6 Ιούνη 2013
Αφού εξέτισα 17 αδιάκοπα χρόνια στη φυλακή, καλούμαι από τις 8 Ιούλη 2013 να υποστώ τη συνθήκη της προληπτικής κράτησης (Sicherungsverwahrung, μια μορφή «μεταφυλάκισης» στη Γερμανία για καταδίκους που έχουν εκτίσει το σύνολο της ποινής τους, ωστόσο θεωρούνται ακόμα κίνδυνος για τη «δημόσια ασφάλεια» και ως εκ τούτου εξακολουθούν να κρατούνται). Έτσι, ορμώμενος απ’ το επικείμενο πέρας της εκτέλεσης της συνολικής ποινής φυλάκισης, επιθυμώ να κάνω έναν κάποιον απολογισμό.
Η φάση της απομόνωσης
Ο όρος της κράτησης υπό πλήρη και συνεχή απομόνωση ήτανε πολύ πιο αισθητός κατά τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, παρόλο που το ίδιο μέτρο φυλάκισης εφαρμόζεται ακόμα στις μέρες μας, ειδικά απ’ το γερμανικό δικαστικό σύστημα. Ο Γκύντερ Φιννάιζεν, για παράδειγμα, πέρασε γύρω στα 15 συναπτά έτη έγκλειστος σε διαρκή απομόνωση στη φυλακή του Τσέλλε, ενώ τον Μάη του 2013 ο Πέτερ Βέγκενερ συμπλήρωσε 18 χρόνια κράτησης σε πτέρυγα απομόνωσης.
Εγώ ο ίδιος πέρασα τα πρώτα χρόνια της φυλάκισής μου σε πλήρη απομόνωση στη Στουτγάρδη (Στάμχαϊμ), κι έπειτα παρέμεινα κάποιους μήνες του 1998 στο Στράουμπινγκ (Βαυαρία) υπό το ίδιο καθεστώς. Αφού αντιστάθηκα αποτελεσματικά έναντι δικαστηρίου κατά της μεταγωγής μου στο Στράουμπινγκ, μεταφέρθηκα στο Μπρούχζαλ (Μπάντεν-Βυρτεμβέργη), όπου και κρατήθηκα σε απομόνωση μέχρι τον Μάη του 2007. Απ’ τον Μάη του 2007 εξέτισα την ποινή μου «κανονικά», που πάει να πει ότι μπορούσα να συναντιέμαι με συγκρατουμένους μου στο προαύλιο του ιδρύματος, ή να τους επισκέπτομαι στα κελιά τους κι εκείνοι να έρχονται να με δουν στο δικό μου.
Τι είναι λοιπόν αυτή η κράτηση υπό πλήρη και συνεχή απομόνωση; Οι απομονωμένοι φυλακισμένοι περνούν το χρόνο εγκλεισμού τους ολομόναχοι, χωρίς καμιά συναναστροφή με συγκρατουμένους. Ακόμα και τους ανθρωποφύλακες τους βλέπεις μονάχα όταν σε μεταφέρουνε στην ειδικά διαμορφωμένη αυλή της φυλακής ή στο ντους, ή μέσω της θυρίδας της πόρτας όταν σου δίνουνε το συσσίτιο. Ανάλογα με τις κατά τόπους συνθήκες, δεν υπάρχει ούτε ράδιο ούτε τηλεόραση για να σου αποσπά την προσοχή ή για κάποια έστω ενημέρωση. Επισκεπτήριο από φίλους και συγγενείς εγκρίνεται μόνο κάτω από περιοριστικές συνθήκες: μπορείς να τους διακρίνεις μέσα από αλεξίσφαιρο γυαλί (όπως ακριβώς γίνεται σ’ αμερικάνικες ταινίες), με τους ανθρωποφύλακες από δίπλα ν’ ακούνε λεπτομερώς την κάθε σου λέξη. Τα εισερχόμενα και εξερχόμενα γράμματα διαβάζονται από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους, ενώ μερικές φορές αντιγράφονται και προστίθενται στα δικόγραφα. Οι διευθύνσεις του παραλήπτη και του αποστολέα φακελώνονται σε λίστες.
Πριν και μετά τα επισκεπτήρια (παρόλο που κάθε σωματική επαφή είναι ανέφικτη κι αυστηρά απαγορευμένη) διενεργείται πλήρης σωματικός έλεγχος, συμπεριλαμβανομένου του τσιτσιδώματος, κάτι το οποίο συμβαίνει επίσης πριν και μετά τον περίπατο στη μικροσκοπική αυλή με τα συρματοπλέγματα.
Οι κρατούμενοι σε απομόνωση παύουν να είναι άνθρωποι, κι αντιμετωπίζονται ως εστίες κινδύνου. Μοιάζουν περισσότερο μ’ ένα κομμάτι κρέας, το οποίο μεταφέρεται από δω κι από κει και υπόκειται σε πλήρη επιτήρηση και ολοκληρωτικό έλεγχο.
Τα κελιά της απομόνωσης δεν είναι τίποτα πολυτελείς σουίτες, κι είναι όλα αποστειρωμένα, γερά βιδωμένα και φτιαγμένα κυρίως από μέταλλο. Η κατοχή προσωπικού ρουχισμού φυσικά απαγορεύεται, ενώ κάθε είδους προσωπικά αντικείμενα (όπως στυλό, χαρτί, φωτογραφίες) περιορίζονται στον απόλυτα ελάχιστο βαθμό.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, λοιπόν, αναγκάζεται να ζήσει κάποιος όχι μόνο για μέρες και εβδομάδες, αλλά για χρόνια ή δεκαετίες ολόκληρες. Ένας καθηγητής,ο δρ Φέεστ, σχολιάζοντας το σωφρονιστικό κώδικα, χαρακτήρισε «σκανδαλώδη» την προαναφερθείσα περίπτωση του Γκύντερ Φ.
Η λεγόμενη αποστέρηση –δηλαδή η περιστολή ερεθισμάτων οποιουδήποτε είδους, όπως επίσης η απαγόρευση της επαφής με ανθρώπους– έχει αναπόφευκτα επιβλαβείς κι επιβαρυντικές συνέπειες για τη σωματική και ψυχική υγεία.
Υπάρχουνε κι εκείνοι οι απομονωμένοι που καταρρέουν ολοκληρωτικά ώσπου καταφεύγουν στην απόπειρα αυτοκτονίας, απλά επειδή δεν μπορούν ν’ αντέξουνε τη μοναξιά, την απόλυτη ανθρώπινη απουσία. Μπορούν μονάχα να υποφέρουν κάπως την κατάσταση με ψυχοφάρμακα. Ούτε όμως εκείνοι που κουβαλάνε με σθένος το ψυχικό αυτό φορτίο γλιτώνουνε απ’ τα βλαβερά αποτελέσματα της απομόνωσης.
Προσωπικά, παρ’ ότι βρίσκομαι έξι χρόνια σε «κανονικό» καθεστώς φυλάκισης –δηλαδή τα κελιά παραμένουν τις καθημερινές δυόμιση ώρες και τα σαββατοκύριακα πεντέμιση ώρες ανοιχτά, οπότε είμαι σε θέση να συναντιέμαι με συγκρατουμένους– προτιμώ κάθε φορά να συναναστρέφομαι με έναν ή δυο φυλακισμένους υπό καθορισμένες περιστάσεις γιατί, με το που υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι τριγύρω μου, η ποσότητα των εξωτερικών μηνυμάτων που λαμβάνω είναι απλά πολύ μεγάλη για να τη διαχειριστώ. Όποιος έχει εξαναγκαστεί να περάσει τόσο πολύ χρόνο ολομόναχος, επιβιώνει μαθαίνοντας να συμβιβάζεται μ’ αυτή την κατάσταση προκειμένου συγκεκριμένοι μηχανισμοί ν’ αποκτήσουν επίσης μιαν ανεξάρτητη υπόσταση.
Και όλο αυτό προξενεί μια μειωμένη ικανότητα αφομοίωσης ή, εξάλλου, περιορίζει την επιδεξιότητα συγκέντρωσης μοναχά σε κουβέντες που γίνονται πρόσωπο με πρόσωπο.
Κατά κανόνα, διαβάζουμε ή ακούμε μαρτυρίες ανθρώπων που βρίσκονται στην απομόνωση μονάχα αν οι ίδιοι είναι σε θέση να διαδώσουν ενεργά το τι τους συμβαίνει (με γράμματα, μιας και δεν υπάρχει κάποια άλλη δυνατότητα). Το λυπηρό είναι ότι υπάρχουν τόσο πολλοί υπό κράτηση απομόνωσης, που ακόμα και σήμερα δεν έχουν ακουστεί αλλά περνούν απαρατήρητοι απλά επειδή τους λείπει η δεξιότητα ή η βούληση να γνωστοποιήσουν την κατάστασή τους και να επιστήσουν την προσοχή στη μοίρα τους.
Το Αμπού Γκράιμπ (κοντά στη Βαγδάτη), η αμερικανική φυλακή βασανισμών που σήμερα έχει σε μεγάλο βαθμό ξεχαστεί, έγινε δημόσιο σκάνδαλο λόγω των φωτογραφιών που δημοσιεύτηκαν. Στην εποχή του διαδικτύου τη μεγαλύτερη επιρροή την ασκούν οι εικόνες. Κι όταν δεν υπάρχουν εικόνες, ελάχιστα ή και μηδαμινά πράγματα γνωστοποιούνται. Σ’ αυτό ακριβώς επαφίενται κι οι δικαστικές αρχές: στην ασφάλεια ότι οι πράξεις τους δε θα δούνε το φως της δημοσιότητας, δε θα κοινοποιηθούνε.
Η εκτέλεση ποινής
Εκ πρώτης όψεως το γεγονός ότι επιτρέπεται σε φυλακισμένους και προληπτικά κρατουμένους να προμηθεύονται τηλεοράσεις με επίπεδη οθόνη και PlayStation 2 μπορεί να φαίνεται ως κάτι το προοδευτικό. Ωστόσο και για τα δύο χρειάστηκε να παλέψουνε δικαστικώς, κι άλλωστε δεν τους ωφελεί και πολύ μετά την έκτιση ποινής να έχουνε κατακτήσει ανώτερα επίπεδα επιδόσεων στο PlayStation, αλλά να μην έχουνε δει ποτέ τους έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή, κι άρα να μην είναι καν σε θέση να τον χρησιμοποιήσουνε μ’ έναν τρόπο της προκοπής. Γιατί τα κομπιούτερ (πόσω μάλλον η σύνδεση στο διαδίκτυο) είναι απαγορευμένο είδος εντός των χώρων κράτησης. Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, κανένας μετά την αποφυλάκισή του δεν ξέρει πώς να χειρίζεται έστω και στοιχειωδώς έναν υπολογιστή, που θα ’τανε κι ένα ζητούμενο.
Για ξέσκασμα, εκτός απ’ αυτές τις τεχνικές καινοτομίες, ελάχιστα πράγματα έχω ν’ αναφέρω. Βασικά, με τον καιρό η μέγγενη της ασφάλειας έσφιγγε όλο και περισσότερο. Χρόνο με το χρόνο προκύπτουν καινούργιοι περιορισμοί: κάποιαν ώρα απαγορεύονται όλες οι γυάλινες φιάλες, μετά ακολουθούν οι κολλητικές ταινίες, οι υγρές κόλλες, τα σκουπόξυλα, και πάει λέγοντας. Κατά διαστήματα, σε πολλά μέρη, μειωνόταν επίσης σημαντικά η όποια ευχέρεια είχες να μετακινηθείς εντός του ίδιου του κτηρίου μιας φυλακής.
Πριν από λίγα χρόνια στο Μπρούχζαλ, στο Μάνχαϊμ και σε άλλες φυλακές οι τρόφιμοι από διαφορετικές πτέρυγες μπορούσανε να συναντηθούνε μεταξύ τους, ενώ τώρα κατά κανόνα υποχρεώνονται να μένουν εντός των ορίων του τομέα τους, κι άμα αποπειραθούν να επισκεφτούν κάποιον που κρατείται σε άλλη πτέρυγα τιμωρούνται αυστηρά.
Όπου και να κοιτάξει κανείς: κάμερες! Αυτή ίσως είναι και η μόνη αντιστοιχία με τις συνθήκες ζωής εκτός των τειχών. Με το που ξεμυτίσεις απ’ το κελί, κάθε σου βήμα παρακολουθείται και ελέγχεται.
Στις διάφορες φυλακές, ειδικά «ελεγχόμενες» είναι οι ομάδες «Ρωσογερμανών»/παλιννοστούντων απ’ την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών (τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες). Ακόμα κι εκεί όπου γίνεται ελάχιστα αισθητή κάποια αλληλεγγύη μεταξύ κρατουμένων, εκείνοι οι φυλακισμένοι που σχετίζονται με τα πρώην σοβιετικά κράτη στέκουν αλληλέγγυοι μεταξύ τους, εν μέρει αποτραβιούνται από άλλους, δε συνεργάζονται με τις Αρχές και αλληλοβοηθιούνται, π.χ. με τσιγάρα και καφέ. Πρόκειται για κάποια προσέγγιση και οικοδόμηση μιας «υποκουλτούρας» η οποία κάθεται τόσο βαριά στο στομάχι της δικαιοσύνης, ώστε να την περνάει από κόσκινο με αυστηρά μέτρα ασφαλείας, εποπτείας κι ελέγχου προκειμένου να σπάσει την αλληλεγγύη εντός αυτών των ομαδοποιήσεων. Ακόμα όμως κι εκείνοι που δε συνδέονται με την ίδια «υποκουλτούρα», αλλά απλά τυχαίνει να έχουνε γεννηθεί σε κάποια από τις χώρες της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών, τίθενται αυτομάτως κάτω από μέτρα ασφάλειας κι ύστερα εξαναγκάζονται ν’ αποδείξουν, ιδίως προς τo σωφρονιστικό κατεστημένο, ότι κρατάνε αποστάσεις απ’ τους εν λόγω συγκρατουμένους.
Με την πάροδο των χρόνων, δεν ήταν λίγοι αυτοί που μου εκμυστηρεύτηκαν ότι κατά την παιδική τους ηλικία στη Σοβιετική Ένωση θεωρούνταν «γαμημένοι ναζί γερμανοί», ενώ μετά τη μετανάστευσή τους στη Γερμανία και κατόπιν στις φυλακές κατονομάζονται κι αντιμετωπίζονται ως «γαμημένοι ρώσοι».
Στις θλιβερές εμπειρίες της κάθειρξής μου συγκαταλέγεται και ο θάνατος στη φυλακή. Δεν είναι η πρώτη φορά που γράφω για το θάνατο φυλακισμένων. Ιδιαίτερης μνείας όμως χρήζει η περίπτωση του Βίλλι, ενός οροθετικού συγκρατουμένου, τον οποίο η δικαιοσύνη άφησε να πεθάνει μέσα στη φυλακή – παρ’ όλη την απεγνωσμένη του προσπάθεια να του επιτραπεί να περάσει το λιγοστό χρόνο που του απέμενε ελεύθερος.
Ο θάνατός του δεν πρέπει να ήταν παρά συμπτωματικός για την εξέλιξη της (γερμανικής) ποινικής δικονομίας: ανηλεής σκληρότητα, μέχρι τέλους.
Οι πραγματογνώμονες
Ένας απολογισμός θα ήταν ελλιπής αν ο ρόλος και η εξουσία των (ψυχιατρικών) πραγματογνωμόνων έμεναν χωρίς σχολιασμό.
Όποιος θέλει πριν το τέλος έκτισης της ποινής του ν’ αποφυλακιστεί «υπό όρους», κατά κανόνα εξετάζεται· συχνά από ψυχολόγους του σωφρονιστικού ιδρύματος, σε πολλές όμως περιπτώσεις και από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες.
Η εντολή του δικαστηρίου που αποφασίζει για την αποφυλάκιση αναγράφει ως επί το πλείστον ότι οι πραγματογνώμονες καλούνται να κρίνουν αν: «δεν προκύπτει πλέον κίνδυνος του να εξακολουθεί ο καταδικασθείς να φέρει την επικινδυνότητα η οποία είχε διαφανεί κατά την τέλεση αδικήματος υπό τον ίδιον» (πρβλ. άρθρο 454 παρ. 2 του κώδικα ποινικής δικονομίας).
Άρα, στην πράξη, οι εν λόγω πραγματογνώμονες είναι αυτοί που αποφασίζουν για την ελευθερία σου ή για την (παρατεινόμενη) κράτησή σου, διότι αν η ετυμηγορία των πραγματογνωμόνων βγει θετική αποφυλακίζεσαι με αναστολή, αλλιώς παραμένεις έγκλειστος.
Τον Μάη του 2013 το πολιτικό μαγκαζίνο «Frontal 21» του δεύτερου προγράμματος της γερμανικής κρατικής τηλεόρασης ZDF έκανε αναφορά στις γνωματεύσεις στον τομέα της νοσηλείας. Οι ασφαλιστές υγειονομικής περίθαλψης και νοσηλείας αναθέτουν στην ιατρική υπηρεσία των ασφαλιστικών ταμείων υγείας MDK να εξετάσει τις περιπτώσεις αυτών που χρήζουν ιατρικής περίθαλψης για να εξακριβωθεί τι επίπεδο φροντίδας χρειάζονται (από το 1 έως το 3), κι αν ναι, ποιο. Τ’ αποτέλεσμα είναι πως γίνονται λανθασμένες διαγνώσεις σε δεκάδες χιλιάδες περιπτώσεις – το κρατικό κανάλι ασχολήθηκε με τη δραστηριότητα μιας ανεξάρτητης συμβούλου, και μόνη της αυτή κατέρριψε αρκετές χιλιάδες γνωματεύσεις. Υπηρεσίες περίθαλψης δεν πρόκειται να εγκριθούν για πάσχοντες που, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, έχουνε προφανή ανάγκη από μόνιμη ιατρική φροντίδα.
Εξ ου λοιπόν κι αυτή η μικρή παρέκβαση: όταν βγαίνουνε σφαλερές γνωματεύσεις σ’ έναν τομέα όπου κατά κύριο λόγο εκδίδονται πορίσματα όσον αφορά σωματικές αναπηρίες και περιορισμούς της φυσικής δραστηριότητας, πώς γίνεται στον τομέα της (δικαστικής) ψυχιατρικής τα πράγματα να λειτουργούν καλύτερα; Σ’ έναν τομέα όπου τα κριτήρια είναι ακόμα πιο θολά κι υπόκεινται ακόμα περισσότερο στην κοσμοθεώρηση του πραγματογνώμονα!
Κι ακριβώς επειδή οι ψυχιατρικοί πραγματογνώμονες διορίζονται να αποφανθούν επί αποφυλάκισης, δεν είναι επιρρεπείς σε καμιά υπεραισιοδοξία στις εκθέσεις τους, γιατί κανένας από δαύτους δε θα ήθελε να βάλει σε κίνδυνο την υπόληψή του, ρισκάροντας ν’ αποδειχθεί λαθεμένη η πρόγνωσή του και να δει την επόμενη μέρα στην κίτρινη φυλλάδα Bild-Zeitung το πρωτοσέλιδο: «ΑΥΤΟΣ ο πραγματογνώμονας άφησε τον ΤΡΕΛΟ ελεύθερο!».
Σε αντίθεση με την κατάσταση των πασχόντων, για τους έγκλειστους δεν υπάρχει μήτε κάποια αντίστοιχη ομάδα πίεσης μήτε ανεξάρτητες αρχές για να επανεξετάσουν τις πραγματογνωμοσύνες. Τα δικαστήρια υιοθετούν στην πράξη τις θέσεις των πραγματογνωμόνων, εκδίδοντας αποφάσεις όπου κυριολεκτικά κοπιάρουν τις εκθέσεις που λαμβάνουν, χωρίς καμία κριτική αποτίμηση (ώρες ώρες όμως γίνεται και το εντελώς ανάποδο, όπως συνέβη πρόσφατα στη φυλακή του Μπρούχζαλ, όπου ο αρμόδιος δικαστής ξετίναξε μία ολότελα θετική πραγματογνωμοσύνη για τον κρατούμενο Ξ., ώστε να καταφέρει τελικά ν’ απορρίψει την αίτηση αποφυλάκισης ενός καταδικασμένου για αδίκημα περί ναρκωτικών). Έτσι, στοιβάζεται η μια δυσμενής έκθεση μετά την άλλη, ιδίως για τους κρατουμένους με μακροχρόνιες ποινές.
Στη δικιά μου περίπτωση, ακριβώς λόγω της επικείμενης προληπτικής κράτησης (και γενικώς σε τέτοιες περιπτώσεις), για να μ’ απελευθερώσει το δικαστήριο θα ’πρεπε ο πραγματογνώμονας να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η υποτροπή ουσιαστικά αποκλείεται· μια εκτίμηση η οποία είναι δύσκολο να γίνει –ακόμα και για ανθρώπους που δεν είχανε ποτέ μπλεξίματα με το νόμο– αφού προσπαθεί να προβλέψει ότι εγώ δεν πρόκειται να κάνω οτιδήποτε επιλήψιμο. Άρα, τα δικαστήρια αναμένουν ότι το πόρισμα των πραγματογνωμόνων θα έχει ισχύ τα επόμενα χρόνια.
Αλλά πώς μπορεί ένας ψυχίατρος να προγνώσει, σοβαρά και ντόμπρα, τι θα κάνει ή δε θα κάνει ένας άνθρωπος σε ένα μήνα, σε μισό χρόνο ή σε δύο χρόνια;
Για όλους αυτούς και για άλλους λόγους, αποφάσισα να μη συνδιαλέγομαι μήτε με ψυχολόγους μήτε με ψυχιάτρους.
Ήδη από τη δεκαετία του ’60 υπάρχουνε μελέτες που τεκμηριώνουν ότι η «επικινδυνότητα» κρατουμένων παραφουσκώνεται. Ο δρ Μίκαελ Άλεξ στη διατριβή του που χρονολογείται απ’ το 2010 («Αναδρομική προληπτική κράτηση: μια συνταγματική και ποινική-πολιτική πανωλεθρία») κατέδειξε ότι, σε σύνολο 77 ιδιαζόντως «επικίνδυνων» πρώην φυλακισμένων για τους οποίους είχε βγει το πόρισμα πως θα κάνουνε το πισωγύρισμα, οι 50 δε βγήκανε και τόσο ποινικοί όσο παρουσιάζονταν. Από εκείνους τους 27 που διέπραξαν αξιόποινες πράξεις, στους 10 επιβλήθηκε χρηματική ποινή, ενώ 5 καταδικάστηκαν σε φυλάκιση με αναστολή. Μονάχα 12 απ’ αυτούς τους πρώην κρατουμένους πήρανε ποινή χωρίς αναστολή, κατά κανόνα για κλοπή, απάτη ή παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών. Σε τρεις περιπτώσεις επιβλήθηκε το μέτρο της προληπτικής κράτησης. Κατά συνέπεια, μόνο σε τρεις απ’ τις 77 υποθέσεις επαληθεύτηκε η αρχική άποψη περί «ακραίας επικινδυνότητας», δηλαδή σε λιγότερο από 4% των περιπτώσεων. Και αυτό παρόλο που στο παρελθόν τα 77 αυτά άτομα είχαν κριθεί εξαιρετικά επικίνδυνα από τη δικαιοσύνη και τους πραγματογνώμονες ώστε να θέλουν να τους φορτώσουνε την ποινή της προληπτικής κράτησης.
Το σίγουρο είναι ότι το όλο πρόβλημα των πραγματογνωμόνων δεν πρόκειται ν’ αλλάξει στο άμεσο μέλλον, έτσι η προοπτική από πλευράς των κρατουμένων προβλέπεται κάτι περισσότερο από δυσοίωνη.
Η προληπτική κράτηση (μετά την έκτιση ποινής)
Κατά βάθος ήταν για μένα μια ανακούφιση να ξέρω ότι έχει ήδη οριστεί η προληπτική μου κράτηση. Έτσι, το δικαστικό σώμα δεν μπορούσε σε καμία χρονική στιγμή να μου ασκήσει πίεση, απειλώντας ότι θα επικυρωθεί το ένταλμα προληπτικού μου εγκλεισμού ή πως θα εκδοθεί εις βάρος μου εκεί που δεν το περιμένω (πράγμα που νομικά ακόμα ισχύει).
Σήμερα (πια) δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό ότι, στα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η εισαγωγή της διάταξης περί προληπτικής κράτησης εμποδίστηκε κυρίως από εκπροσώπους κομμουνιστικών και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Και δεν ήταν άλλος από τον Κουρτ Τουχόλσκυ [Kurt Tucholsky] –του οποίου η δήλωση «Οι στρατιώτες είναι δολοφόνοι» αποτέλεσε κάλεσμα αγώνα για χιλιάδες ανθρώπους– που τάχτηκε ξεκάθαρα εναντίον της προληπτικής κράτησης ήδη απ’ το 1928 (γράφοντας «Κάτω η Sicherungsverwahrung» σε άρθρο του για το εβδομαδιαίο περιοδικό Die Weltbühne, 1928, σελ. 838-840). Οι εθνικοσοσιαλιστές ήταν εκείνοι που ’ρθαν και εισηγήθηκαν την καθιέρωσή της, στις 24 Νοέμβρη 1933.
Τον καιρό μετά το 1949 εκπρόσωποι της άσπλαχνης ναζιστικής δικαιοσύνης –όπως ο Έντουαρντ Ντρέχερ [Eduard Dreher], που το 1943 μοίρασε θανατικές καταδίκες ως τακτικός εισαγγελέας του ειδικού δικαστηρίου του Ίνσμπρουκ– μπόρεσαν να σταδιοδρομήσουν ανενόχλητοι στη δυτικογερμανική δικαιοσύνη και να καταστούν οι κύριοι υπεύθυνοι για το σχολιασμό και ως εκ τούτου την εφαρμογή των παραγράφων σχετικά με την προληπτική κράτηση.
Η δικαιοσύνη της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας (DDR) αποφάνθηκε ήδη απ’ το 1952 ότι η προληπτική κράτηση είναι «φασιστικού περιεχομένου» –σύμφωνα με απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της από τις 23 Δεκέμβρη 1952– και ως εκ τούτου απαγορεύεται στην επικράτεια της Ανατολικής Γερμανίας.
Στις μέρες μας οι συνθήκες της προληπτικής κράτησης, σε σύγκριση με την υπόλοιπη εκτέλεση ποινής, είναι σίγουρα λιγάκι πιο ευχάριστες και χαλαρές (προφανώς όμως δεν είναι ούτε κατά διάνοια όπως εννοεί να τις παρουσιάζει ο αστικός Τύπος ώστε να γλείφει υπουργούς, λοιπούς πολιτικούς κι ανθρωποφύλακες, κάνοντας π.χ. λόγο για «ξενοδοχείο πίσω απ’ τα σίδερα» όσον αφορά τη φυλακή του Φράιμπουργκ). Όπως και να ’χει, ένα κλουβί ζωγραφισμένο χρυσό, ποτέ δεν παύει να είναι κλουβί!
Προοπτική στα δικά μου θέματα
Η προοπτική του να περάσω τα επόμενα δέκα χρόνια στην προληπτική κράτηση δεν είναι και η πιο ευχάριστη. Εντούτοις, θα βρίσκομαι στην εξαιρετικά ευτυχή συγκυρία να γνωρίσω ανθρώπους, φίλες και φίλους, συντρόφισσες και συντρόφους, που με συντρόφευαν, μου έγραφαν επιστολές, με επισκέπτονταν και με στήριζαν εμπράκτως.
Επιπλέον, υπάρχουν ομάδες που ήταν πάντοτε αλληλέγγυες προς το πρόσωπό μου, όπως ο Αναρχικός Μαύρος Σταυρός Βερολίνου (abc-berlin), η Κόκκινη Βοήθεια Γερμανίας (rote-hilfe) ή η εφημερίδα Gefangenen Info («Ενημερώσεις φυλακισμένων»).
Επίσης, δεν πρέπει να παραλείψω τη βερολινέζικη ένωση για δωρεάν συνδρομές υπέρ φυλακισμένων (freiabos), που συνεισφέρει εφημερίδες και περιοδικά σε εκατοντάδες κρατουμένους σαν κι εμένα.
Έτσι, είμαι αισιόδοξος ότι θα καταφέρω να επιβιώσω στο χρόνο που εκτείνεται μπροστά μου, κατά τον οποίο δε θα είμαι πια ένας «ποινικός κρατούμενος» αλλά ένας «προληπτικά κρατούμενος».
Παρ’ όλα αυτά, θα είμαι τουλάχιστον καλύτερα απ’ άλλους που δεν είχανε ποτέ την τύχη να βασίζονται σε τόσο ευρεία υποστήριξη. Εκείνους τους λησμονημένους του κόσμου, που περνάνε μια ολάκερη ζωή μέσα στα κελιά η οποία δεν έχει σε τίποτα να κάνει με αξιοπρέπεια, κι ακόμα λιγότερο με λευτεριά.
Σελίδες ενημερώσεων και υποστήριξης: i // ii
Ο κόκκινος αναρχικός σκίνχεντ Τόμας Μάγερ-Φαλκ εξακολουθεί ν’ αρνείται οποιαδήποτε συνεργασία με ψυχιατρικούς πραγματογνώμονες. Ο σύντροφος συνελήφθη για ληστεία τράπεζας και βρίσκεται έγκλειστος από το 1996, και όχι μόνο δεν τον αποφυλάκισαν αλλά τον μετήγαγαν κι από πάνω. Ενώ ήδη από το 1998 παρέμενε φυλακισμένος στο Μπρούχζαλ, απ’ τις αρχές Ιούλη του 2013 κρατείται πια «προληπτικά για λόγους ασφαλείας» στο διαβόητο κολαστήριο του Φράιμπουργκ:
Thomas Meyer-Falk, c/o JVA (Sicherungsverwahrungs-Abteilung), Hermann-Herder-Str. 8, D-79104 Freiburg, Deutschland/Γερμανία
Οικονομική ενίσχυση μέσω τραπεζικού λογαριασμού του κέντρου κράτησης
Empfänger (Παραλήπτης): Zentrale Zahlstelle Justizvollzug
Konto (Λογαριασμός): 4552107
BLZ: 600 501 01 (BW-Bank)
IBAN: DE25600501010004552107
BIC-/SWIFT-Code: SOLADEST600
Verwendungszweck (Σκοπός): «Meyer-Falk, Thomas, 15.5.1971, SG1-AK10»
Ακόμα και για την παραμικρή κατάθεση (π.χ. κάθε μήνα με πάγια εντολή) είναι σημαντικό να αναγραφεί ο σκοπός με τ’ ακριβή στοιχεία που δίνονται παραπάνω εντός εισαγωγικών, ώστε τα χρήματα να διατεθούν πράγματι στον Τόμας.
Πηγή