Han Ryner: Αντιπατριωτισμός

Αναδημοσίευση από www.diskordia.squat.gr

Θα καταφέρω άραγε εδώ, να αποφύγω αυτές τις σκέψεις και εκτιμήσεις που ανήκουν περισσότερο σε άρθρα για την πατρίδα και τον πατριωτισμό;

 Ο αντιπατριωτισμός ήταν η αντίδραση της λογικής και του συναισθήματος, τη στιγμή που ο πατριωτισμός κυριαρχούσε. Πήρε ποικίλες μορφές ανάλογα με το βαθμό στον οποίο βασιζόταν περισσότερο ή λιγότερο ενσυνείδητα στον ατομικισμό, στην αγάπη για όλους τους ανθρώπους, στην αγάπη για έναν άνθρωπο (όπως με την Camille την αδερφή των Horatii)1. Ακόμα μπορεί να βασιζόταν σε μια λογική ή συναισθηματική προτίμηση για τους νόμους και τα ήθη μιας ξένης χώρας.

Ο Βούδας ήταν κατ’ ανάγκη εχθρικός σε οποιαδήποτε πατριωτική αποκλειστικότητα, ένας άνθρωπος ο οποίος δεν αναγνώριζε καν τι μπορεί να οριστεί ως ανθρώπινος σωβινισμός, αλλά επέκτεινε την αγάπη του σε όλα τα έμβια όντα. Στην Ελλάδα οι σοφιστές ήταν αντιπατριώτες. Ο Σωκράτης, ο μεγαλύτερος των σοφιστών2διακήρυττε: “Δεν είμαι Αθηναίος, είμαι πολίτης του κόσμου”. Καταδίκασε την πατρίδα στο όνομα των “άγραφων νόμων”, δηλαδή στο όνομα της συνείδησης. Άλλοι Σοφιστές την απέρριπταν με βάση έναν πιο φλογερό ατομικισμό. Εντούτοις, ο σύγχρονός τους ο Αριστοφάνης απεχθανόταν την δημοκρατική πατρίδα του γιατί θαύμαζε την αριστοκρατική οργάνωση της Σπάρτης (Έτσι ο Paul Bourget3 και ο Leon Daudet4, θαμπωμένοι από την δύναμη ακρίβειας της γερμανικής διοίκησης, αφέθηκαν για χρόνια σε έναν αφελή και απλοϊκό πατριωτισμό: νεαροί ζιγκολό που αναπόφευκτα παραδόθηκαν στον πιο φοβερό “τρόμο”). Ο Πλάτωνας και ο Ξενοφών, φτωχοί μαθητές του Σωκράτη, που τον νόθευσαν και τον χρησιμοποίησαν όπως περίπου o Charles Maurras5 πλαστογράφησε και χρησιμοποίησε τον Auguste Comte6, έχουν παρόμοια συναισθήματα με αυτά του Αριστοφάνη. Ο Ξενοφών κατέληξε να μάχεται την “πατρίδα” του, μέσα από τις τάξεις των Λακεδαιμόνιων.

Οι Κυρηναϊκοί φιλόσοφοι ήταν επίσης αντιπατριώτες. Ένας εξ’ αυτών, ο Θεόδωρος ο Άθεος επαναλάμβανε την φράση πολλών σοφών ανθρώπων “Πατρίδα μου είναι ο Κόσμος”. Προσέθετε “Το να θυσιάζει κανείς τον εαυτό του για την πατρίδα, σημαίνει να αποκηρύσσει την σοφία για να σώσει τους τρελούς”. Σε αυτό, κάνει λάθος: Σημαίνει να βοηθάς τους τρελούς να καταστρέψουν τους εαυτούς τους.

Οι Κυνικοί φανερά και τολμηρά διακήρυτταν τον αντιπατριωτισμό. Ο Αντισθένης συγκεκριμένα ενέπαιζε όλους όσους ήταν περήφανοι που ήταν αυτόχθονες, μια δόξα που μοιράζονται -σημειώνει- με συγκεκριμένο αριθμό γυμνοσαλιάγκων και θαυμάσιων ακριδών. Ο Διογένης για να διακωμωδήσει τις “συναισθηματικές “ ενέργειες των πατριωτών, διέσχισε με το πιθάρι του μια πόλη υπό πολιορκία. Ο μαθητής του, ο Κράτης από την Κρήτη, δήλωνε “Δεν είμαι πολίτης των Θηβών, αλλά του Διογένη”.

Ο Πλούταρχος επαναπροσεγγίζει τους Επικούρειους και τους Στωικούς και τον περιφρονητικό και πρακτικό τους αντιπατριωτισμό, που τους απέτρεπε από το να συμμετάσχουν σε οποιαδήποτε δημόσια διαδικασία και ενασχόληση. Ο Επικούρειος αναγνώριζε μόνο συγκεκριμένα συναισθήματα και κρατούσε την καρδιά του για λίγους φίλους, οι οποίοι μπορεί να ήταν από οποιαδήποτε χώρα. Ο Στωικός επέκτεινε την αγάπη του προς όλους τους ανθρώπους. Πειθαρχούσε «στη φύση που έκανε τον άνθρωπο φίλο του ανθρώπου, όχι από συμφέρον αλλά πηγαία». Τέσσερεις αιώνες πριν τον Χριστιανισμό, είχε την σύλληψη της έννοιας του φιλανθρωπισμού, που ενώνει σε ένα ενιαίο σύνολο-ομάδα, όλους όσους συμμετέχουν στο Λόγο, θεούς και ανθρώπους.

Οι πρώτοι Χριστιανοί ήταν τόσο αντιπατριωτικοί όσο, οι Στωικοί, οι Επικούρειοι και τόσοι άλλοι σοφοί . Οι Χριστιανοί της Ιουδαίας, δεν συγκινήθηκαν από το γκρέμισμα της Ιερουσαλήμ. Όσοι ήτανε στην Ρώμη, πεισματικά προέβλεψαν την πτώση της. Αγαπούσαν μόνο την επουράνια πατρίδα και ο Τερτυλλιανός είπε στο όνομα τους: “Αυτό που είναι πιο ξένο σε εμάς, είναι τα δημόσια πράματα”. Ήταν πιστοί στο πνεύμα του Ευαγγελίου, όπου μια συγκεκριμένη παραβολή, όπως για παράδειγμα αυτή του καλού Σαμαρείτη, θα μεταφραζόταν από έναν πραγματικά χριστιανό Γάλλο, στην παραβολή του καλού Πρώσου, ενώ ένας Γερμανός ευαγγελικός θα την μετέφραζε στην παραβολή του καλού Γάλλου. Η έννοια “καλός” δεν θα είχε το ίδιο νόημα που δίνει ο Hindenburg7 για τον ακαδημαϊκό Joffre8.

Καθολικισμός σημαίνει οικουμενικότητα. Ο Καθολικισμός είναι διεθνής κι επομένως αν είναι ειλικρινής και συνειδητός, αποτελεί μια μορφή αντιπατριωτισμού. Μια πρόσφατη Διεθνής θέλει να αντικαταστήσει τον πόλεμο με την επανάσταση και τις εχθροπραξίες μεταξύ των εθνών με την ταξική πάλη. Οι αρχές του καθολικισμού δεν επιτρέπουν την διάκριση σε πιστούς και άπιστους. Οι μοντέρνοι καθολικοί καυχιούνται για τον πατριωτισμό τους χωρίς να συνειδητοποιούν ότι με αυτό αρνούνται τον καθολικισμό. Έτσι, τα μέλη των Σοσιαλιστικών ή Κομμουνιστικών κομμάτων που συναινούν στην “εθνική άμυνα” θα έπρεπε να σταματήσουν να προσδιορίζονται σαν Σοσιαλιστές. Το νόημα του καθολικισμού ζει ακόμα σε λίγους ανθρώπους όπως στον Gustav Dupin, συγγραφέα του “Ο καταχθόνιος πόλεμος”, στον Grillot de Givry, συγγραφέα του “Ο Χριστός και η πατρίδα”, στον Dr. Henri Mariave, συγγραφέα του “Ανώτατη Φιλοσοφία”.Ως εκ τούτου, προκαλούν αποστροφή στους λεγόμενους “αδερφούς” τους.

Ο αντιπατριωτικός λόγος και αλήθεια, δεν αναλύθηκε ή εξηγήθηκε από κανέναν πιο ισορροπημένα και με καθαρή συνείδηση από τον Τολστόι. Στην μπροσούρα του “Πατριωτισμός και Κυβέρνηση” δείχνει σε τι έκταση και βαθμό ο πατριωτισμός είναι μια οπισθοδρομική ιδέα, άκαιρη και επιζήμια. Ως συναίσθημα ο πατριωτισμός είναι κακός και επιβλαβής˙ ως δόγμα είναι παράλογο, από τη στιγμή που είναι ξεκάθαρο πως αν κάθε λαός και κάθε κράτος αναγνωρίζει τον εαυτό του ως τον καλύτερο και μεγαλύτερο μεταξύ των άλλων, τότε όλοι έχουν κάνει ένα παράξενα τεράστιο λάθος. Έπειτα εξηγεί πως “αυτή η παλιά ιδέα, που βρίσκεται σε μια απαίσια και σκανδαλώδη αντίθεση- με την όλη τάξη των πραγμάτων, η οποία έχει σε πολλές της πτυχές διαφοροποιηθεί, συνεχίζει να επηρεάζει τους ανθρώπους και να καθοδηγεί τις πράξεις τους. Μόνο όσοι βρίσκονται στην εξουσία και εκμεταλλεύονται την εύκολα κατευθυνόμενη ανοησία των μαζών, βρίσκουν επωφελές να διατηρηθεί αυτή η αντίληψη, η οποία πλέον δεν έχει κανένα νόημα ή χρησιμότητα. Το πετυχαίνουν αυτό γιατί κατέχουν τον ξεπουλημένο Τύπο, το δουλοπρεπές πανεπιστήμιο, το βάρβαρο στρατό και η διεφθαρμένη οικονομία, δηλαδή τα ισχυρότερα μέσα για να επηρεάζουν τους ανθρώπους.

Εκτός από περιπτώσεις που πρόκειται για τις διεκδικήσεις ιθαγενών πληθυσμών σε αποικίες, ή τα αποσχιστικά ρεύματα μερικών Ιρλανδών, Βρετανών, Οξιτανών (occitanians), η λέξη πατριωτισμός σχεδόν πάντα στηρίζεται, στις ψευδολογίες μιας μόδας. Οι θυσίες που ζητούνται για την πατρίδα, θέλουν να θυσιάσουν εμάς σε μια άλλη θεότητα, το Έθνος, που κατέστρεψε και λήστεψε τις “πατρίδες” μας όποιες και αν είναι αυτές. Κανένας μας πλέον δεν έχει πατρίδα στα μεγάλα και ετερογενή μοντέρνα έθνη.

Η αγάπη για τον τόπο της γέννησής μας είναι ανόητη, παράλογη και εχθρική προς την εξέλιξη αν παραμείνει αποκλειστική. Αν επρόκειτο να γίνει ένα μέσο για την ανάπτυξη της νοημοσύνης, θα την δόξαζα και θα την εξυμνούσα με τον ίδιο τρόπο που ένας άνθρωπος που ξεκουράζεται στην σκιά ενός δέντρου, “ευχαριστεί” τον σπόρο.

Από την αγάπη μου για την γη των παιδικών μου χρόνων και για την γλώσσα που, θα έλεγα πρώτη “χαμογέλασε” στα αυτιά μου, προέρχεται η αγάπη για όλες τις ομορφιές της φύσης και την «σκεπτική» (pensive) μουσική όλων των ανθρώπινων γλωσσών.

Ας με διδάξει η περηφάνια στο βουνό μου, να θαυμάζω άλλες κορυφές…

Ας με διδάξει η ευγένεια του ποταμού μου να κοινωνώ με το όνειρο όλων των ποταμών… Τη μαγεία του δάσους μου να μάθω να τη βρίσκω στη χάρη όλων των δασών… Μακάρι η αγάπη για μια γνωστή ιδέα να μην με αποτρέψει από μια καινούρια ή έναν εμπλουτισμό που έρχεται από μακριά…

Με τον ίδιο τρόπο που ένας ενήλικας ξεπροβάλλει μέσα από ένα παιδικό σώμα, οιπρώτες ομορφιές χρησιμεύουν ιδανικά για εμάς για να κατανοήσουμε, να γευτούμε και να κατακτήσουμε όλες τις ομορφιές. Τι φτώχεια και κακομοιριά ακούμε μέσα σε αυτές τις αφελείς μνήμες μια φτωχής και συγκινητικής γλώσσας που μας αποτρέπει από το να ακούσουμε και άλλες γλώσσες! Ας αγαπήσουμε στις παιδικές μας αναμνήσεις, εκείνο το αλφάβητο που μας επιτρέπει να διαβάσουμε όλα τα κείμενα που μας προσφέρονται από τα συνεχή και αλλεπάλληλα πλούτη της ζωής μας.

 

1 Παρμένο από έναν ρωμαϊκό μύθο. Οι Horatii ήταν τρίδυμοι αδερφοί από την Ρώμη, που μονομάχησαν με τους τρίδυμους Curιatii από την AlbaLonga, όταν οι δυο πόλεις βρίσκονταν σε πόλεμο. Η Camille, αδερφή των Horatii και παντρεμένη με έναν από τους Curiatii, δολοφονήθηκε από τον αδερφό της για προδοσία.

 

2 Λάθος του συγγραφέα που κατατάσσει τον Σωκράτη στους Σοφιστές.

 

3 Ο Paul Charles Joseph Bourget (1852-1935) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος και κριτικός. Η φήμη του Bourget’s ως μυθιστοριογράφου είναι βέβαιη σε μερικούς ακαδημαϊκούς κύκλους διανοουμένων αλλά παρ’ όλη την επιτυχία τους στην εποχή του, τα μυθιστορήματά του είναι ξεχασμένα πλέον από το ευρύ κοινό.

 

4LeonDaudet (1867-1942): Γάλλος συγγραφέας και δημοσιογράφος, μοναρχικός.

 

5 Charles Maurras (1868-1952): Γάλλος εθνικιστής συγγραφέας, ηγέτης της ActionFrancaise, μοναρχικής υπερσυντηρητικής οργάνωσης.

 

6AugusteComte (1798-1857): Γάλλος φιλόσοφος. Ήταν πρωτεργάτης της επιστήμης της κοινωνιολογίας και ιδρυτής του δόγματος του θετικισμού. Ανέπτυξε την θετικιστική φιλοσοφία σαν θεραπεία της κοινωνικής δυσφορίας που επήλθε μετά τη Γαλλική Επανάσταση, καλώντας για ένα κοινωνικό μοντέλο το οποίο θα βασίζεται στις επιστήμες. Θεωρείται σαν τον πρώτο φιλόσοφο της επιστήμης με την μοντέρνα έννοια του όρου. Ήταν μεγάλη επιρροή στη σκέψη του 19ου αιώνα και επηρέασε τα έργα άλλων κοινωνιολόγων όπως του KarlMarx, τουGeorgeStuartMill…

 

7PaulvonHindenburg (1847-1934): Γερμανός στρατιωτικός, σημαντική φιγούρα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, γίνεται αργότερα πρόεδρος της Δημοκρατίας. Είναι αυτός που παρέδωσε την κυβέρνηση στους εθνικοσοσιαλιστές.

 

8JosephJoffre (1852-1931): Διοικητής του γαλλικού στρατού στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Λαός, το αριστερό αντίβαρο…

Αναδημοσίευση από www.diskordia.squat.gr

Έχουμε ήδη αναφερθεί αρκετά σε αυτό που ονομάζουμε ελληνικό ρατσιστικό βούρκο, ή αλλιώς μικρομεσαίοι, νοικοκυραίοι κλπ. Τον κυρίως εθνικό κορμό δηλαδή, που μιλά στο όνομα της πατρίδας (κρατώντας στον πυρήνα της αντίληψης του λίγο από αίμα, ένδοξους προγόνους κλπ). Αυτό έρχεται να συμπληρώσει η αριστερή πτέρυγα του πατριωτισμού. Σε μια προσπάθεια να εξορθολογικοποιήσει την αντίληψη περί πατρίδας, η Αριστερά βάζει στο επίκεντρο τον Λαό. Είτε συνειδητά πατριωτικά (με το σχήμα πατρίδα=λαός), είτε αποφεύγοντας να αναφερθεί σε σημαίες, ο Λαός της αριστεράς και η Πατρίδα της δεξιάς είναι για μας σιαμαίες αυταπάτες. Ο αριστερός πατριωτισμός, πέρα από την λαϊκιστική λειτουργικότητα του, έχει τις θεωρητικές ρίζες του στην ιδεολογία του αντι-ιμπεριαλισμού, στην οποία αφιερώνουμε τις παρακάτω παραγράφους.

Κάποτε στη Ρωσία…

Μια φορά και έναν καιρό, ο θείος Λένιν έγραψε ένα βιβλίο στο οποίο περιέγραφε τον ιμπεριαλισμό σαν ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού. Κι έκτοτε τα ανίψια του (είτε τα επίσημα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, είτε τα νόθα των διαφόρων αιρέσεων) αποφάσισαν πως ο αντικαπιταλισμός πρέπει, για να είναι επίκαιρος, να αντιστέκεται στην παντοδυναμία των ιμπεριαλιστικών κέντρων. Το παλιό διεθνιστικό ρητό «ο εχθρός βρίσκεται στην ίδια μου τη χώρα» αντικαταστάθηκε από το «ένας είναι ο εχθρός, ο ιμπεριαλισμός». Κι έτσι καθιερώθηκαν διάφορες στρεβλώσεις.

  • Η εργατική τάξη (άσχετα αν δεν την αναγνωρίζουμε σαν επαναστατικό υποκείμενο) ταυτίστηκε στις λενινιστικές αναλύσεις με τον διαταξικό όρο «λαός». Και όταν μιλάμε για πιο «αδύναμα» κράτη, ήτοι οι ηττημένοι του ιμπεριαλισμού, τότε ειδικά συσκοτίζονται οι σχέσεις εκμετάλλευσης κάτω από το πέπλο του βασανισμένου λαού (βασανισμένα αφεντικά!?!)
  • Η μετατροπή του εθνικού πολέμου σε κοινωνικό-ταξικό αποσύρθηκε από την σοσιαλιστική ατζέντα, και την θέση του πήρε ο εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος. Το αδύναμο κράτος και κεφάλαιο παύει να είναι εκμεταλλευτικό δηλαδή, πρέπει να συμμαχήσει με τους φτωχοδιαβόλους και όλοι μαζί, έχοντας συγκροτήσει τον Λαό, να αντισταθούν στο ιμπεριαλιστικό μπλοκ. Η επανάσταση αναβάλλεται…

Ως προς το δεύτερο αυτό σημείο βρισκόταν σε σύγχυση η ΚΔ, ώσπου ο πατερούλης Στάλιν αποφάσισε να χωρίσει τα χωράφια του οριστικά με τον έτερο υποψήφιο χαλίφη, τον Τρότσκυ. Ο κομμουνιστικός πατριωτισμός πήρε σάρκα και οστά κάτω από τα πυρά του Β Παγκοσμίου Πολέμου, και κληρονομήθηκε στις επόμενες σταλινικές/μαοϊκές γενιές. Οι τροτσκιστές προσκόλλησαν στο όνομα τους τον διεθνισμό (οι αρχαιολόγοι των επαναστατικών κινημάτων τους μνημονεύουν σαν κομμουνιστές-διεθνιστές), χωρίς να βγάλουν προφανώς τον Λαό από το λεξιλόγιο τους.

Είμαστε εμείς Ελλάδα τα παιδιά σου!

Δεν μπορούμε να αφήσουμε ασχολίαστες τις συχνές αναφορές αντιεξουσιαστών στην εθνική αντίσταση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (η ΟΠΛΑ αυθαίρετα μπαίνει κάτω από το χαλί, για να αποφεύγονται τα αλλεργικά σοκ). Οι προβληματισμοί μας για την ΕΑΜολαγνεία δεν σχετίζονται προφανώς με την αντικομμουνιστική επιχειρηματολογία του τότε εθνικοφασιστικού μπλοκ (από Γ.Παπανδρέου μέχρι Χίτες και ταγματασφαλίτες). Επίσης, δεν ταυτίζονται με τις θέσεις του Α.Στίνα και του περίγυρου του (πως οι γερμανοί στρατιώτες είναι ταξικά μας αδέρφια και πρέπει να τους πείσουμε με προκηρύξεις να γυρίσουμε τον πόλεμο σε επανάσταση), γιατί δεν αντιλήφθηκε την ιδιαιτερότητα της κατάστασης του ναζισμού, επαναφέροντας τα διεθνιστικά προτάγματα της περιόδου του Ά Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο πιο χλιαρός μας προβληματισμός είναι ότι αρνούμαστε να ανάγουμε ιστορικά παραδείγματα σε θέσφατα. Στην προσπάθεια μας να ξεφορτωθούμε την ιδεολογία και τα παραμορφωτικά γυαλιά της, δεν χτίζουμε επαναστατικά μνημεία, δεν θεμελιώνουμε μια πλαστή ενότητα μεταξύ μας με επίκεντρο το παρελθόν. Δεν έχουμε ανάγκη από πολιτικούς προγόνους, για να νιώσουμε πως κάνουμε κάτι σημαντικό κι ελπιδοφόρο. Βέβαια, αυτό έχει την ίδια αξία κι όταν αναφερόμαστε σε πιο κοντινά πολιτικά παραδείγματα (π.χ. Ισπανική Επανάσταση του ’36).

Πιο συγκεκριμένα για το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, μπορεί σε κάποιους να αναβλύζει ενθουσιασμός από την μαχητικότητα του, καθώς και από ατίθασες μορφές που δεν ευθυγραμμίστηκαν με το ΚΚΕ, όπως ο Άρης Βελουχιώτης, δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε και τις άλλες πτυχές του. Ο αγώνας του ήταν καθαρά εθνικός, χωρίς επαναστατικά-αντικαπιταλιστικά στοιχεία, κι αυτό το παραδέχονταν με ειλικρίνεια οι πρωτεργάτες του. Σαν θεμελιακές αξίες είχε την ορθοδοξία, τα ελληνικά ιδεώδη και σύμβολα, και αγωνιστές που τα αμφισβήτησαν εκτελέστηκαν με συνοπτικές διαδικασίες σαν προβοκάτορες. Ήταν το μακρύ χέρι της σταλινικής ΕΣΣΔ, και της λογικής της για τα Λαϊκά Μέτωπα, αλλά και όταν παρέκλινε εξ αιτίας του «άτακτου» Άρη, δεν έχανε τον εθνικισμό του.

Εν συντομία, παραδεχόμαστε την αναγκαιότητα να σταματηθεί η ναζιστική πολεμική μηχανή, η υπεύθυνη μεταξύ άλλων για το έγκλημα των εγκλημάτων, το Ολοκαύτωμα. Ο τρόπος με τον οποίο όμως πολεμήθηκε δεν πρέπει να αφομοιώνεται άκριτα στις μετα-νεωτερικές αντιφασιστικές συνταγές μας.

«Φονιάδες των λαών Αμερικάνοι…»

Και φτάνουμε στην χρυσή τριλογία του ελληνικού αντι-ιμπεριαλισμού: Πόλεμος στο Ιράκ, τη Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν. Οι πρωταγωνιστές σχεδόν ίδιοι: ο “κακός” για τους ..δυτικούς γίνεται καλός για τους αριστερούς, άσχετο αν είναι δικτάτορας ή δολοφόνος. Στην περίπτωση μάλιστα της Γιουγκοσλαβίας, οι σφαγές που διέπραξαν τα “ορθόδοξα αδέρφια μας” αποκρύφτηκαν πολύ έντεχνα από το κράτος, τα ΜΜΕ και την πλειοψηφία της Αριστεράς…

Από την άλλη πλευρά η… συμμαχία του “καλού”, η προηγμένη και προοδευτική Δύση που μοιράζει Δικαιοσύνη και Ειρήνη, που εδραιώνει τη δημοκρατία. Η κρατική μηχανή και τα χρηματοοικονομικά αρπακτικά, παραμονεύουν και συνεργάζονται για να εξαπλώσουν και να εδραιώσουν γερά τον καπιταλιστικό βόθρο τους…

Κι η Αριστερά σχεδόν σύσσωμη, μπολιάζει με εσωστρέφεια κι αποπροσονατολισμό τα πιθανά τάργκετ γκρουπ της. Ο κόκκινος επαναστατικός διεθνισμός αναμείχθηκε με τον γαλάζιο εθΗ εποχή που ξεκινά με την εμφάνιση της κρίσης, περίπου το 2008 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, βρίσκει την ελληνική αριστερά στο δοκιμαστήριο. Τα trends της προηγούμενης δεκαετίας (βλέπε αντι-αμερικανισμός, αντι-παγκοσμιοποίηση) έχουν παλιώσει και έχουν γίνει cult φορεσιές για τους πλέον μονολιθικούς. Τώρα ο αντι-ιμπεριαλισμός πρέπει να ανανεωθεί, να γίνει αντι-γερμανικός, και να θέσει τον ελληνικό λαό εκ νέου στη θέση του θύματος.

Ο λόγος ενός κομματιού της αριστεράς έπιασε τους παλμούς των ελλήνων, καιαντικατέστησαν τη λέξη καπιταλισμός με τη λέξη μνημόνιο, την πηγή όλων των δεινών. Έπαψε ρητά να πολεμά το σύστημα εκμετάλλευσης και πολεμά μόνο μια σκληρή εκδοχή του. Όμως αυτό, παρότι κρύβει μια αντίφαση, κατασκευάζει ένα εύηχο σχήμα που φάγαμε στη μάπα τα τελευταία χρόνια: Οι ξένες δυνάμεις (τρόικα, γερμανία κλπ) επιβάλλουν στον ελληνικό λαό συνθήκες κατοχής. Ακόμα και γι’ αυτούς που ταίριαξαν δίπλα-δίπλα τον καπιταλισμό και το μνημόνιο στις καταγγελίες τους, ο εχθρός προσωποποιήθηκε στην Μέρκελ, τους δαιμόνιους καιροσκόπους, εν ολίγοις όλους πλην των ελλήνων.

Το κακό δεν είναι μόνο πως αθωώνονται τα ελληνικά αφεντικά, ούτε το ότι πάλι η αριστερά λαϊκίζει. Η αντιμνημονιακή συστράτευση επιπλέον συντήρησε και όξυνε τις εθνικιστικές ορδές, γιατί αγκάλιασε πολλές συνομωσιολογικές θεωρίες που συνάντησε στις πλατείες (ας μην ξεχνάμε πως ο αντισημιτισμός είναι κλασσικό ένδυμα του ελληνισμού), και έδωσε στους μικρομεσαίους το αίσθημα της αθωότητας και της δίκαιης αγανάκτησης. Και όταν οι έλληνες μιλούν για ξένη κατοχή, το αντιμετωπίζουν με ξύλο στους ξένους. έμειναν σε μεγάλο βαθμό στο απυρόβλητο, ή δέχτηκαν ελαφριά μόνο κριτική – συνήθως τόση όση απαιτούνταν για να κρατηθούν τα προσχήματα.

Δόθηκε με τον τρόπο αυτό το κατάλληλο υπόβαθρο για την ενδυνάμωση του πατριωτισμού, μέσα από την απενοχοποίησή του. Θεωρήθηκε -όντας πρόχειρο κι έτοιμο- ως ένα αυταπόδεικτα εκ των ενδεδειγμένων, όχημα συσπέιρωσης του λαού, εκτιμώντας πως κάπου στη συνέχεια, αφού παρέα με τους καθόλου ή λίγο πατριώτες, τσακίσουμε τους πολύ πατριώτες θα βάλουμε στην ατζέντα και τα υπόλοιπα ζητήματα… Ακόμη και κομμάτια του αντιεξουσιαστικού χώρου, έδωσαν -και καλά έκαναν- το βάρος στη μαχητικότητα, αφήνοντας όμως παράλληλα λίγο πίσω την αντίθεση στον πατριωτισμό. Πέφτοντας ίσως στην παγίδα του ντετερμινισμού της σύγκρουσης :”μέσα απ τη σύγκρουση, δεν μπορεί, θα υπάρξει εκτροπή και ριζοσπαστικοποίηση”…

Η.. κατακρεουργημένη λοιπόν ελλαδίτσα του \’40, παραμένει πτωχή και “αδικημένη” πλην τίμια και περήφανη. Η Αριστερά της στηρίζει το “μικρό κακό” ενάντια στο “μεγάλο”. Εστιάζει την προσοχή της στο να τραβήξει κόσμο χωρίς να προκαλέσει. Θίγεται από την αναπαραγωγή του πρότυπου του “τεμπέλη έλληνα” και κατά τα πρότυπα του “πολέμα τη φωτιά με φωτιά”, πολεμάει τον πατριωτισμό με πατριωτισμό.

Σε μεγάλο βαθμό επομένως, αντί να τραβήξει κόσμο τραβιέται από αυτόν, αντί να ριζοσπαστικοποιήσει συνειδήσεις συντηρητικοποιείται από τις μικροαστικές εξ\’ αυτών. Κι έτσι μεγαλώνει και το “μικρό κακό“. Ο “δικαιολογημένος” καθόσον δημοκρατικός και προοδευτικός ελληνικός πατριωτισμός, μεγαλώνει και βγάζει δόντια, καθαρά και γυαλιστερά αλλά ύπουλα και κοφτερά. νικισμό, και το βιολετί υβρίδιο άνοιξε την τάπα του πατριωτισμού, κι όχι μόνο του ντόπιου αλλά και εκείνων που “βάλλονταν από τον ιμπεριαλισμό”, διαφυλάσοντας την εθνική ενότητα. Ως βαλλόμενοι, αυτόματα “θυματοποιήθηκαν”, πήραν άτυπα συγχωροχάρτια για τα εγκλήματα τους. Ο Σαντάμ, o Μιλόσεβιτς, o Οσάμα, και τα καθεστώτα τα οποία “αντιπροσώπευαν” έμειναν σε μεγάλο βαθμό στο απυρόβλητο, ή δέχτηκαν ελαφριά μόνο κριτική – συνήθως τόση όση απαιτούνταν για να κρατηθούν τα προσχήματα.

Δόθηκε με τον τρόπο αυτό το κατάλληλο υπόβαθρο για την ενδυνάμωση του πατριωτισμού, μέσα από την απενοχοποίησή του. Θεωρήθηκε -όντας πρόχειρο κι έτοιμο- ως ένα αυταπόδεικτα εκ των ενδεδειγμένων, όχημα συσπέιρωσης του λαού, εκτιμώντας πως κάπου στη συνέχεια, αφού παρέα με τους καθόλου ή λίγο πατριώτες, τσακίσουμε τους πολύ πατριώτες θα βάλουμε στην ατζέντα και τα υπόλοιπα ζητήματα… Ακόμη και κομμάτια του αντιεξουσιαστικού χώρου, έδωσαν -και καλά έκαναν- το βάρος στη μαχητικότητα, αφήνοντας όμως παράλληλα λίγο πίσω την αντίθεση στον πατριωτισμό. Πέφτοντας ίσως στην παγίδα του ντετερμινισμού της σύγκρουσης :”μέσα απ τη σύγκρουση, δεν μπορεί, θα υπάρξει εκτροπή και ριζοσπαστικοποίηση”…

Η.. κατακρεουργημένη λοιπόν ελλαδίτσα του \’40, παραμένει πτωχή και “αδικημένη” πλην τίμια και περήφανη. Η Αριστερά της στηρίζει το “μικρό κακό” ενάντια στο “μεγάλο”. Εστιάζει την προσοχή της στο να τραβήξει κόσμο χωρίς να προκαλέσει. Θίγεται από την αναπαραγωγή του πρότυπου του “τεμπέλη έλληνα” και κατά τα πρότυπα του “πολέμα τη φωτιά με φωτιά”, πολεμάει τον πατριωτισμό με πατριωτισμό.

Σε μεγάλο βαθμό επομένως, αντί να τραβήξει κόσμο τραβιέται από αυτόν, αντί να ριζοσπαστικοποιήσει συνειδήσεις συντηρητικοποιείται από τις μικροαστικές εξ\’ αυτών. Κι έτσι μεγαλώνει και το “μικρό κακό“. Ο “δικαιολογημένος” καθόσον δημοκρατικός και προοδευτικός ελληνικός πατριωτισμός, μεγαλώνει και βγάζει δόντια, καθαρά και γυαλιστερά αλλά ύπουλα και κοφτερά.

Η αντιμνημονιακή πατριωτική συστράτευση

Η εποχή που ξεκινά με την εμφάνιση της κρίσης, περίπου το 2008 και συνεχίζεται μέχρι σήμερα, βρίσκει την ελληνική αριστερά στο δοκιμαστήριο. Τα trends της προηγούμενης δεκαετίας (βλέπε αντι-αμερικανισμός, αντι-παγκοσμιοποίηση) έχουν παλιώσει και έχουν γίνει cult φορεσιές για τους πλέον μονολιθικούς. Τώρα ο αντι-ιμπεριαλισμός πρέπει να ανανεωθεί, να γίνει αντι-γερμανικός, και να θέσει τον ελληνικό λαό εκ νέου στη θέση του θύματος.

Ο λόγος ενός κομματιού της αριστεράς έπιασε τους παλμούς των ελλήνων, καιαντικατέστησαν τη λέξη καπιταλισμός με τη λέξη μνημόνιο, την πηγή όλων των δεινών. Έπαψε ρητά να πολεμά το σύστημα εκμετάλλευσης και πολεμά μόνο μια σκληρή εκδοχή του. Όμως αυτό, παρότι κρύβει μια αντίφαση, κατασκευάζει ένα εύηχο σχήμα που φάγαμε στη μάπα τα τελευταία χρόνια: Οι ξένες δυνάμεις (τρόικα, γερμανία κλπ) επιβάλλουν στον ελληνικό λαό συνθήκες κατοχής. Ακόμα και γι’ αυτούς που ταίριαξαν δίπλα-δίπλα τον καπιταλισμό και το μνημόνιο στις καταγγελίες τους, ο εχθρός προσωποποιήθηκε στην Μέρκελ, τους δαιμόνιους καιροσκόπους, εν ολίγοις όλους πλην των ελλήνων.

Το κακό δεν είναι μόνο πως αθωώνονται τα ελληνικά αφεντικά, ούτε το ότι πάλι η αριστερά λαϊκίζει. Η αντιμνημονιακή συστράτευση επιπλέον συντήρησε και όξυνε τις εθνικιστικές ορδές, γιατί αγκάλιασε πολλές συνομωσιολογικές θεωρίες που συνάντησε στις πλατείες (ας μην ξεχνάμε πως ο αντισημιτισμός είναι κλασσικό ένδυμα του ελληνισμού), και έδωσε στους μικρομεσαίους το αίσθημα της αθωότητας και της δίκαιης αγανάκτησης. Και όταν οι έλληνες μιλούν για ξένη κατοχή, το αντιμετωπίζουν με ξύλο στους ξένους.

Εργατική τάξη – ένα φάντασμα που πλανάται ακόμα

Αναδημοσίευση από το Diskordia

Ποιός μπορεί να αρνηθεί ότι η κοινωνία όπου ζούμε είναι ταξικά διαστρωματωμένη; Υπάρχουν διακρίσεις και είναι βαθιές και θεσμοθετημένες, καθορίζοντας τους όρους διαβίωσης και πρόσβασης στα υλικά και πνευματικά αγαθά που ο καθένας επιθυμεί. Πλούσιοι-φτωχοί, εκμεταλλευτές-εκμεταλλευόμενοι, κυρίαρχοι-κυριαρχούμενοι, δυνατοί και αδύναμοι και πάει λέγοντας.
Πώς γεννιούνται οι διακρίσεις/ταυτότητες αυτές όμως, πώς εδραιώνονται και αναπαράγονται; Και πάνω απ’ όλα, πώς θα μπορέσουν να καταστραφούν αποτελεσματικά; Ποιά είναι αυτά τα μονοπάτια σκέψης, ανάλυσης και δράσης που θα μπορέσουν οριστικά να τις καταστήσουν παρελθόν;
Κύριος στόχος επομένως του κειμένου, είναι να καταστεί σαφές γιατί είμαστε μακριά από το πλέγμα των εργατίστικων αντιλήψεων, που εκφράζονται στα ανατρεπτικά κινήματα. Ποιοί είναι οι λόγοι που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι το αναρχικό κίνημα πρέπει να αποτινάξει τα βαρίδια αυτά του…”ρεαλισμού”, που κάνουν κομμάτια του να ηχούν και να φέρονται εν μέρει, ως μια ριζοσπαστική εκδοχή κομματιών της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.

Γεια σου περήφανη κι αθάνατη εργατιά
Φυσικά δεν θεωρούμε ότι όλες αυτές οι απόψεις αποτελούν μια ενιαία θεώρηση, κι αναγνωρίζουμε ότι υπάρχουν αρκετές διαφορές μεταξύ τους. Για κάποιες από τις απόψεις αυτές π.χ. η εργατική τάξη είναι αντικειμενικά επαναστατική, αφού βρίσκεται σε άμεση επαφή με τα μέσα παραγωγής, οπότε μπορεί να νεκρώσει την οικονομία, και κατακτώντας τα, να τα στρέψει προς όφελος της επανάστασης . Ενώ για κάποιες άλλες αποτελεί απλά το κατάλληλο όχημα ενοποίησης των καταπιεσμένων. Μάλιστα, τα πιο ορθόδοξα μαρξιστικά κομμάτια τους υποστηρίζουν ότι ο καπιταλισμός είναι “απαραίτητο στάδιο προς την επανάσταση και την αταξική κοινωνία”. Κι αυτό επειδή μέσω της ανάπτυξης βαριάς βιομηχανίας, αναπτύσσεται η εργατική/προλεταριακή συνείδηση, οπότε “γεννιούνται οι νεκροθάφτες του καπιταλισμού”…
Σαν φυσικό επακόλουθο, όσο μιλούν για την κεντρικότητα της “τάξης” αυτής και θεοποιούν αυτήν και τους όποιους εργατικούς αγώνες, άλλο τόσο υποτιμούν στη μεγάλη πλειοψηφία τους, αγώνες που δεν αφορούν εργασιακούς χώρους και τους μή εργάτες αγωνιζόμενους. Τοπικοί αγώνες για περιβαλλοντικά ζητήματα π.χ., ή αγώνες ενάντια στην καταστολή, για την πλειοψηφία τέτοιων οργανώσεων και ομάδων, μπήκαν στην…ατζέντα μετά τις “ευρωπορείες” ενάντια σε G8, δ.ν.τ., κτλ. Όταν δηλαδή φάνηκε ότι έχει ψωμί η υπόθεση..
Αν επομένως, ο βασικός κινητήριος μηχανισμός μιας θεώρησης για τη ζωή και τους αγώνες δεν είναι οικονομικός, τότε θεωρούν ότι δεν μπορεί να συγκινήσει τις.. μάζες, αφού μόνο η οικονομική πτυχή της καταπίεσης θεωρείται ως ικανή να προκαλέσει -νομοτελειακά για τους περισσότερους- την επανάσταση. Και χαρακτηρίζουν ως ανώριμη, τυχοδιωκτική ή και σεχταριστική τη λογική όσων αναγνωρίζουμε μεν ως εκμεταλλευτική την υπάρχουσα οικονομική συνθήκη, αρνούμαστε δε το ότι εκεί πρέπει να επικεντρώσουμε τον αγώνα μας.
[Χωρίς να παραγνωρίζουμε τη θεμελιώδη σημασία της εργασίας για τη διατήρηση και αναπαραγωγή της υπάρχουσας κοινωνικής οργάνωσης, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι πλέον έχουν διαφοροποιηθεί κάποιες ισορροπίες. Πολύ μεγάλο ειδικό βάρος για την επιβίωσή της, έχει αναλάβει μια σχετικά πρόσφατη πτυχή των κυρίαρχων σχεδιασμών: να μας καταστήσουν μή δημιουργικούς, χωρίς πρωτοβουλίες, με περιορσμένες δεξιότητες και γεμάτους φόβο. Κι αυτό δεν αλλάζει απλά τις αποφάσεις αναφορικά με τα ζητήματα εργασίας˙ αναδιαρθρώνει τις δομές της εξουσίας, επαναπροσδιορίζει τις κεντρικές στρατηγικές της, και γεννά αμηχανία -μπροστά στις νέες συνθήκες- για τα όποια κινήματα.]
Μήπως όμως εδώ κάτι δεν πάει καλά; Μήπως οι εκφραστές απόψεων σαν αυτές αναπαράγουν -όχι απαραίτητα συνειδητά- τους ρόλους που η Κυριαρχία έχει τόσο έντεχνα και αποτελεσματικά μοιράσει; Μήπως έτσι στερούμαστε ενός πλούτου αναζητήσεων, επιχειρημάτων, δράσεων;
Ούτε η γενικότητα της αφαίρεσης που ονομάζεται “λαός”, ούτε καν το φάντασμα της κατα-κερματισμένης εργατικής τάξης μπορεί να είναι το όχημά μας προς την ατομική και συλλογική ελευθερία.
Το να βρίσκουμε στοιχεία που μας ενοποιούν απέναντι στην εξουσία είναι θεμιτό και απαραίτητο. Κι είναι επίσης απαραίτητο να υπάρχουν αυτές οι βάσεις που δημιουργούν δεσμούς και συνθήκες που δίνουν δύναμη και προοπτική σε όσους επιλέγουν να αγωνίζονται. Πάνω σε ποια βάση όμως γίνεται αυτό και με ποιό σκεπτικό; Ποιά είναι τα κριτήρια με τα οποία αναζητούμε την ενότητα, τις συμμαχίες και αντίστοιχα πού και πώς, θέλουμε να φτάσουμε;
Φυσικά και είναι γεγονός ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι “προλεταριοποιούνται” – στην ουσία περιθωριοποιούνται- με την έννοια ότι οδηγούνται σε μια οικονομική εξαθλίωση, την οποία συχνά δεν μπορούν να αντιπαλέψουν ούτε καν …πουλώντας την εργατική τους δύναμη. Και είναι επίσης πασιφανές ότι οι εξαθλιωνόμενοι εργάτες δεν αποκτούν νομοτελειακά αντίστοιχη ριζοσπαστική συνείδηση ώστε να γίνουν…προλετάριοι. Το “σφάξε με αγά μου να εξεγερθώ”, δεν ισχύει!
Με το να αυτοκαθοριζόμαστε ως εργάτες-προλετάριοι, υιοθετούμε ένα ρόλο που δεν έχουμε θελήσει. Ενσωματώνουμε μια ταυτότητα που ομαδοποιεί και ομογενοποιεί βασιζόμενη στο τί μας στερούν και όχι στο τί συνειδητά επιλέγουμε. Ουσιαστικά, παλεύουμε για την αυτοκατάργησή μας ως προλετάριοι- που σαφώς είναι θεμιτό- το κάνουμε όμως χρησιμοποιώντας ως μέσο αυτό που θέλουμε να καταργήσουμε!!!
Κι επιπλέον, με τον τρόπο αυτό, ερμηνεύουμε την πραγματικότητα χρησιμοποιώντας αναλυτικά εργαλεία που έχουν προ πολλού σκουριάσει κι είναι πλέον αναποτελεσματικά, χάνοντας την ουσία της σημερινής εποχής όπου η εξουσία είναι πια διάχυτη στον κοινωνικό ιστό. Κλείνουμε τα μάτια μπροστά σε μια πραγματικότητα πολύ διαφορετική από εκείνη της βιομηχανικής επανάστασης και των μετέπειτα κοινωνιών. Διαφορετική κι από τις πρόσφατες καταναλωτικές κοινωνίες της δανεικής καλοπέρασης. Η υπεραπλουστευμένη θέση, ότι η κοινωνία αποτελείται από καλούς και κακούς, από εργάτες με τους συμμάχους τους και αφεντικά με τους τσάτσους τους, απέχει πολύ από το να κατανοεί και να αντιμετωπιζει την πολυπλοκότητα της καπιταλιστικής μεταβιομηχανικής κοινωνίας.

Παλιέ κόσμε, υφαίνουμε ένα σάβανο για ‘σένα.
Ποιό είναι επομένως το βασικό θεμελιακό μας κοινό, αυτό που μπορεί πιο αποτελεσματικά αλλά και ουσιαστικά να μας κρατήσει όρθιους στη μάχη για την ελευθερία; Το ότι μας έχουν αποστερήσει τη δυνατότητα καθορισμού των όρων και συνθηκών της ύπαρξής μας. Ότι σε κάθε επίπεδο της ζωής κυριαρχεί η διαμεσολάβηση, το εμπόρευμα και η μαζοποίηση. Το ότι οι βιτρίνες με τα τσιμεντένια δέντρα της παραίτησης και της υποταγής μας κρύβουν τη μαγεία του δάσους της ελευθερίας.
Το επόμενο και απαραίτητο βήμα όμως μετά τη συνειδητοποίηση της κατάστασης που βιώνουμε, οφείλει να μην φέρει μέσα του τον κόσμο που θέλουμε να καταστρέψουμε, αλλά αυτόν που ψήγματά του ήδη καθημερινά δημιουργούμε ή ανακαλύπτουμε στη ζωή και τους αγώνες μας. Να σπάει τους δεσμούς με την ψυχολογική συνήθεια – βάση της εθελοδουλείας. Να αφαιρέσει επιτέλους από το λεξιλόγιό μας κάθε ίχνος από την ιδεολογία και τη γλώσσα της κυριαρχίας. Να θρυμματίσει τις αυταπάτες που δημιουργούν οι “ριζοσπαστικές” εκδοχές της για να οδηγούν το ανεξέλεγκτο, ως έννοια και πρακτική, βαθιά στο χωνευτήρι των θεσμών.
Και αυτό το βήμα δεν μπορεί παρά να είναι η οργάνωση και η δράση, σε όποιους χώρους κινούμαστε: παρέα, γειτονιά, σχολή, εργασία. Οργάνωση που εξαφανίζει την δυνατότητα δημιουργίας ηγεσιών και γραφειοκρατείας και πολεμά τις ήδη υπάρχουσες. Που σπάει την ηθική της εργασίας και προχωρά πέρα από τις αμυντικές μορφές αγώνα, σε μια μαχητική και σταθερή εναντίωση στις επιβολές των κυρίαρχων.
Ναι, οι μισθοί μειώνονται δραματικά παράλληλα με τα “εργασιακά δικαιώματα”. Ναι, η ανέχεια κι η εξαθλίωση παρέα με τις συνέπειές τους εξαπλώνονται πολύ γρήγορα, τόσο όσο κι ο εκφασισμός της κοινωνίας. Κι ακόμη, ναι, η επίθεση των κυρίαρχων δυναμώνει σταθερά, σε κάθε επίπεδο.
Η αντίθεσή μας όμως δεν έχει παρά μερικό αποτέλεσμα αν στοχεύει μονίμως στις συνέπειες και όχι στα αίτια αυτής της κατάστασης. Αν δεν αντιμάχεται την πίστη σε κόμματα και συνδικάτα. Δεν μπορεί να παραβλέπει την αλλοτρίωση, τον καταναλωτισμό, τη μαζοποίηση, το θέαμα και το εμπόρευμα. Ούτε να υποβαθμίζει τη σημασία της πατριωτικής πανούκλας, της πατριαρχίας, της ομοφοβίας, του μεσαιωνικού σκοταδισμού και της καταστροφής της φύσης. Δεν μπορεί να αγνοεί τους αμέτρητους αποκλεισμένους από την παραγωγική διαδικασία αλλά και από κάθε απόλαυση.
Οφείλει να επιτίθεται με το λόγο και την πράξη στις συνθήκες και τις νοοτροπίες που δημιουργούν και συντηρούν τον κατακερματισμό, που τσακίζουν τη μοναδικότητα και τη δημιουργικότητά μας στέλνοντάς τις στο περιθώριο.
Γιατί πλέον, για τις διάφορες πολιτικές και οικονομικές εξουσίες, ο μεγαλύτερος εχθρός είναι πιο πολύ από ποτέ ο εσωτερικός. Είναι εκείνοι που συνειδητοποιούν όχι απλά ότι πρέπει να μπει ένα φρένο στην βαρβαρότητα της αστικής και κάθε άλλης εξουσίας, αλλά ότι πρέπει πλέον να είμαστε σταθερά, φορείς της καταστροφής της.
Όσοι δεν πιστεύουν σε de facto επαναστατικά υποκείμενα, αλλά βασίζονται σε συνειδητές επιλογές. Εκείνοι που μιλώντας τη γλώσσα της εξέγερσης, ξεκινούν από τον εαυτό τους και συνεχίζουν να τη μεταδίδουν σε αυτιά που επιμένουν να μη μαγεύονται από τις σειρήνες της ευκαιριακής ευμάρειας. Επιμένουν να μάχονται για μια αναρχική επανάσταση χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις, με μνήμη, σχέδιο και προοπτική· για να καταστούν οι καταλύτες των ανατρεπτικών αγώνων, οι πυροκροτητές των εκρήξεων που θα ισοπεδώσουν τον κόσμο του θανάτου των επιθυμιών.
Οι ορδές των βαρβάρων που σπάνε τις αλυσίδες του πολιτισμού της υποταγής.

υ.γ: απολύομαι μωρό μου και τρελαίνομαι. 
Οι ενδιάμεσοι αιτηματικοί εργατικοί αγώνες είναι σαφώς μερικοί, και ως τέτοιοι δεν φέρουν πολλά από τα επαναστατικά στοιχεία που ζητάμε και προσδοκούμε από έναν αγώνα. Παρ’ όλη όμως την κριτική μας δεν είναι κάτι που μας αφήνει αδιάφορους, καθώς είναι ενδεικτικοί από τη μία των εξουσιαστικών σχεδιασμών κι από την άλλη των προθέσεων και της συνειδητοποίησης των αγωνιζόμενων ανθρώπων. Αποτελούν ένα κομμάτι της πολύμορφης αντίστασης κι είναι επιβεβλημένο πια να περάσουν στην επίθεση. Όταν διεξάγονται με αξιοπρέπεια και δυναμικότητα, με πάθος και ριζοσπαστικό πνεύμα, όπως ο αγώνας των εργατών της ΒΙΟ.ΜΕ. δεν μπορούμε παρά τις όποιες διαφωνίες να ανγνωρίζουμε σε αυτούς ένα μικρό ή μεγάλο κομμάτι μας.
Όταν όμως γίνονται με όρους όπως αυτοί των χαλυβουργών του βόλου, που αφού αδιαφόρησαν για τον αγώνα των συναδέλφων τους στην αθήνα και γαντζώθηκαν στο όποιο “βόλεμα” της έστω και κακοπληρωμένης δουλειάς τους, έρχονται τώρα να κλαφτούν για τις περαιτέρω πιέσεις κι απειλές της εργοδοσίας, τότε συγκρατούμε το σαδιστικό μας χαμόγελο από το να εκφραστεί, και εκφράζουμε απλά τη θέση μας : “η αλληλεγγύη δε χαρίζεται – κατακτιέται¨.