Αναδημοσίευση από Café Morgenland
Αυτό το κείμενο είναι για αυτούς που, όχι μόνο δεν προσέφυγαν στο σύνηθες: να μιλήσουν τη γλώσσα των ρουφιάνων στη χώρα των ελλήνων, αλλά προσπάθησαν κιόλας έμπρακτα για το ακριβώς αντίθετο: να βάλουν την ελληνική κοινωνία ολόκληρη απέναντί τους, σαν γενεσιουργό αιτία όλων των εξουσιών. Είναι για αυτούς που συνεχίζουν να ζεσταίνονται στις φλόγες του δεκέμβρη, μην δίνοντας ουτε για μια στιγμή δεκάρα στον κίνδυνο να καούν οι ιδιοι και συνεχίζουν μαλιστα να σκιαγραφούν από τα κάτεργα το αδιανόητο.
Και επειδή απαιτούν ειλκρίνεια, κάνουμε δεκτή την απαίτηση τους. Η αλληλλεγύη μας προέρχεται από δύο λόγους: Ο ένας είναι καθαρά εγωιστικός. Τους θέλουμε ζωντανούς κι ελεύθερους, όχι για «να γίνουμε πολλοί» κι άλλες τέτοιες ηλιθιότητες, αλλά για να ανταλλάξουμε απόψεις και δράσεις και για να αντιπαρατεθούμε, ναι, για να αντιπαρατεθούμε μαζί τους για χίλια δυο πράγματα, απλά γιατί δεν υπάρχουν άλλοι στον ελληνικό ορίζοντα. Έτσι η απελευθέρωση τους γίνεται κυρίαρχο ζήτημα για μας.
Ο δεύτερος είναι αυτή η συναισθηματικά φορτισμένη συμπάθεια μας για τη στάση και το λόγο τους. Ξέρουμε, οι λόγοι αυτοί δεν είναι ούτε επαναστατικοί, ούτε κινηματικοί. Δεν μας νοιάζει, δεν μας ενδοιαφέρει όμως, είναι δικοί μας λόγοι, δεν τους δανειστήκαμε από πουθενά κι από κανέναν.
Η ΣΠΦ είναι η παραφωνία στον καταμερισμό εργασίας που καθιερώθηκε από καιρό στην επαναστατική διαδικασία, μια παραφωνία που τα κάνει όλα άνω κάτω. Άνοιξε το κελάρι της ελληνικής κοινωνίας να μπει φως και καθαρός αέρας. Πιο πριν, ήταν γεμάτο πτώματα σε προχωρημένο βαθμό σήψης, αραχνιασμένα λείψανα και κάτι παράξενες, σκονισμένες έννοιες που είχαν προ πολλού εξαφανιστεί από το ελληνικό λεξιλόγιο. Τρομάξανε οι ιθύνοντες και προσπαθούν τώρα απεγνωσμένα να ξανακλείσουν το κελάρι στοιβάζοντας αυτούς τους διαρρήκτες της ιστορίας στα μπουντρούμια τους για να τους αποτελειώσουν. Και το παράδειγμα τους ακολούθησαν άλλοι ανά τον κόσμο, και σπάνε κι αυτοί τα αμπαρωμένα κελάρια τους, τα γεμάτα αποσυντεθειμένα πτώματα, τους έχει πιάσει μια υπέροχη τρέλα που κινδυνεύει να γίνει μεταδοτική.
Πιο πριν, όμως, ας πούμε δύο λόγια επί τη ευκαιρία για το Δεκέμβρη του 2008, όχι για να βερμπαλίσουμε ούτε για να θυμηθούμε απλώς, αλλά για να δώσουμε περιεχόμενο στο τι σημαίνει αλληλεγγύη για εμάς στον αγώνα που γίνεται σήμερα μέσα από τις ελληνικές φυλακές. Η αλληλεγγύη στους φυλακισμένους αγωνιστές και τις φυλακισμένες αγωνίστριες, εξάλλου, δεν μπορεί παρά εν μέρει να είναι η συνέχιση και η διάδοση του λόγου των κρατουμένων και, βέβαια, η στήριξη των λόγων για τους οποίους φυλακίστηκαν.
Δεκέμβρης 2008
Όταν ήταν οι μέρες του Δεκέμβρη του 2008, εξάλλου, δεν θελήσαμε να συμβάλουμε στην παρεπόμενη φλυαρία που τον ακολούθησε, γιατί ούτε θέλαμε να διαπραγματευτούμε με τις ηλίθιες ελπίδες κάποιων που περίμεναν τα ‘σοβαρά κινήματα’ να έρθουν, ούτε θέλαμε από την άλλη να διαπραγματευτούμε και τις κραυγές ανησυχίας κάποιων άλλων που προβληματίζονταν μήπως και το κίνημα έχασε τη συμπάθεια των μικροαστών. Και δεν θελήσαμε γιατί – το λέμε ρητά – μας καθόταν καλά και σκέτη η φωτιά. Εκείνες τις ζεστές νύχτες, λοιπόν, όποιο πρόβλημα όρασης κι αν είχε κανείς/καμιά, δεν μπορούσε παρά να αναγνωρίσει (και να φοβηθεί ίσως) την άγρια ομορφιά της καθαρής άρνησης που εξαπέλυαν οι αισχρές μειοψηφίες αυτής της άθλιας κοινωνίας που ακούει στο όνομα ελλάδα. Αυτό ήταν που γιορτάζαμε, λοιπόν, δίχως να θέλουμε να πούμε και πολλά παραπάνω. Τώρα, αναγκαζόμαστε να πούμε κάποιες σκέψεις γιατί οι λογαριασμοί με τη μνήμη και την πρακτική του Δεκέμβρη, με αφορμή αυτή την απεργία πείνας, πρέπει να ξανανοίξουν.
Ας εξηγήσουμε ακόμα λίγο δύο σημεία. Πρώτον, ως άνθρωποι που μέσα από τις δικές μας διαδρομές στη ζωή έχουμε κηρύξει λυσσαλεό πόλεμο με αυτούς και τις ιδεολογίες που μας κάνουν τη ζωή δύσκολη (λίγος ή πολύς πατριωτισμός, εθνικισμός, ρατσισμός, αντισημιτισμός κτλ), ήμασταν και είμαστε πάντα καχύποπτοι στο αν και πως ένα κίνημα αγκαλιάζει ή αρνείται τις πινελιές εθνικίλας που ζέχνει κάθε σχεδόν κίνημα στην ελλάδα. Ο Δεκέμβρης του 2008 και η πλειοψηφία των εξεχόντων συμμετόχοντων, λοιπόν, ούτε από εθνικίλα χαρακτηρίζονταν αλλά ούτε και από ρατσισμό. Για αυτό τον θαυμάσαμε καταρχήν! Μάλιστα, υπήρξαν και συγκεκριμένες και ρητές αρνήσεις όλων αυτών των τόσο αναγκαίων χαρακτηριστικών της ελληνικής κοινωνίας μέσα στις νύχτες του Δεκέμβρη. Η σχετική έλλειψη διάκρισης των χτυπημάτων φανέρωνε την ολομέτωπη επίθεση στο πλειοψηφικό κοινωνικό σώμα και τα υποκείμενα που το στελεχώνουν.
Δεύτερο, η πολυμορφία των αγωνιζόμενων του Δεκέμβρη και η ριζικά νέα μορφή εμφάνισης τους, μας αποκάλυψε μία πραγματικότητα για την οποία ούτε εμείς βέβαια ήμασταν έτοιμοι. Στον αφρό αυτού του κύματος δημιουργίας, καταστρεπτικής δημιουργίας, ξεβράζονταν δεκάδες παρέες πιτσιρικάδων λυσσασμένων με το όλο κοινωνικο-πολιτικό σύστημα. Τους έβλεπες την Κυριακή της 7ης Δεκέμβρη στην λεωφ. Αλεξάνδρας να προελαύνουν δίχως μάσκες μέσα από τους τόνους δακρυγόνων, τους έβλεπες στην οδό Εγνατίας να κυνηγάνε μετά από κοπάνα από το σχολείο Ζητάδες και, βέβαια, μύριζες την κάπνα από τις πύρινες προσπάθειες τους παντού. Ήταν αυτή η ζωντάνια που δεν περίμενες να έρθει ποτέ από το ελληνικό νεκροταφείο. Και μια ζωντάνια – εδώ είναι το ριζικά νέο της μορφής – που δεν είχε αιτήματα. Ούτε πολιτικαντισμοί, ούτε τακτικές, ούτε άλλες συμβιβαστικές μπούρδες με τον κοινωνικό κορμό. Κάτι πρωτογενές ήταν εκεί.
Όσο μπορείς να τα περιγράψεις, τα παραπάνω χαρακτηριστικά της εξέγερσης του 2008 – η έλλειψη/άρνηση εθνικών προσήμων στην εξέγερση κι ένας διάχυτος αντικοινωνισμός, που αφενός δεν διαπραγματευόταν με την εξουσία, αφετέρου δεν γούσταρε να φορέσει ταμπέλες και αιτήματα – στάθηκαν για εμάς σημαντικότατα. Και πιστεύουμε σημαντικότατα στάθηκαν και για ‘τους απέναντι’. Για την πλειοψηφική ελληνική κοινωνία για την οποία ο Δεκέμβρης αναδείχτηκε ως εφιάλτης. Για τους φασίστες που ωρύονταν και πανικόβλητοι έτρεχαν να ανασυνταχθούν. Για το κράτος που έστω και για λίγο, έστω και σύντομα, εξεπλάγη και αναγκάστηκε σε κινήσεις αναδίπλωσης και κορύφωσης της καταστολής.
Αυτή η καταστολή, προφανώς, δεν ήταν δυνατόν να μην αγγίξει ένα από τα πιο δυναμικά κομμάτια της άγριας νεολαίας του Δεκέμβρη, αυτό που συνελήφθη κατηγορούμενο για τη συμμετοχή του στη Συνωμοσία των Πυρήνων της Φωτιάς. Η συγκεκριμένη οργάνωση είναι προφανές – και μέσα από τα περισσότερα κείμενα της – ότι διατήρησε μέσα της ζεστό αυτό το πνεύμα του Δεκέμβρη, έστω κι αν υπήρχε πιο πριν. Κι αυτή ήταν η μόνη που το περιέγραψε και ταυτίστηκε μαζί του.
«Ένα φαινόμενο που ξεκίνησε πριν απο 2-3 χρόνια και κορυφώθηκε πέρσι στα γεγονότα του Δεκέμβρη. Ένας κόσμος ανένταχτος, αρκετά νεαρός σε ηλικία (μερικοί μαθητές ακόμα), που δεν έχει κανένα επίσημο πολιτικό πρόταγμα, ασεβής και εξαιρετικά βίαιος γιατί ένιωσε την βία της υποκρισίας και της μοναξιάς, ένας κόσμος χωρίς την κουλτούρα των \”επαναστατικών\” διαδικασίων και των φλυαριών, γιατι τα ήθελε όλα εδώ και τώρα, με το \”no future\” στο στόμα και την περιφρόνηση στο βλέμμα απέναντι σε κάθε είδους αξιώματα, ένας κόσμος με τις αρκετές αντιφάσεις του, που όμως τις έκανε κάτι…τις έκανε μολότωφ σε πορεία…ασύντακτο κείμενο σε μοίρασμα στο δρόμο…εμπρησμό μέσα στην νύχτα…»
Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς – Αντάρτικη Ομάδα Τερροριστών,
Αθήνα 16 Νοεμβρίου 2009
«Βάρκιζα τέλος. Εμφύλιος τώρα!»
Ξεπηδώντας από αυτό το περιβάλλον, η Συνωμοσία αποτελεί, κατά τη γνώμη μας, την πρώτη ομάδα αντάρτικου πόλης στην ελλάδα που – αντίστοιχα – δεν είχε αιτήματα ενώ, παράλληλα, είναι το πρώτο αντάρτικο πόλης που είναι απόλυτο, με την έννοια ότι δεν συναινεί σε πολιτικαντισμούς, καθώς και βλέπει σαν αιτία γέννησης/αναπαραγωγής των εξουσιαστικών σχέσεων την ίδια την κοινωνία αλλά και το υποκείμενο, στο οποίο δίνει πρωταρχική σημασία. Με αυτή την έννοια, η Συνωμοσία γύρισε την πλάτη σε λαϊκισμούς και γλυψίματα του υποκειμένου ‘λαός’, όπως αυτά εφαρμόζονταν στο λόγο και στην πράξη του συντριπτικά πλειοψηφικού μέρους της ελληνικής αριστεράς αλλά και της ελληνικής αναρχίας. Το ότι ο αγώνας αυτός δόθηκε πέραν των καθιερωμένων ορίων της κλασικής πολιτικής στην ελλάδα αντανακλάται και στην ανάλυση της, η οποία, παρόλο που είναι πολύμορφη και ετερόκλητη στα διάφορα σημεία, απορρίπτει σχήματα ταξικής ανάλυσης και δίνει στην προσωπική συνείδηση τη θέση που της αξίζει και, σημειωτέον, τη θέση που έχουν «ξεχάσει» να της αποδώσουν εδώ και χρόνια άλλες ριζοσπαστικές ομάδες. Κι αυτό γιατί προφανώς οι άνθρωποι αυτοί γνώριζαν πως όταν λέμε ‘κοινωνία’ δεν εννοούμε ένα αφηρημένο σύνολο ανθρώπων αλλά μια διαστρωμάτωση υποκειμενικοτήτων και ομάδων οι οποίες έχουν ενεργό ρόλο στη ζωή – είτε αυτές είναι εύκολα και βολικά παραδεκτές, π.χ. σεκιουριτάδες, δεσμοφύλακες, μπάτσοι, δικαστές κτλ είτε όχι, π.χ. απλοί και καθημερινοί ρατσιστές, ρουφιάνοι κτλ.
«Η αντίληψή μου βρίσκεται πολύ μακριά από την απολιθωμένη αντίληψη που προσωποποιεί στο κράτος και στο κεφάλαιο το μόνο εχθρό και εμφανίζει την κοινωνία ως την ωραία κοιμωμένη του παραμυθιού, που βρίσκεται στην αιώνια ύπνωση και κάποια μέρα θα ξυπνήσει και θα ρίξει τα αφεντικά απ΄ το θρόνο τους. Τοποθετώ την κοινωνία εκεί που πραγματικά της αξίζει. Απέναντί μας.»
Γιώργος Πολύδωρος
Φυλακισμένο μέλος Ε.Ο. Σ.Π.Φ. /FAI /IRF
μπουρδελο-φυλακή Αλικαρνασσού
11 Δεκέμβρη 2011
Αυτές οι σκέψεις μας φέρνουν όσο πιο κοντά γίνεται στην απόπειρα διαπραγμάτευσης και επαναφοράς ενός εμφυλιοπολεμικού κλίματος. Από το Δεκέμβρη του 2008 στον Δεκέμβρη του 1944. Κι από κει, πίσω στη Συνωμοσία και το σύνθημα «Βάρκιζα τέλος. Εμφύλιος τώρα!», αναδιατυπωμένο, που γραφόταν κατά κόρον το Δεκέμβρη στην Αθήνα, που επιχειρούσε να οξύνει και να μας ξαναρίξει όλες και όλους μας σε εκείνο το κλίμα που νιώθαμε το Δεκέμβρη, στην πρώτη εκείνη εβδομάδα που η κοινωνία έμοιαζε χωρισμένη στα δύο, λιγότεροι από τους μισούς υπέρ μας, και η πλειοψηφία εχθρική, οι περισσότεροι σιωπηλά και κάμποσοι, μεταξύ και των μπάτσων, ενεργά εχθρικοί.
«Γιατί, οσο κι αν διαφωνούμε, με την ιδεολογία και τα οράματα \”του λαικου ξεσηκωμου\” ,των προηγούμενων γενιών , σεβόμαστε αυτους που μάτωσαν για τις ιδεές τους ή πέθαναν με το \’οπλο στο χέρι, περήφανοι, χωρίς κανένα αντάλλαγμα».
Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς – Αντάρτικη Ομάδα Τερροριστών,
Αθήνα 16 Νοεμβρίου 2009
Τι λένε εδώ δηλαδή οι «Πυρήνες»; Ζούμε μια επανοικειοποίηση του μετεμφυλιακού λόγου; Ή απλώς παρακολουθήσαμε τα έργα και τις ημέρες κάποιων κολλημένων που δεν πήραν απόφαση ότι τελείωσε ο ‘Δεκέμβρης’;
Όπως και να το βλέπει κανείς/καμιά, σε έναν κόσμο που ούτως ή άλλως σφύζουν τα προσωπικά/ πολιτικά αδιέξοδα και δεν υπάρχουν έτοιμες λύσεις, είπαμε εξαρχής να μην προσπεράσουμε, ανεξαρτήτως αποτελεσματικότητας, την απόφαση 20χρονων συντρόφων/ παιδιών/ υποκειμενικοτήτων κοκ (όπου εστιάζει ο καθένας) να πάρουν γκάνια, γκάζια, γιαταγάνια και να αντιμετωπίζουν ποινές φυλάκισης που θα τους γεράσουν μέσα σε φυλακές την ίδια στιγμή που 20χρονοι νεολαίοι δίνουν τα μαθήματα τους στα πανεπιστήμια τους σα να μη συμβαίνει τίποτα κι ενώ ετοιμάζονται τα πρώτα στρατόπεδα φυλάκισης 30,000 μεταναστών στην κατά τα άλλα φιλήσυχη και φιλότιμη ελληνική κοινωνία.
Και μάλιστα κανείς δεν μπορεί να προσπεράσει τις πράξεις και το λόγο τους, όταν η μία διαφορά με τον εμφύλιο του ‘44 είναι ότι τότε αναγκάστηκε ένα μέρος του πλυθησμού να έρθει σε αντιπαράθεση με τον εθνικό κορμό και την πλειοψηφία της κοινωνίας. Σήμερα, η αντίθεση με την κοινωνική πλειοψηφία και η επιλογή για κονσερβοκούτια γίνεται συνειδητή στάση ζωής. Αυτή είναι η καινοτομία ή το αδιανόητο, το παράδοξο που αναφέραμε προηγουμένως.
Και κάτι ακόμα πρέπει να συμπεράνουμε και σε κάτι ακόμα να καταλήξουμε: άλλον έναν λόγο για αλληλεγγύη. Μέσα από όλα αυτά, τις αναφορές στο παρελθόν και το πως η ΣΠΦ συνεχίζει το νήμα από εκεί που το πιάνει, πρέπει να συμπεράνουμε ότι οι δράσεις της οργάνωσης – σε αντίθεση και πάλι με την πλειοψηφία της ελληνικής αριστεράς – δεν είναι μελαγχολικές, δεν κοιτούν πίσω, δεν ενσωματώνουν την ήττα και άρα δε συναινούν ντε και καλά σε κάποια εθνική σύμπνοια.
«Αυτος ειναι ο ειλικρινης μηδενισμος, που εχει το βλεμμα και την καρδια στο εδω και τωρα. Αυτο ειναι που τρομαζει καμια φορα τους ηγετες κι οχι τόσο τα οπλα και τα εκρηκτικα. Αυτο και η λιτη ειλικρινεια των προθεσεων μας.»
Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς – Αντάρτικη Ομάδα Τερροριστών,
Αθήνα 16 Νοεμβρίου 2009
Απεργία πείνας
Αυτά τα παιδιά του Δεκέμβρη τα κατέχουν δύο θανατηφόρα χαρακτηριστικά. Είναι απόλυτοι και συνεπείς. Με την απεργία πείνας αποφάσισαν να μείνουν νέοι. Έτσι κι αλλιώς. Η πραγματοποίηση αυτής της απόφασης τους είναι στο χέρι τους, έχει πια ξεφύγει από τον έλεγχο των δημίων τους. Όχι όμως κι οι συνέπειες της. Μια εξέλιξη που θα οδηγήσει στη βιολογική τους εξόντωση θα ήταν μια δολοφονία που καταλογίζεται πλήρως, μονομερώς και δίχως ελαφρυντικά στοιχεία στους δήμιους τους και στην κοινωνία που τους στηρίζει, παθητικά ή ενεργητικά. Στον πόλεμο αυτό δεν υπάρχουν ούτε παράπλευρες απώλειες ούτε άσχετοι θεατές, ο καθένας έχει αναλάβει έναν ρόλο και κρίνεται από αυτό. Και μόνο από αυτό.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η σελίδα που άνοιξαν σ’ αυτή την ατελείωτη ιστορία του «γουρούνι ή άνθρωπος» είναι αδύνατον πια να κλείσει. Και καταντά τουλάχιστον γελοίο, να έρχονται τώρα κάποια ανθρωπάκια λοιπόν, με τη μορφή του εισαγγελέα, του δικαστή, του διώκτη και γενικά του χωροφύλακα και του ρουφιάνου να σταματήσουν την ιστορία. Τουλάχιστον λίγη σοβαρότητα δεν θα έβλαπτε. Όσο για την απόλυτη σιωπή των ΜΜΕ για την ΣΠΦ και την απεργία πείνας, αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από την απόφαση τους να πάρουν στην συγκεκριμένη περίπτωση τη στάση των γυπών. Περιτριγυρίζουν πετώντας πάνω από το θύμα τους περιμένοντας στοχευμένα και υπομονετικά να αφήσει την τελευταία του πνοή για να το κατασπαράξουν, όπως έκαναν τόσο πολλές φορές στο παρελθόν.
Και τώρα, δυστυχώς, βρίσκονται στα χέρια αυτών με τη λίγη σοβαρότητα αλλά και με τη μονότονη αυτοαπασχόληση:
«Κατά τη μεταφορά δεν έλειψαν τα ρατσιστικά σχόλια και οι βρισιές απέναντι μου ενώ σε διάφορα χρονικά διαστήματα τραβούσαν αναμνηστικές φωτογραφίες. Το καλωσόρισμα μου στη ΓΑΔΑ ήταν μια κλοτσοπατινάδα από αρκετούς μπάτσους, για πολλή ώρα, αφού δεν αποκάλυπτα την ταυτότητά μου. Αφού τελικά με ξεκουκούλωσαν και ανακάλυψαν ποιος είμαι, με ανάγκασαν να κοιτάζω έναν τοίχο και μια στο τόσο συνέχιζαν το ξύλο, για να μου θυμίζουν που βρίσκομαι. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα άκουγα το βασανισμό των συντρόφων μου από τα δίπλα δωμάτια… Μόλις τελείωσαν, με ξαναέβαλαν να κάτσω αντικριστά σε έναν τοίχο όπου και εκεί δεν έλειψαν τα ρατσιστικά σχόλια. Μου έβαζαν να ακούω εμβατήρια και τον εθνικό ύμνο, τονίζοντάς μου πως αν έλεγα “γαμώ την Αλβανία” όλα θα τελείωναν.»
από επιστολή του Νταμιάνο Μπολάνο, 20 Μαΐου, φυλακές Δομοκού 2011
Λοιπόν, για να μην πολυλογούμε. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να απαιτήσουμε να ικανοποιηθούν τα αιτήματα των απεργών πείνας, του Χ. Χατζημιχελάκη, του Ντ. Μπολάνο και του Γ. Πολύδωρου που ξεκίνησαν την απεργία πείνας τους από 17/04/2012 απαιτώντας την οριστική μεταγωγή δύο συντρόφων τους από τη φυλακή του Δομοκού στη φυλακή του Κορυδαλλού αλλά και των Γ. Τσάκαλου, Π. Αργυρού και Χ. Τσάκαλου που έχουν ξεκινήσει την δική τους απεργία πείνας από 08/04/2012.
Αν και είμαστε πεπεισμένοι ότι αυτοί οι σύντροφοι είναι αδύνατον να ζήσουνε φυλακισμένοι. Είναι οι άλμπατρος του ελληνικού βιότοπου που πεθαίνουν ακαριαία όταν κλείνονται στο κλουβί.
Κι επειδή ακριβώς η συνέπεια τους είναι θανατηφόρα, είμαστε ενάντια σε μια τέτοια εξέλιξη. Αυτή πρέπει να αποτραπεί. Ναι, για τους προαναφερθέντες εγωιστικούς και συναισθηματικούς λόγους.
Το ζήτημα δεν είναι αν, αλλά το πως πεθαίνει κανείς
και προπάντων το πως έζησε!
– Δύναμη και λευτεριά στους απεργούς πείνας
της Συνωμοσίας των Πυρήνων της Φωτιας!
Συντρόφισσες/σύντροφοι εκτός του εθνικού-κοινωνικού βούρκου, 24.04.2012.