Category: Εξεγερσιακός Αναρχισμός
Κυκλοφόρησε το 37ο τεύχος του αγγλικού περιοδικού Dark Nights
Κυκλοφόρησε το 37ο τεύχος του αναρχικού εξεγερτικού περιοδικού Dark Nights, από την Αγγλία. Στο εσωτερικό του υπάρχει κείμενο της Ινδονησιακής FΑΙ, ενημερώσεις για αιχμάλωτους αναρχικούς, αναλήψεις ευθύνης, χρονολόγιο άμεσων δράσεων και το γράμμα του αναρχομηδενιστή αιχμαλώτου Ανδρέα Τσαβδαρίδη, στα αγγλικά.
Κατεβάστε το pdf, εδώ.
Αφίσα σχετικά με τη στοχοποίηση αναρχικών στο Ηνωμένο Βασίλειο
“Αλληλεγγύη στην εμπρηστική αναρχική μειονότητα στο Μπρίστολ
Ενάντια στα μίντια και στην κρατική καταστολή
Αστυνομικό κέντρο εκπαίδευσης για πυροβόλα όπλα, αξίας ύψους 16 εκατομμυρίων στερλινών, κάηκε συθέμελα στο Πόρτισχεντ
Για τον ολικό πόλεμο και το τέλος της πολιτικής αβρότητας
Ούτε βήμα πίσω – 9 χιλιοστά στα κεφάλια του εχθρού”
βλ. σχετική ανακοίνωση του Αναρχικού Μαύρου Σταυρού στο Μπρίστολ εδώ
Ας καταστρέψουμε την εργασία
To κείμενο είναι του Alfredo Bonanno και η μετάφραση από τις εκδόσεις \”Σίσυφος\”.
Η εργασία αποτελεί θέμα που ξαναγυρίζει όλο και περισσότερο πιεστικά μέσα στις σελίδες όλων των εφημερίδων, μέσα στα μαθήματα και τις ακαδημαϊκός διαλέξεις, στις εκκλησιαστικός ομιλίες, σε προεκλογικός πολιτικός συζητήσεις, ακόμη και μέσα σε άρθρα και σε μπροσούρες γραμμένες από συντρόφους.
Τα μεγάλα ερωτήματα που τίθονται είναι:
Με ποιο τρόπο να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη ανεργία; Πώς θα μπορέσει να ξαναδοθεί ένα νόημα στην εργασιακή ειδίκευση που τιμωρείται από τη βιομηχανική νεο-ανάπτυξη; Πώς θα μπορέσουν να βρεθούν εναλλακτικοί δρόμοι στην παραδοσιακή εργασία; Πώς τέλος, θα μπορέσει να καταργηθεί η εργασία ή να μειωθεί στο ελάχιστο απαραίτητο;
Ας πούμε αμέσως ότι καμία από αυτές τις ερωτήσεις δεν μας ανήκει. Δεν μας ενδιαφέρουν οι πολιτικές ανησυχίες όποιου διακρίνει στην ανεργία έναν σοβαρό κίνδυνο για την τάξη και τη δημοκρατία. Δεν μας αφορούν οι νοσταλγίες σχετικά με τη χαμένη επαγγελματική ειδίκευση. Ακόμη λιγότερο μας ενθουσιάζουν όλοι αυτοί που εξυφαίνουν απελευθερωτικούς εναλλακτικούς δρόμους στη μαζική εργασία του εργοστάσιου ή στη διανοητική εργασία και στη σκλήρυνση που υπέστη εξαιτίας του προωθημένου βιομηχανικού σχεδίου. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν μας αφορά η κατάργηση της εργασίας ή η μείωση της στο ελάχιστο ανεκτό για μια ζωή που θεωρείται κατ’ αυτό τον τρόπο γεμάτη και ευτυχισμένη. Πίσω από όλα αυτά βρίσκεται το χέρι, λιγότερο ή περισσότερο ορατό, αυτών που θέλουν να μας ρυθμίσουν την ύπαρξη, σκεπτόμενοι στη θέση μας ή προτείνοντας μας, με πολιτισμένους τρόπους, να σκεφτόμαστε με τον δικό τους τρόπο.
Είμαστε υπέρ της καταστροφής της εργασίας και, όπως θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε, πρόκειται για μια υπόθεση εντελώς διαφορετική. Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Η μεταβιομηχανική κοινωνία, σχετικά με την οποία θα επανέλθουμε αμέσως παρακάτω, επέλυσε το πρόβλημα της ανεργίας, τουλάχιστον μέσα σε ορισμένα όρια, μετακινώντας την εργασιακή δύναμη προς τομείς ελαστικοποιημένους, εύκολα χειριζόμενους και ελεγχόμενους. Αυτή τη στιγμή, μέσα στην πραγματικότητα των γεγονότων, η κοινωνική απειλή της διογκούμενης ανεργίας είναι περισσότερο θεωρητική παρά πρακτική και χρησιμοποιείται ως πολιτικός εκφοβισμός, ώστε να αποτρέψει πλατειά στρώματα ενδιαφερομένων να επιχειρήσουν οργανωτικές κατευθύνσεις που θα έβαζαν υπό συζήτηση, ακόμη και σε ελάχιστα επίπεδα, τις προγραμματικές επιλογές του νεοφιλελευθερισμού, ειδικά σε διεθνές επίπεδο.
Εξαιτίας του ότι ο ίδιος ο εργαζόμενος είναι πολύ περισσότερο ελέγξιμος μέσα από την ιδιότητα του, αυτή δηλαδή του ειδικευμένου εργαζόμενου, συνδεμένου με τη θέση εργασίας και με την καριέρα του στο εσωτερικό της παραγωγικής μονάδας που τον φιλοξενεί, από παντού, (και επίσης από την πλευρά των εκκλησιαστικών ιεραρχιών), στο όνομα λοιπόν αυτού ακριβώς του κοινωνικού ελέγχου, όλοι επιμένουν πάνω στην αναγκαιότητα να δοθεί δουλειά στον κόσμο και άρα να μειωθεί η ανεργία. Όχι επειδή αυτή η τελευταία, από μόνη της, από την άποψη της παραγωγής, αποτελεί ένα κίνδυνο, αλλά ακριβώς το αντίθετο, επειδή ο κίνδυνος θα μπορούσε να προέλθει από την ίδια την εμπειρία της ελαστικοποίησης που ήδη έχει καταστεί απαραίτητη στο εσωτερικό των εργασιακών οργανώσεων. Η αφαίρεση μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ταυτότητας από τον εργαζόμενο, επιφέρει δυνατές καταλυτικές επιπτώσεις που καθιστούν σε μεσοπρόθεσμα χρονικά διαστήματα, πιο δύσκολο τον ίδιο τον έλεγχο. Είναι ακριβώς αυτό που σκοπεύουν να πουν οι πάσης φύσης θεσμοθετικοί μηχανισμοί πάνω στο ζήτημα της ανεργίας.
Κατά τον ίδιο τρόπο, τα συμφέροντα του παραγωγικού σχηματισμού στην ολότητα του δεν επιτρέπουν πλέον μια επαγγελματική προπαρασκευή υψηλού επιπέδου, τουλάχιστον για το μεγαλύτερο μέρος των εργαζόμενων. Ως εκ τούτου τη θέση μιας παρελθούσας ζήτησης για επαγγελματική εξειδίκευση την έχει πάρει μια τωρινή ζήτηση για ευκαμψία ή αλλιώς ελαστικοποίηση, δηλαδή προσαρμογή σε εργασιακές ειδικότητες που βρίσκονται συνέχεια υπό τροποποίηση, σε περάσματα από την μία εταιρία στην άλλη, με λίγα λόγια σε μια ζωή αλλαγών που βρίσκονται σε λειτουργική σχέση με τις αναγκαιότητες των εργοδοτών.
Σήμερα αυτές οι ικανότητες προσαρμογής προγραμματίζονται από τον καιρό του σχολείου, αποφεύγοντας να προμηθεύσουν αυτό το απόθεμα γνώσεων θεσμικού χαρακτήρα που στο παρελθόν αποτελούσε την ελάχιστη τεχνική αποσκευή πάνω στην οποία ο λεγόμενος κόσμος της εργασίας κατασκεύαζε την λεγόμενη καθαρή επαγγελματική κατάρτιση.
Όχι ότι τώρα δεν υπάρχει η αναγκαιότητα υψηλών επιπέδων επαγγελματικής κατάρτισης, αλλά αυτή είναι αναγκαία μονάχα για ορισμένες χιλιάδες άτομα που προετοιμάζονται κατά τη διάρκεια των μεταπτυχιακών πανεπιστημιακών μάστερ, ορισμένες φορές με έξοδα των ίδιων των μεγάλων εταιριών που αναζητούν μ’ αυτό τον τρόπο να αρπάξουν τα υποκείμενα, τα πιο διαθέσιμα να υποστούν μια δογματοποίηση και, ως φυσικό επακόλουθο των πραγμάτων, μια υποβολή.
Στο παρελθόν, ακόμα και πρόσφατα, ο κόσμος της εργασίας κατείχε μια δική του μονολιθικότητα που χαρακτηρίζονταν από τη σιδερένια πειθαρχία που τον διαπερνούσε, ξεκινώντας από την μέτρηση των ρυθμών στις αλυσίδες παραγωγής, και τους προληπτικούς προσεκτικούς ελέγχους πάνω στα ίδια τα λεγόμενα άσπρα κολάρα και καταλήγοντας στα φακελώματα και τις απολύσεις εξαιτίας συνηθισμένων συμπεριφορών που όμως βρίσκονταν έξω από τις κωδικοποιημένες κατευθύνσεις ή, επί το συνηθέστερο, νόρμες. Η αντίσταση στο χώρο εργασίας σήμαινε υποβολή, απόκτηση μιας νοοτροπίας στρατιωτικού χαρακτήρα, εκμάθηση διαδικασιών άλλοτε απλών, άλλοτε σύνθετων, εφαρμογή αυτών των διαδικασιών, ταύτιση με αυτές, επίγνωση ότι ο ίδιος σου ο εαυτός, ο ίδιος ο τρόπος ζωής σου, με λίγα λόγια όλα αυτά που μπορούν να είναι τα πιο σημαντικά σ’ αυτό τον κόσμο, οι ίδιες οι ιδέες και η ζωή που σχετίζεται μ’ αυτές περικλείονται μέσα σ’ αυτές τις διαδικασίες.
Ο εργαζόμενος ζούσε μέσα στην εταιρία, είχε φιλικός σχέσεις με τους συντρόφους της δουλειάς, στον ελεύθερο χρόνο του μιλούσε για θέματα που αφορούσαν εργασιακά προβλήματα, σύχναζε σε μέρη που αφορούσαν την διάθεση του χρόνου μετά την εργασία και όταν πήγαινε διακοπές κατέληγε να το κάνει μαζί με τις οικογένειες των άλλων συντρόφων της δουλειάς του. Για να ολοκληρωθεί το πλαίσιο συχνά μέσα στις μεγάλος εταιρίες, οι κοινωνικός πρωτοβουλίες κρατούσαν δεμένες τις διάφορες οικογένειες με τους περιπάτους και τις περιοδικές εκδρομές, τα παιδιά πήγαιναν σε σχολεία που αρκετές φορές υποστηρίζονταν χρηματικά από την ίδια την εταιρία και όταν έρχονταν ο καιρός της συνταξιοδότησης, ένα απ’ αυτά έπαιρνε τη θέση του γονιού μέσα στην εταιρία. Έκλεινε έτσι, χωρίς ταρακουνήματα, ο εργασιακός κύκλος που εμπεριείχε στο εσωτερικό του όλη την προσωπικότητα του εργαζόμενου, αλλά επίσης και αυτή της οικογένειας του, υποδεικνύοντας του κατ’ αυτό τον τρόπο μια ολική ταύτιση με την εταιρία.
Ολόκληρος αυτός ο κόσμος έχει δύσει τελειωτικά. Ακόμη και αν κάποια υπολείμματα του συνεχίζουν να λειτουργούν, αυτός έχει εξαφανιστεί όσον αφορά την ίδια την ομοιογένεια και την σχεδιαστική του ομοιομορφία. Στην θέση του έχει εισχωρήσει μια προσωρινή και αμφίβολη εργασιακή σχέση, στο εσωτερικό της οποίας το αβέβαιο του μέλλοντος καθίσταται το βασικό στοιχείο, και όπου η έλλειψη επαγγελματικής ειδίκευσης σημαίνει έλλειψη της ίδιας της βάσης πάνω στην οποία μπορεί να σχεδιαστεί η ίδια η προσωπική ζωή του εργαζόμενου. Και όλα αυτά σε συνθήκες πλήρους έλλειψης τωρινών σχεδίων ανάπτυξης που να είναι διαφορετικά και τωρινών συμφερόντων που να είναι διαφορετικά από εκείνων που θέλουν μόλις να κερδίσουν τα απαραίτητα για την ίδια τους την επιβίωση ή εκείνων που χρειάζονται για να ολοκληρωθεί το ξεχρέωμα του δάνειου προσωπικής κατοικίας.
Στην προηγούμενη κατάσταση, η φυγή από την εργασία παρουσιάζονταν ως αναζήτηση ενός εναλλακτικού τρόπου που να μπορεί κάποιος να εργάζεται, ως ανάκτηση αυτής της παραγωγικής δημιουργικότητας που αφαιρέθηκε από τον καπιταλιστικό μηχανισμό. Το μοντέλο ήταν αυτό της άρνησης της πειθαρχίας, το σαμποτάζ μέσα στη γραμμή της παραγωγής νοούμενο ως επιβράδυνση μίας κατασταλτικής συχνότητας, η αναζήτηση κομματιών χρόνου, αθροίσματος μεμονωμένων λεπτών, που να μπορούσαν να αφαιρεθούν από την αποξένωση. Έτσι, ο μη θεσμοποιημένος ελεύθερος χρόνος, αλλά αντίθετα κλεμμένος από τον προσεχτικό εργοστασιακό έλεγχο, έρχονταν να χαρακτηριστεί μ’ ένα περιεχόμενο εναλλακτικής αξίας. Μπορούσε κάποιος να αναπνεύσει έξω από τους ρυθμούς της φυλακής του εργοστάσιου ή του γραφείου. Όπως μπορεί να γίνει αντιληπτό, ένας κόσμος που καμιά σχέση δεν έχει με τις παρούσες συνθήκες της παραγωγικής οργάνωσης και λιγότερη από ποτέ άλλοτε με τις αναπτυξιακές γραμμές της τάσης της.
Και επιπλέον: Σ’ εκείνες τις συνθήκες οι οποίες, στην ουσία τους δεν διαχωρίζονταν κατά πολύ από τις πρωτογενείς διαρθρωτικές δομές του εργοστάσιου, όταν οι χειρώνακτες που δραπέτευσαν από την αγγλική και τη σκοτσέζικη ύπαιθρο ήλθαν να κλειστούν, για πρώτη φορά σε μαζικό επίπεδο, κυριολεκτικά μέσα στις υφαντουργίες που φτιάχτηκαν από το μεγάλο βρετανικό κεφάλαιο το οποίο είχε συσσωρευτεί κατά τη διάρκεια περισσότερων από δύο αιώνων πειρατείες, σ’ εκείνες τις συνθήκες λοιπόν η γεύση του ανακτημένου χρόνου δηλητηριάζονταν σχεδόν αμέσως, από την αδυναμία να του δοθεί ένα νόημα που να μην ήταν το ίδιο με του εργασιακού περίγυρου. Με άλλα λόγια, εξοικονομούνταν ο χρόνος μονάχα σε όρους εξοικονόμησης της φυσικής κούρασης, όχι επειδή υπήρχε η γνώση ή η θέληση να γίνει κάτι το διαφορετικό, που να μην ήταν η ίδια η εργασία του καθενός. Και αυτό συνέβαινε επίσης γιατί ο καθένας ήταν δεμένος συναισθηματικά με τη δουλειά του, την είχε παντρευτεί στη ζωή και στο θάνατο. Ακόμη και οι επαναστατικές υποθέσεις του αναρχοσυνδικαλισμού δεν αμφισβητούσαν αυτή την κατάσταση στις ρίζες της, αντίθετα τη φόρτιζαν με απελευθερωτικά νοήματα, αποδίδοντας στο συνδικάτο την αποστολή να δομήσει την αυριανή ελεύθερη κοινωνία ξεκινώντας από τις ίδιες εργασιακές κατηγορίες του χτες.
Άρα η κατάργηση της εργασίας σήμαινε, μέχρι πριν από μερικά χρόνια, εξαφάνιση της κούρασης, δημιουργία μιας εύκολης και αρεστής εναλλακτικής εργασίας, ή διαφορετικό, και αυτό μέσα στις πιο προωθημένες θέσεις και κάτω από ορισμένες απόψεις τις πιο ουτοπικές και διαδομένες, την αντικατάσταση της με το παιχνίδι, αλλά ένα παιχνίδι σοβαρό, εφοδιασμένο με κανόνες και ικανό να δώσει στο άτομο μια ταυτότητα παίχτη, θα μπορούσε να μας γίνει η ένσταση ότι η ανάλυση του παιχνιδιού ως λογικής κατηγορίας επεκτάθηκε πολύ πιο πέρα από ένα προδιαγεγραμμένο παιχνίδι, το σκάκι για να πάρουμε ένα παράδειγμα, και προωθήθηκε μέχρι τη διάσταση της έννοιας του παιχνιδιού σαν λουδίτικης συμπεριφοράς του ατόμου, παιχνίδι σαν έκφραση των αισθήσεων, σαν ερωτισμός ή αισθησιασμός καθαρός και άμεσος, σαν ελεύθερη εκδήλωση του ίδιου του εαυτού μας στο πεδίο της έκφρασης, της χειρωνακτικής δημιουργικότητας, της τέχνης, της σκέψης και όλων αυτών των πραγμάτων βαλμένων μαζί. Όλα αυτά υποτέθηκαν φυσικά με αφορμή τις ευφυείς προβλέψεις του Φουριέ, που όμως, ας σημειωθεί, ότι ουσιαστικά δεν απείχαν κατά πολύ από τις υποθέσεις του Μπέντζαμιν σχετικά με το προσωπικό συμφέρον το οποίο υπηρετώντας κάποιος καθίσταται δυνατή έμμεσα και χωρίς να επιδιώκεται μια μεγαλύτερη ποσότητα συλλογικού συμφέροντος. Το γεγονός ότι ο άξιος έμπορος Φουριέ είχε καταφέρει να αποθησαυρίσει τις προσωπικές του εμπειρίες για να δημιουργήσει στη βάση τους ένα τεράστιο πλέγμα κοινωνικών σχέσεων εμπεδωμένο πάνω στην αμοιβαία συναίνεση, αποτελεί ένα γεγονός χωρίς αμφιβολία ενδιαφέρον που όμως δεν διαφεύγει από τους ουσιαστικούς κανόνες της εργασίας νοούμενης σβ όρους σφαιρικής οργάνωσης του ελέγχου, αν όχι της ίδιας της παραγωγής με την καπιταλιστική έννοια.
Απ’ όλα αυτά προκύπτει σαφώς ότι δεν είναι δυνατή καμία κατάργηση της εργασίας σε όρους προοδευτικής αφαίρεσης απελευθερωμένης εργασίας, αλλά καθίσταται αναγκαίο να προχωρήσουμε με καταστρεπτικό τρόπο. Ας δούμε όμως γιατί:
Πρώτα απ’ όλα είναι το ίδιο το κεφάλαιο που διέλυσε εδώ και καιρό τον ήδη ακατάλληλο δικό του παραγωγικό σχηματισμό, αφαιρώντας από τον μεμονωμένο εργαζόμενο την ίδια του την εργασιακή ταυτότητα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο τον κατέστησε “εναλλακτικό” χωρίς αυτός ο ίδιος να το έχει αντιληφθεί ακόμη . Αυτή τη στιγμή το κεφάλαιο φροντίζει να του προμηθεύσει όλα τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της φορμαλιστικής ή αλλιώς σχηματικής ελευθερίας. Την ελευθερία του λόγου, της ένδυσης, τη πολυμορφία των εργασιακών ειδικεύσεων, την μέτρια διανοητική προσπάθεια που του ζητείται, την ασφάλεια των διαδικασιών και την σχηματοποίηση τους, υποβοηθούμενη από μια σειρά εγχειριδίων που είναι εύκολο να εκμαθευτούν, την επιβράδυνση των εργασιακών ρυθμών, την αντικατάσταση των μηχανικών επαναλαμβανόμενων διαδικασιών από την ρομποτική, τον προοδευτικό διαχωρισμό μεταξύ παραγωγικής μονάδας και παραγωγού, όλα αυτά κατασκευάζουν ένα μοντέλο διαφορετικό που δεν αντιστοιχεί με αυτό του διάχυτου κοινωνικά εργαζόμενου που χαρακτήριζε τις παρελθούσες γενιές.
Η επιμονή στην ανάκτηση του αφαιρεμένου χρόνου θα σήμαινε την δυνατότητα κατοχής συμπληρωματικών χρονικών μονάδων οι οποίες θα εισάγονταν από κάθε άποψη μέσα στον ολοένα αυξανόμενο αριθμό παραγωγικών μονάδων κατάργησης της εργασίας το ακριβές νόημα των οποίων ο εργαζόμενος απέχει πολύ από το να μπορέσει να το κατανοήσει. Απ’ όλα αυτά θα πήγαζε μονάχα μια αύξηση της έννοιας του πανικού, παρά η ίδια η δυνατότητα να εφευρεθεί ένα οποιοδήποτε σχέδιο πραγμάτων προς εφαρμογή, σε αντικατάσταση της παραγωγικής εργασίας για λογαριασμό τρίτων, νοούμενης με τη στενή έννοια. Το ότι υπάρχει η αναγκαιότητα μιας ποσότητας εργασίας κατά πολύ κατώτερης σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, υποχρεωτικής για να μπορέσει κάποιος να λάβει ένα μισθό, αποτελεί υπόθεση που μέχρι χθες περιγράφονταν από επαναστάτες θεωρητικούς, ενώ σήμερα αποτελεί αναλυτική σκευή του μεταβιομηχανικού καπιταλισμού και συζητείται σε συνέδρια και συγκεντρώσεις που σκοπεύουν στην αναδιάρθρωση της παραγωγής.
Κατάργηση της εργασίας, σήμερα, σημαίνει να αντικατασταθεί με ποσότητες εργασίας μειωμένες στο ελάχιστο και προσανατολισμένες προπαντός στην παραγωγή δραστηριοτήτων κοινωνικής ωφέλειας. Αυτή ακριβώς η υπόθεση, σήμερα, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από την πλευρά μας στο βαθμό που είναι ακριβώς η ίδια με αυτή του κεφαλαίου και μονάχα οι χρόνοι πραγματοποίησης της είναι διαφορετικοί, ενώ δεν διαφοροποιούνται σε τίποτε οι μέθοδοι που προορίζονται να την πραγματοποιήσουν. Ο αγώνας για μια μείωση του χρόνου εργασίας, ακόμη και σημαντικής, ας πούμε είκοσι εβδομαδιαίων ωρών, δεν έχει κανένα επαναστατικό νόημα, στο βαθμό που ανοίγει το δρόμο για την επίλυση ορισμένων προβλημάτων του κεφαλαίου και σίγουρα όχι για μία απελευθέρωση δυνατή για όλους. Η ανεργία ως στοιχείο κοινωνικής πίεσης -όσο ελάχιστο κι αν μπορεί να είναι- βρίσκοντας όπως είδαμε ουκ ολίγες βαλβίδες αποσυμπίεσης στο εσωτερικό μιας διαφορετικής οργάνωσης περιθωριακών εργασιών, για την ώρα διαφαίνεται ως το μοναδικό ελατήριο που ωθεί την καπιταλιστική παραγωγική διαδικασία να βρει λύσεις μειωτικές του χρόνου εργασίας, αλλά στο μέλλον, που δεν βρίσκεται πολύ μακριά, διαφορετικά ελατήρια θα μπορούσαν να ωθήσουν στην αναγκαιότητα να μειωθούν οι ίδιες οι παραγωγικές ποσότητες, και αυτό ειδικά μέσα σε μια διεθνή κατάσταση στρατιωτικών ισορροπιών που δεν κατανέμονται πλέον μεταξύ δύο αντιπαρατιθέμενων υπερδυνάμεων.
Η βαλβίδα αποσυμπίεσης ενός εθελοντικού στρατού, πάνω στον οποίο γίνονται πραγματικά ελάχιστες συζητήσεις, ενώ αντίθετα πρόκειται για ένα ζήτημα που επιζητά όλη μας την προσοχή, θα μπορούσε, μεταξύ των άλλων, να προμηθεύσει μια από τις επιχειρησιακές λύσεις όσον αφορά τη μείωση του χρόνου εργασίας, χωρίς να προκαλέσει την ανησυχία για το πώς οι πλατειές μάζες που έγιναν ορφανές από τον έλεγχο του ενός τρίτου της καθημερινότητας τους θα μπορούσαν να ξοδέψουν τον ανακτημένο χρόνο τους. θεωρούμενο με αυτούς τους όρους, το πρόβλημα της ανεργίας δεν είναι πλέον αυτό της πιο σοβαρής κρίσης του παρόντος παραγωγικού συστήματος, όσο αντίθετα μια στιγμή θεσμικά συσχετισμένη με την ίδια του την δομή, στιγμή που είναι δυνατόν επίσης να θεσμοθετηθεί σε επίσημο επίπεδο και να αφομοιωθεί ως σχέδιο χρήσης του ελεύθερου χρόνου, πάντοτε σαν έργο του ίδιου παραγωγικού σχηματισμού και διαμέσου δομών που δημιουργήθηκαν γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Διαλογιζόμενοι με αυτό τον τρόπο, γίνεται καλύτερα κατανοητή η ανάλυση του μετα-βιομηχανικού καπιταλισμού ως ομοιογενούς συστήματος στο εσωτερικό του οποίου η κίνηση της κρίσης δεν υφίσταται, έχοντας μετατραπεί σε μια από τις στιγμές της ίδιας παραγωγικής διαδικασίας.
Δύουν ως εκ τούτου τα ίδια τα “εναλλακτικά” ιδανικά μιας ζωής βασισμένης πάνω στην τέχνη του βολέματος. Οι μικρές βιοτεχνικές εργασίες, οι μικρές επιχειρήσεις βασισμένος στην ατομική παραγωγή, οι πλανόδιος πωλήσεις αντικειμένων, τα χαϊμαλιά και τα δαχτυλίδια. Στο εσωτερικό των ανήλιων και αποπνικτικών μαγαζιών διαδραματίστηκαν ατέλειωτες τραγωδίες κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια. Τόσες πραγματικά επαναστατικές δυνάμεις παρέμειναν παγιδευμένες μέσα σε ψευδαισθήσεις που απαιτούσαν όχι μόνο κανονική ατομική εργασία, αλλά και υπερεκμετάλλευση, τόσο πιο βαριά όσο πιο δεμένη με τη θέληση του ατόμου να κάνει να προχωρήσει η παράγκα, να καταδείξει ότι υπήρχαν διαφορετικοί δρόμοι, από τη δουλειά στο εργοστάσιο. Τώρα, μέσα στις αναδιαρθρωμένος συνθήκες του κεφαλαίου, έγινε ορατό πως αυτό το “εναλλακτικό” μοντέλο είναι ακριβώς αυτό που προτείνεται σε θεσμικό επίπεδο για την έξοδο από την κρίση. Και έτοιμοι όπως πάντοτε να μην καταλάβουμε προς τα πού φυσάει ο άνεμος, άλλες δυνάμεις δυνητικά επαναστατικές κλείνονται μέσα σε ηλεκτρονικά εργαστήρια και άλλα μικρομάγαζα, επίσης ανήλια και αποπνικτικά για να υπερφορτωθούν με δουλειά και να δείξουν για ακόμη μια φορά ότι το κεφάλαιο είχε δίκιο για λογαριασμό τους.
Αν θέλουμε να περικλείσουμε το πρόβλημα σο μια φόρμουλα απλή και σύντομη, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αν κάποτε η εργασία προσέδιδε μια κοινωνική ταυτότητα, αυτήν ακριβώς του εργαζόμενου, ταυτότητα η οποία, ενσωματωμένη μαζί μ’ αυτή του πολίτη σχημάτιζε ακριβώς τον τέλειο υπήκοο και επομένως η φυγή από την εργασία ήταν μια απόπειρα συγκεκριμένα επαναστατική, προσανατολισμένη στο να σπάσει τον ασφυκτικό βρόχο, σήμερα, τη στιγμή που το κεφάλαιο δεν προμηθεύει πλέον καμία κοινωνική ταυτότητα στον εργαζόμενο, αλλά αντίθετα αναζητά να τον χρησιμοποιήσει με γενικό και διαφοροποιημένο τρόπο χωρίς προοπτική και μέλλον, η μοναδική απάντηση αντίθετη στην εργασία δεν μπορεί παρά να είναι αυτή της καταστροφής της με την ταυτόχρονη απόκτηση μιας δικής μας σχεδιαστικής ικανότητας, ενός δικού μας μέλλοντος, μιας δικής μας κοινωνικής ταυτότητας, εντελώς νέας και αντιπαρατιθέμενης στις απόπειρες εκμηδένισης που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από τον μεταβιομηχανικό καπιταλισμό.
Το μεγαλύτερο μέρος των μεθόδων δράσης με τα οποία τις προηγούμενες δεκαετίες ο εργαζόμενος που είχε συνείδηση της κατάστασης του, αναζητούσε να αντιμετωπίσει την άγρια και άμεση εκμετάλλευση μεθόδων πάνω στις οποίες θα μπορούσε να γραφτεί ένα βιβλίο εκατοντάδων σελίδων- έχουν γίνει σήμερα σταθερή πρακτική του ίδιου του κεφαλαίου το οποίο υποδεικνύει, όταν δεν επιβάλλει, κομμάτιασμα των εργασιακών μονάδων, μειωμένους και ελαστικοποιημένους χρόνους, αυτοκαθοριζόμενους σχεδιασμούς των εργασιακών συνθηκών, συμμετοχή στις αποφάσεις της επιχείρησης, συνελεύσεις καθοριστικές όσον αφορά συγκεκριμένες απόψεις της παραγωγής, επινόηση αυτόνομων παραγωγικών τομέων που ο ένας θεωρείται πελάτης του άλλου, ποιοτικό συναγωνισμό και όλα τα υπόλοιπα. Το οπλοστάσιο αντικατάστασης της κλασικής και μονολιθικής ομοιομορφίας της εργασιακής πρακτικής, έχει πλέον φτάσει σε επίπεδα που δεν είναι ελέγξιμα από την επιμέρους συνείδηση με τη στενή έννοια.
Δηλαδή ο μεμονωμένος εργαζόμενος βρίσκεται πάντοτε μπροστά από την πιθανότητα να τραβηχτοί μέσα σο μια παγίδα που δεν είναι καθόλου εύκολο να διακριθεί, στο εσωτερικό της οποίας καταλήγει να διαπραγματευθεί την ίδια του την αγωνιστικότητα που πλέον υφίσταται μονάχα δυνάμει, με μικρές διευκολύνσεις οι οποίες, αν κάποτε ήταν αυτορρυθμιζόμενες και συνεπώς μπορούσαν να θεωρηθούν σαν μέρη του μεγάλου κινήματος του αγώνα ενάντια στη εργασία, σήμερα, όντας παραχωρημένες, αποτελούν μια από τις πλευρές της ίδιας της εργασίας, ακριβώς αυτής που εμπεριέχει τα μεγαλύτερα χαρακτηριστικά αφομοίωσης και ελέγχου.
Αν πρέπει να παίξουμε με τη ζωή μας, και στη ζωή μας πρέπει να μάθουμε να το κάνουμε, πρέπει εμείς οι ίδιοι να καθορίσουμε τους κανόνες του παιχνιδιού ή διαφορετικά πρέπει να σχεδιάσουμε αυτούς τους κανόνες κατά τρόπο ώστε να είναι ξεκάθαροι για μας και ακατανόητοι λαβύρινθοι για τους άλλους. Δεν μπορούμε να δηλώσουμε, γενικά, ότι το παιχνίδι που παραμένει ακόμη εφοδιασμένο με κανόνες είναι η εργασία (πράγμα που, ξέχωρα από αυτά, αποτελεί αλήθεια όπως ήδη είπαμε), για να συνεχίσουμε κατόπιν ότι, αν εκλείψουν αυτοί οι κανόνες, τότε θα πρόκειται για ένα παιχνίδι ελεύθερο και συνεπώς απελευθερωτικό. Η έλλειψη κανόνων δεν αποτελεί συνώνυμο της ελευθερίας. Η παρουσία κανόνων που έχουν επιβληθεί και των οποίων η εκτέλεση υποβάλλεται σε έλεγχο και τιμωρία είναι που αποτελεί συνώνυμο της σκλαβιάς. Και η εργασία υπήρξε ακριβώς αυτό και δεν θα μπορέσει ποτέ να είναι κάτι διαφορετικό για όλους τους λόγους που εξετάσαμε προηγουμένως και για αυτούς που ξεχάσαμε να θυμηθούμε. Αλλά η έλλειψη κανόνων μπορεί να είναι μια διαφορετική τυραννία – και ίσως χειρότερη. Αν η ελεύθερη συναίνεση αποτελεί έναν κανόνα, εγώ σκοπεύω να τον ακολουθήσω και αναμένω ότι και οι άλλοι, συναινούντες σύντροφοι μου θα τον ακολουθήσουν. Και αυτό κυρίως όταν πρόκειται για το παιχνίδι της ίδιας μου της ζωής και για την ζωή μου σε παιχνίδι. Η έλλειψη κανόνων θα με έκανε βορά της τυραννίας και της αβεβαιότητας η οποία, αν σήμερα είναι ένα ρίγος, σύμπτωμα του καθημερινού μου συνδρόμου στέρησης στην αδρεναλίνη, αύριο θα μπορούσε να μη μου κάνει πλέον, όπως και σίγουρα δεν θα μου κάνει.
Και έπειτα οι κανόνες, ελεύθερα επιλεγμένοι, φτιάχνουν την ταυτότητα μου, τον τρόπο της ύπαρξης μου μεταξύ των άλλων αλλά επίσης την ύπαρξη μου ως ατόμου που έχει επίγνωση της κατάστασης του, γεμάτου επιθυμία να ανοιχτεί στους άλλους, να ζήσει σ’ έναν κόσμο κατοικημένο από ελεύθερες υπάρξεις, ζωτικά ελεύθερες και σε θέση να αποφασίσουν από μόνες τους τις δικές τους επιλογές. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο μέσα σ’ ένα κόσμο που έχει αρχίσει να κατευθύνεται προς τη φαινομενική ελευθερία μιας έλλειψης αυστηρών κανόνων, αν όχι αλλού, τουλάχιστον μέσα στο χώρο της παραγωγής. Για να μη σαγηνευτούμε για μια ακόμη φορά από τα μειωμένα ωράρια εργασίας, ελαστικοποιημένα, προγραμματιζόμενα σύμφωνα με τις προσωπικός αρέσκειες, από διακοπές μετ’ αποδοχών, εξωτικές, προσωποποιημένος, για να μην ξεγελαστούμε από αυξήσεις μισθών, από προ-συνταξιοδοτήσεις, από δωρεάν χρηματοδοτήσεις για προσωπικός πρωτοβουλίες, χρειάζεται να δώσουμε στον εαυτό μας ένα δικό μας σχέδιο καταστροφής της εργασίας και όχι να περιοριστούμε να ελαττώσουμε τις ζημιές, γιατί το ίδιο το κεφάλαιο έχει συμφέρον να ελαττώσει αυτές τις ζημιές για να διατηρήσει στη ζωή, όχι μια δύναμη εργασίας λιγότερο στρεσαρισμένη, όσο ένα πεδίο αναφοράς στην ίδια την προσφορά της αγοράς του, δηλ. μια ελαφρά στηριζόμενη ζήτηση.
Σ’ αυτό το σημείο επιστρέφουν στην επικαιρότητα ορισμένες σκέψεις που φαίνονταν να έχουν πλέον παλιώσει.
Η καταστροφή μιας νοοτροπίας δεν είναι δυνατή. Πράγματι, η επαγγελματική νοοτροπία, με τον τρόπο με τον οποίο διαχέονταν ακόμη και μέσα στην κομματική ομαδοποίηση ή την αμυντικής φύσης συνδικαλιστική, ακόμη και μέσα από τις αναρχοσυνδικαλιστικές της μορφές, κάποιες φορές, δεν ήταν δυνατό να καταστραφεί από τα έξω. Ακόμη και το σαμποτάζ δεν μπορούσε να το επιτύχει. Όταν χρησιμοποιούνταν αυτό ήταν μονάχα ένα μέσο εκφοβισμού ενάντια στ1 αφεντικά, μια πιο προωθημένη αγωνιστική μορφή δράσης απέναντι στην απεργία, για να καταστεί γνωστό ότι υπήρχαν πιο αποφασιστικοί σε σχέση με τους υπόλοιπους, που όμως παρέμεναν πάντοτε διατεθειμένοι να σταματήσουν τις επιθετικές ενέργειες άπαξ τα ίδια τα αιτήματα μπορούσαν να ικανοποιηθούν.
Αλλά όμως το μέσο παραμένει καταστρεπτικό, δεν προσβάλλει έμμεσα το κέρδος, όπως η απεργία, αλλά χτυπά άμεσα τον παραγωγικό σχηματισμό στις απαρχές ή στην κατάληξη, στα ενδιάμεσα της παραγωγής του ή στα ολοκληρωμένα προϊόντα, δεν έχει σημασία το σαμποτάζ χτυπά την παραγωγική διαδικασία είτε στο στάδιο εξέλιξης της είτε όταν έχει ήδη ολοκληρωθεί.
Αυτό σημαίνει ότι δρα ανεξάρτητα από την ύπαρξη της εργασιακής σχέσης, χτυπά όχι για να αποκτήσει κάτι, ή όχι μονάχα για να αποκτήσει κάτι, αλλά επίσης, και θα λέγαμε κατά κύριο λόγο για να καταστρέψει. Και το αντικείμενο της καταστροφής, ακόμα και αν παραμένει ιδιοκτησία του κεφαλαίου, εάν το εμβαθύνουμε είναι πάντοτε η εργασία, στο βαθμό που πρόκειται για αυτό που αποκτήθηκε με την εργασία, που παράχθηκε, είτε πρόκειται για μέσα παραγωγής είτε για ολοκληρωμένα προϊόντα. Ιδού λοιπόν γιατί κατανοούμε καλύτερα, αλλά μονάχα σήμερα, τη φρίκη που δοκιμάζουν πολλοί εργαζόμενοι μπροστά στις πράξεις σαμποτάζ. Και εδώ αναφερόμαστε σ’ αυτούς τους εργαζόμενους που μια ολόκληρη ζωή ολοκληρωτικής εξάρτησης τους είχε προμηθεύσει μια κοινωνική ταυτότητα που δεν μπορούσε να σβηστεί εύκολα. Είδαμε πολλούς εργαζόμενους να κλαίνε μπροστά από το εργοστάσιο που δούλευαν και που είχε καταστραφεί εν μέρει, γιατί σ’ εκείνο τον τόπο του θανάτου αυτοί έβλεπαν κατεστραμμένη την ίδια τους τη ζωή, και αυτή η ζωή αν και μίζερη και περιφρονημένη ήταν η μοναδική που είχαν, η μοναδική για την οποία είχαν μια συγκεκριμένη εμπειρία.
Φυσικά, για να περάσουμε στην επίθεση χρειάζεται να διαθέτουμε ένα σχέδιο, και συνεπώς μια καθορισμένη σχεδιαστική ταυτότητα, επίσης μια συνείδηση αυτού που θέλουμε να κάνουμε και κυρίως, όταν αυτό που θέλουμε να κάνουμε το θεωρούμε ένα παιχνίδι, το βιώνουμε σαν ένα παιχνίδι. Και το σαμποτάζ είναι ένα συναρπαστικό παιχνίδι, αλλά δεν μπορεί να είναι το μοναδικό παιχνίδι που επιθυμούμε να παίξουμε. Είναι απαραίτητο να διαθέτουμε μια ποικιλία παιχνιδιών, διαφορετικών και συχνά αντιτιθέμενων, με στόχο να αποφύγουμε ώστε η μονοτονία του ενός από αυτά ή το σύνολο των κανόνων να μεταβληθούν σε μια επιπλέον βαρετή και επαναληπτική εργασία. Ακόμη και το να κάνουμε έρωτα αποτελεί ένα παιχνίδι, αλλά δεν μπορούμε να το παίζουμε πρωί μέχρι το βράδυ, χωρίς να διακινδυνεύουμε να το καταστήσουμε μια ακόμη συνήθεια, χωρίς να διακινδυνεύουμε να αισθανθούμε πλημμυρισμένοι από μια γεύση η οποία, αν από τη μια πλευρά προκαλεί ευχάριστη ευεξία, απ’ την άλλη προσβάλλει, δημιουργεί ένα αίσθημα ματαιότητας.
Ακόμα και πηγαίνοντας να πάρουμε τα χρήματα εκεί όπου βρίσκονται αποτελεί ένα άλλο παιχνίδι, που έχει τους κανόνες του, και που μπορεί επίσης να εκτροχιαστεί σ’ έναν επαγγελματισμό που δεν βλέπει πέρα από την μύτη του και άρα να μεταβληθεί σε μια εργασία με πλήρες ωράριο και με όλες τις συνέπειες που θα επέλθουν. Αλλά είναι ένα ενδιαφέρον παιχνίδι, και χρήσιμο, αν θεωρηθεί μέσα στην προοπτική μιας συνείδησης που είναι ώριμη, που δεν αποδέχεται τις ασάφειες ενός καταναλωτισμού πάντοτε έτοιμου να απολαύσει όσα κατορθώθηκαν να αποσπαστούν από τον σφαιρικό οικονομικό σχηματισμό.
Και εδώ επίσης χρειάζεται να ξεπεραστεί το ηθικό φράγμα που ενσωμάτωσαν πάνω μας, χρειάζεται να επιβεβαιωθεί μια ρήξη ικανή να τοποθετηθεί πέρα από το πρόβλημα.
Το να απλώνεις χέρι στην ξένη ιδιοκτησία, ακόμη και για έναν επαναστάτη, αποτελεί υπόθεση γεμάτη κινδύνους, όχι μονάχα νομικούς με την στενή έννοια, αλλά κατά κύριο λόγο ηθικούς. Η διαύγεια σε σχέση με αυτή την τελευταία άποψη είναι σημαντική, στο βαθμό που πρόκειται για το ξεπέρασμα του ίδιου εκείνου εμποδίου που έκανε τον γέρο εργάτη να κλαίει μπροστά από το κατεστραμμένο εργοστάσιο. Την ιερότητα της ιδιοκτησίας την ρουφήξαμε μαζί με το μητρικό γάλα και δον μπορούμε να απελευθερωθούμε εύκολα. Προτιμούμε να εκπορνευτούμε για μια ολόκληρη ζωή στον εργοδότη για να έχουμε ήσυχη την συνείδηση, προτιμάμε τη ικανοποίηση ότι κάναμε το καθήκον μας, ότι συνεισφέραμε σ’ αυτό το ελάχιστο που αποτελεί το μέρος μας στην παραγωγή του μικτού εθνικού προϊόντος, από το οποίο θα επωφεληθούν καθ’ ολοκληρίαν οι πολιτικοί άνδρες και γυναίκες που φυσικά άλλη δουλειά δεν κάνουν από το να σκάφτονται τα πεπρωμένα του έθνους, και οι οποίοι έχουν αποβάλλει εδώ και καιρό κάθε ίχνος ενδοιασμών ώστε να ιδιοποιηθούν αυτό που εμείς συσσωρεύσαμε με κόπο.
Όμως η ουσιαστική άποψη ενός σχεδίου καταστροφής της εργασίας είναι συνδεμένη με τη δημιουργικότητα εξωθημένη στο ανώτατο δυνατό επίπεδο. Τι μπορούμε να κάνουμε με τα Όμως η ουσιαστική άποψη ενός σχεδίου καταστροφής της εργασίας είναι συνδεμένη με τη δημιουργικότητα εξωθημένη στο ανώτατο δυνατό επίπεδο. Τι μπορούμε να κάνουμε με τα χρήματα όλων των τραπεζών που θα είμαστε σε θέση να ξαφρίσουμε εάν το μοναδικό πράγμα που ξέρουμε να κάνουμε μετά είναι να αγοράσουμε ένα ακριβό αυτοκίνητο, να φτιάξουμε ένα ωραίο σπίτι, να πηγαίνουμε συχνά στις νάϊτ-ντίσκο, να φορτωθούμε μέχρι το λαιμό με άχρηστες ανάγκες και να βαρεθούμε στο τέλος μέχρι θανάτου μέχρι τη στιγμή που θα ξαφρίσουμε την επόμενη τράπεζα. Πράγμα που κάνουν συστηματικά πολλοί ληστές τραπεζών που γνωρίσαμε στη φυλακή. Αν αρκετοί σύντροφοι που δεν είχαν ποτέ χρήματα στην ζωή τους νομίζουν ότι αυτός είναι ο δρόμος για να παραμεριστεί κάποιο εμπόδιο, δεν έχουν παρά να το κάνουν, θα συναντήσουν τις ίδιες απογοητεύσεις όπως σε οποιαδήποτε άλλη εργασία η οποία, ναι μεν είναι λιγότερο αποδοτική βραχυπρόθεσμα, αλλά σίγουρα και λιγότερο επικίνδυνη για μακρόχρονα διαστήματα.
Να φανταστούμε την άρνηση της εργασίας σαν παθητική αποδοχή της μη δραστηριότητας, αποτελεί μια λανθασμένη ιδέα που όλοι οι σκλάβοι της εργασίας σχηματίζουν για όλους αυτούς που δεν εργάστηκαν ποτέ στην ζωή τους. Αυτοί οι τελευταίοι, οι λεγόμενοι προνομιούχοι εκ γενετής, οι κληρονόμοι μεγάλων περιουσιών, σχεδόν πάντοτε είναι φανατικοί εργαζόμενοι που χρησιμοποιούν τις δυνάμεις τους και το μυαλό τους για να εκμεταλλευτούν τους άλλους και να συσσωρεύσουν πλούτη και αίγλη μεγαλύτερα από αυτά που κληρονόμησαν. Αλλά ακόμη κι αν περιοριζόμασταν σε τόσες και τόσες περιπτώσεις “ξεκληρίσματος” περιουσιών που οι ροζ στήλες των εφημερίδων δεν παραλείπουν να φέρνουν κάθε τόσο στην επιφάνεια, ακόμη και σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να αποδεχτούμε ότι και αυτού του είδους η κακώς εννοούμενη ευφυΐα στρώνεται στη δουλειά, στο εσωτερικό των κοινωνικών της σχέσεων ακόμη και μέσα από τον ίδιο τον φόβο να πέσει θύμα χτυπήματος ή απαγωγής. Και αυτό επίσης είναι εργασία και, όντας πραγματωμένο σύμφωνα με όλους τους κανόνες του καταναγκασμού, καθίσταται πραγματική και καθεαυτή εργασία, στην οποία ο εκμεταλλευτής αυτών των εκμεταλλευτών είναι, από καιρού εις καιρό, η πλεονεξία τους ή ο ίδιος τους ο φόβος.
Όμως δε νομίζουμε ότι μπορούν να είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν την άρνηση της εργασίας σαν την αποδοχή της πιο θανάσιμης τεμπελιάς, μιας διαρκούς αδράνειας που δεν σκοπεύει να κάνει τίποτα και βρίσκεται συνεχώς σε αμυντική στάση για να αποφύγει τις παγίδες των άλλων και που θα μπορούσαν μβ παρακλήσεις και προτροπές να την σπρώξουν να κάνει κάτι, ακόμη και αν όχι στο όνομα της αναγκαιότητας, αλλά του ιδανικού ας πούμβ, ή του προσωπικού συναισθήματος ή της φιλίας ή ποιος ξέρει ποιας οποιασδήποτε άλλης διαβολικής επινόησης ικανής να προσβάλλει την επιτευχθεί-σα κατάσταση της πλήρους ικανοποίησης.
Μια παρόμοια κατάσταση στερείται απολύτως οποιουδήποτε νοήματος.
Αντίθετα θεωρούμε ότι η άρνηση της εργασίας μπορεί να ταυτιστεί πρώτα απ’ όλα με μια επιθυμία να κάνουμε τα πράγματα που μας αρέσουν περισσότερο, και συνεπώς να μεταβάλλουμε ποιοτικό την εξαναγκαστική δραστηριότητα σε ελεύθερη δραστηριότητα, δηλαδή σε δράση. Αλλά όμως η ενεργητική συνθήκη, η δυνατότητα ελεύθερης δράσης δεν μπορεί να επιτευχτεί μια φορά, άπαξ δια παντός. Δεν μπορεί με κανένα τρόπο να ανήκει σε μια κατάσταση που μας προέκυψε έξωθεν, που έπεσε από τον ουρανό, σαν την άφιξη μιας μεγάλης κληρονομιάς ή τα τυχερά μιας ξαφρισμένης τράπεζας. Αυτά τα γεγονότα μπορούν ν’ αποτελέσουν την ευκαιρία, το επιδιωκόμενο ή όχι, ηθελημένα ή όχι, που θα μπορούσε να υποβοηθήσει ή να τελειοποιήσει ένα σχέδιο σε διαδικασία εξέλιξης, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει την καταληκτική και καθοριστική συνθήκη. Σε περίπτωση που αυτό το σχέδιο θα ήταν ελλιπές, σε όρους σχεδιασμού της ζωής με όλη τη σημασία που έχει αυτός ο όρος, καμία ποσότητα χρήματος δεν θα μπορούσε ποτέ να μας απελευθερώσει από την αναγκαιότητα της εργασίας, δηλ. της εξαναγκαστικής δραστηριότητας, η οποία αυτή τη φορά θα ωθείται από μια νέα μορφή αναγκαιότητας, όχι πλέον αυτή της μιζέριας, αλλά αυτή της αίσθησης της αχρηστίας, ή αυτή της αποκτημένης κοινωνικής θέσης, ή της επιθυμίας απόκτησης όλο και μεγαλύτερων τμημάτων πλούτου ή και ολόκληρης της σειράς των σύμβολων του κατάλληλου κοινωνικού status μέσα στο οποίο θεωρείται πως κατοχυρώνεται ο καινούριος πλούτος.
Το δίλημμα λύνεται εμβαθύνοντας το προσωπικό μας δημιουργικό σχέδιο ή, για να το πούμε διαφορετικά, σκεφτόμενοι πάνω σ’ αυτό που θέλουμε να κάνουμε την ίδια μας τη ζωή και τα μέσα που έρχονται στην κατοχή μας χωρίς να εργαστούμε. Αν θέλουμε να καταστρέψουμε την εργασία χρειάζεται να δημιουργηθούν ατομικές και συλλογικές πειραματικές διαδρομές που δον λαμβάνουν υπόψη τους την εργασία παρά μόνο για να τη διαγράψουν εντελώς από την πραγματικότητα των εφικτών πραγμάτων.
Ορίστηκε το δικαστήριο για την υπόθεση Βελβεντού
Για τις 29 Νοεμβρίου ορίστηκε το δικαστήριο της διπλής ληστείας στο Βελβεντό Κοζάνης, με κατηγορούμενους τους:
Μπουρζούκο Δημήτρη, Πολίτη Δημήτρη, Ρωμανό Νίκο, Μιχαηλίδη Γιάννη, Χαρίση Φοίβο και Ντάλιο Αργύρη.
Η δικη θα διεξαχθεί στο εφετείο Αθηνών, στην οδό Λουκάρεως.
Αλληλεγγύη στούς συντρόφους.
Κανένας αιχμάλωτος στα χερια του κράτους.
Εισαγωγικό σημείωμα από την εκδοτική ομάδα του Return Fire
Αυτό το zine είναι μια μικρή συμβολή στη διάχυση και εμβάθυνση της αντιεξουσιαστικής/αντιπολιτισμικής σκέψης. Σκοπεύουμε να αποτελέσει ένα όπλο, που θα χρησιμοποιηθεί για να εκφράσει και να αυξήσει την ένταση, που νιώθουμε ζώντας μέρα με τη μέρα μια ζωή αβίωτη.
Κάθε λέξη, που έχει τυπωθεί εδώ, είναι μία πρόσκληση, μία πρόταση, ένα παιχνίδι για να αναπτύξουμε τις ιδέες μας – αυτό δεν είναι ακαδημαϊκή απόπειρα ή σικ ριζοσπαστική κουλτούρα, είναι κήρυξη πολέμου ενάντια σε οτιδήποτε μπορεί να μας εμποδίσει να εξερευνήσουμε, για τους εαυτούς μας, το τι σημαίνει να είμαστε εδώ, να είμαστε μοναδικά ανθρώπινα άτομα, μη επαναλήψιμα όντα, μέσα σε έναν μη επαναλήψιμο κόσμο.
Συναρμολογώντας το υλικό, που χρησιμοποιήθηκε σε αυτό το ζάιν, η πρόθεσή μας ήταν να εμπλουτίσουμε τη σκέψη και τελικά, τη δράση, τόσο για τον εαυτό μας, όσο και για άλλους, που ίσως σχετίζονται με όσα παρουσιάζονται εδώ. Η πρόκληση είναι πάντα να βρίσκεις τρόπους, ώστε οι λέξεις να δραπετεύουν από τις στεγνές σελίδες και να παίρνουν ζωή, με τη ζωντάνια του πάθους που τις τοποθέτησε εδώ, να μεταμορφώνονται από καταλύτης σε συνωμοσία… Σχετικά με τη θεματολογία, το πνεύμα της πολυμορφίας ήταν αυτό, που μας οδήγησε στο να αποφασίσουμε να προσθέσουμε ένα ακόμα αντικείμενο στο ράφι των αναρχικών εκδόσεων. Έτσι, θα βρείτε θέματα για την ψυχική υγεία, την άτυπη αναρχική οργάνωση, την αγάπη, την τεχνολογία, την πυρηνική οικογένεια, τη βιομηχανική καταστροφή, την άγρια φύση, τους ρόλους ταυτότητας, σημερινές και παλιότερες παρακαταθήκες αγώνα, ποίηση, φυτά, ατομική αυτονομία και τη φτώχεια του μοντέρνου τρόπου ζωής, αλλά πάντα όλα αυτά παρουσιάζονται μέσα στο αναγκαίο πλαίσιο της δημιουργίας ενός βίαιου μετώπου σύγκρουσης με την κοινωνική τάξη, προκειμένου να βρεθούν καλύτεροι τρόποι ύπαρξης.
Αν και στο τέλος αναφέρουμε τα κείμενα, από τα οποία έχουν αντληθεί αποσπάσματα, δεν πρόκειται να απολογηθούμε για το γεγονός ότι τοποθετήθηκαν, παρουσιάστηκαν και τονίστηκαν οι λέξεις, που εμείς θεωρήσαμε ότι ήταν σημαντικές, με τρόπο που να ικανοποιεί εμάς και μόνο. Δεν είμαστε ιεραπόστολοι κανενός – και με τον ίδιο τρόπο, δεν αντιλαμβανόμαστε αυτά τα άρθρα ως απόλυτες αλήθειες, απλά ως σημεία έναρξης. Απλά, λεηλατούμε οπλοστάσιο από τα σπλάχνα του πολέμου, ώστε να προκαλούμε συνεχώς τον εαυτό μας και τους άλλους, χωρίς να ξεχνάμε ότι κάθε εργαλείο είναι όπλο, αν χρησιμοποιηθεί σωστά…
Πολλά από τα αρχικά κείμενα μπορούν να βρεθούν online. Γιατί επιλέγουμε να τα αναπαράγουμε; Επειδή αισθανόμαστε ότι σημαντικές κριτικές και σχετικές αναλύσεις (καθώς και η όμορφη και ισχυρή πολεμική) θα πρέπει να μένουν ζωντανές και να κυκλοφορούν και μια έντυπη μορφή έχει διαφορετικές προοπτικές στο να φτάσει σε διαφορετικά αυτιά.
Είναι πιθανό αυτό το zine να μείνει κυρίως εντός της αυτό-αποκαλούμενης αναρχικής σκηνής και τους δορυφόρους της, αν και δεν θα θέλαμε κάτι τέτοιο. Μας ενδιαφέρουν άνθρωποι, οι οποίοι, διάσπαρτοι παντού, επίσης δεν αφομοιώνονται ειρηνικά: οι αντικομφορμιστές, οι εξεγερσιακοί, οι «αντικανονικοί», αυτοί που επίσης σιχαίνονται το σύστημα, που επίσης θέλουν να αντισταθούν στη λειτουργία του και να προκαλέσουν την αποσύνθεσή του – και η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν βρίσκονται μόνο σε ένα μέρος. Και σίγουρα δεν είναι διακριτοί σε σχέση με μια συγκεκριμένη τάξη ή ομαδοποίηση.
Αλλά, εμείς επιλέγουμε να το εκσφενδονίσουμε αυτό μέσα στο κενό και να δούμε τι θα γυρίσει πίσω, επειδή, κόντρα σε όλην αυτήν την τρέλα, θέλουμε να ξέρουμε ότι υπάρχουν κι άλλοι, που αισθάνονται την επιτακτική ανάγκη καταστροφής της μοντέρνας τάξης πραγμάτων, προτού αυτή καταστρέψει τα τελευταία απομεινάρια ελεύθερης ζωής στο σπίτι μας: τη Γη.
Η εμπορευματική κουλτούρα μας σπρώχνει να κατατρώμε τον εαυτό μας με ανούσια κατασκευασμένα σκουπίδια, ώστε να μετριάζεται η απομόνωση και η κενότητα μιας συνταγογραφούμενης ζωής και του μαζικά παραγόμενου ακρωτηριασμού του πλανήτη και των κατοίκων του, πριν επιστρέψει για να υπηρετήσει την οικονομία. Τα νέα της αιματοχυσίας στην Παλαιστίνη και της βιομηχανικά αλλαγμένης κλιματικής νεροποντής, έξω από το παράθυρο, εξασθενούν μπροστά στις κωμικές σειρές και στην ασημαντότητα του celebrity. Εν τω μεταξύ, σε κάθε πόλη συνταξιούχοι πρέπει να επιλέξουν μεταξύ θέρμανσης και σίτισης, μικροί δικτάτορες αφήνουν κάθε μέρα τη δουλειά τους απονεκρωμένοι και πάνε στο σπίτι να χτυπήσουν τους συντρόφους τους ή να υποτιμήσουν τα παιδιά τους, κάθε άγριο είδος φυτού ή ζώου, που θεωρείται υπερβολικά αντιπαραγωγικό για να δαμαστεί και να υποδουλωθεί, ξεριζώνεται, η πληθυσμιακή βάση των εργατών και των ανέργων και των μεταναστών σπρώχνονται όλο και πιο κοντά στα όρια της αξιοπρέπειάς τους, κάθε γωνιά της κοινωνικής ζωής επιτηρείται και ελέγχεται όλο και πιο έντονα και κάθε νέα βιομηχανική καινοτομία μας φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στη συνολική παράδοση στη μηχανή. Ουρές σχηματίζονται μπροστά στους τραπεζίτες και τους τοκογλύφους, στους γιατρούς και τους ψυχίατρους, σε δικαστές και κοινωνικούς λειτουργούς. Οι πλούσιοι συνεχίζουν την καταστροφική ανάπτυξη και εφαρμόζουν ακόμα ολοένα χειρότερες συνθήκες εργασίας, χωρίς να τρώνε ούτε ένα πρόστιμο, ενώ οποιαδήποτε προσπάθεια να αναπνεύσουμε λίγη ζωή μέσα στις ετοιμόρροπες ζώνες γύρω μας ακυρώνεται, αν έρχεται σε αντίθεση με την ψυχρή λογική του κέρδους. Ο καθένας είναι ένας εν δυνάμει «εγκληματίας» (εκτός, βέβαια, από αυτούς, που ο εκβιασμός τους είναι νόμος), κάτω από μία καθολικά στρατιωτικοποιημένη αστυνόμευση και επιτήρηση, η οποία αιτιολογείται από την ανάγκη χειραγώγησης των φόβων των κάτω. Οι πολιτικοί συνωστίζονται γύρω από τα αυλάκια του «δημόσιου χρήματος», οικτίροντας προκλητικά τις χαμηλότερες τάξεις ως «βάρος για την κοινωνία», μιλώντας με το στόμα τους γεμάτο… Μέσα από το θλιβερό σόου της Κρίσης -δηλαδή της κοινωνικής αναδιοργάνωσης, που επιβάλλεται για να ενισχυθεί η εξουσία της τάξης των «ενταγμένων»-, αναδεικνύεται η αιώνια ένταση μεταξύ των αποκλειστικά κλειστών κοινοτήτων και του ακονιζόμενου αποκλεισμού, με τους δικαστικούς επιμελητές να καιροφυλακτούν στην πόρτα.
Ο πόλεμος των ανθρώπινων κουλτουρών απέναντι στον πλανήτη επιταχύνεται με τρομακτικό ρυθμό, καθώς η ζωή μέσα σε αυτές τις κουλτούρες σημαίνει αμείλικτη εκμετάλλευση και αλλοτρίωση για τη συντριπτική πλειονότητα από εμάς, με όλο και λιγότερες ευκαιρίες διαφυγής. Ήδη από το 2009, η γεωργία είχε αντικαταστήσει την άγρια φύση σε ποσοστό που εκτιμάται στο 40% της επιφάνειας της γης. Καλλιέργειες βουτηγμένες στα χημικά αντικαθιστούν τη ζωή, σε όλην της την πολυπλοκότητα. Από τη δεκαετία του ’60, σχεδόν τα μισά εδάφη του πλανήτη έχουν υποβαθμιστεί τόσο πολύ γεωργικά, που δεν μπορούν να υποστηρίξουν τη ζωή. Εκεί, που κάποτε επεκτεινόταν η βιοποικιλότητα του ζωντανού τοπίου, σήμερα αντιμετωπίζουμε συντρίμμια των κάποτε μεγαλοπρεπών δασών, τα οποία πλέον υπάρχουν ως μικροσποπικές νησίδες. Τα ζώα, που αξιολογούνται ως μη “πολύτιμα” για το σύστημα, εξαφανίζονται μέσα στα ελάχιστα καταφύγια που τους παρέχονται, ώστε να ελεγχθούν ή να πεθάνουν: οι λογαριασμοί διαφέρουν μεταξύ των αρχιερέων-επιστημόνων ως προς το πόσες χιλιάδες είδη ακριβώς εξαφανίζονται κάθε εβδομάδα, αλλά συμφωνούν στο ότι όλο και περισσότερα εξαφανίζονται κάθε λεπτό. Όπως για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια μαθαίναμε σχετικά με -και από- τα άλλα ζώα, εμβαθύνοντας παράλληλα τη γνώση του εαυτού μας, σήμερα έχουμε επίγνωση της απώλειας, στις προσωπικές μας ζωές, της αλληλεπίδρασης με τα ξαδέρφια των ζώων των παραμυθιών μας (εκτός από τα κοπάδια, που εκτρέφονται ως αναλώσιμα βιομηχανικά προϊόντα, που οι ζωές τους ορίζονται ως βιολογικές μηχανές και μερικά θλιμμένα εξημερωμένα κατοικίδια).
Μαζί με όλα αυτά, η εξαφάνιση των φυτών καταστρέφει την παραδοσιακή ιατρική, για να μην αναφερθούμε σε τρόπους ζωής, που έχουν εξελιχθεί σε αυτό το πλαίσιο. Η βιομηχανική ανάπτυξη και η καρκινογόνα αστικοποίηση καταπατούν σταθερά κάθε ήπειρο, πολλές περιοχές έχουν ήδη την εμφάνιση ενός μηχανικά φτιαγμένου εμπορεύματος με διάσπαρτα “μπαλώματα” από στείρα χωράφια και φυτείες. Ζούμε τον ταχύτερο αφανισμό της ζωής εδώ και 65 εκατομμύρια χρόνια. Οι λαοί που αντιστέκονται, πολεμούν και χάνουν μεμονωμένες μάχες, προκειμένου να αποτρέψουν τη μηχανοποιημένη ζωή και τις αγοραίες σχέσεις, με τη μορφή επεκτατικών εταιρικών και αναπτυξιακών δομών, να καταβροχθίσουν τρόπους ζωής, που βασίζονται στη γη. Στις χώρες του καπιταλιστικού πυρήνα η εξημέρωση έχει ήδη επικρατήσει εδώ και καιρό, καταστρέφοντας την μέχρι πρότινος αδέσμευτη ψυχή, μαζί με το άγριο περιβάλλον, μέσα στο οποίο ευδοκιμεί: τον διαισθητικό ιστό της ζωής, που κακοποιείται από το πλαίσιο του ελέγχου και του μέτρου, μέσα στο οποίο τίποτα ζωντανό και μη-συνθετικό δεν μπορεί να αναπτυχθεί. Αυτή είναι η κουλτούρα, που δεν θα σταματήσει έως ότου πεθάνει οτιδήποτε ζωντανό μπορεί να την τροφοδοτήσει. Αυτή είναι η κουλτούρα του θανάτου.
Για εμάς, ο οικολογικός αγώνας είναι αγώνας ενάντια σε αυτό που μας αποικεί: δηλαδή, τον Καπιταλισμό, τη Βιομηχανική Κοινωνία και το Κράτος, στις σημερινές τεχνολογικά και κοινωνικά ανεπτυγμένες τους μορφές. Κάτω από αυτά τα καθεστώτα,, όλες οι μορφές εξουσίας (τάξη, φυλή, φύλο, ανθρώπινη ανωτερότητα, ηθική) έχουν τελειοποιηθεί, προσαρμοστεί και ενσωματωθεί και ταυτόχρονα, διατηρούνται και ενισχύονται μέσα στο lifestyle της “φυσιολογικής” καθημερινότητας ενός τρόπου ζωής, όπου κάθε ίχνος ευθύνης, πρωτοβουλίας και ατομικής θέλησης ξεθωριάζει.
Είναι ζωτικής σημασίας να αναγνωρίσουμε ότι το στοιχείο του ξεπεσμού, που κατέχει εξουσία στη σύγχρονη ζωή, είναι η “Πρόοδος” καθαυτή, η αδυσώπητη τάση όχι μόνο του καπιταλισμού, της παγκοσμιοποίησης και της πατριαρχίας, αλλά και ολόκληρης της καθιστικής ταξικής κοινωνίας, που διαχωρίζει και εξημερώνει τους πολίτες-ομήρους της. Η Πρόοδος παρουσιάζεται ως το αδιαμφισβήτητο αναπόφευκτο, στο οποίο πρέπει να υποταχθούμε, εντελώς έξω από τον έλεγχό μας (και, ουσιαστικά, οποιουδήποτε μεμονωμένου ατόμου), αλλά και μέσα στο οποίο η ανθρώπινη εφευρετικότητα (και, πιο βαθιά, το θεόσταλτο δικαίωμα στη μούχλα και στον έλεγχο κάθε μορφής ζωής) θα μας οδηγήσει σε μία χρυσή εποχή αφθονίας και λογικής. Κάθε γενιά, με αυτό το σκεπτικό, έρχεται πιο κοντά και όλα τα προβλήματα και οι αντιφάσεις είναι απλώς δυσλειτουργίες, που θα εξομαλυνθούν από το κατεστημένο. Αυτός ο στόχος είναι πάντα άπιαστος κι έτσι, κάθε προσπάθεια των ελίτ να μας σπρώξουν πιο πολύ προς αυτήν την κατεύθυνση είναι δικαιολογημένη.
Ο μύθος, που λειτουργεί ως κινητήρια μηχανή σε αυτό το τρενάκι του τρόμου, παραβιάζοντας τη χαοτική αυτονομία της ύπαρξης, είναι το επιστημονικοφασιστικό ιδανικό της ανθρώπινης τελειότητας, το μίσος για την οργανική ευθραυστότητα και για το απρόβλεπτο. Εδώ έχουμε την ουσία της παθολογίας της κυρίαρχης κουλτούρας: ένα έντονο μίσος και φόβος για το άγριο περιβάλλον (όπως απεικονίζεται σε όλες τις μεγάλες θρησκείες, τον καπιταλισμό, την επιστήμη και τελικά, σε όλους τους πολιτισμούς του παρελθόντος). Η παθολογία, μια σιωπηρή πολιτιστική παραδοχή, που επιβάλλεται από την παιδική ηλικία, διατρέχει αυτές τις γραμμές – ο έμβιος κόσμος έρχεται σε αντίθεση με τις ανάγκες των ανθρώπων, τις ανάγκες της κουλτούρας μας. Έτσι, πρέπει να εξημερωθεί. Και για να εξημερωθεί, πρέπει να δουλεύει για τον άνθρωπο. Και για να δουλεύει για τον άνθρωπο, πρέπει να καταστραφεί και να ξαναφτιαχτεί…
Σήμερα, αυτή η αρρώστα έχει φτάσει σε ανεπανάληπτα επίπεδα. Νανοτεχνολογία, ρομποτική, γενετική μηχανική και βιοτεχνολογία είναι οι επιστήμες του μέλλοντος: να κλωνοποιείται, να επανα-δημιουργείται και να ελέγχεται ο ιστός της πραγματικότητας, σαν ένα εξημερωμένο και συνθετικό προϊόν συμβατό με τις ανάγκες της άρχουσας τάξης. Περισσότερα κέρδη, δύναμη, κύρος, όποιο κι αν είναι το κόστος σε ζωές ή σε ισορροπία ή σε πολυμορφία. Η αυτονομία και η αγριότητα συνεχώς υποχρεώνονται να μένουν στο παρασκήνιο. Η πρόοδος προελαύνει, βουτώντας το πρόσωπο της πλειοψηφίας μέσα στη λάσπη, ώστε οι πλούσιοι να μπορούν να ασφαλίσουν την περιουσία τους, ενώ μας διαβεβαιώνουν ότι ποτέ δεν ήμασταν καλύτερα.
Θέτοντας τους εαυτούς μας ενάντια σε αυτό το πρότυπο, είναι εύκολο να αισθανθούμε συγκλονισμένοι. Οι εκδηλώσεις και οι πράκτορες της εξουσίας είναι παντού, οι τεχνολογικές υποδομές είναι παντού, τα αντικείμενα που συμβολίζουν την υποτίμησή μας, ως ατομικών υποκειμένων, είναι παντού… Αυτά προτιμούμε να τα βλέπουμε έτσι – οι στόχοι είναι παντού. Μέσα σε έναν κόσμο, που αισθανόμαστε ότι ασφυκτιούμε, συνειδητοποιούμε ότι είμαστε ακόμα άγριοι, δεν έχουν εξαλείψει τις επιθυμίες μας για μια ζωή ελεύθερη από τη βιομηχανική φυλακή. Τα βρέφη εξακολουθούν να γεννιούνται άγρια, εξακολουθούν να φυτρώνουν σπόροι, που δεν είναι τεχνητά εμπορεύματα, που διατηρούν τον άγριο σκοπό και τη μοναδικότητά τους, υπάρχουν ακόμη ποτάμια, που ακολουθούν το δρόμο τους προς τη θάλασσα και γελάμε και υποσχόμαστε το δικό μας πόλεμο στον πολιτισμό.
Αυτό, που είναι εφικτό και κατανοητό στις ζωές μας, είναι να ενταχθούμε στις ευρείες κοινωνικές εξεγέρσεις, όταν ίσως ξεσπάσουν και να ξεκινήσουμε τη δική μας προσωπική εξέγερση, όταν τα νερά θα είναι κατά τα άλλα ήρεμα, να αρνηθούμε τους καπιταλιστικούς-πατριαρχικούς ρόλους, να επιτεθούμε στις δομές και στους διαχειριστές της εκμετάλλευσης και να μπλοκάρουμε χειροπιαστά την ανάπτυξη και την οικονομία. Το σημερινό σύστημα είναι ευάλωτο, παρά την απόρθητη εμφάνισή του. Αδύνατα σημεία και αφύλαχτες δομές υπάρχουν – και πιο κοντά στο σπίτι μας, για πολλούς από εμάς, απ’ όσο μπορεί να φαντάζεστε. Και είναι πέραν κάθε αμφιβολίας ότι εμείς, που αντιστεκόμαστε στο σύστημα, μπορούμε με κάποιον πειραματισμό και με αποφασιστικότητα, να αποκτήσουμε τη θεωρητική και την πρακτική ικανότητα για να το αποσταθεροποιήσουμε. Εγκαταλείποντας τα πόστα μας και επιτιθέμενοι στο υπογάστριο του Λεβιάθαν, ανακτούμε τη δύναμή μας.
Αισθανόμαστε ότι η διεθνής ευαισθητοποίηση και η αλληλεγγύη είναι συμπληρωματικά κομμάτια των ατομικών μας αγώνων. Και οι μάχες πολλαπλασιάζονται μεταξύ πολλών σε αυτήν τη Γη. Οι μαχητικοί λαοί αγωνίζονται ενάντια στην επέκταση της υποδομής του πολιτισμού και την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, όπως στη Susa Valley, στις Άλπεις και στο Kulon Progo, στις ακτές της Ινδονησίας. Σαμποτάζ από ομάδες συγγένειας, από το μπλοκάρισμα της οικοκτονίας του δάσους Khimki στη Ρωσία, έως τη διάλυση υποδομών για την απελευθέρωση φυλακισμένων και βασανισμένων ζώων, από τις Φιλιππίνες έως την Τσεχία. Η αντίσταση των αυτόχθονων, συμπεριλαμβανομένων των Mapuche στην Αργεντινή και στη Χιλή και των Adivasi στην Ινδία, που αψηφούν την υποταγή. Μαχητική αντικαπιταλιστική αντίσταση, που καλλιεργείται σε ένα όλο και πιο ευρύ φάσμα επικοινωνίας και ανάλυσης και διευκολύνεται από μεταφραστικούς και εκδοτικούς πυρήνες. Σε όλην την Ευρώπη, στέλνονται σήματα καπνού μαχητικής αλληλεγγύης από χώρες τόσο μακρινές μεταξύ τους, όπως η Ισπανία, η Φινλανδία και η Τουρκία και σύντροφοι συμβάλλουν ή συμπληρώνουν μαζικές εξεγέρσεις στη Λισσαβόνα, το Λονδίνο και την Αθήνα. Υπάρχουν εμπρηστικές πράξεις, που εξαπλώνονται μέσω του Καναδά, του Βελγίου, της Αργεντινής και της Αγγλίας. Το φάντασμα της αποφασιστικότητας του ένοπλου αγώνα επιστρέφει με αναρχικές αρχές, το “φάντασμα της ελευθερίας με το μαχαίρι ανάμεσα στα δόντια της”. Για να μην αναφερθούμε σε όλες τις άλλες ανεξιχνίαστες πραγματικότητες της άνομης εξέγερσης, καθώς παρά το συνένοχο νέφος της κοινωνικής αδιαφορίας, οι άνθρωποι απολαμβάνουν τη ρήξη με τις κυρίαρχες σχέσεις και με την ίδια τους την εξημέρωση και επανασυνδέονται με τη μνήμη μιας βαθύτερης αλληλεξάρτησης, ενώ απο-αποικιοποιούν τις ατομικές τους ζωές από τη μηχανή.
Διότι, τι από όσα προσφέρει αυτή η κοινωνία μπορεί οποιοσδήποτε από εμάς να το περιγράψει ως ελευθερία; Ελευθερία είτε να γίνεις αντικείμενο εκμετάλλευσης, είτε να πεινάσεις; Ελευθερία να διαλέξεις τη μάρκα Α, αντί της Β; Ελευθερία να ενεργείς ως “αρσενικό” ή “θηλυκό” και ως τίποτα άλλο πέρα από αυτά; Ελευθερία να προσκυνάς την εξουσία ή να τιμωρείσαι; Είναι ελευθερία το να γεννιέσαι διαχωρισμένος από τη γη, με πλάκες πεζοδρομίου και να προορίζεται να ζήσεις συγχρονισμένος με τους ρυθμούς της οικονομίας, αντί με αυτούς της Γης; Είναι ελευθερία να διαθέτεις ελάχιστης έως καμία δυνατότητα να επηρεάσεις τον καθημερινό σου περίγυρο, τον οποίο έχει αποικίσει και ελέγχει η ανωτερότητα του εμπορεύματος; Να μαγεύεσαι από τις όλο και πιο σύγρονες τεχνολογίες, που υποβαθμίζουν την πραγματική ανθρώπινη επαφή, που τώρα πια μονοπωλούν τον “ελεύθερο χρόνο” και τις εμπορικές περιοχές και τον χώρο εργασίας; Υπάρχει ελευθερία κάτω από κυβερνήσεις, που κυνηγούν το DNA σου, τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας σου και ζητούν βεβαίωση κατοικίας από την παιδική ηλικία; Ποια ελευθερία υπάρχει μέσα στα εργαστήρια, που κατασκευάζονται γονίδια, ελέγχονται και πατεντάρονται, με σκοπό τη χειραγώγηση των ίδιων των θεμελίων της ζωής στο ύψιστο επίπεδο; Αποτελεί ένδειξη ατόμων, που ζουν σε ελευθερία, ο αριθμός-ρεκόρ των περιστατικών καρκίνου και κατάθλιψης; Του διαβήτη, που προκαλείται από την παχυσαρκία, το αλκοόλ και την εξημερωμένη ζωή; Του θυμού στους δρόμους και της σεξουαλικής βίας; Το να βρίσκεσαι εκτεθειμένος σε κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης 300 φορές την ημέρα; Το να είσαι ελεύθερος να φορέσεις ρόλους, σύμφωνα με την υπεροχή της λευκής φυλής; Το να είσαι ελεύθερος να έχεις οποιαδήποτε άποψη σου επιτρέπουν τα ΜΜΕ (δηλαδή, απόψεις που στηρίζουν τα συμφέροντα των ισχυρών), εντέχνως καμουφλαρισμένη από τη μυθική “αντικειμενικότητα” και την ανειλικρινή κριτική; Ξεκάθαρα, δεν υπάρχει ουσιαστική ελευθερία σήμερα, για την οποία το άτομο δεν χρειάζεται να πολεμήσει τυράννους, μεγάλους, μικρούς ή εσωτερικευμένους.
Η σκοτεινή σκιά της καταστολής, επίσης, μεγαλώνει, με αυξημένη επιτήρηση και διασυνοριακές δικαστικές επιχειρήσεις στην Ιταλία, το σχηματισμό μια αντι-αναρχικής αστυνομικής μονάδας στο Μόντρεαλ, την παρενόχληση επαναστατικού περιεχομένου ιστοσελίδων στη Γαλλία, φιλίες ποινικοποιούνται, παντού περισσότεροι αγωνιστές βρίσκονται πίσω από τους τοίχους των φυλακών. Αλλά, ακόμα το καθεστώς δείχνει αδύναμο να σταματήσει το εύρος των διαφορετικών επιθέσεων και των ανατροπών, που αντιμετωπίζει η βία της ηρεμίας, η αυταρέσκεια της κοινωνικής “ειρήνης”…
Μπορούμε να κάνουμε μια επιλογή, αν δεν την έχουμε κάνει ήδη, ώστε αυτό να γίνει το σημείο-καμπή, όπου ξεκινάμε την αντεπίθεση. Επειδή, οι μέρες μας και ο πλανήτης, πάνω στον οποίο τις περνάμε, μπορεί απλά να είναι πιο πολύτιμα από το να έχουμε ένα όπλο στις πλάτες μας και έναν μπάτσο πάνω από τα κεφάλια μας.
Κάθε μέρα, μπορούμε να βρίσκουμε τρόπους να αντιμετωπίσουμε τη θανατηφόρα μηχανή της δικής μας υποταγής. Η πρόκλησή μας είναι να ανακαλύψουμε τα εκατομμύρια τρόπους, ώστε να κάνουμε τη δική μας ζωή ένα λαμπερό φλεγόμενο κάρβουνο απελευθέρωσης, αναζητώντας ποια μέρη θα πιάσουμε. Ας εξεγερθούμε για τη διατήρηση της άγριας ελεύθερης ζωής στη Γη, για την κοινή χαρά της αγάπης και του αγώνα και βαθύτερα απ’ όλα, για τους ΕΑΥΤΟΥΣ ΜΑΣ και για την «αδέσμευτη, παιχνιδιάρικη συνέργεια των απελευθερωμένων Εγώ». Δεν υπάρχει μέρος να κρυφτούμε, παρά μόνο στην απάθεια και την παραίτηση, που αποτελούν την πιο βάρβαρη υποβάθμιση των ζωών μας, το να καθόμαστε ήσυχα και υπομονετικά περιμένοντας να πεθάνουμε, μακριά από όσα αναζητούμε στην ύπαρξη…
Σε αυτήν τη μία και μοναδική ζωή που έχουμε, δείχνουμε τα δόντια μας και ρίχνουμε τα ζάρια σε μια επίμονη προσπάθεια να ξεθάψουμε την ακεραιότητα και την ευχαρίστηση της εξέγερσης και να αδράξουμε εκείνες τις στιγμές εδώ και τώρα, που δίνουν κάποιο νόημα σε αυτόν τον βόθρο. Και αν η μάχη μας μοιάζει αδύνατη, απαντάμε ότι οι σημερινές μας ζωές μοιάζουν αδύνατες και η πραγματικότητα, έτσι κι αλλιώς, γελοιοποιεί όλες τις βεβαιότητες και όλες τις ιδεολογίες.
ΟΛΠΙΖΟΜΑΣΤΕ-ΣΤΟΧΕΥΟΥΜΕ-ΠΥΡΟΒΟΛΟΥΜΕ…
ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΕ ΠΟΛΕΜΟ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΦΥΛΑΚΗ
αγάπη και οργή από το Return Fire
Ολόκληρο το έντυπο, σε μορφή PDF, εδώ.
Ουρουγουάη: Ανακοίνωση ενός από τους δυο συλληφθέντες της 14ης Αυγούστου
‘Μορτε’βιδέο, 21 Αυγούστου 2013
Η σύλληψή μου έλαβε χώρα στο πλαίσιο της καταστολής της διαδήλωσης της 14ης Αυγούστου στη μνήμη του φοιτητή Λίμπερ Άρσε, δολοφονηθέντα πριν από 45 χρόνια από τις σφαίρες των μπάτσων, τις οποίες εν προκειμένω χρηματοδοτεί το ουρουγουανικό κράτος.
Η αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια των τελευταίων μηνών στην περιοχή προκάλεσε διάφορα περιστατικά και συγκρούσεις κατά τη διάρκεια διαδηλώσεων, συμπεριλαμβανομένων πετροβολισμών, χρήσης κροτίδων και μολότοφ εναντίον μπάτσων και καπιταλιστικών συμβόλων, γι’ αυτό και χρειάζονταν να παγιδεύσουν και να παρουσιάσουν δημόσια κάποιον ως υπεύθυνο γι’ αυτά τα οργισμένα ξεσπάσματα, προκειμένου να παραδειγματίσουν με την τιμωρία όσους κι όσες δεν κάθονται φρόνιμα.
Ο φόβος τους μήπως η κατάσταση συνεχίσει να οξύνεται, με τον κόσμο να επιλέγει άλλα μέσα για να δείξει την απόρριψή του απέναντι στην εξουσία καθώς και την τόλμη του να συγκρουστεί μαζί της, ήταν ο λόγος που τους οδήγησε να στήσουν μια ειδική επιχείρηση η οποία, για όσους από εμάς αγωνιζόμαστε κι αποκτάμε εμπειρία σε άλλους τόπους, δεν είναι κάτι το καινοφανές. Γι’ αυτό ξαμόλησαν τους ασφαλίτες να χωθούν στην πορεία, ενώ παρέταξαν τις μονάδες καταστολής σε διάφορα σημεία κατά μήκος της διαδρομής, όπως και την τοπική αστυνομία να τσεκάρει τα περίχωρα. Πώς να ξεχάσουμε το δεκανίκι του Τύπου, που επινόησε ό,τι να ’ναι για να μας στιγματίσει μιντιακά; Τα μέσα είχαν ήδη βγάλει την ετυμηγορία τους, για να μην αναφερθώ στα όσα ακολούθησαν της σύλληψης: παρενοχλήσεις (στάνταρ τακτική εκφοβισμού των συντρόφων μας), φωτογραφίσεις, παρακολουθήσεις, ασφαλίτικα αυτοκίνητα, μπατσικά, κ.τ.λ.
Όλα ήταν έτοιμα εκ των προτέρων: καταδικαστέοι γιατί είμαστε αναρχικοί και πάνω απ’ όλα επειδή εγκαταλείψαμε την άνετη ζωή που μας προσφέρει το καπιταλιστικό σύστημα του αιώνιου λήθαργου και του οικονομικού βολέματος της εξυγίανσης και παθητικότητας. Γι’ αυτό την 14η Αυγούστου ήμασταν στο δρόμο, παρόντες σε άλλη μια μέρα αγώνα, μνήμης και αγκιτάτσιας.
Όσο για τα συντρόφια μου που ενδιαφέρθηκαν και συνεχίζουν να ενδιαφέρονται για την κατάσταση τη δικιά μου και του διωκόμενου συντρόφου μου, δεν μπορώ παρά να τα ευχαριστήσω για την κινητοποίηση, την αλληλεγγύη και διαρκή ανησυχία τους, που με γεμίζει με δύναμη και με πεισμώνει να συνεχίσω με υψωμένη τη γροθιά και να αντιμετωπίσω αυτούς τους τρεις μήνες υποχρεωτικής παραμονής και δουλικής εργασίας εντός των συνόρων του προοδευτικού ουρουγουανικού κράτους.
Συντρόφια, ας συνεχίσουμε τον αναρχικό αγώνα ενάντια σε κάθε πτυχή της εξουσίας, με ακόμη πιο στιβαρή πεποίθηση απ’ ό,τι πριν, με περισσότερη προσοχή, με καλύτερη προετοιμασία, με περίσσιο θράσος, φόρτσα κι επιμονή· να μην πιαστούμε στη φάκα της παράλυσης που προκαλεί η αδράνεια, να συνεχίσουμε κόντρα σε μπάτσους, κράτος κι εξουσία.
Πρέπει επιπλέον να κάνουμε λόγο για την τρέχουσα κατάσταση καταστροφής της Γης, των ζώων και του οικοσύστηματός τους, όπως και για τα διάφορα ισοπεδωτικά έργα, όπως τα μεγα-μεταλλεία ή μεταλλεία μεγάλης εξόρυξης και τις φάμπρικες χαρτοπολτού στην Ουρουγουάη, τον αγώνα για το TIPNIS στη Βολιβία, τα ορυχεία της Pascua-Lama στην Αργεντινή, τις εταιρείες υλοτομίας και τον εκτοπισμό των κοινοτήτων Μαπούτσε από τις περιοχές τους, τον υδροηλεκτρικό σταθμό της HidroAysen στη Χιλή, την αποψίλωση των τροπικών δασών του Μάτο Γκρόσσο στη Βραζιλία, τις συγκρούσεις των χωρικών στο Καταμπούμπο της Κολομβίας (όπου υπήρξαν 4 νεκροί), τη σφαγή της Μπάγουα στο Περού (33 νεκροί), τον αγώνα ενάντια στην υπερταχεία TAV στην Ευρώπη, τους σπόρους της Monsanto ανά τον κόσμο (πλέον δεν μπορούμε ούτε να καλλιεργούμε χωρίς να της τα σκάμε), και η λίστα είναι μεγάλη. Όλες αυτές οι περιπτώσεις, που είναι βαμμένες με αίμα και σημαδεμένες από τις ζωές ανθρώπων που χάθηκαν ενόσω αγωνίζονταν κι αντιστέκονταν, λογοκρίνονται και κουκουλώνονται από τις αριστερές ή δεξιές κυβερνήσεις των κρατών, οι οποίες στην τελική είναι όλες τα ίδια σκατά.
Δύναμη στο σύντροφο Χανς Νιεμέγερ, που μπήκε σε απεργία πείνας αγωνιζόμενος εντός των φυλακών του χιλιανού κράτους, και σ’ όλα τα συντρόφια που μάχονται ανά τον κόσμο – ειδικότερα στους τέσσερις συλληφθέντες της συγκέντρωσης αλληλεγγύης στον Χανς Νιεμέγερ, στις 20 Αυγούστου, έξω από τη χιλιανή πρεσβεία στην Πόλη του Μεξικού.
Να εκτρέψουμε τα κανάλια του πολιτισμού· η διεθνής αλληλεγγύη δεν περιορίζεται· ας επιδιώξουμε να ζήσουμε την αναρχία μέρα τη μέρα!
Ένας από τους διωκόμενους (εκτός φυλακής) του ουρουγουανικού κράτους.
Γράμμα του αναρχικού αιχμαλώτου Σπύρου Μάνδυλα, από τις δικαστικές φυλακές Κορυδαλλού
«Οι άλλοι ακολουθούσαν χωρίς να σκέφτονται, στους δρόμους που είχαν μάθει μια για πάντα, προς το σχολείο, τη δουλειά, το σπίτι τους, προς ένα μέλλον που είχε προβλεφθεί. Γι’ αυτούς, το καθήκον είχε γίνει συνήθεια και η συνήθεια καθήκον. Δεν έβλεπαν την ανεπάρκεια της πόλης τους. Θεωρούσαν φυσική την ανεπάρκεια της ζωής τους. Θέλαμε να ξεφύγουμε απ’ αυτό το πάγωμα αναζητώντας καινούργια πάθη…»
Γκυ Ντεμπόρ
Ένα σύντομο χρονικό της σύλληψής μου
Το βράδυ της Πέμπτης 11 Ιουλίου 2013, μπάτσοι της αντιτρομοκρατικής εισβάλλουν για άλλη μια φορά στο Αναρχικό Στέκι Ναδίρ στη Θεσσαλονίκη, όπου αφού συλλαμβάνομαι, οδηγούμαι κατευθείαν στην αντιτρομοκρατική στην Αθήνα. Εκεί μαθαίνω ότι 3 ώρες πριν από τη σύλληψή μου είχε συλληφθεί και ο σύντροφος και φίλος Ανδρέας Τσαβδαρίδης κάτω από το σπίτι του στην Σταυρούπολη Θεσσαλονίκης. Μου ζητάνε αποτυπώματα, DNA, και φωτογραφίες, όπου αφού αρνούμαι τη λήψη τους μου τα παίρνουν με τη βία. Αργότερα μου γνωστοποιούνται οι κατηγορίες που αφορούν όλα τα χτυπήματα του Σχεδίου Φοίνικα (πράξεις 1,2,3,4) που είχαν γίνει ως τότε. Αρνούμαι να υπογράψω οτιδήποτε και να κουβεντιάσω οτιδήποτε. Όπως μαθαίνω 6 μέρες μετά που επικοινωνώ με τον Ανδρέα τα ίδια συνέβησαν και με αυτόν.
Επίσης, μου ανακοίνωσαν ότι για το Σχέδιο Φοίνικας διώκονται και τα 10 μέλη της Σ.Π.Φ., ως ηθικοί αυτουργοί.
Η επιχείρηση “Ένοπλη Χαρά”
Από την ώρα που μεταφέρομαι στην Αθήνα μέχρι και νωρίς το πρωί της επομένης οι μπάτσοι είναι στο Ναδίρ και ψάχνουν…Ανάμεσα σε άλλα κατάσχουν και τον server της κατάληψης.
Το ενδιαφέρον τους εστιάζεται στη βιβλιοθήκη όπου εκεί «ανακαλύπτουν»το βιβλίο (βιβλιο-θήκη για όπλο) που απεικονίζεται στο εξώφυλλο του βιβλίου “Η Ένοπλη Χαρά” ⃰⃰. Τότε ξεκινάει και μια μεγάλη έρευνα στην βιβλιοθήκη, αλλά και σε όλο το στέκι όπου αρχίζουν να παίρνουν αποτυπώματα, να μαζεύουν γόπες για DNA, μπουκάλια μπύρας και άλλα μικροαντικείμενα απ’ όλη την βιβλιοθήκη, για να βρουν και το υποτιθέμενο όπλο, που εικονίζεται στο βιβλίο…
* Το βιβλίο του Alfredo Bonanno “ Η Ένοπλη Χαρά” (La Giota Armata) κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Αναρχικό Στέκι Ναδίρ από τον Ιούνιο του 2013 και τα χρήματα διατίθενται για να καλύψουν τις ανάγκες φυλακισμένων αναρχικών.
Οι “διακριτικές παρακολουθήσεις”
Στις 7 Ιουνίου 2013 ξεκίνησε το Σχέδιο Φοίνικας. Το Σχέδιο Φοίνικας είναι ένα κάλεσμα από τη Σ.Π.Φ. – Συμμορίες Συνείδησης FAI-IRF – Πυρήνας Sole Baleno που στοχεύει “ στην αναγέννηση και την δυναμική επανεμφάνιση του αντάρτικου πόλης”. Από τότε μέχρι και τις 12 Ιουλίου (ημέρα σύλληψης μου) έγιναν 4 χτυπήματα από διάφορους πυρήνες του δικτύου της FAI-IRF.
Το ίδιο χρονικό διάστημα ξεκινάει και η παρακολούθηση μου από τους μπάτσους της αντιτρομοκρατικής. Αυτή η περιβόητη «μυστική παρακολούθηση» της αντιτρομοκρατικής μόνο μυστική δεν ήταν. Αρκετό καιρό πριν τη σύλληψη μου είχαν «προειδοποιήσει» τους συντρόφους μου από το Ναδίρ ότι «ερχόμαστε…», «πες στον Σπύρο…», κ.τ.λ. Σε μια μάλιστα «διακριτική» παρακολούθηση στην Αγίου Δημητρίου οι μπάτσοι είχαν κινητοποιήσει πάνω από 5 οχήματα για να μου πουν ότι και καλά «ξέρουν…», αφήνοντας μου υπονοούμενα και δείχνοντας έτσι πόσο πολύ ήθελαν την αδρανοποίησή μου.
Το πόσο πολύ ήθελαν την αδρανοποίησή μου και το πόσο πολύ με είχαν στο στόχαστρό τους, φαίνεται και από ένα άλλο γεγονός. Στα μέσα Ιουνίου και ενώ έχω κατέβει στην Αθήνα για να επισκεφθώ τον φίλο και σύντροφο μέλος της Σ.Π.Φ. Χρήστο Τσάκαλο στις φυλακές Κορυδαλλού, την τελευταία στιγμή επεμβαίνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης και μπλοκάρει με σαφή απαγόρευση το επισκεπτήριό μου. Από εκείνη τη στιγμή και μετά η παρουσία των μπάτσων είναι όλο και πιο έντονη ακόμη και έξω από το Αναρχικό Στέκι Ναδίρ.
Αυτά τα τονίζω για να καταδειχθεί και το γεγονός το πώς είναι δυνατόν ένα άτομο με δημόσια δράση (το ίδιο διάστημα είχα κάνει αρκετές αφισοκολλήσεις, είχα συμμετάσχει ως ομιλητής σε εκδήλωση,…), που παρακολουθείται και τόσο στενά (όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι μπάτσοι) να βάζει 4 βόμβες. Τόσο τα στοιχεία των μπάτσων στη δικογραφία όσο και η κοινή λογική λένε ότι αυτό δε γίνεται. Άλλωστε και η ημερομηνία που έχει σταλεί το δέμα στον Χωριανόπουλο (1 Ιουλίου 2013) εγώ βρισκόμουν στην Αθήνα σε επισκεπτήριο, στις φυλακές Κορυδαλλού.
Το γεγονός ότι η προφυλάκισή μου έγινε χωρίς κανένα στοιχείο δεν με εκπλήσσει και καλό θα ήταν να μην εκπλήσσει και κανέναν άλλον. Το κράτος αναγνωρίζει τον πόλεμο μεταξύ των δυο πλευρών πράττοντας ανάλογα και ως γνωστόν στον πόλεμο του δεν έχει καμία ηθική. Αυτό που μένει είναι να το συνειδητοποιήσει αυτό και η άλλη πλευρά.
Η περίπτωσή μου, δεν θέλω με κανένα τρόπο να παρουσιαστεί δημόσια, όπως άλλες περιπτώσεις “αθώων αγωνιστών”. Και εννοώ προφανώς περιπτώσεις όπου το “κίνημα” κάνει τα αδύνατα δυνατά ώστε να αποφυλακιστεί ο αθώος σύντροφος ενώ άτομα που έχουν αναλάβει την ευθύνη να αφήνονται στα δόντια του κράτους.
Τώρα όσον αφορά τις κατασταλτικές επιχειρήσεις της αντιτρομοκρατικής στο Αναρχικό Στέκι Ναδίρ, αυτές θεωρώ πως στοχεύουν ξεκάθαρα σ\’ ένα και μόνο πράγμα. Είναι στην ουσία η προσπάθεια του κράτους να γκρεμίσει τη γέφυρα ανάμεσα στο “δημόσιο” και το “παράνομο”. Τα τελευταία χρόνια η κατάληψη που συμμετέχω ασχολήθηκε, μεταξύ άλλων με την υπόθεση της Σ.Π.Φ. και στήριξε ξεκάθαρα την τάση της Νέας Αναρχίας κάνοντας εκδηλώσεις, συζητήσεις, βιβλιοπαρουσιάσεις, συνεντεύξεις και συναυλίες οικονομικής ενίσχυσης και ανοιχτές εκδηλώσεις με παρεμβάσεις φυλακισμένων συντρόφων, στην προοπτική της Διαρκούς Αναρχικής Εξέγερσης. Γι\’ αυτό άλλωστε έχει στοχοποιηθεί και αρκετές φορές από ΜΜΕ, κομματικούς μηχανισμούς και μπάτσους.
Οι καταλήψεις, η καταστολή και η “επίσημη αναρχία”
Το ζήτημα των καταλήψεων έρχεται σε πρώτο πλάνο μιας και τον τελευταίο καιρό ο κρατικός μηχανισμός έχει επιλέξει την εισβολή σε τέτοιες δομές.
Οι αναρχικές καταλήψεις είναι δομές-εγχειρήματα που αν χρησιμοποιηθούν επιθετικά τότε είναι ένα πολύτιμο εξεγερσιακό εργαλείο ενώ αν αποτελούν αυτοσκοπό καταλήγουν να είναι εργαστήρια αλλοτρίωσης και εναλλακτικής υποκουλτούρας, υποβιβάζοντας έτσι τον “χώρο” σ\’ ένα επίπεδο μετριότητας.
Οι καταλήψεις είναι ορμητήρια εξέγερσης και όχι ένα μέρος που καταφεύγουν σ\’ αυτό “φοιτητές” και “εργάτες”. Είναι ντροπή και έκπτωση να δηλώνει κάποιος την εργατική ή την εκπαιδευτική του ιδιότητα σαν ιδεολογική ταυτότητα. Οι καταληψίες δεν χρειάζεται να προσπαθούν τόσο έντονα να καθησυχάσουν την κοινωνία ότι η αναρχία δεν είναι έτσι και δεν είναι αλλιώς προσφέροντας μάλιστα εγγυήσεις για το “μετά”. Η αλήθεια είναι ότι η επανάσταση δε δίνει εγγυήσεις..
Κάτι άλλο που παρατηρεί κανείς στον χώρο είναι η κάστα των αναρχοτσιφλικάδων. Οι καταλήψεις και οι συνελεύσεις δεν μπορεί να χρησιμοποιούνται από κάποιους αναρχοπατέρες για τη δημιουργία ενός κύκλου ανθρώπων που θα εξαργυρωθεί με την πρώτη ευκαιρία με τη δημιουργία ενός “καφέ του χώρου” ή μιας συνεταιριστικής κολλεκτίβας με “αναρχικό” πελατολόγιο. Αυτή είναι προσφιλή μέθοδος από άλλους ανθρώπους με άλλες καταβολές. Οι Pr Αναρχοπατέρες καλό είναι ν\’αφήσουν την αναρχία και να ασχοληθούν με δημόσιες σχέσεις. Η αναρχία μπορεί και χωρίς αυτούς.
Τα τελευταία χρόνια ο “χώρος” απέκτησε τις χειρότερες σχέσεις με την έννοια της επιθετικής αλληλεγγύης και προτίμησε αντ\’ αυτού να περιφέρει τη μιζέρια του σε αμφιθέατρα και συνελεύσεις μονολογώντας για την καταστολή του. Μάλιστα όσον αφορά το ζήτημα των καταλήψεων είναι γνωστό ότι κάποιοι “αναρχικοί” άδειαζαν τις καταλήψεις τους μετά τις εξαγγελίες-προειδοποιήσεις του Δένδια…
Τα τελευταία 4 χρόνια και με τις συλλήψεις μελών των δυο κυριότερων αναρχικών οργανώσεων της τελευταίας δεκαετίας (Σ.Π.Φ. και Ε.Α.) η πλειοψηφία του “χώρου” απέδειξε περίτρανα την φθήνια του. Ο “αναρχικός χώρος” διαχωρίζοντας την θέση του ή απομονώνοντας τους ένοπλους σχηματισμούς στην ουσία υπογράφει δηλώσεις νομιμοφροσύνης.
Όσο το “κίνημα” σκέφτεται με δικονομικούς όρους όσο τις κινήσεις του τις ορίζει η καταστολή όσο προσπαθεί να διασπάσει το αδιαίρετο θεωρία-πράξη τόσο είναι σίγουρο ότι θα συνεχίσει να χάνει την επικινδυνότητά του, τις δομές του, τους ανθρώπους του… Κάποιοι αναρχικοί θα προσγειωθούν απότομα πέφτοντας από το σύννεφο της “κοινωνικής απεύθυνσης”- χαμένοι στο όνειρο της “λαϊκής επανάστασης”, αφού πλέον ο “χώρος” υιοθετεί διασκευασμένες απόψεις αριστερισμού με μια υποτιθέμενη δόση αντικρατισμού· ένα είδος αντιπολίτευσης.
Στον αντίποδα αυτής της παρωδίας, η Νέα Αναρχία μιλάει για την άμεση διαρκή αναρχική εξέγερση, για την αναρχική διάχυση, για το εδώ και τώρα, για εξέγερση χωρίς συμβιβασμούς -χωρίς ανακωχές. Η Νέα Αναρχία δεν προσφέρει ούτε εγγυήσεις ούτε αποδεκτό κοινωνικό ρόλο και είναι ξεκάθαρα απομακρυσμένη από την δειλία και την ακαμπτότητα ενός lifestyle α/α χώρου.
Τους χαιρετισμούς μου στους ανυπότακτους μαχητές του Αρνητικού.
Δύναμη στον σύντροφο Ανδρέα Τσαβδαρίδη, στα μέλη της Σ.Π.Φ. και στους δεκάδες πυρήνες της FAI-IRF.
Υ.Γ. Κάποια άγνωστα αδέρφια μας στην Ινδονησία από την “Διεθνή Συνωμοσία Εκδίκησης”, και στην Ελλάδα από τη Σ.Π.Φ. (πυρήνας Ryo) μας αφιέρωσαν πριν κάποιες μέρες τα χτυπήματα τους. Σύντροφοι να είστε σίγουροι ότι αυτή η κίνησή σας, μας έδωσε μεγάλη δύναμη.
ΛΥΣΣΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ
Σπύρος Μάνδυλας
04/09/2013
Α\’ πτέρυγα
Δικαστικές Φυλακές Κορυδαλλού
Η επιστολή του συντρόφου σε PDF
Ιταλία: Αφίσα για τους Nicola Gai και Alfredo Cospito
ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ!
«Είναι αλήθεια πως οι άνθρωποι δεν είναι τίποτα περισσότερο από παράγωγα των θεσμών· αλλά αυτοί οι θεσμοί είναι αφηρημένες έννοιες που υπάρχουν μόνο όσο εκπροσωπούνται από ανθρώπους με σάρκα και οστά. Γι’αυτό υπάρχει μόνο ένας τρόπος να χτυπήσουμε τους θεσμούς, δηλαδή χτυπώντας τους ανθρώπους· και καλοδεχόμαστε με χαρά όλες τις γενναίες πράξεις εξέγερσης ενάντια στην αστική κοινωνία, καθώς έχουμε στο μυαλό μας πως η επανάσταση δε μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα αυτών των συγκεκριμένων εξεγέρσεων». Emil Henry, 1892
Στις 7 Μαίου του 2012, ο διευθυντής της Ansaldo Nucleare, Roberto Adinolfi, τραυματίζεται έξω από το σπίτι του. Όπως όλες οι επιθέσεις ενάντια στην κυριαρχία, έτσι και αυτή, είναι μια σπίθα που ανάβει τις καρδιές εκείνων, που λαχταρούν την καταστροφή της εξουσίας.
Η άμεση δράση γίνεται μια απαραίτητη πρακτική που διεκδικείται και αναπαράγεται από εκείνους που πιστεύουν πως η επίθεση είναι ο μόνος δρόμος που αξίζει να πάρει κανείς. Ας αφήσουμε τα διαφορετικά επίπεδα σύγκρουσης να πολλαπλασιαστούν και να εκραγούν στα χέρια αυτών που μας θέλουν εγκλωβισμένους στα συρματοπλέγματα της δημοκρατικής αγανάκτησης.
Στη βία της κυριαρχίας, αντιτάσσουμε την άνθιση της επαναστατικής βίας και αλληλεγγύης, της ανατροπής και της διάχυτης σύγκρουσης, εδώ και τώρα, χωρίς δισταγμούς, χωρίς να μας σταματούν τα αντίποινα του εχθρού.
Στις 30 Οκτώβρη θα ξεκινήσει στη Γένοβα η δίκη εναντίον του Nicola, του Alfredo και εναντίον της επαναστατικής βίας.
Δεν είμαστε και δε θα είμαστε ποτέ έτοιμοι να εγκαταλείψουμε όποιον σαλπάρει στις θάλασσες της εξέγερσης. Δεν είμαστε και δε θα είμαστε ποτέ έτοιμοι να παραδοθούμε στη θέα της καταστολής.
Γι’αυτό θα συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε τους φυλακισμένους συντρόφους μας και να εφαρμόζουμε ξανά τις πρακτικές της κοινωνικής σύγκρουσης μέχρι το πικρό τέλος, καθώς γνωρίζουμε την αναγκαιότητα και τη χαρά της ανατροπής αυτής της κοινωνίας, των θεσμών και των ανθρώπων της,
Πάντα στο πλευρό των συντρόφων μας που ρίχνουν τους εαυτούς τους στους κυματοθραύστες της παραίτησης με την ώθηση της καταιγίδας.
Αναρχικοί
Αυστραλία: Εμπρηστική επίθεση σε αντιπροσωπεία αυτοκινήτων πολυτελείας (Μελβούρνη)
Χθες το βράδυ (2 Σεπτέμβρη 2013) ήτανε η πρώτη φορά στη ζώσα μνήμη, αλλά σίγουρα όχι κι η τελευταία, όπου οι ψηλές φλόγες της αναρχικής εξέγερσης βρυχήθηκαν πάνω απ’ τους τοξικούς αιθέρες της Μελβούρνης, βάζοντας ακαριαίο τέλος στην πολύχρονη τοπική «ακτιβίστικη» και «κοινωνική αναρχική» απραξία σε τούτη την πόλη.
Κατά τις 19.30 η ώρα, κάναμε μπάσιμο στην Gran Turismo Autos –μια αντιπροσωπεία πολυτελών αυτοκινήτων επί της Σπένσερ Στριτ, στο κέντρο της δυτικής Μελβούρνης– από ένα πίσω παράθυρο που δεν ήτανε καλά σφαλισμένο, και τοποθετήσαμε κάτω από ένα τραπέζι σ’ έναν τομέα γραφείων παραδίπλα απ’ τον εκθεσιακό χώρο έναν αυτοσχέδιο εμπρηστικό μηχανισμό με χρονοδιακόπτη, τον οποίο είχαμε ήδη θέσει σε λειτουργία, κι ύστερα εγκαταλείψαμε στα γρήγορα το κτήριο απ’ το ίδιο παράθυρο που μας είχε εξασφαλίσει το έμπα.
Μια και ο στόχος βρισκόταν σε τοποθεσία υψηλού προφίλ της κεντρικής επιχειρηματικής περιοχής, με κάμερες παρακολούθησης και μπόλικες ασφαλίτικες περιπολίες στα πέριξ, χρειάστηκε να μπούμε και να βγούμε απ’ το κτήριο στα σβέλτα. Δεν είχαμε ούτε το χρόνο, ούτε και την πρόθεση να μαρκάρουμε το χώρο με κάποιο σύνθημα ή ανακοινωθέν δυνητικά ενοχοποιητικό. Η όλη επιχείρηση ολοκληρώθηκε σε λιγότερο από δέκα λεπτά, και προσέξαμε ιδίως να έχουμε καλυμμένα τα χαρακτηριστικά μας ώστε, ακόμα κι αν το φασιστικό αστυνομικό σώμα της πολιτείας της Βικτόρια κυκλοφορούσε στ’ ασπόνδυλα μίντια οποιοδήποτε βίντεο κλειστού κυκλώματος επιτήρησης, να τους έβγαινε τζούφιο το υλικό.
Μόλις διαφύγαμε απ’ το μέρος με ασφάλεια και ξεφορτωθήκαμε τις μεταμφιέσεις μας φροντίζοντας να μην αφήσουμε πίσω μας κάνα ίχνος, αποσυρθήκαμε στην ταράτσα ενός πολυώροφου πύργου κάπου στο κέντρο της πόλης –σε μία από κείνες τις οικοδομές που ’χε σηκώσει άλλοτε η δημόσια επιτροπή στέγασης– έτσι ώστε να μπορούμε να βλέπουμε από ωραίο, πλεονεκτικό σημείο τ’ αποτελέσματα του εργόχειρού μας.
Μορφάσαμε με μπόλικο ενθουσιασμό και γνήσιο μίσος, γιομάτο με χαρά, καθώς παρακολουθούσαμε τις φλόγες να τρεμοπαίζουν μες στη νυχτιά και το θεόρατο λοφίο του μαύρου καπνού να υψώνεται στον ουρανό. Ρίξαμε επίσης μπόλικο γέλιο αναμεταξύ μας σαν είδαμε τον τεράστιο αριθμό οχημάτων πυροσβεστικής, αστυνομίας και υπηρεσίας έκτακτης ανάγκης να καταφτάνουν στο σημείο, με την κλίμακα της φωτιάς να υπερβαίνει ακόμη και τις ίδιες μας τις προσδοκίες.
Δε χωρεί αμφιβολία πως αυτήν τη δράση θα την καταδικάσουνε όχι μονάχα οι λεγόμενες Αρχές, αλλά και τα μέλη της αποκαλούμενης «ακτιβίστικης» κοινότητας της Μελβούρνης, πολλοί εκ των οποίων ισχυρίζονται πως είναι αναρχικοί έστω και αν σνομπάρουν τις άμεσες δράσεις, προτιμώντας αντ’ αυτών να συμμετέχουν σε αξιολύπητες «διαμαρτυρίες», στις οποίες οι μπάτσοι τούς πάνε καροτσάκι, κι άλλες άχρηστες δραστηριότητες που κάνουνε μια τρύπα στο νερό. Θα λουστούμε τις καταδίκες σας με καμάρι, προδοτικοί άπραχτοι κοπρίτες!
Αφιερώνουμε αυτή την ενέργεια στη φυγόδικη αυστραλιανή αναρχική σύντροφο Φελίσιτυ Αν Ράιντερ –μείνε λεύτερη!– όπως και σε Πυρήνα Οργισμένων Αλεπούδων & ACAB στο Ηνωμένο Βασίλειο, Πυρήνα Λευτεριά στους Μάνδυλα και Τσαβδαρίδη της FAI-IRF στην Ινδονησία, Μέτωπο Απελευθέρωσης της Γης-Ινδονησιακή Φράξια, FAI-Φίλους της Γης στην Αργεντινή, Μέτωπο Απελευθέρωσης της Γης στη Ρωσία, στα φυλακισμένα συντρόφια της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς και στον Επαναστατικό Αγώνα, στον κρατούμενο χάκερ Τζέρεμυ Χάμμοντ απ’ την επιχείρηση Αντασφάλεια (AntiSec) και σ’ όλους τους φυλακισμένους αναρχικούς αγωνιστές ανά τον πλανήτη Γη που ψυχορραγεί.
Η χθεσινοβραδινή δράση είναι μονάχα η αρχή μιας νέας φάσης ανταρσίας που δεν έχετε ματαδεί στην κατεχόμενη αυστραλιανή ήπειρο, κι ευελπιστούμε πως θα εμπνεύσει παρόμοιες ενέργειες όχι μόνο στη Μελβούρνη, αλλά και σε ολάκερη την Αυστραλία.
Η εποχή του άχρηστου κοινωνικού αναρχισμού έχει παρέλθει· ας αναγγείλει η φωτιά και το εμπρηστικό σύννεφο καπνού τη νέα εποχή της εξέγερσης και ανταρσίας!
Πυρήνας Φελίσιτυ Αν Ράιντερ
της Άτυπης Αναρχικής Ομοσπονδίας/Διεθνές Επαναστατικό Μέτωπο
Μπορείτε να βρείτε τις αναλήψεις ευθύνης και στο αρχείο.