Χειρόγραφα από το απόλυτο – για την κατασταλτική επίθεση στις καταλήψεις…

Αναδημοσίευση από το indymedia. Κατεβάστε το pdf εδώ.

Αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται εδώ πέρα, η άλλη μισή βρίσκεται στη VillaAmalias, στη Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά, στην Δέλτα, στις φυλακές με τους αιχμάλωτους αναρχικούς…

Με τον καιρό να  ‘ναι κόντρα…

Μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα έχουμε βρεθεί αντιμέτωποι με συνεχόμενες κατασταλτικές κινήσεις των κρατικών μηχανισμών απέναντι σε κατειλημμένους χώρους: από την εκκένωση της κατάληψης Δέλτα και τις εμπρηστικές επιθέσεις στην κατάληψη Apertus στο Αγρίνιο και Δράκα στην Κέρκυρα μέχρι τις πρόσφατες εκκενώσεις στην κατάληψη Villa Amalias, στέκι ΑΣΟΕΕ (από το οποίο κατασχέθηκε εξοπλισμός του κινηματικού ραδιοφωνικού σταθμού 98FM) και στην κατάληψη Πατησίων 61 και Σκαραμαγκά στην Αθήνα. Κινήσεις σαν κι αυτές δεν είναι άγνωστες στα μάτια μας. Έχουμε ξαναδεί από κρατικούς και παρακρατικούς ρουφιάνους να προσπαθούν να εξαλείψουν τις εστίες αντίστασης, μας είναι γνώριμες οι στιγμές των διθυραμβικών διακηρύξεων τους για πάταξη του εσωτερικού εχθρού, έχουμε ξανακούσει τις στημένες αναλύσεις διασποράς φόβου των μμε, έχουμε ξαναδεί το γκλοπ του μπάτσου πάνω από τα κεφάλια μας.

Παρατηρούμε όμως μια ποιοτική και ποσοτική αναβάθμιση της καταστολής, αναλογική της όξυνσης της κοινωνικής έντασης από τον Δεκέμβρη του ’08. Την στιγμή που η ντόπια διαχείριση του καπιταλισμού επιχειρεί να βρει μια «διέξοδο» από την επερχόμενη κατάρρευσή του, επιχειρώντας να κερδίσει μερικές τελευταίες ανάσες, επιτίθεται σε ότι φοβάται ότι μπορεί να επιταχύνει αυτή τη διαδικασία. Σήμερα χτυπάει τους αναρχικούς, σε πρώτο χρόνο τις ομάδες άμεσης δράσης (την περίοδο 2010-11), σε δεύτερο χρόνο τις καταλήψεις και τα στέκια, όχι γιατί οι αναρχικοί σε όλες τις εκφάνσεις τους αποτελούν έναν άμεσο κίνδυνο αν ιδωθούν ως μια ξεκομμένη δύναμη απέναντι στην δύναμη του κράτους, αλλά πρώτα και κύρια γιατί αποτελούν πόλους που είναι σε θέση να συνθέσουν/συνδέσουν τους αιτηματικούς αγώνες και τις κατακερματισμένες κοινότητες σε ένα αντιθεσμικό, αντι-ιεραρχικό, αντικρατικό πλέγμα.

United we stand, divided we fall…

Είναι απόλυτα λογικό για το κράτος να προσπαθεί να διαχειριστεί τους υπηκόους του διαμέσω της διαίρεσής τους σε φαινομενικά ανταγωνιστικές μεταξύ τους ομάδες. Πέρα από τις χιλιάδες ταυτότητες και ρόλους που ο καθένας έχει μέσα στην κοινωνική μηχανή, ήρθανε νέες ταμπέλες με την ευθύνη να βαραίνει όλους μας, να διαχωρίσουν τον κόσμο του αγώνα. «Ειρηνικοί» και «βίαιοι» διαδηλωτές, «κινηματικοί» και «μπαχαλάκηδες», «καταληψίες» και «ένοπλοι» σηκώσαμε όλοι για παντιέρα την θεώρησή μας και ρίξαμε νερό στον κατασταλτικό μύλο. Χωρίς να παραγνωρίζουμε τις αντιφάσεις των κοινωνικών κομματιών αλλά και τις αντιφάσεις των κοινοτήτων μας και χωρίς να προσπερνάμε τον πλούτο και την διαφορετικότητα απόψεων και επιλογών, αν σ’ αυτόν τον πόλεμο θέλουμε να βγούμε νικητές, οφείλουμε να συντονίσουμε και να συναντήσουμε τα σώματα και τις σκέψεις μας. Μεταξύ μας αλλά και με τον κοινωνικό παλμό.

Να σπείρουμε παντού νησίδες ανομίας….

Δεν έχουμε κανένα λόγο να το κρύβουμε, έχουμε βαθιά ανάγκη να το επικοινωνήσουμε. Δρούμε πέρα και έξω από νόμους, δρούμε εναντίον τους και αγωνιζόμαστε για την κατάλυση τους, είμαστε άνομοι και άνομες, είμαστε αναρχικοί και αναρχικές. Ζούμε χρόνια κάτω από τους νόμους του κράτους, πιο ελαστικούς ή πιο σκληρούς από αυτούς τους οποίους υπέμειναν γενιές και γενιές ανθρώπων και έχουν οδηγήσει τον άνθρωπο και τη φύση στο σημείο που σήμερα βρισκόμαστε. Οι νόμοι δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αποτυπωμένη δυνατότητα των βασιλιάδων εχθές, των καπιταλιστών σήμερα να ελέγχουν τις ζωές μας και να απολαμβάνουν τα προνόμια τους, πάνω από τη δική μας σιωπή, πάνω από τους δικούς μας φόβους. Πιστεύουμε ότι η απελευθέρωση του φυσικού περιβάλλοντος και η χειραφέτηση του ανθρώπου θα έρθει όταν καταφέρουμε να αποτινάξουμε κάθε νόμο και κάθε σύμβαση, όταν καταφέρουμε να καθορίσουμε μόνοι μας, ατομικά και συλλογικά, την πορεία των ζωών μας. Και η συνθήκη αυτή είναι κάτι που ήδη βιώνουμε μέσα στις καταλήψεις, τα στέκια, τις αναρχικές ομάδες και τις επαναστατικές δομές, μια συνθήκη που δεν μένει παρά να εξαπλωθεί. Μια θεώρηση που συντηρεί το δίπολο της «αθωότητας» και της «ενοχής», που αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να επέλθει η τάξη και έχει οριστεί ως μια σαφής υποταγή στους νόμους και τις αξίες της εξουσιαστικής μηχανής  δεν μπορεί να επεξηγήσει το γιατί μαχόμαστε για τον αναρχικό απελευθερωτικό αγώνα.

Το μόνο που μπορεί να επεξηγήσει το γιατί επιλέξαμε να ζούμε και να δρούμε κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι τα ένστικτα και οι επιλογές μας, οι παρακαταθήκες που παραλάβαμε από όσους και όσες αγωνίστηκαν πριν από εμάς, μια λογική αντίδραση απέναντι στις αποπνικτικές συνθήκες που ζήσαμε. Στα σχολεία και στις σχολές που εκπαιδευτήκαμε, στα γραφεία και στα εργοστάσια που δουλέψαμε, στους άθλιους χώρους που πλήξαμε, που ψωνίσαμε, που «διασκεδάσαμε», στις προσταγές των δασκάλων, των παπάδων, των πολιτικών, των μπάτσων, των «κοινωνικών» πρέπει.

Κι αυτό το γιατί όλοι το βιώνουμε, δεν αντιδρούμε όμως όλοι και όλες με τον ίδιο τρόπο…

Ακόμα τουλάχιστον…

Χωρίς να το επιλέξουμε, βοηθώντας τον χρόνο όμως να φτάσει σε αυτό το σημείο με τις μικρές και μεγάλες μας αρνήσεις, βρισκόμαστε σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι και επιστρέφουμε για να πάρουμε θέση, δίπλα- δίπλα και χωρίς φόβους πλέον, στην μητέρα των μαχών, αυτή τη μάχη που γέννησε όλες τις υπόλοιπες. Την πρώτη μάχη που δόθηκε, όταν για πρώτη φορά ο άνθρωπος επιβλήθηκε σε άλλον άνθρωπο και η μεταξύ τους σύγκρουση δεν μπορούσε να επιλυθεί παρά μόνο με βία.

Ή γουρούνι ή άνθρωπος…

Ή μαχητής της ελευθερίας ή δούλος…

Ας αναλογιστεί ο καθένας και η καθεμιά το μερίδιο που μας αναλογεί, την συνάντηση που οφείλουμε να έχουμε με όλους όσους συνειδητοποιούν την προσωρινότητα της συνθήκης δουλείας την οποία υπομένουμε και είναι έτοιμοι να αγωνιστούν για να σπάσει η συνθήκη αυτή, την ενότητα και την αλληλεγγύη που οφείλουμε να δείξουμε για τις μέρες που έρχονται, το θάρρος και το θράσος που πρέπει να δείξουμε αδιαφορώντας για το προσωπικό κόστος, το όνειρο της ελευθερίας που οφείλουμε να κρατήσουμε σφιχτά για να μην παρασυρθεί από τη λήθη.

Οι αλύγιστοι αιχμάλωτοι αναρχικοί και επαναστάτες μέσα από τις φυλακές, οι αμετανόητοι καταληψίες της βίλλας αμαλίας, της Πατησίων και Σκαραμαγκά, της Δέλτα, οι νεκροί του αγώνα μας, οι φυγόδικοι σύντροφοι, μας αφήνουν μια σκυτάλη που πρέπει να παραλάβουμε, γιατί ο αγώνας αυτός έχει πολύ δρόμο ακόμα, μέχρι την έφοδο στον ουρανό.

Να τολμήσουμε

Να τολμήσουμε

Να συνεχίσουμε να τολμάμε…

 

ΟΙ ΕΚΚΕΝΩΜΕΝΕΣ ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΣΥΝΤΡΟΦΟΙ, ΕΙΝΑΙ ΣΑΡΚΑ ΠΟΥ ΛΕΙΠΕΙ ΑΠΟ ΤΗ ΣΑΡΚΑ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΩΝΩΝ ΜΑΣ.

ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΠΙΣΩ ΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΑΣ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΚΑΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΟΣΩΝ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΜΕ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ

                                            Χειρόγραφα από το απόλυτο/άνομες/χαοτικοί

Μαύρες Σημαίες

I.

Μαύρες σημαίες στον άνεμο

βαμμένες με αίμα και ήλιο

 Μαύρες σημαίες στον ήλιο

 κραυγή δόξας στον άνεμο

Πρέπει να επιστρέψουμε στις ρίζες μας. Να πιούμε από τις αρχαίες πηγές.

Πρέπει να επιστρέψουμε στον ηρωικό αναρχισμό, στην ατομική, βίαιη, ριψοκίνδυνη, ποιητική, εκκεντρική θρασύτητα.

Και πρέπει να επιστρέψουμε με κάθε κομμάτι του μοντέρνου μας ενστίκτου, κάθε κομμάτι της νέας μας αντίληψης περί ζωής και ομορφιάς, κάθε κομμάτι του υγιούς και διαυγή πεσιμισμού μας, ο οποίος δεν είναι αποκήρυξη ή ανικανότητα, αλλά ένα ευδόκιμο λουλούδι της υπερεκχειλίζουσας ζωής. Είμαστε οι αληθινοί νιχιλιστές της πραγματικότητας και οι πνευματικοί χτίστες ιδανικών κόσμων.

Είμαστε καταστροφικοί φιλόσοφοι και δημιουργικοί ποιητές.

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

με έναν ήλιο στο νου μας

και με δύο τεράστια χρυσά άστρα

στα φλογερά μας μάτια

Βαδίζουμε…

 

II.

Αρκετά χρόνια πριν, όλοι οι βασιλιάδες της γης, όλοι οι τύραννοι του κόσμου πέρασαν το κατώφλι του χρόνου, και – γυρίζοντας την πλάτη τους την αυγή – κάλεσαν μεγαλόφωνα τα φαντάσματα του παρελθόντος, του σκοτεινού παρελθόντος!

Οι φωνές των τυράννων και των βασιλιάδων ενώθηκαν με τις βραχνές φωνές όλων των σπουδαίων τσιγκούνηδων του πνεύματος, της τέχνης, της σκέψης και της ιδέας! Και στο κάλεσμα της φωνής των τυράννων, των βασιλιάδων και των τσιγκούνηδων, φαντάσματα και στοιχειά αναστήθηκαν από τους τάφους τους και ήρθαν να χορέψουν ανάμεσα μας…

Το \’\’κράτος\’\’, η \’\’φυλή\’\’, η \’\’πατρίδα\’\’ ήταν μακάβρια σύννεφα καταιγίδας που καταλαμβάνουν τους ουρανούς, φρικαλέα στοιχειά που σκοτεινιάζουν τον ήλιο, μας πέταξαν πίσω στη σκοτεινή νύχτα των μακρινών μεσαιωνικών χρόνων.

ΙΙΙ.

Θάνατος!

Ποιός θυμάται ακόμα τον μακάβριο χορό του οδυνηρού και τερατώδους Θεού του πολέμου;

Ποιός θυμάται ακόμα τον πόλεμο;

Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε, αλλά πάνω σε αυτή την ταλαιπωρημένη αλλά ευγενή γη, γονιμοποιημένη με στείρα πτώματα, φουσκωμένη με άγονο αίμα, ούτε ένα ιδανικό, παρθένο λουλούδι, φτιαγμένο από πνευματικότητα και αγνότητα, δεν βλασταίνει σήμερα.

Όχι, τα λουλούδια που γεννήθηκαν τώρα πάνω στο ξερό χώμα αυτής της γης, τόσο άσκοπα λουσμένα στο αίμα, δεν είναι λουλούδια μιας ακμάζουσας ζωής, ικανά για σπουδαία ελπίδα, ρωμαλέο αγώνα, ακμαία σκέψη, είναι μάλλον λουλούδια θανάτου, γεννημένα στη σκιά, μεγαλωμένα στην οδύνη του ασυνείδητου, παρασυρμένο στον τυφώνα, που μεταφέρονται από το ρεύμα του ποταμού της λήθης…

Δεν είμαι αισθηματίας…αλλά έχω φριχτές μνήμες από τον πόλεμο.

Είναι ο λόγος που κατέληξα να μισώ και μετά να απεχθάνομαι τους ανθρώπους. Πριν να τους μισήσω και μετά να τους απεχθάνομαι, μάζεψα όλα τα δάκρυα της ανθρωπότητας στην καρδιά μου και κλείδωσα όλο τον πόνο του κόσμου στην αχανή σύνθεση του μυαλού μου…

Ακόμα και στο πνεύμα του μεγάλου Ζαρατούστρα – ο οποίος είναι ο πιο αληθινός εραστής του πολέμου και ο πιο ειλικρινής φίλος του πολεμιστή – πρέπει να προκλήθηκε φριχτή αηδία από αυτόν τον πόλεμο…

Πρέπει να του προκλήθηκε φριχτή αηδία, γιατί τον άκουσα να φωνάζει : \’\’Πρέπει να ψάξεις τον δικό σου εχθρό, να πολεμήσεις τον δικό σου πόλεμο και για τις δικές σου ιδέες!\’\’

Και αν η ιδέα σου υποκύψει, ας φωνάξει η εντιμότητα σου θριαμβευτικά.

Αλλά, αλίμονο! Το ηρωικό κήρυγμα του μεγάλου απελευθερωτή δεν βγήκε σε τίποτα!

Το ανθρώπινο κοπάδι δεν ήξερε πως να εξαλείψει τους δικούς του εχθρούς ή να πολεμήσει τον δικό του πόλεμο για τις δικές του ιδέες. (Το κοπάδι δεν έχει καμία ιδέα σχετικά με τον δικό του!)

Και χωρίς να ξέρει τις δικές του ιδέες που θα μπορούσε να τις κάνει να θριαμβεύσουν, ο Άβελ πέθανε στα χέρια του Κάιν για ακόμα μια φορά.

Είχε καλεστεί για να πεθάνει, και πήγε, όπως πάντα. Έτσι!

Χωρίς να ξέρει πως να πει είτε Ναι είτε Όχι! Πηγαίνει σαν δειλός, σαν ρομπότ, όπως πάντα.

Αν είχε τουλάχιστον την ικανότητα να πει το Ναι της ενθουσιώδους υποταγής – Αν δεν είχε την ηρωική δύναμη να δηλώσει το τιτάνιο Όχι της τραγικής άρνησης – θα είχε εν τέλει δείξει ότι πίστευε στον \’\’σκοπό\’\’ για τον οποίο πέθανε, πολεμώντας…

Αλλά δεν ήξερε πως να πει ναι ή όχι!

Πήγε!

Σαν δειλός, όπως πάντα!

Έτσι…

Και όταν έφυγε, πήγε προς τον θάνατο.

Πήγε προς τον θάνατο χωρίς να ξέρει γιατί.

Όπως πάντα!

Και ο θάνατος δεν περίμενε…

Ήρθε!…

Ήρθε και χόρεψε.

Χόρεψε και γέλασε!

Για πέντε μακρά χρόνια…

Γέλασε και χόρεψε πάνω από τα λασπωμένα χαρακώματα των πατρίδων όλου του κόσμου.

Ένα μακάβριο χορό!

Ω, πόσο ηλίθιος και κακόγουστος – πόσο άγριος και κτηνώδης – είναι αυτός ο θάνατος που χορεύει χωρίς τα φτερά μιας ιδέας στην πλάτη του.

Χωρίς μια βίαιη ιδέα που συνθλίβει και καταστρέφει.

Χωρίς μια καρποφόρα ιδέα που παράγει και δημιουργεί.

Τι ηλίθιο και φοβερό πράγμα το να πεθαίνουν σαν δειλοί, χωρίς να ξέρουν το γιατί.

Τον είδαμε – καθώς χόρευε – τον θάνατο.

Ήταν ένας μαύρος θάνατος, θαμπός, χωρίς ούτε ένα ίχνος διαφάνειας φωτός.

Ήταν ένας θάνατος χωρίς φτερά!…

Πόσο άσχημος και κακόγουστος ήταν.

Πόσο αδέξιος ήταν ο χορός του!

Και πως θέριζε – χορεύοντας – όλους τους περιττούς, αυτούς από τους οποίους υπήρχαν και άλλοι!

Αυτούς για τους οποίους – λέει ο σπουδαίος απελευθερωτής – ιδρύθηκε το κράτος.

Αλλά, αλίμονο, δεν θέρισε μόνο αυτούς…

Ναι! ο θάνατος για να εκδικηθεί το κράτος θέρισε αυτούς που δεν ήταν άχρηστοι, αυτούς που ήταν απαραίτητοι…

Επίσης θέρισε αυτούς των οποίων η ζωή ήταν ένα βαθυστόχαστο ποίημα όπου η εξευγενισμένη θλίψη τραγουδούσε ένα παιχνιδιάρικο ρεφραίν…

Αλλά για αυτούς, από τους οποίους δεν υπήρχαν περισσότεροι, αυτούς που δεν ήταν περιττοί, αυτούς που έπεσαν φωνάζοντας το αντάρτικο και ρωμαλέο τιτάνιο ΟΧΙ! : για αυτούς θα παρθεί εκδίκηση.

Θα εκδικηθούμε για αυτούς!

Θα εκδικηθούμε για αυτούς γιατί ήταν αδέρφια μας, γιατί πέθαναν με άστρα στα μάτια τους, γιατί καθώς πέθαιναν, ήπιαν τον ήλιο.

Τον ήλιο του Ονείρου.

Τον ήλιο της Μάχης.

Τον ήλιο της Ζωής.

Τον ήλιο της Ιδέας!

 

IV.

Ο πόλεμος!…

Τι ανανέωσε ο πόλεμος;

Που είναι η ηρωική μεταμόρφωση του πνεύματος;

Που έχουν κρεμαστεί οι φωσφορίζουσες δέλτους των νέων ανθρώπινων αξιών;

Σε ποιόν ιερό ναό έχουν τον θαυμαστό χρυσό αμφορέα, που περιέχει τις φλεγόμενες καρδιές των δημιουργικών ιδιοφυών και κυρίαρχων ηρώων, που οι μανιακοί υποστηριχτές του πολέμου υποσχέθηκαν;

Πού λάμπει ο μεγαλόπρεπος ήλιος της σπουδαίας νέας πηγής;

Τρομερά ποτάμια αίματος ξέπλυναν όλη την πρασινάδα στον κόσμο και πήγαν αλυχτώντας σε όλα τα μονοπάτια της γης.

Τρομακτικοί χείμαρροι δακρύων έκαναν το σπαραξικάρδιο, αγωνιώδες θρηνολόγημα τους να ηχήσει μέσα από τους πιο σκοτεινούς, πιο απόμερους στροβίλους των ηπείρων όλου του κόσμου.

Βουνά ανθρώπινων οστών και σάρκα σάπιζαν παντού στην λάσπη και φώναζαν παντού στον ήλιο.

Αλλά τίποτα δεν άλλαξε – ήταν άσκοπο!

Η γεμάτη σκουλήκια κοιλιά της μπουρζουαζίας απλά ρεύεται μέχρι κορεσμού! Και αυτή των προλετάριων κραυγάζει από την υπερβολική πείνα!

Αρκετά!

Αν με τον Χριστό και τον χριστιανισμό, το ανθρώπινο πνεύμα ήταν περιορισμένο στο ψυχρό και άδειο κενό της μετά θάνατον ζωής, με τον Καρλ Μαρξ και τον σοσιαλισμό, αναγκάστηκε να κατέβει στο επίπεδο των εντέρων…

Ο βρυχηθμός που ήχησε ανά τον κόσμο μετά τον πόλεμο, ταρακουνώντας την ανθρωπότητα, δεν ήταν τίποτα παραπάνω από έναν βρυχηθμό του στομαχιού που ο σοσιαλισμός πρόδωσε, σύντριψε, κατέπνιξε  στραγγάλισε, μόλις παρατήρησε ότι αυτός ο βρυχηθμός άρχισε να παίρνει ως ένα μέρος το χρώμα ενός ιδανικού περιεχομένου…

Αυτή η υπέρτατη, ανώνυμη δειλία χρησιμοποίησε, την πιο σκοτεινή, ζοφερή, πιο οδυνηρή αντίδραση, που γεννήθηκε και μεγάλωσε τρομαχτικά.

Ήταν λογικό – φυσικό – θανάσιμο!

Ήταν ανθρώπινο…

 

V.

Οι καιροί μας – παρά τα κενά και αντικρουόμενα φαινόμενα τους– κείτονται ήδη στα τέσσερα υπό τους βαριούς τροχούς μιας νέας Ιστορίας.

Η κτηνώδης ηθική του μπάσταρδου χριστιανικού – φιλελεύθερου – μπουρζουάδικου – πληβείου πολιτισμού μας, πηγαίνει προς τη δύση του…

Η κάλπικη κοινωνική μας οργάνωση καταρρέει θανάσιμα – αμείλικτα!

Το φασιστικό φαινόμενο είναι η πιο σίγουρη, αναμφισβήτητη απόδειξη για αυτό.

Στην Ιταλία όπως και αλλού…

Για να αποδειχθεί, το μόνο που έχει να κάνει κάποιος είναι να γυρίσει πίσω τον χρόνο και να ρωτήσει την ιστορία. Αλλά ακόμα και αυτό δεν είναι απαραίτητο! Το παρόν μιλάει αρκετά εύγλωττα…

Ο φασισμός δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα σκληρό, νευρικόσπασμό μιας παρακμάζουσας κοινωνίας που πνίγεται τραγικά στον βάλτο του ψεύδους της.

Επειδή αυτός – ο φασισμός – όντως γιορτάζει τις βακχικές εκδηλώσεις του με φλεγόμενες πυρές και μοχθηρά όργια αίματος, αλλά το μουντό τριζοβόλημα της πελιδνής φωτιάς του, δεν βγάζει ούτε μία σπίθα ζωηρής καινοτόμας πνευματικότητας. Εν τω μεταξύ, ας μεταμορφωθεί το αίμα που χύνει σε κρασί, που εμείς – οι προάγγελοι του καιρού – συλλέγουμε σιωπηλά σε κόκκινα δισκοπότηρα μίσους, τοποθετώντας τα στην άκρη ως το ηρωικό ποτό που θα περάσει στα παιδιά της νύχτας και του πόνου στην θανάσιμη «κοινωνία» της σπουδαίας εξέγερσης.

Θα πάρουμε αυτά τα αδέρφια μας από το χέρι για να βαδίσουμε μαζί και να σκαρφαλώσουμε μαζί προς νέες πνευματικές χαραυγές, προς νέα Σέλα ζωής, προς νέες κατακτήσεις της σκέψης, προς νέες γιορτές φωτός, νέα ηλιακά μεσημέρια.

Επειδή είμαστε εραστές του απελευθερωτικού αγώνα.

Είμαστε τα παιδιά της θλίψης που ανυψώνεται και της σκέψης που δημιουργεί.

Είμαστε ακούραστοι αλήτες.

Οι πιο τολμηροί σε κάθε προσπάθεια. Οι εκμαυλιστές της κάθε δοκιμασίας.

Και η ζωή είναι μια \’\’δοκιμασία\’\’! Ένα βασανιστήριο! Μια τραγική πτήση. – Μια φευγαλέα στιγμή!

 

VI.

Η θέληση μας είναι ηρωική!

Θα τα ανακατέψουμε όλα σε μια αναμπουμπούλα μίσους στην καρδιά του κόσμου, και θα τα μετατρέψουμε όλα σε μια θύελλα της αβύσσου.

Σε έναν τυφώνα των κορυφών.

Σε φωνές του μυαλού.

Σε κραυγές ελευθερίας!

Γιορτάζοντας τον κοινωνικό εσπερινό, θα προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε, πλήρως την ατομική ζωή, του ελεύθερου και σπουδαίου Εγώ.

Έτσι ώστε να μην θριαμβεύει πια η νύχτα.

Έτσι ώστε η σκιά να μην τυλίγεται πλέον γύρω μας.

Έτσι ώστε η ατελείωτη φωτιά του ήλιου να γίνει αιώνια και να διαιωνίζει την γιορτή του φωτός της πάνω στην ξηρά και στην θάλασσα!

Γιατί είμαστε φλογεροί ονειροπόλοι του αδύνατου, επικίνδυνοι κατακτητές των άστρων!

 

VII.

Ο φασισμός – παρά τις κενές και αντιθετικές εμφανίσεις του – είναι κάτι πάρα πολύ εφήμερο και αδύναμο για να εμποδίσει την ελεύθερη, αχαλίνωτη πορεία της αντάρτικης σκέψης που ξεχειλίζει και επεκτείνεται, σκάζοντας ορμητικά πέρα από κάθε εμπόδιο, και διαδίδεται μανιωδώς πέρα από κάθε όριο  – ως μια δυνατή, ζωογόνα, κινητήριος δύναμη – σέρνοντας πίσω από τα γιγαντιαία της βήματα την ρωμαλέα και τιτάνια δράση των σκληρών ανθρώπινων μυών.

Ο φασισμός είναι ανίκανος, γιατί είναι κτηνώδης δύναμη.

Είναι ύλη χωρίς πνεύμα.

Είναι σώμα χωρίς μυαλό.

Είναι νύχτα χωρίς αυγή!

Αυτός – ο φασισμός – είναι το άλλο πρόσωπο του σοσιαλισμού…

Είναι καθρέφτες δίχως φως. Δύο άδεια αστέρια!

Ο σοσιαλισμός είναι η αριθμητική – υλική – δύναμη που, δρώντας υπό τη σκιά ενός δόγματος, λύεται και διαλύεται μέσα σε ένα άθλιο πνευματικό \’\’όχι\’\’ που τον αδειάζει από κάθε ελευθερωμένη, θεληματική, ηρωική, ιδανική ευκαμψία. Ο φασισμός είναι το επιληπτικό παιδί του πνευματικού \’\’όχι\’\’ που έχει αποκτηνωθεί πασχίζοντας – μάταια – προς ένα χυδαίο υλικό \’\’ναι\’\’.

Στο πεδίο των ηθικών αξιών, είναι ίσοι. Ο φασισμός και ο σοσιαλισμός είναι δύο αντάξια αδέρφια. Ακόμα και αν ο τελευταίος αποκαλείται Άβελ και ο άλλος Κάιν. Ένα κοινό Όνειρο τους ενώνει. Και αυτό το όνειρο ονομάζεται εξουσία.

 

VIII.

Μαύρες σημαίες στον άνεμο

βαμμένες με αίμα και ήλιο

Μαύρες σημαίες στον ήλιο

κραυγές δόξας στον άνεμο

Ότι δεν έκανε και δεν μπορούσε να κάνει ο πόλεμος, η επανάσταση μπορεί και πρέπει να το κάνει!

 

Ω, μαύρες σημαίες φέρεται

στην αντάρτικη γροθιά ανθρώπου

καθώς εστιάζει το ατενές του βλέμμα έντονα

πέρα από το κυρίαρχο ψεύδος

φτερουγίζοντας στον ήλιο και στον άνεμο

φτερουγίζοντας στον άνεμο και στον ήλιο

η Νίκη χαμογελάει από απόσταση!

Από απόσταση – από απόσταση – από απόσταση!

Στην δόξα του ήλιου και του ανέμου!

 

ΙΧ.

Ο φασισμός και ο σοσιαλισμός είναι επίδεσμοι του χρόνου, επιβραδυντές του ανδραγαθήματος!

Είναι φανατικά κρυσταλλωμένα απολιθώματα που ο γεμάτος θέληση δυναμισμός – με τον οποίο ζωντανεύουμε την ιστορία καθώς περνάει – θα παρασύρει σε έναν κοινό τάφο των καιρών. – Επειδή στο πεδίο των πνευματικών και ηθικών αξιών οι δύο εχθροί είναι το ίδιο.

Είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Και οι δύο στερούνται το φως της αιωνιότητας!

Μόνο οι σπουδαίοι αλήτες του πνεύματος – φορείς της μαύρης σημαίας – μπορούν να είναι το φωτεινό ζωογόνο υπομόχλιο της αιώνιας επανάστασης που σπρώχνει τον κόσμο μπροστά.

 

Χ.

H, γεμάτη θέληση, ψυχή μας είναι πολύμορφη…

Ο πύρινος  παλμός του ήλιου και τα τρεμάμενα ρίγη των άστρων την διαπερνάνε!

Είμαστε αντάρτες ποιητές και φιλόσοφοι της καταστροφής.

Είμαστε αναρχικοί.

Εικονοκλάστες!

Ατομικιστές

άθεοι,

νιχιλιστές!

Είμαστε οι φορείς των μαύρων σημαιών.

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

Με έναν ήλιο στο μυαλό μας

και με δύο τεράστια χρυσά άστρα

να λάμπουν στα φλεγόμενα μάτια μας!

Συνεχίζουμε να βαδίζουμε!…

Και στο θέατρο της ανθρωπότητας, η θέση μας είναι στα άκρα αριστερά από όλες τις ακροαριστερές.

 

XI.

Πίσω από το γιγαντιαίο, μαύρο σύννεφο καταιγίδας που καλύπτει ακόμα τον ουρανό, αστράφτει ένα κόκκινο λυκόφως.

Ο τραγικός εορτασμός του κόκκινου εσπερινού πλησιάζει.

Η τελευταία μαύρη νύχτα θα γίνει κόκκινη απ’ το αίμα.

Από αίμα και φωτιά.

Γιατί το αίμα απαιτεί αίμα.

Είναι μια παλιά ιστορία…

Και τότε τα παιδιά μας – τα παιδιά της Αυγής – πρέπει να γεννηθούν από το αίμα και να σφυρηλατηθούν στη φωτιά.

Γιατί πρέπει να γεννηθούν νέες ατομικές ιδέες, πιο παρθένες και όμορφες, από τις μεγάλες κοινωνικές τραγωδίες, από την αναστάτωση νέων τυφώνων!

Και μόνο μέσα από τη μεγαλειώδη, φλογερή, αιματηρή καταστροφή, θα γεννηθεί ο πραγματικός, βαθυστόχαστος Αντίχριστος της ανθρωπότητας και της σκέψης. Γνήσιο τέκνο της γης και του ήλιου, ικανό να σκαρφαλώσει στις κορυφές και να κατέβει στις αβύσσους.

Γιατί ο Αντίχριστος είναι ο Αετός και το Φίδι.

Κατοικεί στις κορυφές και στα βάθη.

Αυτός – το πνεύμα του νέου ανθρώπου – θα περάσει μέσα από τα καπνισμένα ερείπια του παλιού, κατεστραμμένου κόσμου για να ανυψωθεί προς το μαγευτικό μυστήριο της επερχόμενης παρθένας αυγής.

Όμορφος και θαυμάσιος – θα σταθεί πάνω στο κατώφλι του νέου πρωινού διαποτισμένος με άνεμο, σπινθηροβολώντας την δύναμη της υπεράνθρωπης ομορφιάς του, λέγοντας στους διστακτικούς ανθρώπους : Προς τα μπρος, προς τα μπρος!

Ορμάμε πέρα από κάθε σύστημα

Ορμάμε πέρα από κάθε τύπο

Πετάμε προς την ύψιστη ελευθερία

Προς την ακραία Αναρχία!

 

XII.

Εμείς τα ελεύθερα πνεύματα – οι αλήτες της ιδέας – οι αθεϊστές της μοναξιάς – οι δαίμονες της αόρατης ερήμου.

Εμείς – τα φωτεινά τέρατα της νύχτας – έχουμε ήδη πάει στις κορυφές.

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

Με έναν ήλιο στο μυαλό μας,

και δύο τεράστια χρυσά άστρα

να λάμπουν στα φλογερά μας μάτια!

 

Και – με μας – όλα πρέπει να οδηγηθούν στην ύψιστη τους συνέπεια.

Ακόμα και το μίσος.

Ακόμα και η βία.

Ακόμα και το \’\’έγκλημα\’\’ !

Γιατί το μίσος δίνει την δύναμη που τολμά.

Η βία και το \’\’έγκλημα\’\’ είναι οι ιδιοφυίες που καταστρέφουν και η ομορφιά που δημιουργεί.

Και θέλουμε να τολμήσουμε.

Να καταστρέψουμε – να ανανεώσουμε – να δημιουργήσουμε!

Επειδή όλα όσα είναι κατώτερα και χυδαία πρέπει να διαλυθούν και να καταστραφούν.

Μόνο ότι είναι σπουδαίο θα μείνει.

Γιατί ότι είναι σπουδαίο ανήκει στην ομορφιά.

Και η ζωή πρέπει να είναι όμορφη.

Ακόμα και στον πόνο.

 

Ακόμα και στον τυφώνα!…

 

XIII.

 

Έχουμε σκοτώσει το \’\’καθήκον\’\’ της αλληλεγγύης, έτσι ώστε η ελεύθερη λαγνεία μας για αυθόρμητο έρωτα και την εκούσια ιδιότητα του γονέα, να αποκτήσει μία ηρωική αξία στη ζωή.

Σκοτώσαμε τον οίκτο, γιατί είναι ένα κάλπικο χριστιανικό συναίσθημα και επειδή επιθυμούμε να δημιουργήσουμε τον ευγενή, άγνωστο γενναιόδωρο εγωισμό.

Στραγγαλίσαμε τα ψεύτικα κοινωνικά δικαιώματα – δημιουργών των ταπεινών, δειλών ζητιάνων – έτσι ώστε ο άνθρωπος να ξεθάψει το πιο βαθύ, το πιο μυστικό του \’\’Εγώ\’\’ για να βρει την δύναμη του Μοναδικού.

Γιατί το ξέρουμε οι ίδιοι.

Η ζωή είναι κουρασμένη με το να έχει υποανάπτυκτους εραστές.

Γιατί η γη είναι κουρασμένη με το να ποδοπατείται άσκοπα από τεράστιες ορδές από ηλίθια χριστιανικά ανθρωπάκια, που ψάλλουν και προσεύχονται.

Και τελικώς γιατί είμαστε και εμείς κουρασμένοι με αυτά τα ψόφια \’\’ αδέρφια\’\’ μας που είναι ανίκανα για ειρήνη ή πόλεμο. Κατώτερα στο μίσος και στην αγάπη.

Ναι! Είμαστε αηδιασμένοι και κουρασμένοι!

Η ανθρωπότητα πρέπει να ανανεωθεί.

Χρειαζόμαστε ένα επικό και βάρβαρο τραγούδι με νέους και παρθένους ήχους ζωής ανά τον κόσμο.

Είμαστε οι φορείς

φλογερών δούλων.

Είμαστε αυτοί που ανάβουν

τις πυρές που τριζοβολούν.

Η σημαία μας είναι μαύρη.

Ο δρόμος μας είναι το άπειρο

Και το ύψιστο ιδανικό μας

είναι η κορυφή και η άβυσσος.

 

Συνεχίζουμε να βαδίζουμε!…

 

Βαδίζουμε μες τη νύχτα

με έναν ήλιο στο μυαλό μας,

και δύο τεράστια χρυσά άστρα

λάμπουν στα φλεγόμενα μάτια μας!

 

Συνεχίζουμε να βαδίζουμε…

Και αν το όνειρο μας είναι μια ψευδαίσθηση;

 

Και αν οι αγώνες μας είναι άχρηστοι και μάταιοι; Και αν η ανανέωση της ανθρωπότητας είναι αδύνατον να επιτευχθεί;

 

Αχ, όχι! Θα συνεχίσουμε να βαδίζουμε με τον ίδιο τρόπο.

 

Για την αξιοπρέπεια μας.

 

Για την αγάπη μας στις ιδέες μας.

 

Για την ελευθερία του πνεύματος μας.

 

Για το πάθος του μυαλού μας.

 

Για την αναγκαιότητα της ζωής μας.

 

Καλύτερα να πεθάνουμε ως ήρωες σε μια προσπάθεια απελευθέρωσης και αυτοανύψωσης, παρά να φυτοζωούμε ως αδύναμοι δειλοί σε αυτήν την σιχαμερή πραγματικότητα.

 

Ω μαύρες σημαίες,

ω μαύρα τρόπαια,

εμβλήματα και σύμβολα

της αιώνιας εξέγερσης.

 

Εσείς που είστε η ματωμένη απόδειξη όλης της ανθρώπινης αυθάδειας;

 

Εσείς που είστε οι καταστροφείς όλων των προκαταλήψεων;

 

Εσείς που είστε οι μοναδικοί αληθινοί εχθροί όλης της ανθρώπινης ντροπής – όλου του μοχθηρού ψεύδους!

 

Εσείς που τραγουδάτε την αιώνια εξέγερση, βουτηγμένοι στον πόνο και το αίμα!

 

Την γραπώνω μέσα στην δυνατή μου γροθιά

και στη μέση ανεμοθυελλών

την υψώνω στην δόξα του ήλιου.

Στην δόξα του ήλιου και του ανέμου…

Του ανέμου και του ήλιου και του φωτός.

Το «Μαύρες Σημαίες» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Renzo Novatore και εκδόθηκε στην αναρχική εφημερίδα Proletario (τεύχος 2), τον Ιούλιο του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: Black Flags, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Φυλακισμένα μέλη της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

 Επιμέλεια: Parabellum

Με ειλικρινή οίκτο

Στον «Γολιάρδο» * της Umanita Nova**

 «Σε χτυπώ χωρίς θυμό και μίσος, σαν χασάπης, όπως χτύπησε ο Μωυσής το βράχο!»

Charles Baudelaire

   I.

Ω, καλέ «Γολιάρδε», έλα- έλα σε μένα!

Έλα να ακούσεις  τις μεγαλειώδεις αποστροφές της διεστραμμένης, καταραμένης μου λύρας.

Έλα και άκου το γέλιο της μελαγχολίας μου…

Τι φοβάσαι; Τι φοβάσαι;

Θα μπορούσες να φοβάσαι τις πελιδνές, κίτρινες φωτιές των θειούχων κολάσεών μου;

Θα μπορούσες να φοβάσαι τους μυστηριώδης ανέμους των συμβολικών μου κορυφών;

Δε με καταλαβαίνεις;

«Δε θα μπορούσα να είμαι η κάλπικη συγχορδία στην θεϊκή συμφωνία, εξαιτίας της καταναλίσκουσας ειρωνείας που με ταρακουνάει και με δαγκώνει;»

Αλλά εσύ, ποιος είσαι εσύ;

Θα μπορούσε να είσαι κάποιος διοπτροφόρος καθηγητής, ο οποίος έχει  παλιούς πολεμικούς-θεωρητικούς ανοιχτούς λογαριασμούς μαζί μου;

Αλλά , ξέχνα το ω Γολιάρδε, ξέχνα τις αρχαίες λύπες και τα παλιά μαρτύρια που βασανίζουν την καρδιά σου. Σήμερα είναι η πνευματική μου πασχαλιάτικη γιορτή, το τραπέζι μου είναι στρωμένο…

Λοιπόν έλα- ω Γολιάρδε- στο τραπέζι μου, πιες και κάνε ησυχία!

II.

Είμαι μια «πηγή αλήθειας, μαύρη και αστραφτερή, όπου το πελιδνό αστέρι, ο ειρωνικός, διαβολικός φάρος, ο πυρσός της σατανικής γοητείας, η μοναδική δόξα και η άνεση – η συναίσθηση του κακού- τρεμοπαίζουν!»

Αλλά εσύ – ποιος είσαι εσύ;

«Για καλή τους τύχη, οι εργάτες δεν ξέρουν τον Baudelaire”. Τι είπες; έτσι είναι τα πράγματα αληθινέ Γολιάρδε; «Ζήτω η άγνοια και η Αναρχία. Θάνατο στη διανόηση, στη Σκέψη και στην Τέχνη». Αυτό εννοείς, αληθινέ Γολιάρδε;

Αλλά το «Γολιάρδος» δεν εκφράζει τους επαναστατημένους και έκλυτους μαθητές στο Μεσαίωνα;

Αχ, φτωχή, αλλόκοτη παρωδία!

Ω! λύπηση… λύπηση!

III.

Σίγουρος πως η καλή Umanita Nova θα δώσει άφεση αμαρτιών και πως η σεπτή Εστιάδα, της οποίας είστε οι γεμάτοι ζήλο ιερείς,  θα σας συγχωρέσει, εγώ , ο «διεστραμμένος και «καταραμένος» ποιητής , σας προσκαλώ στη θλιβερή, μελαγχολική μου όαση όπου άγνωστες πηγές αναβλύζουν ψυχρά.

Ω! Έλα, έλα!

Ο δαίμονάς μου κοιμάται πολύ σήμερα και το ίδιο κάνουν και οι αγνές μου Ερινύες.

Έλα, έλα…

Θα σου δείξω τα πιο αγνά άνθη του κακού στον ανθρώπινο κήπο της καρδιάς μου, κάτω από τον καρποφόρο ήλιο της βασανισμένης μου ψυχής. Είναι ανθοί οίκτου και θλίψης, είναι τριαντάφυλλα αίματος και αγάπης, είναι ρίγη και δάκρυα.

Δάκρυα σαρκός και ρίγη του ιδανικού – μουσική της επίμονης ζωής, πτήσεις πνευματικότητας…

Ω, έλα, έλα…

Σήμερα, μες την κόλασή μου, υπάρχει παράδεισος – έλα, ω Γολιάρδε, ήρθε η ώρα!

IV.

Εδώ είναι η «κατατρεγμένη Γυναίκα» της οποίας την πονεμένη ομορφιά τραγούδησα καλλιτεχνικά – αναρχικά, ανθρώπινα, συναισθηματικά –, της οποίας το βασανισμένο μυαλό ανύψωσα – σε τραγούδι. Κοίτα την, κοίτα την. Τη βλέπεις, ω Γολιάρδε;

Την ακούς;

Κοίτα! Εκεί είναι οι μοναδικοί «ξαπλωμένοι στην άμμο, σαν ένα σκεπτικό πλήθος, που στρέφουν το βλέμμα τους προς τον ορεινό ορίζοντα», και οι άλλοι είναι «βαθιά στο δάσος τραυλίζοντας τις αγάπες της δειλής παιδικής τους ηλικίας». Τους βλέπεις;

Παρατήρησε, ω Γολιάρδε, καθώς αυτοί «βαδίζουν ανάμεσα από τους βράχους γεμάτοι ψευδαισθήσεις»!  Εκεί είναι που ο Άγιος Αντώνιος είδε τα γυμνά κοκκινισμένα στήθη του πειρασμού του να ανυψώνονται ως λάβα…

Και μετά υπάρχουν αυτοί με «πυρετούς που ουρλιάζουν» που επικαλούνται το Βάκχο για να καταπνίξουν τις τύψεις τους, και άλλοι που «κρύβουν ένα καμτσίκι κάτω απ’ τα ρούχα τους» ώστε μετά – μέσα στο σκοτεινό δάσος και τις απομονωμένες νύχτες – «αναμιγνύουν τα κούφια λόγια της απόλαυσης με τα δάκρυα και τα βάσανά τους».
Και εγώ – ω, Γολιάρδε της Umanita Nova, που προσπάθησα ασυνείδητα να χλευάσω και να ειρωνευτώ αυτά που έγραψα και που εσύ δεν μπορούσες να καταλάβεις – ήθελα να τραγουδήσω για μία από αυτές τις «καταραμένες γυναίκες» – όλες οι γυναίκες είναι, υπό αυτήν την έννοια, λίγο ή πολύ «καταραμένες» – μία από αυτές που, σαν ποιητής, μπορεί να πει, «Ουρανοί, ξεσκισμένοι σαν ακτές, η περηφάνια μου αντικατοπτρίζεται πάνω σας».

« Τα πελώρια, πένθιμα σύννεφα σου είναι οι νεκρικές άμαξες  των ονείρων μου και το φέγγος σου είναι οι αντανακλάσεις της Κόλασης μέσα στην οποία η καρδιά μου οργιάζει».

V.

Ο Charles Baudelaire, ο άνθρωπος τον οποίο – «για καλή τους τύχη» – «οι εργάτες δεν τον ξέρουν». Ο θαυμάσιος ποιητής ο οποίος χωρίς τα πλούτη του U.A.I. στην τσέπη του, κατάφερε να μεθύσει με τις πιο εξαίσιες – αν και επικίνδυνες – βαθιές φωτεινές, εκλεπτυσμένες αισθήσεις. Η μοναδική ιδιοφυία του οποίου «τα μυστήρια μισάνοιχτα χείλη φάνταζαν να φυλάσσουν σαρκαστικά μυστικά». Ο παράξενος, καταραμένος, ισόθεος ποιητής που δεν του προκαλούσε τρόμο το να σκύψει στη λάσπη για να συλλέξει ανθρώπινα τα Άνθη του Κακού και να τα εξαγνίσει μέσα από την τραγική λάμψη της Τέχνης του, έτσι ώστε να τραγουδήσει αυτές τις «καταραμένες γυναίκες» πάνω από αυτό το τρεμάμενο τόξο της μαγικής του λύρας.

«Ω παρθένες, ω δαίμονες, ω τέρατα, ω μάρτυρες, σπουδαία πνεύματα, περιφρονητές της πραγματικότητας, διψασμένες για το άπειρο, αφοσιωμένες και Βάκχες, τώρα γεμάτες με κραυγές και δάκρυα, εσείς που το πνεύμα μου σας έχει ακολουθήσει στην κόλασή σας, φτωχές αδερφές, σας αγαπώ όπως συμμερίζομαι το σκοτεινό σας πόνο, την ανικανοποίητη δίψα σας και τις υδρίες  της αγάπης που γεμίζουν τις σπουδαίες σας καρδιές».

VI.

Και εγώ επίσης – σαν τον Baudelaire – πάνω απ’ τους σπουδαίους νεκρούς που αγαπώ στα κρυφά – επιθυμούσα – στις στήλες αυτής της εφημερίδας μας ,που φέρει την ενοχή να λέγεται  Proletario – να τραγουδήσω – ανθρώπινα και αναρχικά – την τραγωδία, τα δάκρυα, το γέλιο, το κλάμα, τον πόνο, τα βάσανα, το καλό, το κακό, την αμαρτία και την ελπίδα μιας από αυτές τις γυναίκες έτσι ώστε οι αναρχικοί θα ξέρουν ότι, αναμεταξύ μας, δεν είναι όλοι διατεθειμένοι να πετάξουν λάσπη και σκατά σε αυτούς που μέσα από μια υπερβολική δίψα για το άπειρο, έπεσαν ορμητικά στην άβυσσο  με τα μάτια τους καρφωμένα στον ουρανό και το μυαλό τους μεθυσμένο απ’ τα άστρα.

Και τα έγραψα όλα αυτά με μια πένα που είναι δικιά μου, με μια γλώσσα που είναι δικιά μου, με ένα στυλ που είναι αυθεντικό, που είναι δικό μου, και που καμία γολιαρδική – φτωχή γολιαρδική – ειρωνεία δεν θα μπορούσε να με κάνει να τα αλλάξω λοξοδρομώντας.

VII.

Κάποιος σύντροφος – γράφοντας προσωπικά σε έναν άλλο σύντροφο – μια φορά χαρακτήρισε το Renzo Novatore ως «τον Guido da Verona της Αναρχίας»***.
Δίχως να σταματήσω για να αντικρούσω τις κατηγορίες θα σας πω, ότι ο Guido da Verona έλεγε στους επικριτές  του: «Πείτε ότι θέλετε για μένα, εγώ πάντα θα σας δίνω ευωδιαστά τριαντάφυλλα… ακόμα και αν έχουν γεννηθεί στον πόνο, ακόμα και αν έχουν φυτρώσει στα δάκρυα».

VIII.

Σήμερα, η αναρχική μου καρδιά είναι γεμάτη με άπειρη καλοσύνη. Το φτερωτό μου μυαλό περιπλανιέται γύρω- γύρω,  μέσα στον ουρανό της ιδέας.

Το ελεύθερο πνεύμα μου χορεύει χαρούμενα στη θλιβερή όαση της μοναξιάς μου, όπου η μυστήρια μελαγχολία μου τραγουδάει.

Έλα, ω Γολιάρδε – έλα!

Σήμερα ο δαίμονάς μου κοιμάται, καθώς και οι Ερινύες μου…

Έλα πιες στις άγνωστες, παρθένες πηγές του απέραντου οίκτου μου…

Αύριο, τα σατανικά πλάσματα της ηφαιστειακής μου κόλασης θα μπορούσαν να ξυπνήσουν, και εγώ να είμαι μανιασμένος…

Ξέρεις; Είμαι ένας παράξενος, πολυσύνθετος άνθρωπος.

1. Ο Γολιάρδος ήταν ένας περιπλανώμενος κληρικός μαθητής στη Μεσαιωνική Ευρώπη που είχε την αρμοδιότητα του γλεντοκοπήματος, της ασυδοσίας και της δημιουργίας πρόστυχων και σατυρικών λατινικών τραγουδιών.

2. Η  εφημερίδα της Ιταλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας.

3. O Guido da Verona (1881-1939) ήταν ποιητής και συγγραφέας ερωτικών νουβελών  που τελικά λόγω των έργων του διώχθηκε από τις φασιστικές αρχές και αυτοκτόνησε για να ξεφύγει το θάνατο απ’ τα χέρια τους.

Το «Με ειλικρινή οίκτο» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Renzo Novatore και εκδόθηκε στην αναρχική εφημερίδα Proletario (τεύχος 4) στις 15 Αυγούστου του 1922.

 

Πηγή στα αγγλικά: With sincere pity, The Anarchist Library, June 6 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Φυλακισμένα μέλη της  Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

Επιμέλεια: Parabellum

Περί πολέμου…

Τα τελευταία εικοσιτετράωρα γίναμε μάρτυρες και δέκτες ενός οργανωμένου κατασταλτικού σχεδίου, που σε πρώτη φάση στοχεύει τους σημαντικότερους  κατειλημμένους χώρους στην Αθήνα. Αυτός ο σχεδιασμός βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, αλλά μπορούμε παρ\’ όλα αυτά να συνάγουμε κάποια συμπεράσματα από τα μέχρι τώρα γεγονότα.

Πρώτα από όλα είναι πλέον σαφές σε όλους ότι το υποκείμενο της καταστολής είναι πολύ συγκεκριμένο. Δεν είναι γενικά και αόριστα οι \”αγωνιζόμενοι\”, ο \”λαός\” κλπ. Στο στόχαστρο βρίσκεται ο αναρχικός χώρος σε όλο του το εύρος. Εκατοντάδες συλλήψεις συντρόφων, επιθέσεις στις δομές μας, δικαστικές διώξεις, τρομοκρατία, ο εχθρός χρησιμοποιεί κάθε μέσο που έχει στη διάθεση του για να εξουδετερώσει τον επαναστατικό αναρχικό χώρο.

Επίσης κοιτώντας κανείς ψύχραιμα τα γεγονότα, μπορεί να κατανοήσει το μέγεθος του εχθρικού σχεδιασμού και τη μεθοδικότητα που τον χαρακτηρίζει. Η εξουσία έχει διαμορφώσει ένα συμπαγές μπλοκ αντιδραστικών δυνάμεων που με ενορχηστρωτή το κράτος διεξάγει, ανοιχτά πλέον, πόλεμο. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε πως δεν πρόκειται απλά για ακόμα μία επιχείρηση κρατικής πολεμικής γυμναστικής. Πρόκειται για ένα σχέδιο που φαίνεται να έχει δουλευτεί καιρό, στο οποίο συμμετέχουν, με το δικό τους ρόλο και για τα δικά του οφέλη ο καθένας, δημοτικές και πανεπιστημιακές αρχές, το μεγάλο ιδιωτικό κεφάλαιο, τα ναζιστικά καθάρματα της Χ.Α., τα μεγάλα Μ.Μ.Ε. και εκείνο κομμάτι της σιχαμερής μικροαστικής τάξης, που αποτελείται από τους μαγαζάτορες και ιδιοκτήτες κάθε είδους, του κέντρου της Αθήνας. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε και το μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, αυτά τα θλιβερά ανθρωπάκια, που είτε επικροτώντας από το τηλεκοντρόλ ή με την απάθεια τους, δίνουν την απαραίτητη κοινωνική συγκατάθεση στον αντίπαλο.  Στην ανάγκη αυτού του κομματιού της κοινωνίας για αίσθηση ασφάλειας και τάξης πατάει το όποιο σχέδιο εξόντωσης μας. Όσο για την αριστερά, κοινοβουλευτική και μη, δε χρειάζεται να ασχοληθούμε καν. Όσοι πέφτουν από τα σύννεφα, αρνούνται να καταλάβουν. Η Αριστερά είναι η επιτομή του τακτικισμού και του καιροσκοπισμού, είναι απλά μια διαφορετική, και καθόλου light, εκδοχή της εξουσίας. Επομένως κάνει αυτό που έκανε πάντα: πολιτική και μάλιστα με το βλέμμα στραμμένο στους εξουσιαστικούς θώκους.

Πρέπει να σταθούμε στην πολεμική διάσταση του θέματος. Γιατί αν δεν καταλάβουμε την πραγματικότητα που ζούμε δε μπορούμε να προχωρήσουμε στις αντι-αναλύσεις μας και στη χάραξη της στρατηγικής και της δράσης. Ο εχθρός έχει συγκροτηθεί σε στρατόπεδο. Έχει συγκεντρώσει αρκετές δυνάμεις και δοκιμάζει και εκτελεί πολεμικές στρατηγικές και πολεμικές επιχειρήσεις. Για αυτό το λόγο οι μπάτσοι και οι δικαστές, συνεπικουρούμενοι από τα μέσα προπαγάνδας του καθεστώτος (Μ.Μ.Ε.), βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή. Και δεν έχει φτάσει ακόμα στα όρια του. Οι δυνάμεις του και ο κάθε λογής οπλισμός του αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου. Επίσης και ο ίδιος ο σχεδιασμός του είναι ακόμα στην αρχή και δε θα τελειώσει με τις εκκενώσεις των καταλήψεων.

Ο αναρχικός χώρος είναι γενικά μουδιασμένος. Δεν πρέπει να παραγνωρίζονται οι διάφορες δράσεις στην επικράτεια της χώρας αλλά η αντίδραση του σαν σύνολο είναι κατώτερη των περιστάσεων. Δεν είναι ώρα να πούμε τι έφταιξε. Ας περιοριστούμε προς το παρόν στη διαπίστωση ότι οτιδήποτε δημιουργείς και δεν είσαι σε θέση να το υπερασπιστείς έμπρακτα, καταρρέει στην πρώτη καταιγίδα. Σημασία λοιπόν έχει τι κάνουμε τώρα. Ας ρίξουμε μια ψύχραιμη και ειλικρινή ματιά στα δεδομένα. Έχουμε εκατοντάδες υπόδικους, φυλακισμένους και φυγόδικους συντρόφους. Έχουμε τις εχθρικές δυνάμεις γύρω από τους χώρους μας. Έχουμε έναν αχανή, δύσκολο να οριστεί, \”χώρο\” με χρόνιες αδυναμίες σε πολλά ζητήματα. Έχουμε μια κοινωνία που στη συντριπτική της πλειοψηφία είναι αδιάφορη ή και εχθρική στις επαναστατικές ιδέες και πρακτικές. Τέλος έχουμε μια εσφαλμένη άποψη της αλληλεγγύης.

Η αναγκαιότητα απάντησης, αλλά και στην τελική αυτοάμυνας, από μεριάς αναρχικών, σπρώχνει σε λανθασμένες αντιλήψεις. Το ζήτημα δεν είναι να \”ενωθεί\” και να \”πράξει συλλογικά\” ο χώρος. Κάτι τέτοιο γνωρίζουμε πως είναι ευτυχώς αδύνατον λόγω της ίδιας του της ιδιοσυγκρασίας. Το ζήτημα είναι όλες οι τάσεις, όλες οι ομάδες, όλα τα άτομα να πάρουν θέση εδώ και τώρα στο επαναστατικό στρατόπεδο και κατ\’ επέκταση να πάρουν μέρος στο διεξαγόμενο πόλεμο. Δεν είναι απαραίτητη καμία \”σύνθεση\”, η οποία στην καλύτερη περίπτωση θα δημιουργήσει εύθραυστα οικοδομήματα που κινδυνεύουν περισσότερο να διαλυθούν εκ των έσω παρά από τον αντίπαλο. Επομένως ας προχωρήσει η κάθε τάση, η κάθε συλλογικότητα και το κάθε άτομο με τις δικές του/της αναλύσεις και προτάγματα, τη δικιά του/της στρατηγική και να τα μετουσιώσει σε πράξη και άμεση δράση. Επίσης πρέπει να σταματήσει τουλάχιστον προς το παρόν το \”αλληθώρισμα\” προς την κοινωνία και τα άλλα φαντασιακά υποκείμενα αγώνα. Ακόμα και αν προσπεράσουμε την κοινωνική σαπίλα και δεχτούμε πως ένα  έστω μικρό κομμάτι μπορεί να ασπασθεί επαναστατικές ιδέες και πρακτικές, δεν υπάρχει ούτε ο απαραίτητος χρόνος ούτε η απαραίτητη σιγουριά επιτυχίας που σε αυτήν τη φάση είναι πράγματα απαραίτητα.

Κλείνοντας, να πούμε δύο πράγματα για την αλληλεγγύη και συγκεκριμένα για το μόνο είδος αλληλεγγύης που έχει σημασία, εκείνο της αλληλεγγύης μεταξύ των αναρχικών συντρόφων. Οι σύντροφοί μας που αιχμαλωτίζονται ή διώκονται από τον εχθρό για τις ιδέες και τις πράξεις τους δεν είναι απλά θύματα καταστολής. Είναι αιχμάλωτοι πολέμου. Όλοι τους. Η θυματοποίηση ας αφεθεί στο κλασικό παλαιάς κοπής μοτίβο του \”αγωνιστή της Αριστεράς\”. Επομένως η απλή έμπρακτη αλληλεγγύη (συλλογή τροφίμων, χρημάτων, ρουχισμού κ.α.) είναι μεν απαραίτητη αλλά ούσα στην ουσία της ανθρωπιστική, δεν είναι ολοκληρωμένη. Οφείλει να συνοδεύεται από έμπρακτες επιθέσεις στο καθεστώς. Έτσι περιέχει μέσα της όλη τη χαρά της εκδίκησης και της αντίστασης, κλείνοντας παράλληλα το μάτι στους \”από μέσα\” και σκορπώντας φωτεινά χαμόγελα στα σκοτεινά μπουντρούμια και μίσος και φόβο στις εξουσιαστικές ορδές.

Οι αναρχικές καταλήψεις ήταν, είναι και θα είναι χώροι ανομίας και κέντρα ανωμαλίας,  καταφύγια του περήφανου εσωτερικού εχθρού.

Λευτεριά στους αναρχικούς διωκόμενους και στους αναρχικούς μαχητές των αντάρτικων ομάδων.

Μετωπική επίθεση για την εκμηδένιση του υπάρχοντος.

O Ατομικισμός

Όπως και αλλού, η τάση να υποτιμάται το άτομο έκανε αισθητή την παρουσία της και στο πεδίο της νόησης. Η μοναχική σκέψη -η εφεύρεση- χάνει την αξία της προς όφελος της συλλογικής σκέψης -η μίμηση- που κηρύσσεται με τον αιώνιο λόγο της αλληλεγγύης. Ο τρόμος για αυτό που δεν έχει δοκιμαστεί παλαιότερα, για τη διανοητική και αισθητική πρωτοτυπία, είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των Λατινικών φυλών. Μας αρέσει η πειθαρχημένη σκέψη, οι κομφορμιστικοί και ευπρεπείς στοχασμοί. Μια Γερμανίδα συγγραφέας, η Laura Marholm, έχει αναλύσει εύστοχα αυτήν τη σύγχρονη τάση: \”Η διανοητική δειλία είναι παγκόσμιο γνώρισμα. Κανείς δε τολμά να κάνει μια αποφασιστική δήλωση που αφορά τον περίγυρό του. Κανείς δεν επιτρέπει πια στον εαυτό του μια αυθεντική σκέψη. Η αυθεντική σκέψη τολμά να εμφανισθεί μόνο όταν υποστηρίζεται από κάποια ομάδα: πρέπει να έχει συγκεντρώσει αρκετούς υποστηρικτές, για να τολμήσει να εμφανιστεί. Πρέπει να είσαι ένας από τους πολλούς, πριν τολμήσεις να μιλήσεις.  Αυτή είναι μια ένδειξη παγκόσμιου εκδημοκρατισμού, ενός εκδημοκρατισμού που βρίσκεται ακόμα στις απαρχές του, και χαρακτηρίζεται από μία αντίδραση στο διεθνές κεφάλαιο, το οποίο μέχρι τώρα είχε στη διάθεση του όλα τα μέσα στρατιωτικής και νομικής άμυνας. Κανείς δεν τολμά να στηριχθεί στον εαυτό του.  Μια ιδέα που αντιβαίνει στις κυρίαρχες ιδέες, σχεδόν ποτέ δεν καταφέρνει να γίνει γνωστή. Η προπαγάνδιση μιας αντιπαθητικής ιδέα περιορίζεται και εμποδίζεται από χιλιάδες ανώνυμους λογοκριτές, ανάμεσα στους οποίους η επίσημη κρατική λογοκρισία παίζει πολύ μικρό ρόλο.\”

Το αποτέλεσμα αυτής της τάσης, είναι ότι πλέον δεν υπάρχουμε και δε σκεφτόμαστε για τους εαυτούς μας. Σκεφτόμαστε βασισμένοι σε φήμες και συνθήματα.

Είναι κυρίως από ηθικής άποψης ανυπόφορο, το να συνθλίβεται ο προσωπικός εγωισμός από τον εγωισμό της ομάδας.  Ξέρουμε και εμείς καλά τη μικρότητα του ομαδικού πνεύματος και ξέρουμε καλύτερα από όλα τους αγελαίου συνασπισμούς που δημιουργούνται, με σκοπό να πολεμήσουν τις ανώτερες ατομικότητες, την αλληλεγγύη στην ανευθυνότητα και όλες αυτές τις μορφές της φθίνουσας ανθρωπότητας.

Για την τέλεια αλληλεγγύη ισχύει ότι ισχύει και για την απόλυτη δικαιοσύνη, τον απόλυτο αλτρουισμό, τον απόλυτο μονισμό. Αυτές είναι αφηρημένες αρχές, αμετάφραστες σε πραγματικούς όρους.  Κάθε άνθρωπος έχει τη δικιά του αντίληψη για την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη, το δικό του τρόπο να μεταφράζει τα υπέρ και τα κατά του να μείνει πιστός στα συμφέροντα της συντροφιάς του, της τάξης του κλπ.

\”Από τη στιγμή που μια ιδέα απελευθερώνεται\” λέει ο Remy de Gourmont, \” κατά συνέπεια αν την θέσουμε απροκάλυπτα σε κυκλοφορία, στο ταξίδι της ανά τον κόσμο θα ενωθεί με κάθε είδους παρασιτική βλάστηση. Κάποιες φορές ο πραγματικός οργανισμός εξαφανίζεται, καταβροχθισμένος εντελώς από τις εγωιστικές αποικίες που αναπτύχθηκαν σε αυτόν. Ένα διασκεδαστικό παράδειγμα τέτοιων νοητικών παρεκκλίσεων  έδωσε η ένωση  ελαιοχρωματιστών στην τελετή που ονομαζόταν \” Ο Θρίαμβος της Δημοκρατίας\”. Οι εργάτες κουβαλούσαν ένα πανό, όπου τα αιτήματά τους για δικαιοσύνη  συνοψίζονταν στο σύνθημα: \”Κάτω το ripolin!\”. Πρέπει να ξέρετε πως το ripolin είναι μια έτοιμη μπογιά την οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει ο καθένας σε ξυλουργικές εργασίες. Επομένως μπορούμε να καταλάβουμε την ειλικρίνεια αυτής της επιθυμίας και την πρωτοτυπία της.  Το Ripolin αντιπροσωπεύει εδώ την αδικία και την καταπίεση·  είναι ο εχθρός, ο διάβολος. Όλοι έχουμε το δικό μας ripolin και χρωματίζουμε σύμφωνα με τις ανάγκες μας τις αφηρημένες ιδέες που, χωρίς αυτό, δε θα είχαν καμιά προσωπική χρησιμότητα\”.

Το ιδανικό λεκιάζεται από την επαφή με την πραγματικότητα.

Μαργαριτάρι πριν πέσει και βάλτος μετά.

Κείμενο του Γάλλου ατομικιστή φιλοσόφου Georges Palante, που δημοσιεύτηκε στη εφημερίδα L\’Anarchie (τεύχος 323)  στις 15 Ιουνίου του 1911.

Πηγή στα αγγλικά: Individualism,Internet Archive of Individualistic Anarchism

Μετάφραση στα ελληνικά:Parabellum

Σκανδαλώδεις σκέψεις – μερικές σημειώσεις για τον πολιτισμένο αναρχισμό

Κάθε τόσο, κυκλικά, ο συλλογικός ή κοινωνικός αναρχισμός γίνεται περιοριστικός για μερικούς αναρχικούς και ο αναρχικός ατομικισμός επιβεβαιώνει τον εαυτό του. Αυτό συνέβη στο τέλος του εικοστού αιώνα, όταν κάποιοι από τους μεγάλους αναρχικούς στοχαστές άρχισαν να αμφισβητούν μερικά από τα περισσότερο κομμουνιστικά δόγματα. Συμβαίνει για μια ακόμη φορά, και για μια ακόμη φορά βλέπουμε μερικούς από τους κοινωνικούς αναρχικούς να σπαρταρούν πανικόβλητοι, καθώς το βολικό τους όνειρο διαταράσσεται και συνειδητά ή ασυνείδητα ενισχύουν τον ασφυκτικό κλοιό του κράτους, καταδικάζοντας τα απείθαρχα αδέρφια τους, που φαίνεται να απειλούν τη συνέχιση αυτού που κάποιος σύντροφος έχει εύστοχα χαρακτηρίσει ως «πολιτισμένο αναρχισμό».

Πρόκειται για ένα φρικτό δημιούργημα, το δημιούργημα του πολιτισμένου αναρχισμού. Ένα γλοιώδες, δειλό, δεσποτικό τέρας με τα μάτια στο πίσω μέρος του κεφαλιού του, που προσπαθεί να είναι αυτό που ο αναρχισμός μάλλον δεν θα είναι ποτέ. Εύπεπτος για τις σύγχρονες καταναλωτικές μάζες.

Μια από τις μεγαλύτερες ποιότητες που επιδιώκουν όσοι προβαίνουν σε επιθέσεις είναι να ανακτήσουν τη γνώση του εαυτού τους και ο ένας του άλλου, να ανακτήσουν την προσωπική τους δύναμη, να ορίσουν ένα ριζικό και ουσιαστικό διάλειμμα από την Κοινωνία, με το ανυπόφορο κλουβί της για την κοινωνική νόρμα και την επακόλουθη απονέκρωση της ατομικής ευαισθησίας. Μερικές αναφορές από αυτή την τάση είναι ακραία λουλουδάτες και ποιητικές, και δεν είναι για όλα τα γούστα, αλλά διαβάζοντας μια δήλωση της Αναρχικής Ομοσπονδίας είναι ψυχοφθόρο. Είναι η υλιστική πορεία θανάτου της πολιτικής εναντίον της ζωής, της πατριαρχικής φωνής του «πολιτικού λόγου» εναντίον του άγριου επαναστατικού πνεύματος, της πολιτικής εναντίον μου.

Οι αγωνιστές επιδιώκουν να ανακτήσουν τη βούληση και να διαλύσουν το μη γνήσιο. Αυτό μπορεί να ξεκινήσει μόνο από την εμπειρία σου, όχι από την εμπειρία ή τα δόγματα των άλλων, αν και εμπλέκει τη σχέση σου με μερικούς συντρόφους μέσα στη \”μάζα\” ή την \”εργατική τάξη\”. Μέχρι να είναι ενεργό, στο δρόμο, υπάρχει λίγη πραγματική πάλη που βρίσκεται σε κάποιο αφηρημένο πλήθος ανθρώπων με τους οποίους δεν έχεις καμία σχέση. Μοιάζει απίστευτο να διαβάζεις τις σκέψεις εκείνων που αυτοαποκαλούνται σαν (τυπική-επίσημη) Αναρχική Ομοσπονδία, και ακόμα πιο άσκοπο να πρέπει να ασκείς κριτική σε αυτές. Είναι λίγο σαν να κάνεις κριτική στην παράσταση ενός κλόουν με τα κριτήρια που εφαρμόζονται σε ένα σοβαρό δράμα. Το θέμα για μένα εδώ είναι η ίδια άρνηση της ατομικότητας που επιβάλλει το κράτος – ένα κοπάδι από μοναδικά ανθρώπινα όντα μέσα σε μια λειτουργική ομάδα από παιδαγωγούς και δασκάλους που βρίσκουν το άτομο δυσκίνητο και επικίνδυνο, αλλά βολεύονται πάρα πολύ εύκολα σε ένα αφηρημένο ιδεολογικό κλουβί.

Αυτή η έλλειψη αυθεντικότητας και η κάπως αναχρονιστική πολιτική της \”επαναστατικής οργάνωσης\” τους σαν σύνολο, αντανακλάται στην οργή της Ομοσπονδίας για τον πυροβολισμό του Ιταλού πυρηνικού αφεντικού, Robert Adinolfi και της επιστολής βόμβας που απεστάλη στον αρχηγό της Ιταλικής εφορίας  Marco Cuccagna. Η Ομοσπονδία υποκριτικά χειρίστηκε τα γεγονότα σε σχέση με το τελευταίο, προκειμένου να εκπορνεύσει τη συγκεκριμένη ιδεολογία της, περιγράφοντας το αφεντικό του φορολογικού τμήματος ως «εργάτη». Αυτό, όχι μόνο είναι προσβλητικό για την νοημοσύνη του καθενός, που μπορεί να δει ξεκάθαρα ότι ο στόχος ήταν ένα από τα αφεντικά που ληστεύουν κάθε μέρα τους δύσκολα αποκτημένους μισθούς τους, αλλά είναι ανεξήγητο, γιατί προσποιούνται ότι «νοιάζονται» για τα βάσανα αυτών των στόχων και δηλώνουν κατηγορηματικά ότι και η εργατική τάξη νοιάζεται. Για να είμαι αληθινή με τον εαυτό μου, μπορώ να πω ότι δεν με νοιάζει καθόλου αν αυτός ο γραφειοκράτης ληστής δεχτεί επίθεση, τραυματιστεί, σκοτωθεί. Στην πραγματικότητα, είμαι χαρούμενη γι \’αυτό. Φαντάζομαι πολλοί άνθρωποι δεν θα ενδιαφέρονται επίσης και μπορεί ακόμη και να αισθάνονται κάποια ικανοποίηση και χαρά, ακούγοντας τα νέα.

Κάποιες βασικές ερωτήσεις στην Ομοσπονδία, που δεν απαιτούν πραγματικά απάντηση  Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι της \”εργατικής τάξης\” για τους οποίους μιλάτε; Πόσα άτομα που απαρτίζουν την \”εργατική τάξη\” γνωρίζετε προσωπικά; Πώς ξέρετε ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι διαφωνούν με τις επιθέσεις σε καπιταλιστικές υποδομές, σε αφεντικά και σε φοροεισπράκτορες; Τι σας δίνει το δικαίωμα να μιλάτε για οποιονδήποτε πέρα από τον εαυτό σας; τι λέτε για τους ανθρώπους της \”εργατικής τάξης\” που εξεγέρθηκαν στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 2011 (και καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας); Ακόμα και το να κάνεις αυτές τις ερωτήσεις φαίνεται γελοίο, αλλά μια γρήγορη ματιά στο λόγο της Ομοσπονδίας φαίνεται να τις απαιτεί μιας και μοιάζουν τόσο σίγουροι για τον εαυτό τους.

Η νοοτροπία της Ομοσπονδίας / Libcom συνεχίζει με την ψυχομετρική αποτίμηση των δήθεν «τρομοκρατικών τακτικών». Δανείζονται άλλο ένα ανούσιο φάντασμα από τα εχθρικά μέσα ενημέρωσης και το κράτος – οι άμυαλοι, αυθαίρετοι, αναρχο-εξεγερσιακοί-«τρομοκράτες». Και πάλι, πόσα από αυτά τα άτομα γνωρίζει η Ομοσπονδία και πώς γνωρίζει ότι οι πράξεις αυτές δεν αποτελούν μέρος μιας πλούσιας και πιο περίπλοκης ζωής. Επιπλέον, για να πούμε το προφανές, οι εξεγερσιακές μέθοδοι είναι ευρέως διαδεδομένες μεταξύ των δυσαρεστημένων του κόσμου, τόσο διαδεδομένες στην «οργάνωση», και μερικές φορές έχουν περισσότερα κοινά με την εξέγερση της \”εργατικής τάξης\” από οτιδήποτε η Ομοσπονδία εφευρίσκει. Η Ομοσπονδία είναι αφοπλιστικά σιωπηλή σχετικά με αυτήν την πραγματικότητα κατά κύριο λόγο, προτιμώντας μόνο κάποια γονικά νεύματα οργής στην \”εργατική τάξη\” που θα μπορούσε να είναι τόσο πολύ πιο εποικοδομητικό αν μόνο οι απείθαρχοι αναγνώριζαν τη σοφία των «γιατρών» της Ομοσπονδίας και κατάπιναν τις συνταγές τους.

Εδώ και πάλι η Ομοσπονδία αποκαλύπτεται ότι είναι ανίκανη να απελευθερωθεί από τα δεσμά της ιδεολογίας: η άρνηση και πάλι της πολυπλοκότητας του ανθρώπινου όντος και η καταχώρηση του σε κάποια χρήσιμη αφηρημένη κατηγορία. Όμως, παρατηρώντας την αντίδραση της Ομοσπονδίας σε άλλους αναρχικούς, που γίνεται πραγματικά απαίσια, είναι συχνά σχεδόν πανομοιότυπη με αυτή στους εχθρούς μας. Η επιλογή της για τη διακίνηση ιδεών είναι το διαδίκτυο. Μια σύντομη επισκόπηση όχι μόνο των κριτικών στην τεχνολογία, αλλά και η εμπειρία από αυτήν, αποκαλύπτει πόσο καταστροφική είναι αυτή η μορφή της απρόσωπης, μαζικής αλληλεπίδρασης. Επιπλέον, η γλώσσα που χρησιμοποιείται από τις Ομοσπονδίες είναι ανάλογη με τη γροθιά της καταπίεσης που κατεβαίνει κάτω στο ανθρώπινο πρόσωπο του αναρχισμού. Η Ομοσπονδία ενισχύει το κράτος, υιοθετώντας τη ρητορική του στρατιωτικού-βιομηχανικού-τεχνολογικού συστήματος, όπως είναι για παράδειγμα η προαναφερθείσα πρόσφατη καταδίκη της αναρχικής \”τρομοκρατικής τακτικής\”.

Στην αναζήτηση για την απελευθέρωση, το άτομο πρέπει να μπορεί να εκφράσει τον εαυτό του, για να ακολουθήσει τον εαυτό του. Το άτομο δεν είναι πάντα σε αντίθεση με το συλλογικό, αλλά το να προσπαθήσουμε να συμπιέσουμε τις ατομικές κινήσεις σε κάποια συλλογικότητα ή  κοινωνία ενάντια στη θέληση του είναι εντελώς άχρηστο. Το άτομο αργά ή γρήγορα θα επαναστατήσει επειδή μια μαζική συλλογικότητα που σφυρηλατεί εις βάρος του ελεύθερου ατόμου θα συνεπάγεται κανόνες και κανονισμούς (έστω και άτυπα ή ακόμη και σιωπηλά), τα οποία είναι κατά της ελευθερίας της ζωής, των συναισθημάτων και της σκέψης. Αυτές οι τάσεις έχουν βρεθεί ξανά σε πόλεμο, και αξίζει να διαβάσεις τα δοκίμια της Voltairine de Cleyre για το θέμα αυτό με την πρότασή της ότι ο μεμονωμένος αναρχικός είναι ελεύθερος να εκφράσει την εξέγερση του με το δικό του τρόπο. Οι βίαιες επιθέσεις ενάντια στα αφεντικά και το κράτος θα απομακρύνει κάποιους ανθρώπους, αλλά όχι όλους. Η ειρηνιστική δράση θα απομακρύνει κάποιους ανθρώπους, αλλά όχι όλους. Ακόμη και αν μπορούσαμε μια για πάντα να εντοπίσουμε κάθε έναν που ανήκει στην «εργατική τάξη» και να τους πείσουμε επίσης να συμφωνήσουν ότι είναι η «εργατική τάξη», οι ομοσπονδιακοί πραγματικά πιστεύουν ότι αυτή η μάζα ανθρώπων θα συγκροτήσει μια ομοιογενή αντίληψη για την κοινωνική αλλαγή, σχετικά με τις αιτίες της δυστυχίας και τον καλύτερο τρόπο για την απελευθέρωση (αν όλοι συμφωνούν ότι η απελευθέρωσή είναι ο στόχος τους). Οι «πολιτισμένοι» αναρχικοί ψάχνουν για μια συνειδητή προλεταριακή τάξη που πλέον δεν υπάρχει πραγματικά με τον τρόπο που περιγράφουν ως επαναστατικό υποκείμενο στη Δύση. Έχουν ξεκινήσει μια κενή αναζήτηση που καταλήγει σε στειρότητα στο επίπεδο της πραγματικής μαζικής ανεξέλεγκτης κοινωνικής σύγκρουσης, και ούτως ή άλλως σε μεγάλο βαθμό απέτυχαν να ακολουθήσουν τη δική τους πολιτική μέσα από τα συμπεράσματά τους.

Ο διαχωρισμός των ανθρώπων σε τάξεις είναι κατά κάποιο τρόπο ανοησία όταν δεν βασίζεται στις ατομικές απόψεις ή τις ενέργειές τους. Μια σύντομη ματιά στην ιστορία των Αμερικανών ιθαγενών, σαν ένα παράδειγμα, μας δείχνει πόσο κοινότοπο και ανακριβές είναι να μιλάμε για «τους Αμερικανούς ιθαγενείς ανθρώπους» σε έναν ομοιογενή κατακλυσμό «κακής αναπνοής»: Υπήρχαν ιθαγενείς πολεμιστές που μάχονταν τη γενοκτονία και την αφομοίωση και υπήρχαν επίσης και αυτόχθονες λαοί που συνέργησαν με το αμερικανικό κράτος και πρόδωσαν τους δικούς τους ανθρώπους για τα λεφτά και την εξουσία.

Όσοι από εμάς θα μπορούσαμε να έχουμε την ταμπέλα του εξεγερσιακού/αντάρτη, του ατομικιστή ή/και του μηδενιστή, δεν κάνουμε τελειοποιημένες δηλώσεις για το πώς θα εξελιχθεί η επανάσταση. Υπάρχει μια μεγάλη ταπεινότητα στα λόγια των πρωτοεμφανιζόμενων ανταρτών και των ένοπλων ομάδων αγώνα. Θα έλεγα ότι σε αυτό το σημείο στην ιστορία, όταν τόσο πολύ έχει δοκιμαστεί και τόσο πολύ έχει αποτύχει, ας παραδεχτούμε ότι δεν ξέρουμε τι είναι σωστό, τι θα «δουλέψει». Οι άνθρωποι είναι πολύ πιο σύνθετοι από αυτό και ο κόσμος είναι τεράστιος.

Η αναγωγή για τα πάντα της Ομοσπονδίας σε «αγώνα της εργατικής τάξης» είναι προβληματική. Η εργατική τάξη όπως ήταν, δεν υπάρχει πια και ούτως ή άλλως, όπως η Δημοκρατία, είχε τις ρίζες της στον τρόμο και τα ψέματα για τους πολλούς. Η Δημοκρατία εφευρέθηκε στις πλάτες μιας τάξης Ελλήνων δούλων και η βιομηχανική επανάσταση πρώτα επέβαλε την καταστροφή του ατόμου και εισήγαγε την «πάμφτωχη αγέλη» καθώς αυτό καθοδηγούσε την εποχή που μισούμε. Εστιάζοντας στην «εργατική τάξη» με αυτόν τον τρόπο είναι σαν να ανακατεύουμε τις διαφορετικές μορφές καταπίεσης, λέγοντας ότι προτιμούμε αυτή τη μορφή καταπίεσης από την άλλη: άνθρωποι πολέμησαν με νύχια και με δόντια ενάντια στο να ενταχθούν σε μια «εργατική τάξη» στην αρχή της βιομηχανικής επανάστασης. Η αφομοίωση των τεχνιτών και των αγροτικών πληθυσμών στη βιομηχανική εργατική τάξη ήταν αιματηρή, οπότε το γιατί ορισμένοι αναρχικοί προσπαθούν να της ξαναδώσουν νόημα τώρα, ιδιαίτερα τώρα που η μηχανή έχει προχωρήσει και εντάσσει πλέον την παραδοσιακή εργατική τάξη στη μεταβιομηχανική καταναλωτική τάξη, δεν είναι απλώς αμφισβητήσιμο, είναι περίεργο. Είναι όλα απλά στάδια στην εξέλιξη της μηχανής της άλεσης και θα κάναμε καλά αν εγκαταλείπαμε όλες αυτές τις χίμαιρες. Κι αυτό όχι για να αρνηθούμε ότι ο ταξικός αγώνας δινόταν και συνεχίζει να δίνεται, αλλά προτιμώ τον όρο «κοινωνικό πόλεμο» από τον «αγώνα της εργατικής τάξης» σε μεγάλο βαθμό επειδή περιλαμβάνει περισσότερα άτομα και τις επιλογές τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που θεωρούν τους εαυτούς τους παραδοσιακά στην εργατική τάξη. Η τάξη ως έννοια και ως μια κοινωνική αρχειοθέτηση έχει γίνει όλο και πιο θολή ανά τα χρόνια. Οι άνθρωποι μπορεί να χωρίζονται όλο και πιο αισχρά – αν εμείς πρέπει να – στους πλούσιους και τους φτωχούς, στους ενταγμένους και στους αποκλεισμένους, σε αυτούς που κρίνουν ή δεν κρίνουν το Κράτος και τον πολιτισμό.

Η στέρηση ατομικής αυτονομίας, αναγνώρισης και σχέσεων προκαλεί αλλοτρίωση και αφοπλισμό. Η εξουσία μιας μάζας που μοιάζει με φάντασμα πάνω στο άτομο δεν κάνει τίποτα άλλο από το να βοηθά το έργο του Κράτους και του καπιταλισμού, συμφωνώντας στο ότι το ανθρώπινο ον δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια οικονομική μονάδα ή ένα απέραντο και απρόσωπο σύνολο οικονομικών μονάδων. Έτσι είναι πραγματικά όπως θέλουμε να ορίσουμε τα ανθρώπινα όντα και οι αναρχικοί πραγματικά πιστεύουν ότι μια τέτοια αντίληψη είναι απελευθερωτική; Το να αρνηθούμε το ρόλο των ατομικών δράσεων για χάριν μιας ασαφούς αντίληψης του «ταξικού αγώνα» του παρελθόντος είναι μια επικίνδυνη μυθοπλασία. Βεβαίως, μιας και είναι επίσης έργο του Κράτους να καταστρέψει τη βούληση και την αξία του ατόμου, αυτό δεν είναι δυνατό να ονομαστεί επαναστατικό, εκτός από το απολυταρχικό υπερ-πολιτικό αίσθημα του να κυβερνάσαι από μηχανήματα κρατιστών– κανένας από τους οποίους δεν επιθυμεί άτομα με δύναμη ή ομάδες ατόμων που σκέφτονται παρόμοια και που επιθυμούν την ελευθερία. Δεν είναι ο ρόλος των αναρχικών να αντικαταστήσουν μία τυραννία, είτε πρόκειται για την «δημοκρατική», είτε για τη μοναρχία, είτε για τη συντεχνιακή ή οποιαδήποτε άλλη, με κάποια άλλη.

Τι είναι αυτή η «έκδοση δηλώσεων» που καταδικάζει τις πράξεις και τις απόψεις των άλλων, που θεωρούν τους εαυτούς τους αναρχικούς; Είναι για να παίξει το πολιτικό παιχνίδι του «καλού αναρχικού» και «κακού αναρχικού» στα μέσα ενημέρωσης και στην κατασταλτική μηχανή της αστυνομίας. Είναι για να υπονομεύσει την ίδια την έννοια του όρου «αναρχία», ένα περίπλοκο και μεταβαλλόμενο πλέγμα αρχών, πράξεων και σχέσεων με σκοπό την απελευθέρωση, η οποία δεν είναι μια μοναδική κατάσταση ύπαρξης, όχι περισσότερο από ότι είναι ένα Κράτος.

Επιπλέον, το γεγονός ότι η Ομοσπονδία αισθάνεται την ανάγκη να κάνει δηλώσεις κατά πράξεων άλλων αναρχικών πρέπει σίγουρα να τους δείξει ότι το έργο τους είναι καταδικασμένο. Στο τέλος της ημέρας, λέω στην Αναρχική Ομοσπονδία και τους συνοδοιπόρους τους: Δεν συμφωνώ μαζί σας, δεν επιθυμώ τον κόσμο που οραματίζεστε. Λέω ότι δεν είμαι η μόνη που βρίσκω τις δηλώσεις σας και τις απόψεις σας αντίθετες στη δική μου επανάσταση και την προσωπική μου αντίληψη για την απελευθέρωση η οποία βασίζεται στην κατανόηση μου και την εμπειρία μου από την κρατική καταπίεση. Και μιας και η πρόταση σας βασίζεται στην απόλυτη συμφωνία της μάζας της οποίας είμαι μέρος, και μιας και, όπως προκύπτει από τις συζητήσεις και τις δηλώσεις της Ομοσπονδίας ότι αυτό που οραματίζεστε είναι μια μαζική αναρχική κοινωνία, δηλώνω ότι θέλω ελευθερία, όχι μόνο από το κράτος αλλά από την κοινωνία, και από εσάς. Ρωτώ λοιπόν: τι πρόκειται να κάνετε με μένα;

Ξεκίνησα αυτό το άρθρο θέλοντας βασικά να ενθαρρύνω όσους από εμάς αποκαλούμε τους εαυτούς μας αναρχικούς να πάψουμε την αμοιβαία καταδίκη και να επιβεβαιώσουμε ότι στην πραγματικότητα κανένας από εμάς δεν έχει την «απάντηση». Ωστόσο τελειώνω με την αίσθηση ότι ορισμένοι από \”εμάς\” ξέρουν τόσο λίγο για το τι σημαίνει να είσαι απελευθερωμένος στην καρδιά, στην σκέψη και τη δράση, και τόσο λίγο για το τι πραγματικά σημαίνει ταξική αλληλεγγύη και αγώνας, που μπορώ μόνο να φανταστώ την αναρχική κοινωνία της Ομοσπονδίας Αναρχικών, να είναι γεμάτη καταπίεση και φυλακές όπως αυτή εδώ. Αυτό θα είναι, εκτός αν αυτοί που θα επέβαλλαν τις απρόσωπες κοινωνίες τους στους υπόλοιπους από εμάς, συνειδητοποιήσουν τη ματαιότητα τους.

Venona Q.

Αυτό το άρθρο δημοσιεύτηκε στο αναρχικό εξεγερσιακό περιοδικό \”Dark Nights\” (τεύχος 20) με τον τίτλο \”Scandalous thoughts- some notes on civil anarchism\”, το Μάιο του 2012.

Πηγή στα αγγλικά: 325.nostate.net

Μετάφραση στα ελληνικά: Anti-civ

\”Αναρχισμός\” και \”Κοινωνία\”

Αναρχισμός

Οι θρησκευόμενοι θεωρούν το άτομο μια εκδήλωση του θεϊκού σχεδιασμού· οι λεγκαλιστές θεωρούν το άτομο μια λειτουργία του νόμου· οι σοσιαλιστές θεωρούν το άτομο κάτι που χρειάζεται σωστή διοίκηση, ένα όργανο, ένα είδος παραγωγικής και τεχνολογικής μηχανής· οι επαναστάτες θεωρούν το άτομο ένα στρατιώτη της επανάστασης. Όλοι τους τείνουν να ξεχνούν το άτομο ως καθεαυτόν ή καθεαυτή, έξω από κάθε εξουσία. Αγνοούν το άτομο ως αυθύπαρκτη ατομικότητα, αφαιρεμένο από κάθε είδους κυριαρχία και εξαναγκασμό. Αυτό το κενό καλύπτει ο αναρχισμός.

Η αναρχία προέρχεται από δύο ελληνικές λέξεις και σημαίνει άρνηση ή απουσία κυβέρνησης, εξουσίας, προσταγής. Συχνά συσχετίζεται με την αταξία άλλα δε μας ενδιαφέρει αυτός ο βαρετός, υπεραπλουστευμένος ορισμός. Είναι σίγουρο πως είναι ένας ουσιαστικά αρνητικό όρος, με την προέκταση ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να προσδιορίσει εκείνη τη φιλοσοφική σύλληψη της κοινωνίας, που απορρίπτει τις κυβερνητικές και εξουσιαστικές αντιλήψεις. Αναρχικός είναι οποιοσδήποτε προκαλεί την αναρχία, αυτός που έχει συνειδητοποιήσει τις ιδέες και τις πράξεις από τις οποίες πηγάζει η αναρχία. Ο αναρχισμός είναι, από την υποθετική, πρακτική ή περιγραφική άποψη, εκείνο το σύνολο ιδεών και γεγονότων που είναι εμποτισμένα στην αναρχία και κυλούν λογικά προς αυτήν. Θεωρούμε την αναρχία και τον αναρχισμό συνώνυμα με οτιδήποτε είναι αντιεξουσιαστικό ή και την ίδια την αντιεξουσία.

Στην πράξη, οποιοδήποτε άτομο, λόγω της ιδιοσυγκρασίας του/της ή λόγω συνειδητής και σοβαρής σκέψης, αποκηρύσσει κάθε εξωτερική εξουσία ή καταναγκασμό, είτε κυβερνητικής, είτε ηθικής, είτε διανοητικής, είτε οικονομικής τάξης μπορεί να θεωρηθεί αναρχικός. Οποιοσδήποτε απορρίπτει την κυριαρχία πάνω στον άνθρωπο από άλλους ανθρώπους ή το κοινωνικό περιβάλλον και τις οικονομικές του συνέπειες, μπορούμε επίσης να πούμε ότι είναι αναρχικός.

Κοινωνία

Περιθωριακοί, μακρυά από όλα τα πολιτικά κόμματα, σαν \”χαμένοι\” νεολαίοι, η ζωντανή αντίθεση στο σοσιαλισμό, οι αναρχικοί βρίσκονται σε θεμελιώδη διαφωνία με την υπάρχουσα κοινωνία. Αρνούνται το νόμο και αν εξεγείρονται  ενάντια στην εξουσία αυτών που ισχυρίζονται ότι τους εκπροσωπούν, ενάντια στις ενέργειες της κυβέρνησης είναι επειδή δηλώνουν καταφατικά πως θέλουν να δημιουργήσουν τους δικούς τους νόμους και να βρουν μέσα τους την απαραίτητη ενέργεια για να ζήσουν.

Για να μπορούν να επιβιώνουν και να διαιωνίζονται, οι κοινωνίες έχουν την ανάγκη να επικαλούνται έναν άπειρο αριθμό εξουσιών: την εξουσία των θεών, την εξουσία των νομοθετών, την εξουσία του πλούτου, την εξουσία του κύρους, των παραδόσεων, των προγόνων, των ηγετών, των διευθυντών, των προγραμμάτων, των σχεδίων. Οποιοσδήποτε μπορεί είτε να δεχθεί είτε να απορρίψει το να καθορίζεται από το περιβάλλον του/της. Αντίθετα, ο αναρχικός, προωθεί την ελεύθερη πρόσβαση στα αναγκαία υλικά μέσα για να μπορεί να καθορίσει τον εαυτό του/της χωρίς την εξουσία.

Αυτά τα κείμενα είναι άρθρα του Γάλλου αναρχοατομικιστή Emile Armand και προέρχονται από μια ανθολογία κειμένων που εκδόθηκε από τους Φίλους του Armand , στη Φλωρεντία της Ιταλίας το 1956.

Πηγή στα αγγλικά: Anarchist Individualism and Amorous Comradeship, The Anarchist Library

Μετάφραση τα ελληνικά: Parabellum

Ο Τύραννος από τα κάτω

Όχι, η ελευθερία δεν είναι για εμάς. Παραείμαστε αδαείς, φιλόδοξοι, υπερόπτες, δειλοί, αχρείοι, διεφθαρμένοι. (Μαρά)

Πρέπει να το πω και θα το πω.

Με το να γράφω, αφιέρωσα τον εαυτό μου στο να ξορκίσω κάθε μορφής κομματισμό και στο να αρνηθώ να υποχωρήσω μπροστά σε οποιαδήποτε αλήθεια. Η υποκρισία μου είναι απεχθής, είτε προέρχεται από τη Δεξιά, είτε από την Αριστερά. Από αυτήν την ανάγκη για ειλικρίνεια  απέκτησα πολλούς εχθρούς, ακόμα και -τι ειρωνεία- μεταξύ φίλων και αδελφών.

Ξυλοφορτώστε τους καπιταλιστές και τους φασίστες: μια χαρά. Μπράβο! Θα σας ενθαρρύνουν  τουλάχιστον στα λόγια. (όταν πρέπει να πληρώσεις με τα δικά σου λεφτά είναι πιο δύσκολο, καταλήγεις να πληρώνεις με το ίδιο σου το τομάρι).

Αλλά, πιστέ άνθρωπε, μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να κριτικάρει το τι συμβαίνει στο σπίτι σου. Αποκάλυψε τα ψεγάδια του γείτονα σου, αλλά κλείσε τα μάτια σου στις αισχρότητες του κόμματός σου.

Ποτέ δεν ήξερα πως να το κάνω αυτό. Μάλλον γι\’ αυτό δεν ήθελα ποτέ να είμαι μέλος κάποιου κόμματος, κάποιας εκκλησίας, κάποιας σέκτας. Η ανεξαρτησία μου είναι ότι πολυτιμότερο έχω.

Δεν είναι μια βολική κατάσταση. Τραβάς πολύ έχθρα πάνω σου. Ο ταραχοποιός. Αυτός που αρνείται να είναι συνεργός με τους φιλόδοξους, τους προδότες, τους κερδοσκόπους. Γιατί υπάρχουν. Και είναι παντού, παντού.

Αγαπώ με πάθος την ανθρωπότητα και έχω αφιερώσει τις καλύτερες μου προσπάθειες στον αγώνα για τους καταπιεσμένους. Όλοι οι τύραννοι με αηδιάζουν, όπως και όλοι εκείνοι που τους ανέχονται,  τους κολακεύουν και τους υποστηρίζουν. Αφού τους καταστρέψω, θα γίνω εγώ τύραννος στη θέση τους; Θα αηδίαζα με τον εαυτό μου.

Λαέ, πρόσεχε τους δημαγωγούς. Είναι ο χειρότερός σου εχθρός. Σε χαϊδολογούν μόνο για να σε αρμέξουν καλύτερα. Βαθιά μέσα τους σε συχαίνονται και σε χλευάζουν, αλλά οι ώμοι σου τους είναι χρήσιμοι για να κουβαλούν το τύμπανο τους (που ποτέ δε θα χτυπήσει για σένα). Σε μισούν και αν μπορούσαν να σε βάλουν μια και καλή στη μέγγενη, θα το έκαναν ευχαρίστως. Και αργότερα ίσως το κάνουν. Προς το παρόν, χρειάζονται τα εκλογικά σου δικαιώματα, τις ψήφους σου και τις συνδρομές σου. Έτσι σε αποκαλούν μεγάλο, ευγενή και όμορφο και πως έχεις όλα τα δικαιώματα και τις αρετές.

Αν τους πιστεύεις είσαι ηλίθιος, είσαι χαμένος.

Το να λες στον εργάτη την αλήθεια, όλη την αλήθεια, όσο οδυνηρή και αν είναι, είναι ίσως ο μόνος τρόπος για να υπηρετήσεις τον σκοπό του και για να εργασθείς για την πραγματική του απελευθέρωση.

Με αηδιάζουν αυτοί, που λένε στο λαό πως θα φτάσει στην απόλυτη και παγκόσμια ευτυχία χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια και χωρίς να τελειοποιήσει τον εαυτό του. Ψεύδονται σκόπιμα. Είναι, συμπτωματικά, προς το συμφέρον τους -αυτό των αφεντών, των φιλόδοξων αφεντών- το να εμποδίζουν τις μάζες να μορφωθούν. Δεν ισχύει πως με το να διορθώσουν τους εαυτούς τους θα είναι ικανές να προοδεύσουν και να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους; Εκείνη την ημέρα, όντες άχρηστοι, οι αρχηγοί και οι ηγέτες δε θα έχουν τίποτα άλλο να κάνουν από το να εξαφανισθούν.

Με αηδιάζουν αυτοί που αρνούνται στον εργάτη το δικαίωμα στο ιδανικό και του μιλούν αποκλειστικά για την κοιλιά του.

Για αυτούς τα πάντα υποβιβάζονται σε μπριζόλα.

Μία πιο μεγάλη, πιο αιματοβαμμένη, πιο εύκολη να κατακτήσεις μπριζόλα. Το ιδανικό ενός άγριου θηρίου ή ενός πεινασμένου σκύλου.

Πρέπει να ζήσουμε. Αυτό σας το αναγνωρίζω. Αλλά προσθέτοντας: πρέπει να ζήσουμε για να εξελίξουμε μέσα μας τα υψηλότερα και καλύτερα χαρακτηριστικά του ανθρώπου: Αξιοπρέπεια! Συνείδηση! Αγάπη! Ελευθερία!

Τι καλό θα μου έκανε να καταβροχθίζω σαν bulldog, αν έπρεπε να αποκηρύξω τις πιο εξυψωτικές   φιλοδοξίες και τις αγνότερες, ανιδιοτελείς χαρές;

Μην ακούτε αυτούς που θέλουν να υποβιβάσουν τα πάντα σε θέμα του στομαχιού: σας προσβάλλουν. Γίνετε ικανοί να πολεμήσετε για κάτι διαφορετικό από την κοιλιά και το πορτοφόλι. Χωρίς να τους μισήσετε για όλα αυτά (ας μην περνάμε στο άλλο άκρο) ας είμαστε δύσπιστοι απέναντι στους κόλακες, τους επαγγελματίες πολιτικούς, τους λογάδες. Ας πάμε προς την αλήθεια όποια και αν είναι, με όλη μας την καρδιά, χωρίς παρωπίδες και χωρίς να πνίξουμε καμία φωνή.

Δεν έχω κάποιο ιδιαίτερο μίσος για τους πλούσιους. Αν συμβαίνει να παραπονιέμαι για την ηλιθιότητα τους και να χλευάζω τις αξιώσεις τους, δε σημαίνει ότι ζηλεύω τα λεφτά τους.

Πρέπει να προσθέσω ότι δεν αρκεί να είναι κάποιος φτωχός για να αξίζει τη συμπάθεια μου;

Τα χρήματα κάνουν ανόητους και διεστραμμένους αυτούς που τα έχουν. Αλλά και αυτοί που δεν τα έχουν είναι γενικά τόσο κρετίνοι και φαύλοι όσο και οι πλούσιοι. Η επιθυμία να πλουτίσουν αρκεί για να καταπνίξει μέσα τους όλα τα γενναιόδωρα συναισθήματα και τη θέληση για δικαιοσύνη και καθαριότητα.

Και αυτοί οι 100% επαναστάτες, αυτοί οι οργανωμένοι προλετάριοι, αυτά τα συνειδητοποιημένα μέλη των συνδικάτων, αυτοί οι πρωτοπόροι του μέλλοντος που μεθοκοπάνε σαν ασβοί; Που δεν έχουν δέκα φράγκα να αγοράσουν ένα βιβλίο αλλά ξοδεύουν τα διπλάσια στο μπαρ. Που παραπατούν στους δρόμους και ξερνούν το κρασί τους καθώς ανεβαίνουν τα σκαλιά; Αυτοί είναι οι πρωτοπόροι του μέλλοντος, οι πρόδρομοι της Αρμονικής Πόλης, με τα βρώμικα πόδια τους, την κτηνώδη τους άγνοια, τις ζωώδεις απαιτήσεις τους, την όρεξη τους για το αλκοόλ και τα μπουρδέλα;

Χάρις ένα συγκεκριμένο υπουργό ονόματι Pomaret, από τον προηγούμενο χειμώνα οι εργάτες που εργάζονται εξήντα χρόνια στην ίδια επιχείρηση παραλαμβάνουν μετάλλιο τιμής για την εργασία.

Ναι, σωστά διαβάζετε: θα δώσουν μετάλλιο στους εργάτες που παρέμειναν για εξήντα χρόνια με το ίδιο αφεντικό.

Είναι δύσκολο να κοροϊδέψει κανείς πιο ανοιχτά αυτούς τους φτωχούς προλετάριους.

Αλλά εκείνοι δέχονται το μετάλλιο (το οποίο δε θα είναι καν από σοκολάτα). Θα είναι περήφανοι σαν παγόνια και θα πασχίσουν να κρατήσουν όρθια τα κουφάρια τους που έχουν αδειάσει, εξαντληθεί, συντριβεί από τα τόσα βάσανα, την τόσο παρατεταμένη προσπάθεια, την τόσο ανηλεή εκμετάλλευση.

Θα πάνε να φωτογραφηθούν με το μπιχλιμπίδι τους. Τόσο περήφανοι, τόσο ανόητοι όσο εκείνοι οι πατέρες δεκατεσσάρων παιδιών των οποίων τις ηλίθιες φάτσες εκδίδει συχνά η  La Croix.

Ο πιο χαμερπής από τους σκλάβους είναι εκείνος που είναι χαρούμενος που είναι σκλάβος.

Οπότε παραδεχτήτε το: με πολλούς τρόπους ο σκλάβος είναι τόσο απεχθής όσο και ο αφέντης του.

Αν τρέμει από δειλία μπροστά στον ανώτερο του, παίρνει την εκδίκηση του, με έναν όχι λιγότερο δειλό τρόπο, από τον κατώτερό του.

Ο προλετάριος που τραυλίζει με δουλικότητα μπροστά στον προϊστάμενο του εργοστασίου πατσίζει το βράδυ δέρνοντας τη γυναίκα και τα παιδιά του. Τότε στέκεται όρθιος και φωνάζει. Τότε είναι πραγματικό αρσενικό!

Μέσα στο ίδιο το εργοστάσιο, αν έχει μαθητευόμενους τους χρησιμοποιεί σαν αποδιοπομπαίους τράγους. Τους τυραννάει και τους εξαντλεί μέσω της κακομεταχείρισης.

Ακριβώς όπως ο λοχίας χτυπά το φαντάρο στο στρατώνα επειδή του φώναξε ο διοικητής.

Δεν λάμπει έντονα η ανθρωπότητα;

Κάποτε λέγαμε: οι άνθρωποι. Σήμερα λέμε: οι μάζες.

Κάποτε λέγαμε: οι αντιπρόσωποί σας. Σήμερα υπάρχει η βάση και η κορυφή.

Τους αντιπροσώπους, τους γραμματείς κλπ. τους ονομάζουμε υπεύθυνους. Μήπως αυτό σημαίνει πως οι ψηφοφόροι είναι ανεύθυνοι, δηλαδή εν αγνοία;

Τι περιφρόνηση για το άτομο. Ο κομφορμισμός θριαμβεύει όλο και περισσότερο. Η ανθρώπινη προσωπικότητα παραμερίζεται. Μα τι λέω: εξαφανίζεται. Αν υπήρχε θα φαινόταν, θα αντιδρούσε, θα διαμαρτυρόταν. Είναι ικανή μόνο να βελάζει χειροκροτώντας και να ακολουθεί αδύναμα αρχηγούς που την οδηγούν στο σφαγείο. Μέσα στο τρομερό ισοπέδωμα των κοινωνικών κοπαδιών ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ γίνεται όλο και πιο σπάνιος. Και του κάνουμε τη ζωή όλο και πιο δύσκολη.

Με τα εκατομμύρια των μελών σας, τους συνδρομητές σας, δε σταθήκατε ικανοί να σώσετε την Ισπανική Επανάσταση. CGT, Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά κόμματα τι προσπαθήσατε που να είχε αποτέλεσμα;  Που να ήταν σοβαρό; Τα μόνο που ξέρετε είναι τα υλιστικά αιτήματα, τα μετρητά, αλλά το Ιδανικό, η υπεράσπιση ενός υψηλότερου ανιδιοτελή σκοπού; Πως θα μπορούσαν τα μέλη σας να το ξέρουν,  αφού οι άθλιοι τσοπάνηδες τους, δεν τους μίλησαν ποτέ γι\’ αυτό;

Το \”Ο Τύραννος από τα κάτω\” είναι έργο του Γάλλου αναρχοατομικιστή Andre Lorulot, και δημοσιεύτηκε στην έκδοση L’Idée Libre, το 1939.

Πηγή στα αγγλικά: The Tyrant From Below, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Η Τέχνη ως ατομικισμός

Συλλογή αποσπασμάτων σχετικά με την τέχνη ως ατομικισμό και την αλληλεπίδραση της με το κοινό, από το βιβλίο \”Η ψύχη του ανθρώπου στο σοσιαλισμό\”, του Όσκαρ Ουάιλντ.


I. 
Ένα έργο τέχνης είναι το μοναδικό αποτέλεσμα μιας απόλυτα μοναδικής ιδιοσυγκρασίας. Η ωραιότητα του απορρέει απ\’ το γεγονός ότι ο καλλιτέχνης είναι αυτός που είναι. Δεν έχει καμιά σχέση με το γεγονός ότι οι άλλοι άνθρωποι θέλουν αυτό που θέλουν. Πράγματι, από τη στιγμή που ο καλλιτέχνης αρχίζει να λαμβάνει υπόψη του τι θέλουν οι άλλοι και προσπαθεί να ικανοποιήσει την απαίτησή τους, παύει να είναι καλλιτέχνης και γίνεται ένας βαρετός ή διασκεδαστικός χειροτέχνης – ένας έντιμος ή ανέντιμος- έμπορος. Δε μπορεί να έχει την αξίωση να θεωρείται καλλιτέχνης.

II. Η Τέχνη είναι η πιο έντονη μορφή Ατομικισμού που γνώρισε ο κόσμος. Δελεάζομαι να πω ότι είναι η μοναδική αληθινή μορφή ατομικισμού που γνώρισε ο κόσμος. Το έγκλημα που, σε ορισμένες συνθήκες  ενδέχεται να φανεί ότι έχει δημιουργήσει τον ατομικισμό, πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τους άλλους ανθρώπους και να παρεμβαίνει στη ζωή τους. Ανήκει στο πεδίο της δράσης. Αλλά μόνος του, χωρίς καμιά αναφορά στους γύρω του, χωρίς καμιά εξωτερική παρέμβαση, ο καλλιτέχνης μπορεί να δημιουργήσει ένα ωραίο πράγμα και αν δεν το κάνει αποκλειστικά και μόνο για τη δική του ευχαρίστηση, τότε δεν είναι καλλιτέχνης.

III. Επιπλέον, θα πρέπει να τονίσουμε πως το γεγονός ακριβώς ότι η Τέχνη είναι η πιο έντονη μορφή ατομικισμού ωθεί το κοινό να προσπαθεί ν\’ ασκήσει πάνω της μιαν εξουσία, που είναι τόσο ανήθικη όσο και γελοία, τόσο αχρεία όσο κι εντελώς ευτελής. Δεν είναι, ωστόσο απόλυτα υπεύθυνο για κάτι τέτοιο αυτό καθαυτό το κοινό. Οι άνθρωποι, που αποτελούν αυτό το κοινό, σ\’ όλες τις εποχές, μεγαλώνουν και γαλουχούνται με τον πιο άσχημο τρόπο. Ζητάνε πάντοτε απ\’ την Τέχνη να είναι λαϊκή  να ικανοποιεί τη δική τους αντίληψη για το γούστο, να κολακεύει την παράλογη ματαιοδοξία τους, να του επαναλαμβάνει χιλιοειπωμένα πράγματα, να τους δείχνει ό,τι θα έπρεπε να έχουν κουραστεί πια να βλέπουν, να τους διασκεδάζει όταν νιώθουν να βαραίνει το στομάχι τους απ\’ το πολύ φαγητό και να αποσπάει τη σκέψη τους όταν πλήττουν πια από την ίδια τη βλακεία τους. Ωστόσο, η Τέχνη δε θα πρέπει ποτέ να προσπαθεί να γίνει λαϊκή  Το κοινό θα πρέπει να προσπαθήσει να γίνει καλλιτεχνικό.

IV. Το κοινό απεχθάνεται τις καινοτομίες γιατί τις φοβάται. Εκφράζουν στα μάτια τους, μια συγκεκριμένη μορφή Ατομικισμού, μια φλογερή διακήρυξη απ\’ τη μεριά του καλλιτέχνη ότι επιλέγει το θέμα του και το χειρίζεται όπως θέλει. Το κοινό έχει σαφώς δίκιο για τούτη τη στάση του. Η Τέχνη είναι Ατομικισμός και ο Ατομικισμός είναι μια φοβερά ενοχλητική και αποδιοργανωτική δύναμη. Κι αυτή ακριβώς είναι η ανυπολόγιστη αξία του. Γιατί αυτό που επιδιώκει να ανατρέψει είναι η μονοτονία των προτύπων, η υποδούλωση στα έθιμα, η τυραννία της συνήθειας και ο υποβιβασμός του ανθρώπου στο επίπεδο της μηχανής.

V.  (Εδώ ο Ουάιλντ αναφέρεται στον τρόπο και τις λέξεις με τις οποίες χαρακτηρίζουν τα καινοτόμα και αυθεντικά έργα το κοινό και οι εφημερίδες). Δε χρειάζεται να πω ότι σε καμιά περίπτωση, δεν παραπονιέμαι γιατί το κοινό και οι λαϊκές εφημερίδες χρησιμοποιούν λαθεμένα αυτές τις λέξεις. Δεν καταλαβαίνω, εφόσον δεν αντιλαμβάνονται τι είναι Τέχνη, πως θα μπορούσαν να τις χρησιμοποιήσουν σωστά. Απλά διαπιστώνω την από μέρους τους κακή χρήση κι όσο για την αιτία αυτής της κακής χρήσης το νόημα που κρύβεται πίσω από όλα αυτά, η εξήγηση είναι πολύ απλή. Απορρέει από μια βάρβαρη αντίληψη για την εξουσία. Απορρέει από τη φυσική ανικανότητα μιας κοινωνίας, που έχει διαβρωθεί απ\’ την εξουσία, να κατανοήσει ή να εκτιμήσει τον Ατομικισμό. Με λίγα λόγια απορρέει από εκείνο το ακαλλιέργητο τερατούργημα που ονομάζεται Κοινή Γνώμη, η οποία, όσο κακή και καλοπροαίρετη είναι όταν προσπαθεί να ελέγξει την πράξη, άλλο τόσο αισχρή και κακοπροαίρετη είναι όταν προσπαθεί να ελέγξει τη Σκέψη ή την Τέχνη.

Πηγή των αποσπασμάτων: Η ψυχή του ανθρώπου στο σοσιαλισμό, Όσκαρ Ουάιλντ, Εκδόσεις Ελεύθερος Τύπος (1981)

Το να νιώθεις ζωντανός

I. Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, η περίοδος των εκλογών βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Οι τοίχοι είναι σοβατισμένοι με αφίσες κάθε χρώματος, στις οποίες οι άνθρωποι ισχυρίζονται πως είναι όλων των σημαιών, όλων των \”αποχρώσεων\” της πολιτικής άποψης. Ποιος δεν έχει το κόμμα του, το πρόγραμμά του, την επαγγελματική πίστη του; Ποιος δεν είναι είτε σοσιαλιστής, είτε ριζοσπάστης, είτε προοδευτικός, είτε φιλελεύθερος, είτε \”με την αναλογία\” – η νέα μόδα; Η αποκήρυξη του εαυτού είναι η μεγάλη νόσος του αιώνα. Όλοι ανήκουν σε μια ένωση, ένα σωματείο, ένα κόμμα. Όλοι μοιράζονται τις γνώμες, τις πεποιθήσεις και τον τρόπο συμπεριφοράς των άλλων. Όλοι καθοδηγούνται, οπαδοί, μαθητές, σκλάβοι μα ποτέ ο εαυτός τους.

Είναι αλήθεια ότι κάτι τέτοιο επιβαρύνει λιγότερο. Το να ανήκει κάποιος σε ένα κόμμα, το να υιοθετεί το πρόγραμμα κάποιου άλλου, το να προσαρμόζεται σε ένα συλλογικό τρόπο συμπεριφοράς σημαίνει πως αποφεύγει το να σκέφτεται, να αντανακλά και να δημιουργεί τις δικές του ιδέες. Σημαίνει το να απαλλάσσεται από το να δρα αφ\’ εαυτού του. Είναι ο θρίαμβος της διάσημης θεωρίας του \”λιγότερου κόπου\”, για την αγάπη της οποίας τόσο ανόητα πράγματα έχουν ειπωθεί και γίνει.

Κάποιοι αυτό το αποκαλούν ζωή. Πράγματι: το μαλάκιο ζει, το ασπόνδυλο ζει, ο λογοκλόπος, ο μιμητής και ο φλύαρος όλοι ζουν. Ο αρουραίος, ο προδότης, ο συκοφάντης και ο κουτσομπόλης όλοι ζουν. Ας τους αφήσουμε λοιπόν και ας ονειρευτούμε όχι μόνο το να ζούμε αλλά και κάτι περισσότερο: \” το να νιώθουμε ζωντανοί\”.

II. Το να νιώθουμε ζωντανοί δε σημαίνει μόνο το να γνωρίζουμε ότι επιτελούμε τακτικά τις λειτουργίες που συντηρούν το άτομο (και , αν θέλετε, το είδος). Ούτε το να νιώθουμε ζωντανοί σημαίνει να ζούμε τη ζωή μας μέσα σε ένα στενό πλαίσιο σύμφωνα με ένα σοφό βιβλίο γραμμένο από κάποιον συγγραφέα που δε ξέρει τίποτα για τη ζωή εκτός από τις παραισθήσεις, τις δοκιμασίες και τις εξισώσεις της. Το να νιώθεις ζωντανός σίγουρα δεν είναι το να βαδίζεις στα χαλικόστρωτα δρομάκια ενός δημόσιου κήπου, ενώ τα ιδιότροπα μονοπάτια των άγριων θάμνων σε καλούν.Το να νιώθεις ζωντανός σημαίνει να δονήσαι, να ενθουσιάζεσαι, να ανατριχιάζεις με το άρωμα των λουλουδιών, το τραγούδι των πουλιών, τον πάταγο των κυμάτων  το ουρλιαχτό του ανέμου, τη σιωπή της μοναξιάς, την πυρετώδη φωνή από τα πλήθη. Το να νιώθεις ζωντανός σημαίνει να συναισθάνεσαι το λυπητερό άσμα του βοσκού όσο και την αρμονία των μεγάλων οπερών, την απαστράπτουσα επιρροή ενός ποιήματος όσο και τις απολαύσεις του έρωτα.

Το να νιώθεις ζωντανός σημαίνει να καθιστάς συναρπαστικές εκείνες τις λεπτομέρειες της ζωής που αξίζουν τον κόπο. Να κάνεις το τελευταίο ένα εφήμερο πείραμα και το πρώτο ένα πείραμα που πετυχαίνει. Και όλα αυτά χωρίς περιορισμούς, χωρίς κάποιο πρόγραμμα που να έχει επιβληθεί από πριν. Σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία σου, το πως αισθάνεσαι εκείνη τη στιγμή, την αντίληψη σου για τη ζωή.

III. Μπορεί κάποιος να σκεφτεί πως είναι αναρχικός και να αδρανήσει. Να καθρεφτίζει την εφημερίδα του, τον αγαπημένο του συγγραφέα, την ομάδα του. Κάποιος μπορεί να πείσει αυθεντικά και βαθιά τον εαυτό του πως είναι ένα  δεύτερης ή τρίτης τάξης συμπλήρωμα ή ένας ξένος.

Όντας δεμένος στο ζυγό μιας \”αναρχικής\” ηθικής σημαίνει πως θα είσαι για πάντα δεμένος κάτω. Όλες οι a priori ηθικές είναι ίδιες: είτε θεοκρατική. είτε αστική, είτε κολεκτιβιστική, είτε αναρχική. Το να βρίσκεσαι \”διπλωμένος\” σε έναν κανόνα συμπεριφοράς που βρίσκεται σε αντίθεση με την κρίση, τη λογική και την εμπειρία σου, με αυτά που απολαμβάνεις και επιθυμείς, με πρόσχημα ότι αυτός είναι ο κανόνας που διαλέχτηκε από όλα τα άτομα της ομάδας, είναι μια πράξη ενός καλόγερου όχι ενός αναρχικού. Δεν είναι συμπεριφορά ενός αρνητή της εξουσίας το να φοβάται την απώλεια  της υπόληψης του ή την αποδοκιμασία του κύκλου του. Το μόνο που μπορεί να σου ζητήσει ένας σύντροφος είναι να μην καταπατάς τη ζωή του. Δε μπορεί να πάει πιο πέρα.

VI. Ένας βασικός όρος για να \”νιώθεις ζωντανός\” είναι να ξέρεις να εκτιμήσεις τη ζωή. Η ηθική, οι αισθήσεις, οι κανόνες συμπεριφοράς, τα συναισθήματα, οι γνώσεις, οι ικανότητες, οι γνώμες, τα πάθη, το νόημα, το μυαλό κ.α. – τόσοι τρόποι που πας επιτρέπουν να προσεγγίσουμε τη ζωή μας. Τόσοι υπηρέτες υπό τις διαταγές του \”εγώ\”, ώστε αυτό να αναπτυχθεί και να εκταθεί. Κατέχοντας τις όλες, ο ενσυνείδητος  \” αρνητής της εξουσίας\” δεν κατέχεται από καμία. Όταν υποκύπτει  είναι εξαιτίας της έλλειψης εκπαιδευμένης θέλησης. Αλλά αυτό διορθώνεται. Ο εκπαιδευμένος που βρίσκεται \”πέρα από την κυριαρχία\” δεν είναι δειλός. Απολαμβάνει τα πάντα, δοκιμάζει τα πάντα μέσα στα όρια της ατομικής του εκτίμησης. Γεύεται τα πάντα και τίποτα δεν του είναι απεχθές, αρκεί να διατηρεί την ηθική του ισορροπία.

Μόνο ο αναρχικός μπορεί να νιώσει τον εαυτό του ζωντανό, γιατί είναι μοναδικός μεταξύ των ανθρώπων, ο μόνος του οποίου η εκτίμηση για τη ζωή έχει την πηγή της στον εαυτό του, χωρίς την ακάθαρτη πρόσμιξη με μια εξουσία επιβεβλημένη από αλλού.

\”Το να νιώθεις ζωντανός\” είναι έργο του Γάλλου αναρχοατομικιστή  Émile Armand και εκδόθηκε στην αναρχική έκδοση \”L’Ère nouvelle 46\”, στα μέσα του Απρίλη του 1910.

Πηγή στα αγγλικά: To Feel Alive, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum