή. Τα τηλεοπτικά προγράμματα για τη «Φύση» περιέχουν πάντα σκηνές άγριου κυνηγιούκαι έχει ειπωθεί πως οι σκηνοθέτες αυτών των προγραμμάτων χρησιμοποιούν ράβδους, που παράγουν ηλεκτρικές εκκενώσεις, για να προκαλέσουν μάχες μεταξύ των ζώων. Οι προειδοποιήσεις, που δίνονται στους μελλοντικούς εξερευνητές  για τα επικίνδυνα ζώα και φυτά και οι ποσότητες προϊόντων, που παράγονται από τους εμπόρους «αγριότητας» για να αντιπετωπιστούν αυτά, είναι μάλλον υπερβολικά, από την προσωπική μου εμπειρία περιπάτων σε άγρια μέρη. Μας δίνεται η εικόνα πως η ζωή εκτός του πολιτισμού είναι μια μάχη επιβίωσης.

Αλλά, η κοινωνία του θεάματος χρειάζεται η εικόνα της «κακής αγριάδας» να είναι υποσυνείδητη, για να την εκμεταλλεύεται αποτελεσματικά. Η κυρίαρχη εικόνα για τη «φύση» την απεικονίζει ως πόρο και ως αντικείμενο ομορφιάς για ενατένιση και μελέτη. Η «Άγρια φύση» είναι ένα μέρος, που μπορούμε να αποτραβηχτούμε για ένα σύντομο διάστημα, αν αυτό έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, για να ξεφύγουμε από την πλήξη της καθημερινότητας, να χαλαρώσουμε και να διαλογιστούμε ή για να ζήσουμε την έξαψη και την περιπέτεια. Και, βέβαια, η «φύση» παραμένει η «μητέρα», που καλύπτει τις ανάγκες μας, ο πόρος από τον οποίο δημιουργείται ο πολιτισμός.

Στην εμπορευματική κουλτούρα, η «φύση» γιατρεύει την επιθυμία για άγρια περιπέτεια, για ελεύθερη ζωή χωρίς εξημέρωση, με το να μας πουλάει την εικόνα της. Η υποσυνείδητη αντίληψη της «κακιάς αγριάδας» προσδίδει στην περιπλάνηση στα δάση μια δόση κινδύνου, που ικανοποιεί τους περιπετειώδεις και ανήσυχους τύπους. Επίσης, ενισχύει την ιδέα πως δεν ανήκουμε εκεί στην πραγματικότητα και επομένως, μας πουλάει τα πολλά σχετικά προϊόντα που κρίνονται απαραίτητα για τις εκδρομές σε άγρια μέρη. Η θετική αντίληψη περί φύσης  μας κάνει να πιστεύουμε πως πρέπει να βιώσουμε την εμπειρία στα άγρια μέρη (μη συνειδητοποιώντας πως οι αντιλήψεις, που μας έχουν ταίσει, διαμορφώνουν αυτήν την εμπειρία, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό με το πραγματικό περιβάλλον). Έτσι, ο πολιτισμός γιατρεύει επιτυχώς και τις περιοχές, που φαινομενικά δεν έχει αγγίξει άμεσα, μεταμορφώνοντάς τες σε «φύση», σε «αγριάδα», σε πτυχές του θεάματος, που μας κρατάει εξημερωμένους. Η «Φύση» εξημερώνει επειδή μετατρέπει την αγριότητα σε μια μονολιθική έννοια, μια τεράστια περιοχή διαχωρισμένη από τον πολιτισμό. Εκφράσεις της αγριότητας, μέσα στον πολιτισμό, αποκαλούνται ανωριμότητα, τρέλα, παραβατική συμπεριφορά, ανηθικότητα ή έγκλημα και απορρίπτονται, φυλακίζονται, λογοκρίνονται ή τιμωρούνται, διατηρώντας ταυτόχρονα το γενικό πλαίσιο  πως ό,τι είναι «φυσικό» είναι καλό. Όταν η «αγριότητα» γίνεται ένα μέρος έξω από εμάς αντί μιας έκφρασης του ατομικού μας ελεύθερου πνεύματος, τότε μπορούν και υπάρχουν ειδικοί στην «αγριότητα», που μας μαθαίνουν τους «σωστούς» τρόπους να «συνδεόμαστε» μαζί της. Στη δυτική ακτή, υπάρχουν όλων των ειδών οι πνευματικοί δάσκαλοι, που βγάζουν τα προς το ζην, πουλώντας «αγριότητα» σε γιάπηδες, με έναν τρόπο, που καθόλου δεν απειλεί τα όνειρα καριέρας, τις πόρσε και τα διαμερίσματά τους στην πόλη. Η «Αγριότητα» είναι μια πολύ επικερδής βιομηχανία, σήμερα.

Οι οικολόγοι, ακόμα και οι «ριζοσπάστες», πέφτουν κατευθείαν στην παγίδα. Αντί να προσπαθούν να αγριέψουν και να καταστρέψουν τον πολιτισμό με την ενέργεια των αδέσμευτων επιθυμιών, προσπαθούν να «σώσουν την άγρια φύση». Πρακτικά, αυτό σημαίνει το να ζητιανεύουν ή να προσπαθούν να χειραγωγήσουν τις αρχές, ώστε αυτές να σταματήσουν τις πιο επιβλαβείς δραστηριότητες κάποιων βιομηχανιών και να μετατρέψουν μικρά κομμάτια σχετικά ακέραια δάση, ερήμους και βουνά σε προστατευόμενες «Περιοχές Άγριας Φύσης».  Αυτή η πρακτική, απλά, ενισχύει την αντίληψη περί αγριότητας ως μια μονολιθική οντότητα, «αγριάδα» ή «φύση», και εμπορευματοποίηση, που είναι εγγενής σε αυτήν την οπτική. Η ίδια η βάση των προστατευόμενων «Περιοχών Άγριας Φύσης» είναι ο διαχωρισμός μεταξύ «αγριότητας» και «ανθρωπότητας». Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός πως μια από τις τάσεις της «ριζοσπαστικής» οικολογικής ιδεολογίας δημιούργησε τη σύγκρουση μεταξύ «βιοκεντρισμού» και «ανθρωποκεντρισμού», ενώ δε θα έπρεπε να είμαστε τίποτα άλλο από εγωκεντρικοί.

Ακόμα κι εκείνοι οι «ριζοσπάστες» οικολόγοι, που θέλουν να επανεντάξουν τον άνθρωπο στη «φύση», ξεγελούν τον εαυτό τους. Το όραμα τους (όπως το θέτει ένας από αυτούς) για ένα «άγριο, συμβιωτικό σύνολο» είναι, απλά, η μονολιθική αντίληψη, που δημιούργησε ο πολιτισμός, ειπωμένη με ένα μυστικιστικό τρόπο.  Για αυτούς τους οικολόγους μυστικιστές, η «Άγρια Φύση» συνεχίζει να είναι μια μονολιθική οντότητα, ένα ον ανώτερο από μας, στο οποίο πρέπει να υποτασσόμαστε. Όμως, η υποταγή είναι εξημέρωση. Η υποτακτικότητα είναι το καύσιμο του πολιτισμού. Το όνομα της ιδεολογίας, που επιβάλλει την υποταγή, έχει μικρή σημασία, είτε λέγεται «φυσική», είτε λέγεται «άγριο συμβιωτικό σύνολο». Το αποτέλεσμα θα είναι και πάλι η συνέχιση της εξημέρωσης.

Όταν η αγριότητα γίνεται αντιληπτή ως κάτι, που δεν έχει να κάνει καθόλου με μια μονολιθική οντότητα, συμπεριλαμβανομένης της «φύσης» και της «αγριάδας», όταν γίνεται αντιληπτή ως η πιθανή ελευθερία πνεύματος των ατομικοτήτων, που μπορεί να πάρει σάρκα και οστά οποιαδήποτε στιγμή, μόνο τότε αποτελεί απειλή για τον πολιτισμό. Ο καθένας από εμάς θα μπορούσε να περάσει αρκετά χρόνια στην «άγρια φύση», αλλά θα συνεχίζαμε να βλέπουμε το περιβάλλον μας από τον παραμορφωτικό φακό του πολιτισμού, αν συνεχίζαμε να αντιλαμβανόμαστε τα εκατομμύρια πλάσματα μονολιθικά ως «φύση», ως «αγριάδα», ως το «άγριο, συμβιωτικό σύνολο», θα είμαστε ακόμα πολιτισμένοι και όχι άγριοι. Αλλά, αν καταμεσής της πόλης αρνούμαστε δραστήρια κάθε στιγμή την εξημέρωση, αν αρνούμαστε την κυριαρχία των κοινωνικών ρόλων, που μας φοριούνται με τη βία, αντί να ζούμε  σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες, πάθη και βίτσια, αν γίνουμε τα μοναδικά και απρόβλεπτα όντα, που βρίσκονται κάτω από τους ρόλους, είμαστε, για εκείνες τις στιγμές, άγριοι. Παίζοντας άγρια ανάμεσα στα συντρίμμια ενός παρηκμασμένου πολιτισμού (όμως, μην ξεγελιέστε, ακόμα και παρηκμασμένος, ο πολιτισμός είναι ένας επικίνδυνος εχθρός και ικανός να αντέξει για πολύ καιρό), μπορούμε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να τον ανατρέψουμε. Και οι εξεγερμένοι με το ελεύθερο πνεύμα θα απορρίψουν τον «επιβιωτισμό» της οικολογίας ωςμια ακόμα προσπάθεια του πολιτισμού να καταστείλει την ελεύθερη ζωή  και θα παλέψουν για να ζήσουν τον χαοτικό, συνεχώςεναλλασσόμενο χορό των ελεύθερα συσχετιζόμενων, μοναδικών ατομικοτήτων, ενάντια τόσο στον πολιτισμό, όσο στην προσπάθειά του να περιορίζει την άγρια, με ελεύθερο πνεύμα ζωή: «Φύση».

Wolfi Landstreicher

Υποσημειώσεις:

1. Στο πρωτότυπο χρησιμοποιείται η λέξη wilderness. Κατά τη διάρκεια του κειμένου, μεταφράζεται με διαφορετικούς, αλλά παρόμοιους τρόπους , ανάλογα με τι ταιριάζει σε κάθε σημείο.

2. Πρόκειται για παλαιότερο κείμενο του Wolfi Landstreicher (Feral Faun), το οποίο εμείς αλιεύσαμε από το πρώτο τεύχος του αγγλικού εξεγερσιακού περιοδικού Return Fire.

Πηγή

Μια κριτική, όχι ένα πρόγραμμα

Οπότε, ο αναρχικός ατομικιστής, έτσι όπως τον εννοώ εγώ, δεν έχει τίποτα να περιμένει {…} Θεωρώ ήδη τον εαυτό μου αναρχικό και δε θα μπορούσα να περιμένω τη συλλογική επανάσταση για να εξερθώ ή τον κομμουνισμό για να αποκτήσω την ελευθερία μου.

Renzo Novatore

 Αντιλαμβάνομαι τον αναρχισμό από την πλευρά της καταστροφής. Από αυτό αποτελείται η αριστοκρατική λογική του. Η καταστροφή! Αυτή είναι η αληθινή ομορφιά του αναρχισμού. Θέλω να καταστρέψω όλα εκείνα που με υποδουλώνουν, με αποχαυνώνουν και καταπιέζουν τις επιθυμίες μου, θέλω να αφήσω τα πτώματά τους πίσω μου. Αναστολές, ενδοιασμοί, συνείδηση είναι πράγματα που κατέστρεψε το εικονοκλαστικό μου πνεύμα {…} Ναι, η εικονοκλαστική άρνηση είναι ό,τι πιο πρακτικό.

Armando Diluvi

Πρώτα απ’ όλα, δεν υπάρχει τίποτα εγγενώς πρωτογονιστικό στην κριτική στον πολιτισμό, ιδιαίτερα όταν αυτή η κριτική είναι αναρχική και επαναστατική. Τέτοιες κριτικές υπήρχαν σχεδόν από τότε που υπήρχε αναρχικό κίνημα με επίγνωση του εαυτού του και ακόμα και χωρίς καν να συνδέεται με την κριτική στην τεχνολογία ή την πρόοδο (ο Dejacque θεωρούσε πως συγκεκριμένα τεχνολογικά επιτεύγματα θα επέτρεπαν στους ανθρώπους να ξεπεράσουν ευκολότερα τον πολιτισμό και από την άλλη πλευρά, ο Enrico Arrigoni, ψευδώνυμο Frank Brand, θεωρούσε τον πολιτισμό και τη βιομηχανική τεχνολογία εμπόδια στην αληθινή πρόοδο του ανθρώπου). Το αληθινό ερώτημα, κατά τη γνώμη μου, είναι εάν ο πρωτογονισμός βοηθάει καθόλου στην κατεύθυνση μιας αναρχικής και επαναστατικής κριτικής του πολιτισμού.

Η λέξη πρωτογονισμός μπορεί να σημαίνει δύο μάλλον διαφορετικά πράγματα. Πρώτον, μπορεί απλά να σημαίνει το να κάνουμε χρήση των πραγμάτων, που ξέρουμε για τις «πρωτόγονες» κοινωνίες(1), για να ασκήσουμε κριτική στον πολιτισμό. Αυτή η μορφή πρωτογονισμού φαίνεται μάλλον ακίνδυνη. Είναι, όμως;  Αφήνοντας κατά μέρους την εξάρτηση στους ειδικούς, που ονομάζονται ανθρωπολόγοι, για τις πληροφορίες για τις «πρωτόγονες» κοινωνίες, υπάρχει ακόμα ένα πρόβλημα εδώ. Οι πραγματικές κοινωνίες, που αποκαλούμε «πρωτόγονες», ήταν και είναι, όπου υπάρχουν ακόμα, αληθινές σχέσεις μεταξύ πραγματικών, ζωντανών ανθρώπων, ατόμων που αναπτύσσουν μια αλληλεπίδραση με το περιβάλλον τους. Το να τους αντιλαμβάνεται κάποιος ως μοντέλο σύγκρισης, ήδη ενέχει την πραγμοποίηση αυτών των πραγματικών σχέσεων, μετατρέποντάς τες σε κάτι αφηρημένο -το «πρωτόγονο»-, μια εξιδανικευμένη εικόνα της «πρωτογονικότητας». Επομένως, η χρήση αυτής της μεθόδου κριτικής του πολιτισμού αφαιρεί τα ανθρώπινα και ατομικά χαρακτηριστικά των αληθινών ανθρώπων, που ζουν και έζησαν αυτές τις σχέσεις. Επιπροσθέτως, αυτό το είδος κριτικής δε μας προσφέρει κανένα πραγματικό εργαλείο κατανόησης του πώς να πολεμήσουμε τον πολιτισμό εδώ και τώρα. Στην καλύτερη περίπτωση, η πραγμοποιημένη, αφηρημένη έννοια του «πρωτόγονου» γίνεται ένα μοντέλο, ένα πρόγραμμα μιας πιθανής μελλοντικής κοινωνίας.

Αυτό με φέρνει στη δεύτερη σημασία του πρωτογονισμού -την ιδέα πως οι «πρωτόγονες» κοινωνίες προσφέρουν ένα μοντέλο για τη μελλοντική κοινωνία. Αυτοί, που υιοθετούν αυτή τη μορφή πρωτογονισμού, μπορούν δικαίως να αυτοαποκαλούνται πρωτογονιστές, επειδή όσο και να το αρνούνται, προωθούν ένα πρόγραμμα και μια ιδεολογία. Σε αυτήν του μορφή, θεωρώ πως ο πρωτογονισμός έρχεται σε σύγκρουση με την αναρχική σκέψη και δράση. Ο λόγος μπορεί να βρεθεί στην παραπάνω φράση του Νοβατόρε. Απλά, αντικαταστήστε τον  «κομμουνισμό» με τον «πρωτογονισμό» και τη «συλλογική επανάσταση» με τη «βιομηχανική κατάρρευση» και όλα είναι ξεκάθαρα. Κατά τη γνώμη μου, μια από τις μεγαλύτερες διαφορές μεταξύ του μαρξισμού και του αναρχισμού είναι πως ο τελευταίος δεν είναι απαραίτητα μια εσχατολογική εικόνα του μέλλοντος, το οποίο περιμένουμε, αλλά ένας τρόπος να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο εδώ και τώρα. Επομένως, η επανάσταση για τους αναρχικούς δεν είναι κάποιες ιστορικές διαδικασίες, που εγγυώνται το μέλλον, αλλά κάτι που βιώνεται και δημιουργείται εδώ και τώρα. Ο πρωτογονισμός δε είναι πιο βιώσιμος στο τώρα από τον κομμουνισμό των μαρξιστών. Είναι και αυτός ένα πρόγραμμα για το μέλλον και βασίζεται σε απρόοπτα ενδεχόμενα, που είναι πέρα από τον έλεγχό μας. Επομένως, δεν έχει να κάνει με την αναρχική πρακτική, περισσότερο από ότι έχει να κάνει με αυτήν η εσχατολογία του Μαρξ.

Έχω ήδη καταδείξει το πώς ή ίδια η αντίληψη περί «πρωτόγονων» πραγμοποιεί τις πραγματικές ζωές και σχέσεις εκείνων που τους δίνεται αυτή η ταμπέλα. Αυτό εμφανίζεται μεταξύ εκείνων των πρωτογονιστών, που προσπαθούν να πραγματοποιήσουν τις ιδέες τους στο τώρα, με τον τρόπο που καταλήγει να ορίζεται αυτή η πρακτική. Με έναν τρόπο, που θυμίζει υπερβολικά μαρξισμό, η «πρωτόγονη» ζωή μειώνεται σε μια οικονομική αναγκαιότητα, μια σειρά ικανοτήτων -το άναμμα φωτιάς με τρυπάνι, το κυνήγι χρησιμοπιώντας ένα atlatl, το να μαθαίνουν τα βρώσιμα και ιαματικά φυτά, η κατασκευή τόξου, η κατασκευή απλών καταφυγίων κλπ.-, που μαθαίνονται με σκοπό την επιβίωση. Αυτά συμπληρώνονται με λίγη φυσική πνευματικότητα, βγαλμένη από κάποιο βιβλίο ή δανεισμένη από τις new age μαλακίες, ίσως με κάποια αναφορά στην επιστροφή στη «φυσική ενότητα». Αλλά, αυτό το τελευταίο δεν είναι απαραίτητο. Η ολότητα της ζωής των ανθρώπων, που αποκαλούνται πρωτόγονοι, αγνοείται, επειδή είναι στο μεγάλο της μέρος άγνωστη και τελείως απρόσιτη σε εκείνους, που έχουν γεννηθεί και μεγαλώσει εντός του βιομηχανικού καπιταλιστικού πολιτισμού, που πλέον κυριαρχεί στον κόσμο -εδώ συμπεριλαμβανόμαστε και όλοι εμείς, που εμπλεκόμαστε στην ανάπτυξη μιας αναρχικής κριτικής του πολιτισμού. Αλλά, ακόμα και στο επίπεδο των απλών ικανοτήτων επιβίωσης, ότι ακόμα και στις ΗΠΑ και στον Καναδά, όπου υπάρχουν αληθινές, αρκετά μεγάλες (αν και αρκετά κατεστραμμένες) άγριες εκτάσεις, πολύ λίγοι άνθρωποι θα μπορούσαν να συντηρήσουν τον εαυτό τους με αυτόν τον τρόπο. Έτσι, εκείνοι που μαθαίνουν αυτές τις ικανότητες, με σκοπό να ζήσουν σαν «πρωτόγονοι» κατά τη διάρκεια της δικιάς τους ζωής, δε σκέφτονται την καταστροφή του πολιτισμού (εκτός ίσως σαν μια αναπόφευκτη κατάσταση, για την οποία είναι προετοιμασμένοι), αλλά πως θα ξεφύγουν από αυτόν. Δεν τους το καταλογίζω αυτό, αλλά δεν έχει να κάνει καθόλου με την αναρχία ή με μια κριτική του πολιτισμού. Σε ένα πρακτικό επίπεδο, είναι πιο πολύ σαν ένα πιο εξελιγμένο «παίζουμε τους ινδιάνους», όπως οι περισσότεροι κάναμε σαν παιδιά εδώ στις ΗΠΑ, και στην πραγματικότητα, παίρνεται τόσο σοβαρά. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που γνωρίζω, οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με την ανάπτυξη «πρωτόγονων» ικανοτήτων στο όνομα του «αναρχοπρωτογονισμού», δείχνουν το πόσο έτοιμοι είναι για αυτήν τη ζωή με το χρόνο που περνάνε μπροστά από τον υπολογιστή, στήνοντας ιστοσελίδες, λαμβάνοντας μέρος σε ιντερνετικές συζητήσεις, στήνοντας logs κλπ. Συχνά, μου φαίνονται περισσότερο σαν υπερπολιτισμένα παιδιά, που παίζουν παιχνίδια ρόλων στα δάση, παρά αναρχικοί στη διαδικασία απόρριψης του πολιτισμού.

Μια αναρχική και επαναστατική κριτική του πολιτισμού δεν ξεκινάει με καμιά σύγκριση με παλαιότερες κοινωνίες ή με μελλοντικά ιδανικά. Ξεκινάει με τη σύγκρουσή μου, τη σύγκρουσή σας, με την άμεση πραγματικότητα του πολιτισμού μέσα στις ζωές μας, εδώ και τώρα. Είναι η συνειδητοποίηση πως το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, που αποκαλούμε πολιτισμό, μπορεί να υπάρξει μόνο κλέβοντας τις ζωές μας και σπάζοντάς τες σε κομματάκια, που χρησιμοποιεί η άρχουσα τάξη για την αναπαραγωγή της. Αυτή δεν είναι μια διαδικασία που συνέβη στο παρελθόν μια και καλή, αλλά που διαιωνίζεται κάθε στιγμή. Εδώ είναι που μπαίνει η αναρχική αντίληψη της ζωής. Κάθε στιγμή, πρέπει να προσπαθούμε να καθορίσουμε το πώς θα πάρουμε πίσω την ολότητα της ζωής μας, για να τη χρησιμοποιήσουμε ενάντια στην ολότητα του πολιτισμού. Επομένως, όπως λέει και ο Armando Diluvi, ο αναρχισμός μας είναι στην ουσία του καταστροφικός. Και ως τέτοιος, δεν έχει ανάγκη από μοντέλα και προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων του πρωτογονισμού. Όπως είπε και ένας παλιός νεκρός, μουσάτος κλασικός του αναρχισμού «Το πάθος για καταστροφή είναι δημιουργικό πάθος». Και είναι κάτι, που μπορεί να εφαρμοστεί άμεσα. (Ένας άλλος αντιεξουσιαστής επαναστάτης, μια-δυο γενιές αργότερα, αποκάλεσε την παθιασμένη καταστροφή «ένα σίγουρο τρόπο να αντλήσεις χαρά, άμεσα»).*

Έχοντας πει τα παραπάνω, δεν είμαι ενάντια στο να φαντάζεται κανείς, με μια διάθεση παιχνιδιού, κόσμους που θα έχουν απαλλαγεί από τον πολιτισμό. Αλλά, για να ενέχουν αυτές οι φαντασίες πραγματικά το στοιχείο του παιχνιδιού και τη δυνατότητα πειραματισμού, δε μπορούν να είναι μοντέλα, που προέρχονται από αφηρημένες αντιλήψεις είτε παλιών είτε μελλοντικών κοινωνιών. Κατά τη γνώμη μου, θα ήταν καλύτερα να αφήσουμε την ίδια την αντίληψη περί «κοινωνίας» πίσω μας και να σκεφτόμαστε σχέσεις, που διαπλέκονται και αλλάζουν διαρκώς μεταξύ μοναδικών και επιθυμητικών ατομικοτήτων. Μπορούμε να παίζουμε και να πειραματιστούμε μόνο τώρα, που η επιθυμία μας για το προφανές «αδύνατο» συναντά την πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Αν ο πολιτισμός ήταν να εξαρθρωθεί όσο ζούμε, δε θα βρισκόμασταν σε έναν κόσμο με πλούσια δάση και πεδιάδες και υγιείς ερήμους, που θα έσφιζαν από άγρια ζωή. Αντίθετα, θα βρισκόμασταν σε έναν κόσμο γεμάτο με τα απομεινάρια του πολιτισμού –εγκαταλελειμμένα κτίρια, εργαλεία, μεταλλικά σκουπίδια κλπ.(2) Εκείνοι, των οποίων η φαντασία δε μένει αλυσοδεμένη στο ρεαλισμό ή σε μια πρωτογονιστική ηθική ιδεολογία, μπορούν να βρουν πολλούς τρόπους για να εξερευνήσουν, να παίξουν και να χρησιμοποιήσουν όλα αυτά -οι πιθανότητες είναι άπειρες. Αλλά, το πιο σημαντικό είναι πως αυτό είναι μία άμεση πιθανότητα και μία, που μπορεί να συνδεθεί ρητά με την καταστροφική επίθεση στον πολιτισμό. Και αυτή η αμεσότητα είναι εξόχως ουσιαστική, γιατί εγώ ζω τώρα, εσείς ζείτε τώρα, όχι σε μερικές εκατοντάδες χρόνια, όπου ένα επιβεβλημένο πρόγραμμα, που θα είχε στόχο το πρωτογονικό ιδανικό, ίσως κατάφερνε να δημιουργήσει έναν κόσμο, όπου αυτό το ιδανικό θα μπορούσε να γίνει παγκόσμιο βίωμα -αν οι πρωτογονιστές κάνουν την επανάστασή τους τώρα και εφαρμόσουν το πρόγραμμά τους. Ευτυχώς, κανένας από τους πρωτογονιστές δε φαίνεται να στοχεύει σε τέτοια εξουσιαστικά επαναστατικά μέτρα, προτιμώντας να βασίζονται σε μια μυστικιστική μεταμόρφωση για να πραγματοποιηθεί το όνειρό τους (ίσως όπως το όραμα του φαντάσματος, που χορεύει στη θρησκεία των Ινδιάνων, σύμφωνα με το οποίο το τοπίο που κατασκεύασαν οι Ευρωπαίοι εισβολείς υποτίθεται θα ξεφλουδίσει, αφήνωντας πίσω του ένα παρθένο, άγριο τοπίο γεμάτο άφθονη ζωή).

Για αυτόν το λόγο, ίσως είναι λίγο άδικο να αποκαλείται το πρωτογονιστικό όραμα ένα πρόγραμμα (παρόλο που δε δίνω δεκάρα αν είμαι άδικος, καθώς δε με ενδιαφέρουν οι αστικές αξίες…). Ίσως, είναι περισσότερο κάτι σαν λαχτάρα. Όταν αναφέρω αυτά τα ερωτήματα σε πρωτογονιστές που γνωρίζω, μου λένε συχνά πως το πρωτογονιστικό όραμα αντανακλά τις «επιθυμίες» τους. Λοιπόν, αντιλαμβάνομαι διαφορετικά την επιθυμία από αυτούς. «Επιθυμίες», που έχουν τη βάση τους σε αφηρημένες και πραγμοποιημένες παραστάσεις -στην περίπτωση αυτή η παράσταση του «πρωτόγονου»-, είναι εκείνα τα φαντάσματα επιθυμιών(3), που καθοδηγούν την κατανάλωση εμπορευμάτων. Αυτό φαίνεται ρητά σε κάποιους πρωτογονιστές, όχι μόνο στην κατανάλωση βιβλίων θεωρητικών του πρωτογονισμού, αλλά και από τα λεφτά και/ή τις εργατοώρες που ξοδεύουν, για να αγοράσουν τις αποκαλούμενες «πρωτόγονες» ικανότητες από σχολεία που ειδικεύονται σε αυτό(4).  Αλλά, αυτό το φάντασμα της επιθυμίας, αυτή η λαχτάρα για μια παράσταση, που δεν έχει καμία σύνδεση με την πραγματικότητα, δεν είναι μια πραγματική επιθυμία, γιατί το αντικείμενο μιας πραγματικής επιθυμίας δεν είναι μια αφηρημένη εικόνα, στην οποία κάποιος γαντζώνεται -μια εικόνα που μπορεί να την αγοράσει κανείς. Ανακαλύπτεται μέσα από τη δραστηριότητα και τις σχέσεις μέσα στον κόσμο, εδώ και τώρα. Η επιθυμία, όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ, είναι κίνητρο για να δράσεις, να σχηματίσεις σχέσεις, να δημιουργήσεις. Υπό αυτήν την έννοια, το αντικείμενό της λαμβάνει υπόσταση μόνο στην ικανοποίηση της επιθυμίας, στο βίωμά της. Εδώ, και πάλι, καταδεικνύεται η αναγκαιότητα της αμεσότητας. Και είναι μόνο υπό αυτήν την έννοια, που η επιθυμία γίνεται εχθρός του πολιτισμού, στον οποίο ζούμε, του οποίου η υπαρξη βασίζεται στην προσπάθεια να αντικειμενοποιήσει όλες τις σχέσεις και τις δραστηριότητες, να τις μετατρέψει σε πράγματα, που βρίσκονται πάνω από εμάς και μας καθορίζουν, να τους βάλει ταμπέλες, να τις θεσμοθετήσει και να τις εμπορευματοποιήσει. Επομένως, η επιθυμία είναι μάλλον ένα κίνητρο, παρά μια λαχτάρα και δρα άμεσα, επιτιθέμενη σε οτιδήποτε την εμποδίζει να προχωρήσει μπροστά με δύναμη. Ανακαλύπτει τα αντικέιμενά της στον κόσμο γύρω της, όχι σαν κάτι αφηρημένο, αλλά σαν πραγματικές σχέσεις. Γι’ αυτό, πρέπει να επιτεθεί στις θεσμοθετημένες σχέσεις, που παγώνουν τη δραστηριότητα με τη μορφή της ρουτίνας, του πρωτοκόλλου, της παράδοσης, της συνήθειας -σε πράγματα, που πρέπει να γίνουν στη σειρά. Σκεφτείτε το αυτό σε συνάρτηση με τις καταλήψεις, την απαλλοτρίωση, τη χρήση του χρόνου εργασίας κάποιου για τον εαυτό του, το γράψιμο με σπρέι κλπ και πώς αυτά συσχετίζονται ρητά με την καταστροφική δραστηριότητα.

Τελικά, αν φανταζόμαστε την εξάρθρωση του πολιτισμού, τη δραστήρια και συνειδητή καταστροφή του, όχι για να εφαρμόσουμε κάποιο πρόγραμμα ή για να βιώσουμε ένα συγκεκριμένο όραμα, αλλά για να ανοίξουμε και να επεκτείνουμε δίχως τέλος τις πιθανότητες για να πραγματώσουμε τους εαυτούς μας και να εξερευνήσουμε τις δυνατότητές μας και τις επιθυμίες μας, τότε μπορούμε να ξεκινήσουμε να το κάνουμε με τον τρόπο που ζούμε εδώ και τώρα, ενάντια στο υπάρχον. Αν, αντί να ελπίζουμε για έναν παράδεισο, αδράξουμε τη ζωή, τη χαρά και το θαυμάσιο τώρα, θα ζήσουμε μια πραγματικά αναρχική κριτική του πολιτισμού, που δεν έχει καμία σχέση με την εικόνα του «πρωτόγονου», αλλά με την άμεση ανάγκη μας να μην είμαστε πλέον εξημερωμένοι, την ανάγκη μας να είμαστε μοναδικοί και όχι δαμασμένες, ελεγχόμενες και καθορισμένες ταυτότητες. Έτσι, θα βρούμε τρόπους να αδράξουμε όλα αυτά, που μπορούμε να κάνουμε δικά μας και να καταστρέψουμε όλα αυτά, που που έχουν σκοπό να μας κατακτήσουν.

 Vagabond Theorist

Σημειώσεις:

1. Η χρήση του όρου «πρωτόγονες» -που σημαίνει «πρώτες» ή «πρώιμες»- για κοινωνίες, οι οποίες έχουν υπάρξει στο σήμερα χωρίς να αναπτύξουν πολιτισμό, ενέχει κάποιες αμφισβητίσημες υποθέσεις. Πώς γίνεται κοινωνίες, που υπάρχουν τώρα, να είναι «πρώτες» ή «πρώιμες»; Εμφανίστηκαν μόλις τώρα; Σε έναν κόσμο, που βρίσκεται μονίμως σε κίνηση, έχουν παραμείνει με κάποιον τρόπο στατικές και απαράλλαχτες; Μπορεί η ανθρώπινη ανάπτυξη να συμβεί μόνο με έναν τρόπο -όπως η ανάπτυξη πολιτισμού; Και ποια από αυτές τις κοινωνίες είναι η πραγματική «πρωτόγονη»; Σίγουρα, δεν είναι όλες ίδιες ή δεν είναι καν όμοιες. Η ομογενοποίηση είναι χαρακτηριστικό του πολιτισμού, όχι άλλων κοινωνικών πραγματικοτήτων. Έτσι, το να τις βάζουμε όλες κάτω από την ίδια ταμπέλα είναι γελοίο… Έτσι, επλέγω να βάλω τη λέξη «πρωτόγονες» σε εισαγωγικά.

2. Εδώ εννοώ συγκεκριμένα μια συνειδητή, επαναστατική, αναρχική εξάρθρωση του πολιτισμού και όχι για την κατάρρευσή του. Η κατάρρευση δε θα ήταν ένα άμεσο γεγονός, που θα συνέβαινε μια και καλή. Στη διαδικασία της κατάρρευσης, δε θα αντιμετωπίζαμε μόνο τα απομεινάρια του πολιτισμού. Θα αντιμετωπίζαμε και τα ανθρώπινα σκουπίδια του, που θα ζούσαν ακόμα, με τη μορφή των πολιτικών, που θα είχαν μετατραπεί σε πολέμαρχοι για να διατηρήσουν την εξουσία τους, έχοντας στην κατοχή τους πολύ επικίνδυνα όπλα -τα αποκαλούμενα «όπλα μαζικής καταστροφής»-, τα οποία, κατά πάσα πιθανότητα, θα χρησιμοποιούσαν με αγριότητα. Τα επακόλουθα της κατάρρευσης θα είναι πιο καταστροφικά από οτιδήποτε έχουμε δει ως τώρα.

3. Ο ποιητής William Blake μιλάει για αυτές στο έργο Ο γάμος του Παραδείσου και της Κόλασης.

4. Αυτά τα πανάκριβα σχολεία επιτρέπουν σε αυτούς, που δεν έχουν τα απαραίτητα χρήματα, να παρακολουθούν με αντάλλαγμα απλήρωτη εργασία, μια μορφή εκμετάλλευσης, που κατ’ ευφημισμόν, ονομάζεται ανταλλαγή εργασίας, ένας όρος που εφευρέθηκε από την αριστερή πτέρυγα του new age -και έτσι, αναπόφευκτα, ένα κάρο μαλακίες σχεδιασμένες για να συγκαλύψουν αυτήν την εκμεταλλευτική σχέση.

* {ΣτΜ} Η πρώτη αναφορά εννοεί το Ρώσο αναρχικό Μιχαήλ Μπακούνιν και η δεύτερη το Γάλλο αναρχοατομικιστή Zo d’Axa.

Πηγή