Και το τραγούδι μου λέει:
\”Ω, θεέ της καταστροφής, του τρομερού και του τερατώδους, θεέ αναδύσου από τα έγκατα του άγνωστου και έλα σε μένα από τις ανοιχτές πληγές της παλιάς γης, έλα σε μένα… έλα με τη συντριπτική, ξαφνική οργή της θύελλας· ερήμωσε, κατάστρεψε αυτόν τον εξασθενημένο και παρακμάζοντα κόσμο, που χρειάζεται ένα νέο λουτρό αίματος για να ανανεωθεί… Θα σου δανείσω το χέρι και τη σκέψη μου. Θα αγωνιστούμε μαζί όσο κάθε ναός που χτίζεται αποτελεί πειστήριο της προκατάληψης και της νωθρότητας των ανθρώπων… όσο κάθε νέος νόμος, χαραγμένος στις δέλτους της εξαπάτησης, προσπαθεί να επιβάλλει το δίκιο του στον εξεγερμένο… όσο η ζωή, καταπατημένη και καταπιεσμένη, δε μπορεί να αναδυθεί θριαμβικά στο φως της ημέρας. Τότε, όταν σύννεφα από φωτιά θα προβάλλουν προς τον ουρανό απειλητικά από τα καπνισμένα ερείπια, σατανικά, δαιμονικά, τρελά, εμείς θα τραγουδάμε τον εικονοκλαστικό μας ύμνο της άρνησης και της εξέγερσης.\” Έτσι λέω! Και η φωνή μου είναι,όντως, δυνατή και μυστηριακή, όντως, πλούσια σε μίσος και συναίσθημα τόσο που ο αετός μου πέταξε ψηλά πάνω από τον ορίζοντα σαν μοχθηρή αστραπή κεραυνού… και ο λύκος μου με μάτια σαν φλόγες, αλυχτά και εφορμά στα λασπωμένα δρομάκια του χωριού σκορπώντας τρόμο και θάνατο…
Πάνω, στην κορφή μου, τόσο ψηλά και απρόσιτα, ανεμίζει το μοιραίο σύμβολο της απελευθέρωσης μου: η μαύρη σημαία.
Τώρα χορεύω στην άκρη μιας αβύσσου στον πάτο της οποίας αναδεύονται σαν φίδια τα σκοτεινά νερά του θανάτου. Χορεύω, τραγικά, με το μυαλό μου συγκεντρωμένο στην αυγή της \”αληθινής\” ζωής μου, της ελεύθερης και έντονης ζωής. Θέλω να κατακτήσω για τον εαυτό μου, με κόστος τη σκληρότερη σύγκρουση και τη δυσκολότερη θυσία. Γιατί ανήκω στη φυλή των ανίκητων γιγάντων, για τους οποίους ο κίνδυνος δεν αποτελεί φραγμό, αλλά ένα τσίμπημα, μία ώθηση που τους σπρώχνει να συνειδητοποιήσουν τη θέληση τους πιο έντονα. Και χορεύω, χορεύω. Οι χλωμές, αναιμικές αρετές, που κυριαρχούν σε αυτόν τον κόσμο ευνούχων και σκλάβων, προσπάθησαν να με δελεάσουν. Αλλά απάντησα στις κολακείες και τις απειλές τους με το διαβολικό γέλιο του άγριου σαρκασμού μου. Ανθρωπότητα, Κοινωνία, Κράτος, Νόμος, Ηθική… Ξέρετε ήδη την ισχύ των χτυπημάτων μου όπως ξέρω και εγώ των δικών σας… Και ωστόσο δε παύετε να μου επιτίθεστε, δε σταματάτε να διασκεδάζετε την τρελή πρόθεση να μειώσετε τον αλύγιστο χαρακτήρα μου στα δεσμά της υπακοής… Λοιπόν, ακόμα σέρνετε αυτήν τη θλιβερή, άμορφη μάζα πλαδαρών σκλάβων στο τρένο σας, ακόμα ακονίζετε τα όπλα που θα θρυμματιστούν πάνω στην άτρωτη πανοπλία μου… Σας περιμένω αποφασισμένος. Εγώ ο καταραμένος, ο εξεγερμένος… Σας περιμένω με τον αετό και το λύκο μου, πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά μου. Και τα αδέρφια μου σας περιμένουν επίσης, παραταγμένα για μάχη στο πλευρό μου, τα αδέρφια μου, τα ηρωικά και ανίκητα τέκνα του Κακού…
Ελάτε λοιπόν! Ο ιερόσυλος και καταστροφικός εικονοκλάστης σας πέταξε το γάντι. Και σε ένα μεθύσι ενθουσιασμού, ένα ντελίριο ενέργειας, μία έξαρση αυθάδειας θα πολεμήσει τον πόλεμο του στα ανοιχτά και στα κρυφά… Αργότερα, όταν τα δηλητηριώδη βέλη διαπεράσουν την πανοπλία και τρυπήσουν την καρδιά του, θα γλιστρήσει, χλευάζοντας, στον πάτο της σκοτεινής αβύσσου που τα απειλητικά νερά του θανάτου ρέουν σαν φίδια.
Enzo Martucci
\”Το Καταραμένο Τραγούδι\” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci και εκδόθηκε στο περιοδικό Proletario (τεύχος 4), στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.
Πηγή στα αγγλικά: The Damned Song, The Anarchist Library, 6 June 2011.
Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum
Μπορείτε να κατεβάσετε ολόκληρο το έργο εδώ.