Η επίμονη άρνηση του παραδείσου

Φημολογείται πως εμείς (ένα «εμείς» όχι σαφώς προσδιορισμένο, του οποίου η έλλειψη ορισμού βολεύει όσους ενσπείρουν τις φημολογίες) δεν έχουμε καμία σχέση με τον αναρχισμό, όντας στην πραγματικότητα μηδενιστές μεταμφιεσμένοι με σκοπό να διεισδύσουμε στο άβατο της αναρχίας με κακές προθέσεις. Σημειωτέον ότι όποιος αναλαμβάνει το έργο της φύλαξης του ιερού καταλήγει να βλέπει κλέφτες παντού τριγύρω, και ίσως έχει έρθει η ώρα να κάνουμε τους ταραγμένους δυσφημιστές «μας» να σωπάσουν.

Πρώτα απ’ όλα, θα πρέπει να εξηγήσουν τι εννοούν με το μηδενισμό. Προσωπικά, βλέπω με καχυποψία όποιον μου εκθειάζει τις χαρές του μηδενισμού διότι θεωρώ ότι ο μηδενισμός, ως η υποστασιοποίηση του τίποτα, συνιστά μια παραπλάνηση. Όταν η μη πληρότητα όλων καλλιεργείται μ’ ένα αίσθημα μεστότητας, είναι δύσκολο ν’ αντισταθεί κανείς στον πειρασμό ν’ αντικαταστήσει το παλαιό απόλυτο με την πιο αφηρημένη του στιγμή, κατά την οποία το τίποτα μετασχηματίζεται άμεσα σε όλα κι ως εκ τούτου συνολικοποιείται. Εντέλει, ο μηδενισμός εμένα μου φαίνεται σαν πανούργα μορφή μιας συλλογιστικής, που οδηγεί την ολότητα της δομής της γνώσης μέσα στο σκοτάδι της Μηδαμινότητας, μονάχα για να λάβει –μέσα απ’ αυτήν τη θεαματική, τη ριζική άρνηση– ακόμα περισσότερο από το φως του Όλου.

Ίσως όμως ο φημολογούμενος «μηδενισμός» αποτελείται από κάτι πολύ πιο απλό, δηλαδή από μιαν υποτιθέμενη απουσία προτάσεων. Με άλλα λόγια, κάποιος είναι μηδενιστικός όταν αρνείται επίμονα να υποσχεθεί ένα μελλοντικό επίγειο παράδεισο, να προβλέψει τη λειτουργία του, να μελετήσει την οργάνωσή του, να επαινέσει την τελειότητά του. Κάποιος είναι μηδενιστικός όταν αρνείται ριζικά να πάρει και να εκτιμήσει όλες τις στιγμές της σχετικής ελευθερίας που προσφέρει αυτή η κοινωνία, προτιμώντας αντ’ αυτού το δραστικό συμπέρασμα ότι καμιά απ’ αυτές δεν αξίζει να σωθεί. Τέλος, κάποιος είναι μηδενιστικός όταν, αντί να προτείνει κάτι εποικοδομητικό, η δραστηριότητά του καταλήγει να είναι μια «έμμονη θριαμβευτικότητα για την καταστροφή αυτού του κόσμου». Αν αυτό είναι το επιχείρημα, τότε πράγματι είναι πενιχρό.

Για να πιάσουμε το νήμα απ’ την άκρια, ένα πράγμα είναι ο αναρχισμός –η Ιδέα– και άλλο πράγμα είναι το αναρχικό κίνημα – το σύνολο ανδρών και γυναικών που υποστηρίζουν τούτη την Ιδέα. Για μένα δεν έχει κανένα νόημα να λέγεται ως προς την Ιδέα κάτι που στην πραγματικότητα επιβεβαιώνουν μονάχα λιγοστοί αναρχικοί. Η Ιδέα του αναρχισμού είναι η απόλυτη ασυμβατότητα μεταξύ ελευθερίας και αυθεντίας. Αυτό συνεπάγεται ότι συνολική ελευθερία μπορεί κανείς να απολαύσει εν πλήρει απουσία της εξουσίας. Επειδή η εξουσία υπάρχει και δεν έχει καμία πρόθεση να εξαφανιστεί οικειοθελώς, θα χρειαστεί πράγματι να δημιουργηθεί ένας τρόπος για την εξάλειψή της. Διορθώστε με αν κάνω λάθος.

Δεν καταλαβαίνω γιατί μια τέτοια παραδοχή –που ουδείς αναρχικός «μηδενιστής» δεν έχει ούτε στα όνειρά του ποτέ αρνηθεί ή καταπνίξει– θα πρέπει αναγκαστικά να επιφέρει την υπόδειξη νέων κοινωνικών κανονισμών. Δεν καταλαβαίνω γιατί θα πρέπει πρώτα κανείς να εξεταστεί σε διδακτορικό διαγώνισμα πάνω στην αρχιτεκτονική του νέου κόσμου προκειμένου να «είναι μέρος» του αναρχικού κινήματος, και γιατί δεν αρκεί ν’ αγαπάει τη λευτεριά και να μισεί κάθε μορφή αυθεντίας με όλα όσα συνεπάγεται. Όλα αυτά δεν είναι παράλογα μονάχα από τη θεωρητική άποψη, αλλά είναι επίσης σφαλερά από την ιστορική σκοπιά (και οι αναρχικοί φημολόγοι δείχνουνε μεγάλο ζήλο για την Ιστορία). Ένα από τα σημεία στα οποία συγκρούονταν συχνά πυκνά ο Μαλατέστα [Malatesta] και ο Γκαλλεάνι [Galleani] ήταν ακριβώς το ερώτημα του κατά πόσον ήταν αναγκαίο να σχεδιαστεί τι θα μπορούσε να δημιουργηθεί μετά την επανάσταση, ή όχι. Ο Μαλατέστα υποστήριζε ότι οι αναρχικοί πρέπει ν’ αρχίσουν αμέσως να αναπτύσσουν ιδέες για το πώς θα οργανώσουν την κοινωνική ζωή, γιατί το ζήτημα δε σηκώνει αναβολή· ο Γκαλλεάνι, από την άλλη, υποστήριζε ότι το έργο των αναρχικών ήταν η καταστροφή αυτής της κοινωνίας, και ότι οι μελλοντικές γενιές που θα είναι απρόσβλητες από τη λογική της κυριαρχίας θα βρούνε μόνες τους την άκρη πώς να ανοικοδομήσουν. Παρά τις διαφωνίες αυτές, ο Μαλατέστα δεν κατηγορούσε τον Γκαλλεάνι σαν μηδενιστή. Θα ήταν ανώφελο να διατυπώσει αυτή την κατηγόρια, διότι η διαφορά τους ήταν μονάχα πάνω στην εποικοδομητική πτυχή του διακυβεύματος· συμφωνούσαν πλήρως ως προς την καταστροφική πτυχή. Παρόλο που πολλοί ερμηνευτές του παραλείπουν να το πούνε, ο Μαλατέστα ήταν στ’ αλήθεια ένας εξεγερσιακός, ένας επιβεβαιωμένος υποστηρικτής μιας βίαιης εξέγερσης ικανής να σωριάσει συθέμελα το κράτος.

Σήμερα ωστόσο το μόνο που χρειάζεται ώστε να κατηγορηθεί κανείς για μηδενισμό είναι το να επισημάνει ότι όποιοι κατέχουν εξουσία δεν παραδίδουν τα προνόμιά τους οικειοθελώς και να βγάλει τα χρειαζούμενα συμπεράσματα. Μέσα στο αναρχικό κίνημα, όπως και παντού, οι καιροί αλλάζουν. Μια φορά κι έναν καιρό η αντιπαράθεση μεταξύ αναρχικών καταπιανόταν με τον τρόπο κατανόησης της επανάστασης, ενώ σήμερα φαίνεται ότι κάθε συζήτηση επικεντρώνεται στον τρόπο αποφυγής της. Ποιον άλλο σκοπό μπορεί να έχουν όλες αυτές οι πραγματείες για την αυτοδιεύθυνση, τον ελευθεριακό κοινοτισμό ή την ευλογητή ουτοπία της σύνεσης; Είναι σαφές ότι, όταν κάποιος απορρίπτει το εξεγερσιακό εγχείρημα ως αυτό που είναι, τότε η καταστροφική υπόθεση αρχίζει να παίρνει τρομακτικό σουλούπι. Αυτό που ήταν μονάχα ένα λάθος κατά την αντίληψη του Μαλατέστα –το να περιορίζεται κανείς στην κατακρήμνιση της κοινωνικής τάξης– για πολλούς από τους σύγχρονους αναρχικούς αντιπροσωπεύει μία φρίκη.

Όταν ευσεβείς ψυχές ακούνε το αλύχτημα ενός σκύλου, πάντοτε θαρρούν πως τους ζυγώνει ένας θηριώδης λύκος. Γι’ αυτούς το φύσημα του ανέμου γίνεται ανεμοστρόβιλος που πλησιάζει. Παρομοίως, σε όσους έχουν επιφορτιστεί με το έργο της μεταμόρφωσης του κόσμου μοναχά διά της πειθούς η λέξηκαταστροφή τους ταράζει το μυαλό, προξενώντας επώδυνες και δυσάρεστες εικόνες. Αυτά τα πράγματα κάνουν κακή εντύπωση στους ανθρώπους που, άμα πρόκειται να προσηλυτιστούν και τελικά να συρρεύσουν στις τάξεις της ελλόγου αιτίας, πρέπει να έχουν μια θρησκεία η οποία να υπόσχεται μία Εδέμ της ειρήνης και της αδερφοσύνης· λίγη σημασία έχει αν αφορά τον παράδεισο, τη νιρβάνα ή την αναρχία. Κι όποιος τολμά να θέσει μια τέτοια θρησκεία υπό αμφισβήτηση, δεν μπορεί να θεωρείται απλώς ένας μη πιστός. Στο ρου των πραγμάτων, ένα τέτοιο πρόσωπο θα πρέπει να παρουσιαστεί ως επικίνδυνος βλάσφημος.

Εξ ου και «εμείς» (αλλά ποιοι συναπαρτίζουν αυτό το «εμείς»;) αποκαλούμαστε «μηδενιστές». Πλην του μηδενισμού σε όλα δαύτα, ποιο είναι το νόημα;

άρθρο της Penelope Nin που δημοσιεύτηκε στην ιταλική αναρχική εφημερίδαCanenero (1994/7)· η απόδοση στα ελληνικά έγινε από την αγγλική μετάφραση του Βόλφι Λάντστραϊχερ [Wolfi Landstreicher]

Πηγή

Ενάντια στη γλώσσα της πολεμικότητας

Είναι λυπηρό το γεγονός ότι, τα τελευταία χρόνια, πάρα πολλά απ’ τα γραπτά που πηγάζουνε από κοινωνικές συγκρούσεις είναι τίγκα σε δύσκαμπτη, ξύλινη γλώσσα, μια κουρασμένη, νεκρή γλώσσα η οποία φαίνεται να έρχεται σ’ αντίθεση με την ενέργεια των εξεγέρσεων για τις οποίες κάνουνε λόγο. Είναι η γλώσσα της πολεμικότητας, και όχι της ελευθερίας, μήτε και της ατομικότητας που δημιουργεί τον εαυτό της ενάντια σε όλες τις πιθανότητες. Ίσως αυτό να οφείλεται, εν μέρει, στο γεγονός ότι μπόλικες απ’ τις σημερινές συγκρούσεις αναδύονται απ’ τη σκληρότητα των καιρών· απαντούν στη σκληρότητα της τρέχουσας κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας. Πώς μπορεί όμως μια πληρωμένη απάντηση ν’ αντικρούσει τέτοιες πραγματικότητες; Δε θα έπρεπε η ίδια η μέθοδος της απάντησής μας ν’ αντανακλά το γεγονός ότι απορρίπτουμε αυτές τις καταστάσεις που γίνονται πραγματικότητα διά της επιβολής;

Η πολεμικότητα περνιέται για πάθος και ένταση, ενώ στ’ αλήθεια είναι απλά ένας θωρακισμένος ζουρλομανδύας που κλείνει μέσα του τη γύμνια, τη δυσκαμψία και τον περιορισμό των κινήσεων του καθενός και της καθεμιάς. Η σοβαρότητα περνιέται για συνειδητοποιημένη αποφασιστικότητα, όταν στην πραγματικότητα πρόκειται για υποδούλωση στο αφηρημένο, στο μέλλον, στο σκοπό, στο παρελθόν – ένα άλλο είδος αυτεγκλεισμού. Και αυτό ακριβώς το πράγμα δεν είναι που χρειάζεται ν’ αρνηθούμε με όλη μας την αποφασιστικότητα, την ώρα που παλεύουμε να κάνουμε τη ζωή μας δική μας ανά πάσα στιγμή;

Ίσως το πρόβλημα να είναι ότι πάρα πολλοί από κείνους που εμπλέκονται στην εκάστοτε κοινωνική σύγκρουση δε βλέπουνε τους εαυτούς τους ως ελεύθερα άτομα που δημιουργούν τη ζωή τους, που αντιμετωπίζουν εμπόδια σ’ αυτή την αυτοδημιουργική διαδικασία και παλεύουν να καταστρέψουν τα εμπόδια αυτά, αλλά μάλλον ως καταπιεσμένους ανθρώπους που αντιστέκονται στην καταπίεσή τους.

Δεν είναι απαραίτητο ν’ αγνοεί κανείς την πραγματικότητα της καταπίεσης για να αναγνωρίσει ότι, όταν το εγχείρημά μας μετατρέπεται σε αντίσταση ενάντια στην καταπίεση, τελικά επικεντρωνόμαστε στους καταπιεστές μας. Χάνουμε τις δικές μας τις ζωές, και μαζί τους την ικανότητα να καταστρέψουμε ό,τι στέκεται εμπόδιο στο δρόμο μας. Μιας κι η αντίσταση εστιάζει στις επιχειρήσεις του εχθρού, μας κρατά σε αμυντική θέση και εγγυάται την ήττα μας (ακόμα και σε νικηφόρες περιπτώσεις) καθώς κλέβει από μας τα ίδια μας τα εγχειρήματα.

Αν από την άλλη έχουμε ως αφετηρία το δικό μας το εγχείρημα αυτοδημιουργίας, επιμένοντας να διατρέχουμε τον κόσμο ως ελεύθερα και άσκοπα όντα, θα σταθούμε απέναντι από ηγεμόνες, εκμεταλλευτές, μπάτσους, παπάδες, δικαστές και λοιπούς, χωρίς στην ουσία να τους αντιμετωπίσουμε ως καταπιεστές αλλά ως εμπόδια στο διάβα μας τα οποία χρειάζεται να καταστρέψουμε, και όχι να τους αντισταθούμε.

Μόνο σ’ αυτό το πλαίσιο η καταστροφή παίρνει την αντάρτικη, ποιητική, επαναστατική της έννοια, ως μια αληθινά ανέξοδη πράξη που αψηφά τη λογική της εργασίας και ανοίγει την πραγματικότητα σε κάτι το θαυμάσιο, στην έκπληξη. Μόνο τότε η καταστροφή γίνεται παιχνιδιάρα.

Wolfi Landstreicher

Πηγή

Η Φύση ως Θέαμα

Η εικόνα της «άγριας φύσης*» ενάντια στην αγριότητα

(Σημείωση του συγγραφέα: Η συχνή χρήση εισαγωγικών γίνεται για να ενισχύσει την άποψη πως η φύση και η «ερημιά» είναι έννοιες και όχι πραγματικά όντα).

Η Φύση δεν υπήρχε ανέκαθεν. Δε βρίσκεται στα βάθη του δάσους, στην καρδιά του λιονταριού του βουνού ή στα τραγούδια των πυγμαίων· βρίσκεται στις φιλοσοφίες και στις κατασκευασμένες γι’αυτήν εικόνες των πολιτισμένων ανθρώπων. Οι φαινομενικά αντίθετες θέσεις περιπλέκονται, δημιουργώντας τη φύση ως μια ιδεολογική κατασκευή, που υπηρετεί την εξημέρωσή μας, την καταστολή και τη διοχεύτευση των άγριων εκφράσεών μας.

Ο Πολιτισμός είναι μονολιθικός και  ο πολιτισμένος τρόπος αντίληψης όλων εκείνων, που μπορούν να παρατηρηθούν, είναι επίσης μονολιθικός. Όταν βρίσκεται αντιμέτωπος με τα εκατομμύρια όντα, που υπάρχουν γύρω του, το πολιτισμένο μυαλό χρειάζεται να τα κατηγοριοποιήσει για να νομίζει ότι τα καταλαβαίνει (ενώ στην πραγματικότητα, το μόνο που καταλαβαίνει είναι πώς να τα κάνει χρήσιμα στον πολιτισμό). Η φύση είναι μια από τις πιο βασικές κατηγορίες του Πολιτισμού, μια από τις πιο χρήσιμες για να περιορίζει την αγριότητα των ατομικοτήτων και να επιβάλλει τον αυτοπροσδιορισμό τους ως πολιτισμένα, κοινωνικά όντα.

Κατά πάσα πιθανότητα, μια από τις πρώτες αντιλήψεις για τη φύση ήταν παρόμοια με αυτήν, που παρατηρούμε στην Παλαιά Διαθήκη: η κακή «αγριάδα», ένας τόπος ερημιάς, που κατοικείται από άγρια και δηλητηριώδη κτήνη, μοχθηρούς δαίμονες και τρελούς. Αυτή η αντίληψη εξυπηρετούσε ένα σκοπό ιδιαίτερα σημαντικό για τους πρώτους πολιτισμούς. Είχε ενσταλάξει το φόβο για ό,τι ήταν άγριο, κρατώντας τον περισσότερο κόσμο εντός των τειχών της πόλης και προκαλώντας σε όσους έβγαιναν να εξερευνήσουν την ανάγκη να έχουν μια αμυντική στάση, σα να βρίσκονταν σε εχθρικό έδαφος. Με αυτόν τον τρόπο, αυτή η αντίληψη βοήθησε να δημιουργηθεί η διχοτόμηση μεταξύ «ανθρώπου» και «φύσης», η οποία εμποδίζει τους ανθρώπους να ζήσουν άγρια, δηλαδή σύμφωνα με τις επιθυμίες τους.

Αλλά, αυτή η εντελώς αρνητική αντίληψη περί φύσης θα έφτανε κάποια στιγμή στα όρια της αχρηστείας της, αφού κρατούσε τον πολιτισμό μέσα σε ένα κλειστό και υπό πολιορκία φρούριο, ενώ για να επιβιώσει, ο πολιτισμός έχει την ανάγκη να επεκταθεί, να έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί όλο και πιο πολλά. Η «Φύση» έγινε ένα καλάθι πόρων, μια «μητέρα», που θρέφει την «ανθρωπότητα» και τον πολιτισμό της. Ήταν πανέμορφη, άξια λατρείας, ενατένισης, μελέτης και… εκμετάλλευσης.Δεν ήταν πλέον κακή… αλλά, ήταν χαοτική, ιδιότροπη και αναξιόπιστη. Ευτυχώς για τον πολιτισμό, η «ανθρώπινη φύση» είχε εξελιχθεί, είχε γίνει λογική και χρειαζόταν να βάλει τα πράγματα σε τάξη, να τα θέσει υπό τον έλεγχό της. Τα άγρια μέρη ήταν απαραίτητα στους ανθρώπους, για να μελετούν και να θαυμάζουν τη «φύση» στην ανέγγιχτη μορφή της, ακριβώς, όμως, για να μπορούν τα πολιτισμένα ανθρώπινα όντα να κατανοήσουν και να ελέγξουν τις «φυσικές» διαδικασίες, με σκοπό να τις χρησιμοποιήσουν για να επεκτείνουν τον πολιτισμό. Έτσι, η «κακή αγριάδα» επισκιάζεται από μια «φύση» ή μια «αγριότητα», που έχει θετική αξία για τον πολιτισμό.

Η αντίληψη περί φύσης δημιουργεί συστήματα κοινωνικών αξιών και ηθικής. Λόγω των προφανώς αντιθετικών αντιλήψεων, που έχουν εμπλακεί στην ανάπτυξη της έννοιας της «φύσης», αυτά τα συστήματα ίσως φαίνονται, επίσης, αντιθετικά· όμως, όλα έχουν τον ίδιο σκοπό: την εξημέρωσή μας. Εκείνοι, που μας λένε «να φέρεστε πολιτισμένα» και εκείνοι, που μας λένε «να φέρεστε φυσικά», μας λένε στην πραγματικότητα το ίδιο πράγμα: «Ζήστε σύμφωνα με εξωτερικές από εσάς αξίες, όχι σύμφωνα με τις επιθυμίες σας». Η ηθική των νατουραλιστών δεν είναι λιγότερο φαύλη από κάθε άλλη ηθική. Άνθρωποι φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και σκοτώθηκαν, επειδή έκαναν «αφύσικες πράξεις»  και αυτό συμβαίνει ακόμα. Η «Φύση» είναι και αυτή ένας άσχημος και απαιτητικός θεός.

Από την απαρχή της, η φύση ήταν μια κατασκευή της εξουσίας, για να ενισχύσει τη δύναμή της. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως στη σύγχρονη κοινωνία, όπου το θέαμα κυριαρχεί στην πραγματικότητα και πολλές φορές φαίνεται να τη δημιουργεί, η «φύση» λειτουργεί ως μια μέθοδος εξημέρωσης. Προγράμματα για τη «Φύση» στην τηλεόραση, ημερολόγια του Sierra Club, οι έμποροι «αγριότητας», τα τρόφιμα και οι ίνες «φυσικής» προέλευσης, ο «οικολόγος» πρόεδρος και η «ριζοσπαστική» οικολογία, όλα συνωμοτούν δημιουργώντας τη «φύση» και τη «σωστή» σχέση μας με αυτήν. Η προβαλλόμενη εικόνα εμπεριέχει την «κακή αγριάδα» των πρώτων πολιτισμών, σε μια υποσυνείδητη μορφή. Τα τηλεοπτικά προγράμματα για τη «Φύση» περιέχουν πάντα σκηνές άγριου κυνηγιούκαι έχει ειπωθεί πως οι σκηνοθέτες αυτών των προγραμμάτων χρησιμοποιούν ράβδους, που παράγουν ηλεκτρικές εκκενώσεις, για να προκαλέσουν μάχες μεταξύ των ζώων. Οι προειδοποιήσεις, που δίνονται στους μελλοντικούς εξερευνητές  για τα επικίνδυνα ζώα και φυτά και οι ποσότητες προϊόντων, που παράγονται από τους εμπόρους «αγριότητας» για να αντιπετωπιστούν αυτά, είναι μάλλον υπερβολικά, από την προσωπική μου εμπειρία περιπάτων σε άγρια μέρη. Μας δίνεται η εικόνα πως η ζωή εκτός του πολιτισμού είναι μια μάχη επιβίωσης.

Αλλά, η κοινωνία του θεάματος χρειάζεται η εικόνα της «κακής αγριάδας» να είναι υποσυνείδητη, για να την εκμεταλλεύεται αποτελεσματικά. Η κυρίαρχη εικόνα για τη «φύση» την απεικονίζει ως πόρο και ως αντικείμενο ομορφιάς για ενατένιση και μελέτη. Η «Άγρια φύση» είναι ένα μέρος, που μπορούμε να αποτραβηχτούμε για ένα σύντομο διάστημα, αν αυτό έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, για να ξεφύγουμε από την πλήξη της καθημερινότητας, να χαλαρώσουμε και να διαλογιστούμε ή για να ζήσουμε την έξαψη και την περιπέτεια. Και, βέβαια, η «φύση» παραμένει η «μητέρα», που καλύπτει τις ανάγκες μας, ο πόρος από τον οποίο δημιουργείται ο πολιτισμός.

Στην εμπορευματική κουλτούρα, η «φύση» γιατρεύει την επιθυμία για άγρια περιπέτεια, για ελεύθερη ζωή χωρίς εξημέρωση, με το να μας πουλάει την εικόνα της. Η υποσυνείδητη αντίληψη της «κακιάς αγριάδας» προσδίδει στην περιπλάνηση στα δάση μια δόση κινδύνου, που ικανοποιεί τους περιπετειώδεις και ανήσυχους τύπους. Επίσης, ενισχύει την ιδέα πως δεν ανήκουμε εκεί στην πραγματικότητα και επομένως, μας πουλάει τα πολλά σχετικά προϊόντα που κρίνονται απαραίτητα για τις εκδρομές σε άγρια μέρη. Η θετική αντίληψη περί φύσης  μας κάνει να πιστεύουμε πως πρέπει να βιώσουμε την εμπειρία στα άγρια μέρη (μη συνειδητοποιώντας πως οι αντιλήψεις, που μας έχουν ταίσει, διαμορφώνουν αυτήν την εμπειρία, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό με το πραγματικό περιβάλλον). Έτσι, ο πολιτισμός γιατρεύει επιτυχώς και τις περιοχές, που φαινομενικά δεν έχει αγγίξει άμεσα, μεταμορφώνοντάς τες σε «φύση», σε «αγριάδα», σε πτυχές του θεάματος, που μας κρατάει εξημερωμένους. Η «Φύση» εξημερώνει επειδή μετατρέπει την αγριότητα σε μια μονολιθική έννοια, μια τεράστια περιοχή διαχωρισμένη από τον πολιτισμό. Εκφράσεις της αγριότητας, μέσα στον πολιτισμό, αποκαλούνται ανωριμότητα, τρέλα, παραβατική συμπεριφορά, ανηθικότητα ή έγκλημα και απορρίπτονται, φυλακίζονται, λογοκρίνονται ή τιμωρούνται, διατηρώντας ταυτόχρονα το γενικό πλαίσιο  πως ό,τι είναι «φυσικό» είναι καλό. Όταν η «αγριότητα» γίνεται ένα μέρος έξω από εμάς αντί μιας έκφρασης του ατομικού μας ελεύθερου πνεύματος, τότε μπορούν και υπάρχουν ειδικοί στην «αγριότητα», που μας μαθαίνουν τους «σωστούς» τρόπους να «συνδεόμαστε» μαζί της. Στη δυτική ακτή, υπάρχουν όλων των ειδών οι πνευματικοί δάσκαλοι, που βγάζουν τα προς το ζην, πουλώντας «αγριότητα» σε γιάπηδες, με έναν τρόπο, που καθόλου δεν απειλεί τα όνειρα καριέρας, τις πόρσε και τα διαμερίσματά τους στην πόλη. Η «Αγριότητα» είναι μια πολύ επικερδής βιομηχανία, σήμερα.

Οι οικολόγοι, ακόμα και οι «ριζοσπάστες», πέφτουν κατευθείαν στην παγίδα. Αντί να προσπαθούν να αγριέψουν και να καταστρέψουν τον πολιτισμό με την ενέργεια των αδέσμευτων επιθυμιών, προσπαθούν να «σώσουν την άγρια φύση». Πρακτικά, αυτό σημαίνει το να ζητιανεύουν ή να προσπαθούν να χειραγωγήσουν τις αρχές, ώστε αυτές να σταματήσουν τις πιο επιβλαβείς δραστηριότητες κάποιων βιομηχανιών και να μετατρέψουν μικρά κομμάτια σχετικά ακέραια δάση, ερήμους και βουνά σε προστατευόμενες «Περιοχές Άγριας Φύσης».  Αυτή η πρακτική, απλά, ενισχύει την αντίληψη περί αγριότητας ως μια μονολιθική οντότητα, «αγριάδα» ή «φύση», και εμπορευματοποίηση, που είναι εγγενής σε αυτήν την οπτική. Η ίδια η βάση των προστατευόμενων «Περιοχών Άγριας Φύσης» είναι ο διαχωρισμός μεταξύ «αγριότητας» και «ανθρωπότητας». Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός πως μια από τις τάσεις της «ριζοσπαστικής» οικολογικής ιδεολογίας δημιούργησε τη σύγκρουση μεταξύ «βιοκεντρισμού» και «ανθρωποκεντρισμού», ενώ δε θα έπρεπε να είμαστε τίποτα άλλο από εγωκεντρικοί.

Ακόμα κι εκείνοι οι «ριζοσπάστες» οικολόγοι, που θέλουν να επανεντάξουν τον άνθρωπο στη «φύση», ξεγελούν τον εαυτό τους. Το όραμα τους (όπως το θέτει ένας από αυτούς) για ένα «άγριο, συμβιωτικό σύνολο» είναι, απλά, η μονολιθική αντίληψη, που δημιούργησε ο πολιτισμός, ειπωμένη με ένα μυστικιστικό τρόπο.  Για αυτούς τους οικολόγους μυστικιστές, η «Άγρια Φύση» συνεχίζει να είναι μια μονολιθική οντότητα, ένα ον ανώτερο από μας, στο οποίο πρέπει να υποτασσόμαστε. Όμως, η υποταγή είναι εξημέρωση. Η υποτακτικότητα είναι το καύσιμο του πολιτισμού. Το όνομα της ιδεολογίας, που επιβάλλει την υποταγή, έχει μικρή σημασία, είτε λέγεται «φυσική», είτε λέγεται «άγριο συμβιωτικό σύνολο». Το αποτέλεσμα θα είναι και πάλι η συνέχιση της εξημέρωσης.

Όταν η αγριότητα γίνεται αντιληπτή ως κάτι, που δεν έχει να κάνει καθόλου με μια μονολιθική οντότητα, συμπεριλαμβανομένης της «φύσης» και της «αγριάδας», όταν γίνεται αντιληπτή ως η πιθανή ελευθερία πνεύματος των ατομικοτήτων, που μπορεί να πάρει σάρκα και οστά οποιαδήποτε στιγμή, μόνο τότε αποτελεί απειλή για τον πολιτισμό. Ο καθένας από εμάς θα μπορούσε να περάσει αρκετά χρόνια στην «άγρια φύση», αλλά θα συνεχίζαμε να βλέπουμε το περιβάλλον μας από τον παραμορφωτικό φακό του πολιτισμού, αν συνεχίζαμε να αντιλαμβανόμαστε τα εκατομμύρια πλάσματα μονολιθικά ως «φύση», ως «αγριάδα», ως το «άγριο, συμβιωτικό σύνολο», θα είμαστε ακόμα πολιτισμένοι και όχι άγριοι. Αλλά, αν καταμεσής της πόλης αρνούμαστε δραστήρια κάθε στιγμή την εξημέρωση, αν αρνούμαστε την κυριαρχία των κοινωνικών ρόλων, που μας φοριούνται με τη βία, αντί να ζούμε  σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες, πάθη και βίτσια, αν γίνουμε τα μοναδικά και απρόβλεπτα όντα, που βρίσκονται κάτω από τους ρόλους, είμαστε, για εκείνες τις στιγμές, άγριοι. Παίζοντας άγρια ανάμεσα στα συντρίμμια ενός παρηκμασμένου πολιτισμού (όμως, μην ξεγελιέστε, ακόμα και παρηκμασμένος, ο πολιτισμός είναι ένας επικίνδυνος εχθρός και ικανός να αντέξει για πολύ καιρό), μπορούμε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να τον ανατρέψουμε. Και οι εξεγερμένοι με το ελεύθερο πνεύμα θα απορρίψουν τον «επιβιωτισμό» της οικολογίας ωςμια ακόμα προσπάθεια του πολιτισμού να καταστείλει την ελεύθερη ζωή  και θα παλέψουν για να ζήσουν τον χαοτικό, συνεχώςεναλλασσόμενο χορό των ελεύθερα συσχετιζόμενων, μοναδικών ατομικοτήτων, ενάντια τόσο στον πολιτισμό, όσο στην προσπάθειά του να περιορίζει την άγρια, με ελεύθερο πνεύμα ζωή: «Φύση».

Wolfi Landstreicher

Υποσημειώσεις:

1. Στο πρωτότυπο χρησιμοποιείται η λέξη wilderness. Κατά τη διάρκεια του κειμένου, μεταφράζεται με διαφορετικούς, αλλά παρόμοιους τρόπους , ανάλογα με τι ταιριάζει σε κάθε σημείο.

2. Πρόκειται για παλαιότερο κείμενο του Wolfi Landstreicher (Feral Faun), το οποίο εμείς αλιεύσαμε από το πρώτο τεύχος του αγγλικού εξεγερσιακού περιοδικού Return Fire.

Πηγή

Διεθνής συνάντηση αφορμαλιστικού αναρχισμού, στην Πόλη του Μεξικού

\"εκδήλωση

Από τις 27 μέχρι και τις 29 Δεκέμβρη 2013 θα πραγματοποιηθεί στην Πόλη του Μεξικού ένα διεθνές συμπόσιο αφορμαλιστικού αναρχισμού. Στην τριήμερη συνάντηση θα λάβουν χώρα ομιλίες-συζητήσεις με τους συντρόφους Αλφρέντο Μαρία Μπονάννο, Κοσταντίνο Καβαλλέρι, Γκουστάβο Ροδρίγκες και Βόλφι Λάντστραϊχερ. Παράλληλα θα υπάρχουν πάγκοι με ενημερωτικό υλικό, εκδοτικά εγχειρήματα, προβολή ντοκιμαντέρ και εκθέσεις.

Διοργάνωση: Colectivo Veneno | Επικοινωνία: venenonegro@riseup.net

Πηγή

Wolfi Landstreicher – Από την πολιτική στη ζωή: απαλλάσσοντας την αναρχία από την αριστερή μυλόπετρα

Αναδημοσίευση από Flying Theory:

Το συγκεκριμένο κείμενο ασκεί κριτική στην αριστερό τρόπο σκέψης και στις πρακτικές που χρησιμοποιεί και προσπαθεί να διαχωρίσει απ’ αυτόν την αναρχία.

Από τον πρώτο καιρό που ο αναρχισμός ορίστηκε ως ένα ξέχωρο ριζοσπαστικό κίνημα μέχρι και σήμερα, έχει συνδεθεί με την αριστερά, αλλά η σύνδεση ήταν πάντα άβολη. Οι αριστεροί που ήταν σε θέση εξουσίας (συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αυτοαποκαλούνταν αναρχικοί, όπως οι ηγέτες της CNT και του FAI στην Ισπανία στο 1936-37) εκλάμβαναν τον αναρχικό στόχο της ολοκληρωτικής μετατροπής της ζωής και την απορρέουσα αρχή, πως οι στόχοι θα πρέπει ήδη να υπάρχουν στα μέσα του αγώνα, ως ένα εμπόδιο στα πολιτικά τους προγράμματα. Η πραγματική εξέγερση ξεσπάει πάντα πέρα από κάθε πολιτικό πρόγραμμα, και οι πιο συνεπείς αναρχικοί είδαν την πραγματοποίηση των ονείρων τους ακριβώς σ’ αυτό το άγνωστο, μακρινό μέρος. Κι όμως, κατά καιρούς, όταν οι φλόγες της εξέγερσης κόπαζαν (ή ακόμη και σε περιπτώσεις όπως αυτή της Ισπανίας το 1936-37, όπου έκαιγαν ακόμα ζωηρά), ηγετικοί αναρχικοί έβρισκαν ξανά τη θέση τους ως «συνείδηση της αριστεράς». Όμως, αν η ευρύτητα των αναρχικών ονείρων και οι αρχές που αυτή εφαρμόζει έχουν αποτελέσει εμπόδιο στα πολιτικά σχέδια της αριστεράς, αυτά τα σχέδια έχουν γίνει μια πολύ μεγαλύτερη μυλόπετρα γύρω από το λαιμό του αναρχικού κινήματος, παρασύροντας το προς τα κάτω με το «ρεαλισμό» που δεν μπορεί να ονειρεύεται.

Για την αριστερά, ο κοινωνικός αγώνας ενάντια στην εκμετάλλευση και την καταπίεση είναι ουσιαστικά ένα πολιτικό πρόγραμμα προς υλοποίηση, με κάθε αρμόδιο μέσο. Μια τέτοια αντίληψη προφανώς χρειάζεται μια πολιτική μεθοδολογία αγώνα και μια τέτοια μεθοδολογία είναι αναγκασμένη να αντικρούσει μερικές βασικές αναρχικές ιδέες. Πρώτα απ’ όλα, η πολιτική σαν μια διακριτή κατηγορία κοινωνικής ύπαρξης είναι ο διαχωρισμός των αποφάσεων που καθορίζουν της ζωές μας από την εκτέλεση αυτών των αποφάσεων. Αυτός ο διαχωρισμός εδρεύει σε θεσμούς που λαμβάνουν και επιβάλλουν εκείνες τις αποφάσεις. Έχει μικρή σημασία πόσο δημοκρατικοί ή συναινετικοί είναι αυτοί οι θεσμοί: ο διαχωρισμός και η θεσμοποίηση που είναι σύμφυτα με την πολιτική, πάντα αποτελούνε μια επιβολή απλά και μόνο επειδή απαιτούν οι αποφάσεις να παίρνονται πριν την εμφάνιση των περιστάσεων στις οποίες εφαρμόζονται. Αυτό καθιστά απαραίτητο να παίρνουν τη μορφή γενικευμένων κανόνων που πρέπει πάντα να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένου τύπου καταστάσεις, μη λαμβάνοντας υπόψην τις ειδικές περιστάσεις. Εδώ συναντώνται οι σπόροι της ιδεολογικής σκέψης -κατά την οποία οι ιδέες ορίζουν τις δραστηριότητες των ατόμων αντί να εξυπηρετούν τα άτομα ώστε να αναπτύξουν τα δικά τους σχέδιά-, αλλά θα αναφερθώ σ’ αυτό αργότερα. Ανάλογης σημασίας από μια αναρχική προοπτική είναι το γεγονός πως η εξουσία έγκειται σ’ αυτούς τους θεσμούς που αποφασίζουν και επιβάλλουν. Και η αριστερίστικη αντίληψη του κοινωνικού αγώνα είναι ακριβώς αυτή του να επηρεάσουν, να πάρουν τον έλεγχο ή να δημιουργήσουν εναλλακτικές εκδοχές αυτών των θεσμών. Με άλλα λόγια, είναι ένας αγώνας για να τροποποιήσει, όχι για να καταστρέψει θεσμοθετημένες εξουσιαστικές σχέσεις.

Αυτή η [αριστερίστικη] αντίληψη αγώνα με την προγραμματική της βάση απαιτεί μια οργάνωση ως μέσο διεξαγωγής του αγώνα. Η οργάνωση αντιπροσωπεύει τον αγώνα, επειδή είναι η συμπαγής έκφραση του προγράμματός της. Αν οι εμπλεκόμενοι ορίσουν το πρόγραμμα ως επαναστατικό και αναρχικό, τότε το πρόγραμμα έρχεται να αντιπροσωπεύσει την επανάσταση και την αναρχία για αυτούς, και η δύναμη της οργάνωσης εξισώνεται με τη δύναμη του επαναστατικού και αναρχικού αγώνα. Ένα τέτοιο ξεκάθαρο παράδειγμα εντοπίζεται στην Ισπανική επανάσταση, όπου η ηγεσία της CNT αφού ενέπνευσε τους εργάτες και τους χωρικούς της Καταλονίας να απαλλοτριώσουνε τα μέσα παραγωγής (όπως και όπλα με τα οποία σχημάτισαν τις ελεύθερες πολιτοφυλακές τους), δεν διέλυσε την οργάνωση ώστε να επιτρέψει στους εργάτες να εξερευνήσουν την αναδημιουργία της κοινωνικής ζωής με τους δικούς τους όρους. Αντίθετα ανέλαβε τη διοίκηση της παραγωγής. Αυτή η σύγχυση με το συνδικάτο να αναλαμβάνει τη διοίκηση της αυτό-οργάνωσης των εργατών είχε αποτελέσματα που μπορούν να μελετηθούν από οποιονδήποτε είναι πρόθυμος να δει τα γεγονότα κριτικά. Επομένως, όταν ο αγώνας ενάντια στην άρχουσα τάξη διαχωρίζεται από τα άτομα που τον διεξάγουνε και εναποτίθεται στα χέρια της οργάνωσης, παύει να είναι το αυτοπροσδιορισμένο σχέδιο αυτών των ατόμων και αντιθέτως καταλήγει να είναι μια εξωτερική υπόθεση στην οποία αυτά αφοσιώνονται. Επειδή αυτή η υπόθεση εξισώνεται με την οργάνωση, η πρωταρχική δραστηριότητα των ατόμων που αφοσιώνονται σ’ αυτήν είναι η διατήρηση και η επέκταση της οργάνωσης.

Στην πραγματικότητα, η αριστερή οργάνωση είναι το μέσο με το οποίο η αριστερά σχεδιάζει να μετατρέψει τις θεσμοθετημένες σχέσεις εξουσίας. Είτε αυτό γίνει μέσω της απεύθυνσης στους σημερινούς κυβερνώντες και την άσκηση δημοκρατικών δικαιωμάτων, είτε μέσω της εκλογικής ή βίαιης κατάκτησης της κρατικής εξουσίας, είτε μέσω της θεσμικής απαλλοτρίωσης των μέσων παραγωγής είτε μέσω ενός συνδυασμού των παραπάνω, είναι μικρής σημασίας. Για να το πετύχει αυτό η οργάνωση προσπαθεί να μετατρέψει τον εαυτό της σε μια εναλλακτική εξουσία ή σε μια αντί-εξουσία: αυτός είναι ο λόγος που πρέπει να ενστερνιστεί τη σημερινή ιδεολογία της εξουσίας, δηλαδή τη δημοκρατία. Δημοκρατία είναι εκείνο το σύστημα διαχωρισμένων και θεσμοθετημένων τρόπων λήψης αποφάσεων που απαιτεί τη δημιουργία κοινωνικής συναίνεσης ώστε να ενεργοποιηθούν τα προγράμματα. Αν και η εξουσία πάντα έγκειται στον εξαναγκασμό, στα δημοκρατικά πλαίσια δικαιολογείται μέσω της συγκατάθεσης πως μπορεί να κερδίσει. Αυτός είναι ο λόγος που είναι απαραίτητο για την αριστερά να αναζητά όσους περισσότερους οπαδούς γίνεται, μάζες που να συμφωνούν και να υποστηρίζουν τα προγράμματά της. Έτσι αφοσιωμένη στη δημοκρατία, η αριστερά πρέπει να ενστερνιστεί την ποσοτική ψευδαίσθηση.

Η προσπάθεια να κερδίσει οπαδούς απαιτεί την επίκληση στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Έτσι αντί να συνεχίζει μια ζωτική θεωρητική εξερεύνηση, η αριστερά αναπτύσσει μια σειρά απλοϊκών δογμάτων μέσω των οποίων βλέπει τον κόσμο και μια λιτανεία από ηθικά αίσχη που διαπράττονται από τους σημερινούς κυβερνώντες. Με αυτόν τον τρόπο οι αριστεροί ελπίζουν να έχουν μαζική απήχηση. Κάθε αμφισβήτηση ή εξερεύνηση έξω από το ιδεολογικό πλαίσιο καταδικάζεται σφοδρά ή αντιμετωπίζεται χωρίς κατανόηση. Η ανικανότητα για σοβαρή θεωρητική εξερεύνηση είναι το κόστος της αποδοχής της ποσοτικής ψευδαίσθησης, σύμφωνα με την οποία ο αριθμός των οπαδών, ανεξάρτητα από την παθητικότητα και την άγνοιά τους, είναι αυτός που αντανακλά τη δύναμη ενός κινήματος και όχι η ποιότητα και η συνέπεια ιδεών και πρακτικής.

Επιπλέον η πολιτική αναγκαιότητα της απεύθυνσης «στις μάζες» οδηγεί την αριστερά να χρησιμοποιεί τη μέθοδο της διατύπωσης μερικών (όχι συνολικών) αιτημάτων προς τους σημερινούς κυβερνώντες. Αυτή η μέθοδος είναι σίγουρα αρκετά συνεπής με ένα σχέδιο μετατροπής των σχέσεων εξουσίας, ακριβώς επειδή δεν αμφισβητεί ριζικά αυτές τις σχέσεις. Στην πραγματικότητα με το να διατυπώνονται αιτήματα προς τους κυβερνώντες, υποδηλώνεται πως απλές (αν και πιθανώς ακραίες) ρυθμίσεις των τωρινών σχέσεων επαρκούν για την πραγματοποίηση του προγράμματος της αριστεράς. Αυτό που δεν αμφισβητείται σ’ αυτήν τη μέθοδο είναι η ίδια η κυρίαρχη τάξη, αφού αυτό θα απειλούσε το πολιτικό πλαίσιο της αριστεράς.

Αυτό που εξυπακούεται σ’ αυτή τη προσέγγιση για μερική αλλαγή είναι το δόγμα της προοδευτικότητας (όντως, μια απ’ τις πιο δημοφιλείς ταμπέλες στις μέρες μας ανάμεσα σε αριστερούς και ελευθεριακούς -οι οποίοι μάλλον θα προτιμούσαν να αφήσουν πίσω τους τις άλλες αμαυρωμένες ταμπέλες- είναι ακριβώς αυτή του «προοδευτικού»). Προοδευτικότητα είναι η ιδέα πως η σημερινή τάξη πραγμάτων είναι αποτέλεσμα μιας συνεχούς (αν και πιθανώς «διαλεκτικής») διαδικασίας βελτίωσης, και πως αν προσπαθήσουμε (είτε μέσα από ψήφους, ψηφίσματα, δικαστικούς αγώνες, πολιτική ανυπακοή, πολιτική βία ή ακόμα και μέσα από την κατάκτηση της εξουσίας -οτιδήποτε άλλο εκτός από την καταστροφή της) μπορούμε να προχωρήσουμε αυτή τη διαδικασία ακόμη περαιτέρω. Η έννοια της προόδου και η προσέγγιση των μερικών αιτημάτων, η οποία αποτελεί την πρακτική εφαρμογή της, αναδεικνύουν μια άλλη ποσοτική πτυχή της αριστερής αντίληψης του κοινωνικού μετασχηματισμού. Αυτός ο μετασχηματισμός είναι απλά ζήτημα μοιρών, [ζήτημα] της θέσης κάποιου κατά μήκος μια συνεχόμενης τροχιάς. Η σωστή ρύθμιση θα μας οδηγήσει «εκεί» (οπουδήποτε και αν βρίσκεται το «εκεί»). Μεταρρύθμιση και επανάσταση είναι απλά διαφορετικά επίπεδα της ίδιας δραστηριότητας. Τέτοιοι είναι οι παραλογισμοί της αριστεράς, η οποία παραμένει τυφλή στις συντριπτικές αποδείξεις πως η μοναδική τροχιά στην οποία βρισκόμαστε, τουλάχιστον από την άνοδο του καπιταλισμού και του βιομηχανικού συστήματος, είναι η αυξανόμενη φτωχοποίηση της ύπαρξης και αυτό δεν μπορεί να μεταρρυθμιστεί.

Η προσέγγιση των μερικών αιτημάτων και η πολιτική ανάγκη για κατηγοριοποίηση οδηγεί επίσης την αριστερά στο να αξιολογεί τους ανθρώπους με βάση το αν αποτελούν μέλη διαφόρων καταπιεσμένων και εκμεταλλευομένων ομάδων όπως «εργάτες», «γυναίκες», «έγχρωμοι», «γκέι και λεσβίες» και πάει λέγοντας. Αυτή η κατηγοριοποίηση είναι η βάση της πολιτικής των ταυτοτήτων. Η πολιτική των ταυτοτήτων είναι αυτή η ειδική μορφή ψεύτικης αντιπαράθεσης, στην οποία οι καταπιεσμένοι διαλέγουνε να ταυτιστούνε με μια ιδιαίτερη κοινωνική κατηγορία μέσω της οποίας η καταπίεσή τους ενισχύεται σαν μια υποτιθέμενη δράση αψήφησης της καταπίεσής τους. Στην πραγματικότητα, η συνεχόμενη ταύτιση με αυτόν το κοινωνικό ρόλο περιορίζει την ικανότητα αυτών που ασκούν την πολιτική των ταυτοτήτων να αναλύσουν τη κατάστασή τους στη κοινωνία εις βάθος και να δράσουν ως άτομα ενάντια στη καταπίεσή τους. Συνεπώς αυτό εγγυάται τη συνέχιση των κοινωνικών σχέσεων που προκαλούν τη καταπίεσή τους. Αλλά μόνο ως μέλη κατηγοριών αυτοί οι άνθρωποι είναι χρήσιμα πιόνια στους πολιτικούς ελιγμούς της αριστεράς, δεδομένου ότι τέτοιες κοινωνικές κατηγορίες αναλαμβάνουν το ρόλο ομάδων πίεσης και εξουσίας εντός της δημοκρατικής δομής.

Η πολιτική λογική της αριστεράς με τις οργανωτικές της προϋποθέσεις, την υιοθέτηση της δημοκρατίας και της ποσοτικής ψευδαίσθησης και την αξιολόγηση των ατόμων ως απλά μέλη κοινωνικών κατηγοριών, είναι από τη φύση της κολλεκτιβίστικη, καταστέλλοντας το άτομο ώς τέτοιο. Αυτό εκφράζεται μέσω του καλέσματος προς τα άτομα να θυσιάσουν τον εαυτό για τους ποικίλους σκοπούς, προγράμματα και οργανώσεις της αριστεράς. Πίσω απ’ αυτά τα καλέσματα μπορεί κάποιος να εντοπίσει τις χειραγωγικές ιδεολογίες της συλλογικής ταυτότητας, της συλλογικής ευθύνης και της συλλογικής ενοχής. Άτομα που ορίζονται ως κομμάτια μιας «προνομιούχας» ομάδας -«στρέιτ», «λευκοί», «άντρες», «πρωτοκοσμικοί», «μεσοαστοί»- θεωρούνται υπεύθυνα για όλη την καταπίεση που αποδίδεται σε αυτήν την ομάδα. Αυτοί λοιπόν χειραγωγούνται με το να δρουν έτσι ώστε να εξιλεωθούνε απ’ αυτά τα «εγκλήματα», παρέχοντας υποστήριξη άνευ κριτικής στα κινήματα εκείνων που είναι πιο καταπιεσμένοι απ’ οτι οι ίδιοι. Άτομα που ορίζονται ως κομμάτια μιας καταπιεσμένης ομάδας χειραγωγούνται με το να δέχονται μια συλλογική ταυτότητα στα πλαίσια μιας υποχρεωτικής «αλληλεγγύης» -γυναικεία αδελφότητα, εθνικισμός μαύρων, queer ταυτότητα κ.τ.λ. Αν αυτοί απορρίψουν ή κριτικάρουν βαθιά και ριζοσπαστικά αυτή την ομαδική ταυτότητα, αυτό ισούται με την αποδοχή της δικιάς τους καταπίεσης. Στην πραγματικότητα το άτομο που δρα μόνος του ή μόνη της (ή μόνο με αυτούς που έχει αναπτύξει αληθινή εγγύτητα) ενάντια στην καταπίεσή του/της και την εκμετάλλευση όπως τη βιώνει στη ζωή του/της, κατηγορείται για «αστικό ατομικισμό», παρά το γεγονός πως παλεύει ακριβώς ενάντια στην αλλοτρίωση, στο διαχωρισμό και τον ατομισμό, που είναι έμφυτο αποτέλεσμα της συλλογικής αλλοτριωμένης κοινωνικής δραστηριότητας την οποία το κράτος και το κεφάλαιο -η επονομαζόμενη «αστική κοινωνία»- μας επιβάλλει.

Επειδή η αριστερά είναι η ενεργή αντίληψη του κοινωνικού αγώνα ως πολιτικό πρόγραμμα, είναι ιδεολογική από πάνω μέχρι κάτω. Ο αγώνας που διεξάγει η αριστερά δε γεννιέται από τις επιθυμίες, τις ανάγκες και τα όνειρα των εκμεταλλευόμενων, καταπιεσμένων, κυριαρχημένων και αποστερημένων ατόμων αυτής της κοινωνίας. Δεν πρόκειται για τη δραστηριότητα των ανθρώπων που πασχίζουν να επανοικειοποιηθούν τη ζωή τους και αναζητούν τα απαραίτητα εργαλεία για να το κάνουν. Αντιθέτως είναι ένα διατυπωμένο πρόγραμμα στα μυαλά των αριστερών ηγετών ή στις οργανωτικές συναντήσεις, που υπάρχει πέρα και πριν από τους ατομικούς αγώνες των ανθρώπων και στο οποίο αυτοί οι τελευταίοι πρέπει να υποταχθούν. Όποιο και αν είναι το σύνθημα του προγράμματος -σοσιαλισμός, κομμουνισμός, αναρχισμός, αλληλεγγύη μεταξύ των γυναικών, Αφρικανοί, δικαιώματα των ζώων, απελευθέρωση της γης, πριμιτιβισμός, εργατική αυτοδιαχείρηση κ.τ.λ. κ.τ.λ.- δεν παρέχει ένα εργαλείο για τα άτομα ώστε να το χρησιμοποιήσουν στους δικούς τους αγώνες ενάντια στη κυριαρχία, παρά απαιτεί από τα άτομα να ανταλλάξουν την κυριαρχία της άρχουσας τάξης με την κυριαρχία του αριστερού προγράμματος. Με άλλα λόγια απαιτεί από τα άτομα να συνεχίσουν να εγκαταλείπουν την ικανότητά τους να καθορίζουν τη δική τους ύπαρξη.

Στα καλύτερά της, η αναρχική προσπάθεια ήταν από πάντα η συνολική μετατροπή της ύπαρξης βασισμένη στην επανοικιοποίηση της ζωής από κάθε άτομο ξεχωριστά που συναναστρέφεται ελεύθερα με άλλους της επιλογής του. Αυτό το όραμα μπορεί να βρεθεί στα πιο ποιητικά γραπτά σχεδόν κάθε γνωστού αναρχικού, και είναι αυτό που έκανε τον αναρχισμό «τη συνείδηση της αριστεράς». Αλλά ποια η χρησιμότητα του να είναι κανείς η συνείδηση ενός κινήματος το οποίο δεν μοιράζεται και δεν μπορεί να μοιραστεί το εύρος και το βάθος των ονείρων του, αν αυτός επιθυμεί να πραγματοποιήσει τα όνειρά του; Στην ιστορία του αναρχικού κινήματος αυτές οι κοντινότερες στην αριστερά προοπτικές και πρακτικές, όπως ο αναρχοσυνδικαλισμός και ο πλατφορμισμός, εμπεριείχαν πάντα πολύ λιγότερο το όνειρο και πολύ περισσότερο το πρόγραμμα. Τώρα που η αριστερισμός έχει πάψει να είναι μια διακριτά σημαντική δύναμη από την υπόλοιπη πολιτική σφαίρα, τουλάχιστον στο δυτικό κόσμο, είναι σίγουρο οτι δεν υπάρχει κανένας λόγος να συνεχίσουμε να κουβαλάμε αυτή τη μυλόπετρα γύρω απ’ το λαιμό μας. Η συνειδητοποίηση των αναρχικών ονείρων, των ονείρων κάθε ατόμου ικανού ακόμα να ονειρεύεται και να επιθυμεί ανεξάρτητα, να είναι αυτόνομος δημιουργός της δικιάς του ύπαρξης, απαιτεί μια συνειδητή και αυστηρή ρήξη με την αριστερά. Στο ελάχιστο αυτή η ρήξη θα σήμαινε:

1. Την απόρριψη μιας πολιτικής αντίληψης του κοινωνικού αγώνα, μια αναγνώριση πως ο επαναστατικός αγώνας δεν είναι ένα πρόγραμμα, αλλά αντιθέτως είναι ο αγώνας για την ατομική και την κοινωνική επανοικιοποίηση της ολότητας της ζωής. Ως τέτοια είναι από τη φύση της αντί-πολιτική. Με άλλα λόγια, αντιτίθεται σε κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης -και κάθε μέθοδο αγώνα- στην οποία οι αποφάσεις για το πως να ζεις και να αγωνίζεσαι είναι διαχωρισμένες από την εκτέλεση αυτών των αποφάσεων, άσχετα με το πόσο δημοκρατική και συμμετοχική μπορεί να είναι αυτή η διαχωρισμένη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

2. Την απόρριψη του οργανωτισμού, εννοώντας με αυτό την απόρριψη της ιδέας πως κάποια οργάνωση μπορεί να αντιπροσωπεύσει εκμεταλλευόμενα άτομα ή ομάδες, τον κοινωνικό αγώνα, την επανάσταση ή την αναρχία. Επομένως την επιπλέον απόρριψη των επίσημων οργανώσεων -κομμάτων, ενώσεων, ομοσπονδιών και των ομοίων τους- οι οποίες, εξαιτίας της προγραμματικής τους φύσης, αναλαμβάνουν ένα τέτοιο ρόλο αντιπροσώπευσης. Αυτό δεν σημαίνει την απόρριψη της ικανότητας να οργανώνεις συγκεκριμένες δραστηριότητες απαραίτητες για τον επαναστατικό αγώνα, αλλά κυρίως την απόρριψη της υποβολής της οργάνωσης εργασιών και σχεδίων στο φορμαλισμό ενός οργανωτικού προγράμματος. Το μόνο έργο που έχει φανεί μέχρι τώρα να απαιτεί επίσημη οργάνωση είναι η ανάπτυξη και η διατήρηση μιας επίσημης οργάνωσης.

3. Την απόρριψη της δημοκρατίας και της ποσοτικής ψευδαίσθησης. Την απόρριψη της οπτικής πως ο αριθμός των οπαδών μιας υπόθεσης, ιδέας ή προγράμματος είναι αυτό που καθορίζει τη δύναμη του αγώνα, περισσότερο από ότι η ποιοτική αξία της πρακτικής αγώνα ως επίθεση ενάντια στους θεσμούς κυριαρχίας και ως επανοικειοποίηση της ζωής. Την απόρριψη κάθε θεσμοποιημένου ή τυποποιημένου τρόπου λήψης αποφάσεων και στην πραγματικότητα κάθε αντίληψης που αντιλαμβάνεται τους τρόπους λήψης αποφάσεων σαν μια στιγμή διαχωρισμένη από τη ζωή και την πρακτική. Την απόρριψη επιπλέον της ευαγγελιστικής μεθόδου που πασχίζει να κατακτήσει τις μάζες. Μια τέτοια μέθοδος θεωρεί πως η θεωρητική εξερεύνηση έχει ένα τέλος, πως κάποιος έχει την απάντηση στην οποία όλοι πρέπει προσκολληθούν και πως επομένως κάθε μέθοδος είναι αποδεκτή για τη διάδοση του μηνύματος, ακόμα και αν αυτή η μέθοδος αντικρούει ό,τι λέμε. Αυτό οδηγεί κάποιον στο να αναζητά ακολουθητές που αποδέχονται τη θέση του παρά συντρόφους και συνεργούς με τους οποίους να συνεχίσει τις εξερευνήσεις του. Αντιθέτως αναφέρομαι στην πρακτική όχι του να πασχίζεις να εκτελέσεις τα σχέδια κάποιου, όσο καλύτερα μπορείς με τρόπο συνεπή στις ιδέες, επιθυμίες και όνειρα αυτού του κάποιου, αλλά να προσελκύεις εν-δυνάμει συνενόχους με τους οποίους να αναπτύσσεις σχέσεις εγγύτητας και να επεκτείνεις τη πρακτική της εξέγερσης.

4. Την απόρριψη του να εκφράζεις αιτήματα προς τους εξουσιαστές επιλέγοντας καλύτερα μια πρακτική άμεσης δράσης και επίθεσης. Την απόρριψη της ιδέας πως μπορούμε να πραγματοποιήσουμε την επιθυμία μας για αυτοπροσδιορισμό μέσα από μερικά αιτήματα τα οποία, στην καλύτερη, προσφέρουν μόνο μια προσωρινή βελτίωση της βλαβερότητας της κοινωνικής τάξης του κεφαλαίου. Την αναγνώριση της αναγκαιότητας να επιτεθούμε σ’ αυτή τη κοινωνία στο σύνολό της, να επιτύχουμε μια πρακτική και θεωρητική γνώση σε κάθε επιμέρους αγώνα του συνόλου που πρέπει να καταστραφεί. Με τον ίδιο τρόπο, την ικανότητα να βλέπουμε τι είναι δυνητικά επαναστατικό -τι έχει μετατοπιστεί πέρα από τη λογική των αιτημάτων και των μερικών αλλαγών- στους μερικούς κοινωνικούς αγώνες, από τη στιγμή, που τελικά κάθε ριζοσπαστική, εξεγερτική ρωγμή έχει πυροδοτηθεί από έναν αγώνα που άρχισε σαν μια προσπάθεια να κερδίσει μερικά αιτήματα, ο οποίος όμως μετατοπίστηκε στην πράξη από το να απαιτεί ό,τι ήταν επιθυμητό στο να το αδράξει και με το παραπάνω.

5. Την απόρριψη της ιδέας της προόδου, της ιδέας πως η σημερινή τάξη πραγμάτων είναι το αποτέλεσμα μιας συνεχούς διαδικασίας βελτίωσης που μπορούμε να εξελίξουμε ακόμη περισσότερο, πιθανώς μέχρι και την αποθέωση της, αν προσπαθήσουμε. Την αναγνώριση πως η τωρινή τροχιά -την οποία οι κυβερνώντες και η πιστή ρεφορμιστική και «επαναστατική» αντιπολίτευσή τους αποκαλούν «πρόοδο»- είναι από τη φύση της επιβλαβής για την ατομική ελευθερία, την ελεύθερη συναναστροφή, τις υγιείς ανθρώπινες σχέσεις, την ολότητα της ζωής και του ίδιου του πλανήτη. Την αναγνώριση πως αυτή η τροχιά πρέπει να οδηγηθεί σε ένα τέλος και νέοι τρόποι ζωής και συσχετισμού πρέπει να αναπτυχθούν αν σκοπεύουμε στην πλήρη αυτονομία και ελευθερία. (Αυτό δεν οδηγεί απαραίτητα σε μια απόλυτη απόρριψη της τεχνολογίας και του πολιτισμού, και μια τέτοια απόρριψη δεν αποτελεί την τελική γραμμή της ρήξης με την αριστερά, αλλά η απόρριψη της προόδου σίγουρα σημαίνει μια επιθυμία να εξετάσουμε και να αμφισβητήσουμε σοβαρά και κριτικά τον πολιτισμό και την τεχνολογία, και ειδικότερα τη βιομηχανοποίηση. Αυτοί που δεν επιθυμούν να αναδεικνύουν τέτοια ερωτήματα το πιθανότερο είναι να συνεχίσουν να διατηρούν το μύθο της προόδου.)

6. Την απόρριψη της πολιτικής των ταυτοτήτων. Την αναγνώριση πως, ενώ ποικίλες ομάδες εκμεταλλευόμενων βιώνουν την αποστέρησή τους με τρόπους ανάλογους με την καταπίεση τους και η ανάλυση αυτών των ιδιαιτεροτήτων είναι απαραίτητη για να καταλάβουμε πλήρως πως λειτουργεί η κυριαρχία, παρ’ όλα αυτά, η αποστέρηση είναι η κατεξοχήν αρπαγή της ικανότητας από καθέναν από μας σαν άτομα να δημιουργούμε τις ζωές μας με τους δικούς μας όρους σε ελεύθερη συναναστροφή με άλλους. Η επανοικειοποίηση της ζωής σε κοινωνικό επίπεδο, όπως και η πλήρης επανοικειοποίηση της σε ατομικό επίπεδο, μπορεί να συμβεί μόνο όταν σταματήσουμε να ταυτίζουμε τους εαυτούς μας κυρίως με όρους κοινωνικών ταυτοτήτων.

7. Την απόρριψη του κολεκτιβισμού, της υποταγής του ατόμου στην ομάδα. Την απόρριψη της ιδεολογίας της συλλογικής ευθύνης (μια απόρριψη που δεν σημαίνει την άρνηση κοινωνικής ή ταξικής ανάλυσης, αλλά απομακρύνει την ηθική κριτική από μια τέτοια ανάλυση και αρνείται την επικίνδυνη πρακτική του να κατηγορείς άτομα για δραστηριότητες που έχουν γίνει στο όνομα μιας κοινωνικής κατηγορίας ή έχουν αποδοθεί σε αυτή και της οποίας θεωρούνται πως αποτελούν κομμάτια, κάτι όμως για το οποίο αυτοί δεν είχανε καμία επιλογή -π.χ. «Εβραίοι», «γύφτοι», «αρσενικοί», «λευκοί» κ.τ.λ.). Την απόρριψη της ιδέας πως ο καθένας, είτε εξαιτίας κάποιου «προνομίου» είτε εξαιτίας του οτι υποτίθεται πως είναι μέλος σε μια ξεχωριστή καταπιεζόμενη ομάδα, οφείλει άνευ κριτικής αλληλεγγύη σε κάθε αγώνα ή κίνημα και την αναγνώριση πως μια τέτοια αντίληψη είναι μια μεγάλη παρεμπόδιση σε οποιαδήποτε σοβαρή επαναστατική διαδικασία. Τη δημιουργία συλλογικών σχεδίων και δραστηριοτήτων που εξυπηρετούν τις ανάγκες και τις επιθυμίες των εμπλεκόμενων ατόμων και όχι το αντίστροφο. Την αναγνώριση πως η θεμελιώδης αλλοτρίωση που επιβάλλεται από το κεφάλαιο δεν βασίζεται σε καμία υπέρ-ατομικιστική ιδεολογία που ίσως προωθεί, αλλά προκύπτει περισσότερο από το συλλογικό σχέδιο παραγωγής που αυτό επιβάλλει, το οποίο απαλλοτριώνει τις ατομικές δημιουργικές μας ικανότητες για να εκπληρώσει τους στόχους του. Την αναγνώριση της ελευθερίας κάθε ατόμου ξεχωριστά να μπορεί να καθορίζει τις συνθήκες ύπαρξης του/της με ελεύθερη συναναστροφή με άλλους της επιλογής του/της -π.χ. την ατομική και την κοινωνική επανοικειοποίηση της ζωής- σαν το πρωταρχικό στόχο της επανάστασης.

8. Την απόρριψη της ιδεολογίας, δηλαδή, την απόρριψη κάθε προγράμματος, ιδέας, αφαίρεσης, ιδανικού ή θεωρίας που τοποθετείται πάνω από τη ζωή και τα άτομα σαν ένα κατασκεύασμα το οποίο πρέπει να υπηρετούν. Την απόρριψη επομένως του Θεού, του Κράτους, του Έθνους, της Φυλής κ.τ.λ. αλλά επίσης του Αναρχισμού, του Πριμιτιβισμού, του Κομμουνισμού, της Ελευθερίας, της Λογικής, του Ατόμου κ.τ.λ. όταν αυτά γίνονται ιδανικά στα οποία κάποιος θυσιάζει τον εαυτό του, τις επιθυμίες του, τις φιλοδοξίες του, τα όνειρά του. Τη χρήση των ιδεών, θεωρητικών αναλύσεων και την ικανότητα να σκέφτεται κανείς λογικά, αφαιρετικά και κριτικά, ως εργαλεία για να πραγματοποιήσει τους στόχους του, για επανοικειοποιηθεί τη ζωή και να δρα ενάντια σε οτι στέκεται στο δρόμο αυτής της επανοικειοποίησης. Την άρνηση των εύκολων απαντήσεων που έρχονται να λειτουργήσουν σαν παρωπίδες στις προσπάθειες κάποιου να εξετάσει την πραγματικότητα που αντιμετωπίζει, για χάρη της συνεχούς αμφισβήτησης και θεωρητικής εξερεύνησης.

Όπως το βλέπω, αυτά είναι που αποτελούνε μια αληθινή ρήξη με την αριστερά. Όπου λείπουν οι παραπάνω απορρίψεις -είτε στη θεωρία είτε στη πράξη- σημαίνει ότι παραμένουν απομεινάρια της αριστεράς, και αυτό είναι ένα εμπόδιο στα σχέδια μας για απελευθέρωση. Από τη στιγμή που η ρήξη με την αριστερά βασίζεται στην αναγκαιότητα να ελευθερώσουμε την πρακτική της αναρχίας από τα όρια της πολιτικής, αυτό σίγουρα δεν είναι μια προσέγγιση προς τη δεξιά ή κάποιο άλλο τμήμα του πολιτικού φάσματος. Αποτελεί περισσότερο μια αναγνώριση πως ένας αγώνας για τη μετατροπή της ολότητας της ζωής, ένας αγώνας να πάρουμε πίσω τις ζωές μας, ως δικές μας σε μια συλλογική κίνηση για ατομική πραγμάτωση, μπορεί μόνο να παρεμποδιστεί από πολιτικά προγράμματα, «επαναστατικές» οργανώσεις και ιδεολογικές κατασκευές που απαιτούνε την υπηρεσία μας, επειδή αυτές, όπως το κράτος και το κεφάλαιο, απαιτούνε να δώσουμε τις ζωές μας σ’ αυτά, και όχι να τις πάρουμε στα χέρια μας. Τα όνειρα μας είναι πολύ μεγαλύτερα από τα στενά όρια των πολιτικών σχεδιασμών. Είναι καιρός τώρα να αφήσουμε πίσω μας την αριστερά και να συνεχίσουμε τον κεφάτο δρόμο μας προς το άγνωστο της εξέγερσης και της δημιουργίας γεμάτων και αυτοπροσδιοριζόμενων ζωών.

Βάρβαρες Σκέψεις- Για μια Επαναστατική Κριτική στον Πολιτισμό

Το κείμενο \”Βάρβαρες Σκέψεις- Για μια Επαναστατική Κριτική στον Πολιτισμό\”, είναι έργο του Αμερικανού αναρχικού συγγραφέα Wolfi Landstreicher, ψευδώνυμο που χρησιμοποιεί ο Feral Faun από το 1992.  Η μετάφραση έγινε από: Κόλαφως. Το αγγλικό κείμενο βρίσκεται εδώ.

1. Τι είναι η επαναστατική κριτική;

[…]Η επαναστατική κριτική είναι μια κριτική που στοχεύει να προκαλέσει την παρούσα κοινωνία στις ρίζες της με σκοπό να δημιουργήσει μια ρήξη με αυτό που είναι και να επιφέρει ριζοσπαστικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Τι άλλο θα μπορούσε να σημαίνει «επαναστατική»; Αλλά υπάρχουν πολλοί υπαινιγμοί εδώ.[…]

2.Τι είναι ο πολιτισμός;

[…]«Πολιτισμός» είναι μια περίεργη λέξη. Οι πρώιμοι Ευρωπαίοι εξερευνητές συνέδεαν αυτό που ήταν «καλό» με τον πολιτισμό. Έτσι, όταν συνάντησαν ειλικρινείς και γενναιόδωρους απολίτιστους ανθρώπους, θα τους περιέγραφαν κάποιες φορές σαν «πιο πολιτισμένους» από τους Ευρωπαίους. Σήμερα, η ιδέα του πολιτισμού είναι τακτικά συνδεδεμένη με καλό κρασί, όμορφα ανθρώπινα πλάσματα και ραφινάτες γεύσεις, αλλά στην πραγματικότητα τα χαρακτηριστικά που μοιράζονται όλοι οι πολιτισμοί είναι μακράν λιγότερο ευχάριστα: κυριαρχία, γενοκτονία και περιβαλλοντική καταστροφή είναι κάποια απ\’ αυτά.[…]

3.Τι είναι μια ριζοσπαστική κριτική στον πολιτισμό στο βασίλειο των ιδεών;

[…]Αν ο πολιτισμός είναι ένα δίκτυο θεσμών που ορίζει και κυριαρχεί τις ζωές μας, τότε σ\’ ένα θεωρητικό επίπεδο, μια ριζοσπαστική κριτική στον πολιτισμό είναι μια εξέταση της φύσης αυτών των θεσμών. Εξετάζει το κράτος, την οικονομία και τα τεχνολογικά συστήματα που αναπτύσσουν για να ελέγχουν τις ζωές μας. Εξετάζει την αυξανόμενη αβεβαιότητα της ύπαρξής μας σε όλα τα επίπεδα. Είναι μια ταξική ανάλυση στοχευμένη στην καταστροφή της κοινωνίας, και έτσι η βάση της είναι πρώτα απ\’ όλα οι ζωές μας εδώ και τώρα σ\’ αυτόν τον κόσμο.[…]

4. Και πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει στην πράξη;

[…]Μια επαναστατική κριτική στον πολιτισμό απορρέει από την επιθυμία για ένα κόσμο στον οποίο εμείς, τα ανθρώπινα όντα, θα μπορούμε να ζούμε με τους δικούς μας όρους, δημιουργώντας τις ζωές μας μαζί σαν συνειδητό εν εξελίξει έργο. Δε χωράει τη μισανθρωπία που βρίσκεται στο επίκεντρο της πολύ βιοκεντρικής ιδεολογίας και κάποιες φορές μολύνει περιβαλλοντικές απόψεις. Και δεν αναγνωρίζει ούτε την πριμιτιβιστική πρακτική ούτε την «εξαγρίωση» σαν πανάκεια για τη βλαπτικότητα του πολιτισμού. Αν και οι πρωτόγονες δεξιότητες μπορεί να είναι χρήσιμες και οι μέθοδοι για τη θεραπεία και την εξάπλωση άγριων τοπίων είναι απαραίτητες, δεν συνιστούν την πρακτική έκφραση μιας επαναστατικής κριτικής στον πολιτισμό.[…]

5. Λίγες τελευταίες λέξεις

[…]Έχω γράψει αυτό λόγω της απογοήτευσής μου για την κατεύθυνση που έχουν πάρει πολλές συζητήσεις της κριτικής στον πολιτισμό. Βασιζόμενη σε ιδεώδη τοποθετημένα πάνω από μας, διαπνέεται από δόγμα και ηθικότητα, έχοντας ως συνέπεια την παρανόηση απ\’ όλες τις πλευρές.[…]

Κατεβάστε ολόκληρο το αρχείο εδώ.

Ενάντια στη φιλανθρωπία

Σε πολλές πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών, κάποιοι αναρχικοί οργάνωσαν συσσίτια με το όνομα \”Φαγητό όχι Βόμβες\”. Οι διοργανωτές αυτών των συσσιτίων θα εξηγήσουν ότι η πρόσβαση στην τροφή πρέπει να είναι ελεύθερη, ότι κανένας ποτέ δεν πρέπει να πεινάσει. Σίγουρα ένα θαυμάσια συναίσθημα…στο οποίο οι αναρχικοί απαντούν λίγο-πολύ με τον ίδιο τρόπο που απαντούν οι χριστιανοί, οι χίπηδες ή οι αριστεροί φιλελεύθεροι** – κάνοντας φιλανθρωπία.

Θα μας πουν βέβαια, η καμπάνια \”Φαγητό όχι Βόμβες\” είναι κάτι διαφορετικό. Ο τρόπος λήψης αποφάσεων των διοργανωτών είναι αντιιεραρχικός. Δε λαμβάνουν κανένα κυβερνητικό ή εταιρικό κονδύλι. Σε πολλές πόλεις, σερβίρουν τα γεύματα τους, ως μια μορφή κοινωνικής ανυπακοής ρισκάροντας τη σύλληψη τους. Προφανώς, το \”Φαγητό όχι Βόμβες\” δεν είναι μια μεγάλης κλίμακας φιλανθρωπική γραφειοκρατία· στην πραγματικότητα είναι συνήθως  μια κακοφτιαγμένη* προσπάθεια…. αλλά είναι φιλανθρωπία και αυτό δεν αμφισβητείται από κανέναν εκ των διοργανωτών.

Η φιλανθρωπία είναι ένα απαραίτητο κομμάτι της οικονομίας κάθε κοινωνικού συστήματος. Η σπάνη που επιβάλλεται από την οικονομία δημιουργεί  μια κατάσταση στην οποία κάποιοι άνθρωποι αδυνατούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες με τους κανονικούς τρόπους. Ακόμα και σε κράτη με υψηλής ποιότητας κοινωνικά προγράμματα,  υπάρχουν εκείνοι  δεν καλύπτονται από το αυτό το δίκτυο. Οι φιλανθρωπίες αντικαθιστούν τα κρατικά κοινωνικά προγράμματα εκεί που αυτά δε μπορούν ή δε θέλουν να βοηθήσουν. Ομάδες όπως η \”Φαγητό όχι Βόμβες\”, είναι επομένως ένα εθελοντικό εργατικό δυναμικό που βοηθούν να διατηρείται η κοινωνική τάξη με το να ενισχύουν την εξάρτηση των φτωχών από προγράμματα και όχι από τη δική τους δημιουργία.

Άσχετα με το πόσο αντιιεραρχικός είναι ο τρόπος λήψης αποφάσεων η σχέση είναι πάντα εξουσιαστική. Οι ευεργετούμενοι της φιλανθρωπίας είναι στο έλεος των οργανωτών του προγράμματος και έτσι δεν είναι ελεύθεροι να δράσουν με τους δικούς τους όρους μέσα σε αυτήν τη σχέση. Αυτό είναι εμφανές στον εξευτελιστικό τρόπο με τον οποίον λαμβάνεται η φιλανθρωπία. Τα φιλανθρωπικά συσσίτια όπως το \”Φαγητό όχι Βόμβες\” απαιτούν από τους ευεργετούμενους  να έρθουν μια συγκεκριμένη ώρα που δε διαλέγουν οι ίδιοι ώστε να σταθούν στην ουρά για να πάρουν φαγητό που δεν έχουν επιλέξει (και συνήθως κακοφτιαγμένο) σε ποσότητα περιορισμένη από κάποιον εθελοντή που θέλει να είναι σίγουρος ότι θα πάρουν όλοι ίσες μερίδες. Φυσικά, είναι καλύτερο από να μείνεις πεινασμένος αλλά ο εξευτελισμό είναι τουλάχιστον ισάξιος με το να περιμένεις στην ουρά του μπακάλικου για να πληρώσεις για φαγητό που τουλάχιστον μπορείς να φας όποτε θέλεις. Η αναισθησία που αναπτύσσουμε σε έναν τέτοιον εξευτελισμό, μια αναισθησία που γίνετε εμφανής στις περιπτώσεις που συγκεκριμένοι αναρχικοί επιλέγουν να τρέφονται σε φιλανθρωπίες ενώ μπορούν να κάνουν αλλιώς, δείχνει την έκταση, στην οποία η κοινωνία μας είναι διαποτισμένοι με τέτοιες εξευτελιστικές αντιδράσεις. Κάποιος θα νόμιζε πως οι αναρχικοί θα αρνούνταν όσο περνάει από το χέρι τους τέτοιες αντιδράσεις και θα προσπαθούσαν να δημιουργήσουν αντιδράσεις διαφορετικού είδους με σκοπό  να καταστρέψουν τον εξευτελισμό που επιβάλλεται από την κοινωνία. Αντίθετα, πολλοί δημιουργούν προγράμματα που ενισχύουν αυτόν τον εξευτελισμό.

Και η αλληλεγγύη που νιώθει κάποιος για κάποιον που υποφέρει από φτώχεια επειδή και αυτός ξέρει πως είναι; και η επιθυμία να μοιραστείς φαγητό με άλλους ανθρώπους; Προγράμματα σαν το\” Φαγητό όχι Βόμβες\” δεν εκφράζουν αλληλεγγύη αλλά οίκτο. Το να μοιράζεις μερίδες φαγητού δεν σημαίνει ότι μοιράζεσαι· είναι μια απρόσωπη, ιεραρχημένη  σχέση μεταξύ του κοινωνικού ρόλου του \”ευεργέτη\” και του κοινωνικού ρόλου του \”ευεργετούμενου\”. Η έλλειψη φαντασίας έχει οδηγήσει πολλούς αναρχικούς να αντιμετωπίζουν το ζήτημα της πείνας (το οποίο είναι ένα αφηρημένο ερώτημα για πολλούς) με τον ίδιο τρόπο που το αντιμετωπίζουν οι χριστιανοί ή οι φιλελεύθεροι, δημιουργώντας δομές παράλληλες στις ήδη υπάρχουσες. Όπως είναι αναμενόμενο όταν οι αναρχικοί προσπαθούν να αναλάβουν ένα εγγενώς εξουσιαστικό καθήκον, κάνουν χάλια δουλειά… Γιατί να μην αφήσουμε τη φιλανθρωπία σε αυτούς που δεν έχουν αυταπάτες για αυτήν;  Καλύτερα οι αναρχικοί να βρουν τρόπους  να μοιράζονται ατομικά εάν συγκινούνται τόσο, τρόπους που να ενθαρρύνουν τον αυτοκαθορισμό και όχι την εξάρτηση, την αλληλεγγύη και όχι τον οίκτο.

Δεν υπάρχει τίποτα το αναρχικό στο \”Φαγητό όχι Βόμβες\”. Ακόμα και το όνομα είναι ένα αίτημα προς τις αρχές. Γι\’ αυτό και οι διοργανωτές του συχνά χρησιμοποιούν μεθόδους κοινωνικής ανυπακοής ως μια προσπάθεια να κάνουν έκκληση στο συναίσθημα των κρατούντων για να ταΐσουν και να στεγάσουν τους φτωχούς. Δεν υπάρχει τίποτα σε αυτό το πρόγραμμα που να ενθαρρύνει τον αυτοκαθορισμό. Δεν υπάρχει τίποτα που να ενθαρρύνει τους ευεργετούμενους να αρνηθούν το ρόλο τους και πάρουν αυτό που χρειάζονται χωρίς να ακολουθούν τους κανόνες. Το \”Φαγητό όχι Βόμβες\”, όπως κάθε φιλανθρωπία, ενθαρρύνει αυτούς που ευεργετούνται από αυτήν να παραμείνουν παθητικοί δέκτες παρά να γίνουν δημιουργοί των ζωών τους. Η φιλανθρωπία πρέπει να αναγνωρίζεται ως αυτό που είναι: μια ακόμα όψη του θεσμοθετημένου εξευτελισμού, εγγενή στην οικονομική μας ύπαρξη, που πρέπει να καταστρέψουμε για να ζήσουμε στο έπακρο.

 1. Εδώ εννοείται κακώς οργανωμένη.

2. Οι φιλελεύθεροι στο κείμενο εννοούνται όχι με την οικονομική άλλα τη \”φιλοσοφική\” έννοια.

Άρθρο του Feral Faun από μια συλλογή άρθρων του συγγραφέα, που έστησε το εγχείρημα The Anarchist Library

Πηγή στα αγγλικά: Against Charity, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Το χάος είναι όμορφο

Το χάος έχει κακολογηθεί και συκοφαντηθεί πολύ. Ακόμα και πολλοί αναρχικοί αρνούνται να έχουν σχέσεις με το χάος. Έχει εξισωθεί με το φόνο και την καταστροφή. Και όμως θα έπρεπε να είναι προφανές, πως αυτή είναι η ψευδής προπαγάνδα των δυνάμεων της τάξης. Γιατί η ιστορία της επιβολής της τάξης είναι η ιστορία των πολέμων, των φόνων, των βιασμών, της καταστροφής και της καταπίεσης. Η τάξη και όχι το χάος καταστρέφει επιπόλαια, γιατί το μόνο που θέλει είναι να επιβάλλει τη μορφή της σε όλα τα όντα. Μόνο αυτοί που τολμούν να είναι ενσαρκώσεις του χάους μπορούν να αντισταθούν στη δολοφονική κυριαρχία της τάξης.

Άλλα αν το χάος δεν είναι ο φόνος και η καταστροφή όπως μας έχουν μάθει, τότε τί ακριβώς είναι; Είναι η αταξία; Όχι, γιατί για να υπάρξει αταξία προαπαιτείται η ύπαρξη της τάξης και το χάος είναι πέρα από κάθε τάξη. Η αταξία έρχεται όταν τα σκατώνει η τάξη. Το σύμπαν είναι εκ φύσεως χαοτικό. Όταν κάποιος προσπαθεί να επιβάλλει την τάξη σε κάποιο μικρό μέρος του, η τάξη θα έρθει αναπόφευκτα σε σύγκρουση με το χαοτικό σύμπαν και θα αρχίσει να διαλύεται. Η διάλυση της επιβαλλόμενης τάξης είναι η αταξία.

Όταν δεν ενοχλείται από την τάξη, το χάος φέρνει την ισορροπία. Δεν πρόκειται για την τεχνητή ισορροπία από κλίμακες και βάρη, αλλά για τη ζωντανή, που αλλάζει συνεχώς, ισορροπία ενός άγριου και όμορφου χορού. Είναι θαυμάσιο, είναι μαγικό. Είναι πέρα από κάθε ορισμό και κάθε προσπάθεια να περιγραφεί μπορεί να είναι μόνο μια μεταφορά  που ποτέ δεν πλησιάζει την αληθινή του ομορφιά και ερωτική ενέργεια.

Η ελευθερία μας βασίζεται στο να μάθουμε να είμαστε μέρος του ερωτικού χορού του χάους. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να έρθουμε σε επαφή με τα ζωικά μας ένστικτα, με τις βαθύτερες επιθυμίες μας. Πρέπει να απορρίψουμε κάθε μορφή εξουσίας, εσωτερική και εξωτερική, γιατί καταπιέζει τα ένστικτά μας. Δεν πρέπει να προσπαθούμε να γίνουμε κύριοι των ζωών μας, αλλά να ζήσουμε ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ*, να τερματίσουμε κάθε διαχωρισμό μέσα μας ώστε να ΕΙΜΑΣΤΕ οι ζωές μας.

Με το να απελευθερώνουμε και να απολαμβάνουμε τον εαυτό μας στο τώρα, γινόμαστε μέρος του πανέμορφου χορού του χάους.  Συμμετέχουμε στη μαγική περιπέτεια του να δημιουργήσουμε τον παράδεισο επί γης στο τώρα. Η αιματηρή ιστορία της τάξης σταματάει να είναι η μόνη πραγματικότητα που γνωρίζουμε και αρχίζει να φαίνεται η ομορφιά του χάους. Γιατί το χάος είναι πανέμορφο, είναι η έκσταση του ανδρόγυνου Έρωτα που λάμπει στο σύμπαν.

Από τη μπροσούρα, \”Παραληρήματα, Δοκίμια και Πολεμικές του Feral Faun\” (Chaotic Endeavors, 1987)

1. Η επισήμανση κάποιον λέξεων είναι έργο του συγγραφέα.

Κείμενο του Feral Faun από μια συλλογή έργων του συγγραφέα που έστησε το εγχείρημα The Anarchist Library

Πηγή στα αγγλικά: Feral Faun and other essays, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Κοινωνικός μετασχηματισμός ή κατάργηση της κοινωνίας

Κοινωνία: 1. μια ομάδα ατόμων με κοινά έθιμα, πιστεύω κλπ. ή που ζουν κάτω από την ίδια διοίκηση και που θεωρούνται ότι δημιουργούν μια μοναδική κοινότητα… 3. όλοι οι άνθρωποι όταν θεωρούνται πως δημιουργούν μια κοινότητα όπου ο ένας εξαρτάται από τον άλλο. Webster\’s New World Dictionary

Τίποτα από αυτά που \”γνωρίζουμε\” δε μπορεί να θεωρηθεί σωστό, καμία από τις αντιλήψεις μας για τον κόσμο δεν πρέπει να θεωρείται ιερή και καλά θα κάναμε να τις αμφισβητούμε όλες. Πολλοί αναρχικοί λένε πως θα δημιουργήσουν μια \”νέα\”, \”ελεύθερη\” κοινωνία. Άλλα λίγοι αμφισβητούν την ίδια την κοινωνία. Η αντίληψη της κοινωνίας είναι άμορφη και έτσι είναι δύσκολο να ασχοληθούμε με συγκεκριμένες της πτυχές όπως η διακυβέρνηση, η θρησκεία, ο καπιταλισμός και η τεχνολογία. Είναι τόσο ριζωμένη μέσα μας που το να την αμφισβητούμε μας κάνει να αισθανόμαστε ότι αμφισβητούμε την ίδια μας τη φύση, πράγμα που κάνει ακόμα πιο απαραίτητο το να την αμφισβητήσουμε. Με τον να ελευθερώσουμε τους εαυτούς μας από το χαρακτήρα-πανοπλία που καταπιέζει τις επιθυμίες και τα πάθη μας ίσως και να απαιτήσουμε, όχι το μετασχηματισμό της κοινωνίας άλλα την κατάργησή της. Οι παραπάνω ορισμοί του λεξικού καταδεικνύουν πως η κοινωνία είναι μια μοναδική οντότητα που αποτελείται από άτομα που έχουν σχέση (πιθανής έστω) αλληλεξάρτησης, που δηλαδή δε βρίσκουν την ολοκλήρωση στους εαυτούς τους. Αντιλαμβάνομαι την κοινωνία ως ένα σύστημα σχέσεων μεταξύ ανθρώπων που δρουν ( ή υφίστανται τη δράση) μέσω κοινωνικών ρόλων ώστε να αναπαράγουν το σύστημα και τους εαυτούς τους ως κοινωνικά* υποκείμενα.

Η εξάρτηση των κοινωνικών υποκειμένων δεν είναι το ίδιο με τη βιολογική εξάρτηση των βρεφών. Η βιολογική εξάρτηση σταματάει όταν το παιδί αποκτά επαρκείς κινητικές ικανότητες και το συγχρονισμό της όρασης και των χεριών (περίπου σε ηλικία πέντε ετών). Άλλα μέσα σε αυτά τα πέντε χρόνια, οι κοινωνικές σχέσεις της οικογένειας καταστέλλουν τις επιθυμίες του παιδιού, του ενσταλάζουν το φόβο για τον κόσμο και έτσι βυθίζουν τη δυνατότητα για μια γεμάτη, ελεύθερη και δημιουργική ατομικότητα κάτω από τα στρώματα της πανοπλίας που είναι το κοινωνικό άτομο, κάτω από από τη φυσική εξάρτηση που μας κάνει να κρεμιόμαστε ο ένας από τον άλλον ενώ απεχθανόμαστε ο ένας τον άλλο. Όλες οι κοινωνικές σχέσεις έχουν τη βάση τους στην ανικανότητα που παράγεται από την καταπίεση των παθών και των επιθυμιών μας. Η βάση τους είναι η ανάγκη που νιώθουμε ο ένας για τον άλλο, όχι η επιθυμία που νιώθουμε ο ένας για τον άλλο. Έτσι κάθε κοινωνική σχέση είναι μια σχέση αφεντικού/εργαζόμενου  και γιαυτό φαίνονται πάντα, μέχρι του ενός ή του άλλου σημείου, να είναι σχέσεις αντιπαλότητας είτε μεσώ πειραγμάτων, είτε μέσω λογομαχιών, είτε μέσω κανονικών τσακωμών. Πως μπορούμε να μην απεχθανόμαστε αυτούς που χρησιμοποιούμε και να μη μισούμε αυτούς που μας χρησιμοποιούν;

Η κοινωνία δε μπορεί να υπάρξει χωρίς κοινωνικούς ρόλους και αυτός είναι ο λόγος  που η οικογένεια και η εκπαίδευση σε κάποια μορφή είναι ουσιαστικά κομμάτια της κοινωνίας. Το κοινωνικό άτομο δεν παίζει μόνο έναν κοινωνικό ρόλο άλλα αναμιγνύει πολλούς ρόλους δημιουργώντας το χαρακτήρα-πανοπλία που λανθασμένα θεωρείται \”ατομικότητα\”.

Οι κοινωνικοί ρόλοι είναι τρόποι με τους οποίους τα άτομα ορίζονται από ολόκληρο το σύστημα σχέσεων που ονομάζεται κοινωνία, με σκοπό να αναπαράγουν την κοινωνία. Κάνουν τα άτομα χρήσιμα στην κοινωνία με το να τα κάνουν προβλέψιμα, με το να ορίζουν τις δραστηριότητές τους σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνίας. Οι κοινωνικοί ρόλοι είναι εργασία, με την ευρύτερη έννοια ως δραστηριότητα που αναπαράγει τον κύκλο παραγωγής/κατανάλωσης. Επομένως η κοινωνία είναι η εξημέρωση των ανθρώπων, η μεταμόρφωση πιθανών δημιουργικών, παιχνιδιάρικων, άγριων όντων που μπορούν να συσχετιστούν ελεύθερα σύμφωνα με τις επιθυμίες τους, σε διαστρεβλωμένα όντα που χρησιμοποιούν το ένα το άλλο προσπαθώντας να καλύψουν απεγνωσμένες ανάγκες αλλά που το μόνο που καταφέρνουν είναι η αναπαραγωγή της ανάγκης και του συστήματος που βασίζεται σε αυτή.

\” Σύφιλη σε κάθε είδους αιχμαλωσία, ακόμα και αν είναι για το παγκόσμιο καλό, ακόμα και στον κήπο του Μοντεζούμα με τις πολύτιμες πέτρες.\” Andre Breton

Τα άτομα με ελεύθερο πνεύμα δεν ενδιαφέρονται να συσχετιστούν μέσω κοινωνικών ρόλων. Οι προβλέψιμες, προαποφασισμένες σχέσεις μας προκαλούν ανία και δεν επιθυμούμε να συνεχίσουμε να τις αναπαράγουμε. Είναι αλήθεια ότι προσφέρουν κάποια ασφάλεια, σταθερότητα και (ψευτο-) ζεστασιά αλλά με τι κόστος! Θέλουμε την ελευθερία να δημιουργούμε σχέσεις σύμφωνα με τους  μη καταπιεσμένους πόθους μας, με την ύπαρξη όλων των δυνατοτήτων, με τη φλόγα των απεριόριστων παθών μας. Και μια τέτοια ζωή βρίσκεται έξω από κάθε σύστημα προβλέψιμων, προαποφασισμένων σχέσεων.

 Ένας κόσμος ελεύθερης δημιουργίας σχέσεων από άτομα που δεν καταπιέζονται θα είναι ένας κόσμος ελεύθερος από την κοινωνία. Όλες οι αλληλεπίδρασης θα αποφασίζονται άμεσα. Όλες από τα άτομα που εμπλέκονται σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και όχι από τις αναγκαιότητες ενός κοινωνικού συστήματος. Θα τείνουμε να προκαλούμε έκπληξη, ευχαρίστηση, να θυμώνουμε ο ένας τον άλλο, να εγείρουμε πραγματικό πάθος παρά απλή βαρεμάρα, ικανοποίηση, αηδία και ασφάλεια. Κάθε συνάντηση θα είναι η πιθανότητα μιας καταπληκτικής εμπειρίας η οποία δεν μπορεί να υπάρξει  εκεί που οι περισσότερες σχέσεις δημιουργούνται  με τη μορφή κοινωνικών σχέσεων. Έτσι, αντί να μείνω αιχμάλωτος σε αυτόν τον \” κήπο με τις πολύτιμες πέτρες\” που ονομάζεται κοινωνία, επιλέγω να αγωνιστώ για την κατάργηση της κοινωνίας  και αυτό έχει αρκετές επιπτώσεις στο πως αντιλαμβάνομαι την \”επανάσταση\” (χρειάζεται ένας καλύτερος ορισμός).

Ο αγώνας για το μετασχηματισμό της κοινωνίας είναι ένας αγώνας για την κατάκτηση της εξουσίας, γιατί ο στόχος του είναι το πάρσιμο του ελέγχου του συστήματος των κοινωνικών σχέσεων, δηλαδή της κοινωνίας ( ένα στόχο που θεωρώ μη ρεαλιστικό καθώς το σύστημα είναι πλέον πέρα από τον έλεγχο του οποιουδήποτε). Ως τέτοιος, δε μπορεί να είναι ένας αγώνας του ατόμου. Χρειάζεται μαζική ή ταξική δραστηριότητα. Τα άτομα πρέπει να προσδιορίσουν τους εαυτούς τους ως κοινωνικά όντα, καταπιέζοντας τις ατομικές τους επιθυμίες που δε χωρούν στον \”ανώτερο στόχο\” του κοινωνικού μετασχηματισμού.

 Ο αγώνας για την κατάργηση της κοινωνίας είναι αγώνας για την κατάργηση της εξουσίας. Είναι ουσιαστικά ο αγώνας των ατόμων να ζήσουν ελεύθερα από κοινωνικούς ρόλους και κανόνες, να ζήσουν τις επιθυμίες τους με πάθος, να ζήσουν όλα τα καταπληκτικά πράγματα που μπορούν να φανταστούν. Οι ομαδικές δράσεις και αγώνες είναι κομμάτι αυτού του αγώνα, αλλά προέρχονται από τους τρόπους που οι επιθυμίες τον ατόμων ενισχύονται και διαλύονται όταν αρχίζουν να πνίγουν τα άτομα. Το μονοπάτι αυτού του αγώνα δε μπορεί να χαρτογραφηθεί γιατί η βάση του είναι η σύγκρουση μεταξύ των επιθυμιών του ατόμου με ελεύθερο πνεύμα και των απαιτήσεων της κοινωνίας. Αλλά αναλύσεις των τρόπων που η κοινωνία μας πλάθει** και των αποτυχιών και επιτυχιών των προηγούμενων εξεγέρσεων μπορούν να γίνουν.

Οι τακτικές που χρησιμοποιούνται ενάντια στην κοινωνία είναι όσες και τα άτομα που συμμετέχουν άλλα όλοι μοιράζονται το στόχο της υπονόμευσης  του κοινωνικού ελέγχου και καθορισμού και της απελευθέρωσης των ατομικών επιθυμιών και παθών. Η απροβλεψιμότητα του χιούμορ και του παιχνιδιού είναι ουσιαστική, δημιουργώντας ένα Διονυσιακό χάος. Παίζοντας με τους κοινωνικούς ρόλους με τρόπο που να υπονομεύει την κοινωνική τους χρησιμότητα, που τους αντιστρέφει, είναι μια αξιόλογη πρακτική. Ας αντιμετωπίσουμε την κοινωνία με τους εαυτούς μας, τις μοναδικές επιθυμίες και τους μοναδικούς πόθους μας, σε μια λογική ότι δεν πρόκειται να ενδώσουμε σε αυτήν η να επικεντρώσουμε σε αυτήν τις δραστηριότητές μας, αλλά ότι πρόκειται να ζήσουμε με τους δικούς μας όρους.

Η κοινωνία δεν είναι μια ουδέτερη δύναμη. Οι κοινωνικές σχέσεις υπάρχουν μόνο μέσω της καταπίεσης των πραγματικών επιθυμιών και πόθων των ατόμων, μέσω της καταστολής όλων αυτών των πραγμάτων που κάνουν πιθανή τη δημιουργία ελεύθερων σχέσεων. Κοινωνία σημαίνει εξημέρωση, η μεταμόρφωση των ατόμων σε χρηστική αξία και του ελεύθερου παιχνιδιού σε εργασία. Η δημιουργία ελεύθερων σχέσεων μεταξύ των ατόμων που αρνούνται και αντιστέκονται στην εξημέρωση υπονομεύει όλη την κοινωνία και ανοίγει όλες τις δυνατότητες. Και για αυτούς που θεωρούν ότι μπορούν να φτάσουν στην ελευθερία με μια απλή κοινωνική επανάσταση, δανείζομαι τα λόγια του Renzo Novatore:

\”Εσείς περιμένετε την Επανάσταση! Ας είναι! Η δική μου έχει ξεκινήσει προ καιρού! Όταν θα είστε έτοιμοι- Θεέ μου τι μεγάλη αναμονή!- δε θα μου προκαλεί αποστροφή το να μοιραστώ μαζί σας ένα μέρος δρόμου.Άλλα όταν θα σταματήσετε, εγώ θα συνεχίσω την τρελή και θριαμβευτική μου πορεία προς τη μεγαλειώδη και υπέρτατη κατάκτηση του Τίποτα!\”***

1. Η έντονη υπογράμμιση κάποιων λέξεων είναι έργο του συγγραφέα.

2. Στα αγγλικά χρησιμοποιείται η λέξη \”mold\” που εκτός από πλάθω σημαίνει και μουχλιάζω.

3. Από το έργο του Renzo Novatore με τίτλο \”Ο Εικονοκλαστικός Ατομικισμός μου\”

 Πρόκειται για άρθρο του Feral Faun,το οποίο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Anarchy: A Joyrnal of Desire Armed (τεύχος 25), το καλοκαίρι του 1990.

Πηγή στα αγγλικά: Social transformation- or the abolition of society, antipolitics.net

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

Οι μπάτσοι μέσα στα κεφάλια μας

Μερικές σημειώσεις για την αναρχία και την ηθική

Στα ταξίδια μου τους τελευταίους μήνες, συζήτησα με πολλούς αναρχικούς που αντιλαμβάνονται την αναρχία σαν μια ηθική αρχή.  Κάποιοι το πάνε τόσο μακριά  ώστε να μιλάνε για την αναρχία σαν να ήταν κάποια θεότητα στην οποία έχουν αφιερώσει τους εαυτούς τους, ενισχύοντας την αίσθηση μου ότι αυτοί που θέλουν πραγματικά να βιώσουν την αναρχία  πρέπει μάλλον να πάρουν διαζύγιο από τον αναρχισμό.

Η πιο συνήθης από τις ηθικές αντιλήψεις σχετικά με την αναρχία που άκουσα, όριζε την αναρχία ως μια ηθικοποιημένη άρνηση της χρήσης βίας, για να την επιβολή της θέλησης κάποιου πάνω στους άλλους.  Αυτή η αντίληψη φέρει κάποιες περιπλοκές που δε μπορώ να δεχθώ. Υπονοεί ότι η κυριαρχία είναι κυρίως θέμα προσωπικών ηθικών αποφάσεων παρά θέμα κοινωνικών ρόλων και σχέσεων, ότι είμαστε όλοι σε ισάξια θέση να ασκήσουμε κυριαρχία και ότι χρειάζεται να αυτοπειθαρχήσουμε για να εμποδίσουμε τους εαυτούς μας να πράξουν έτσι. Αν η κυριαρχία είναι θέμα κοινωνικών ρόλων και σχέσεων αυτή η αντίληψη είναι παράλογη, ούσα τίποτα άλλο από έναν τρόπο να διαχωρίζεται το πολιτικά ορθό (οι εκλεγμένοι) από το πολιτικά λάθος (οι καταραμένοι). Αυτή η αντίληψη της αναρχίας βάζει τους αναρχικούς εξεγερμένους σε μια θέση ακόμα μεγαλύτερης αδυναμίας σε έναν ήδη μονόπατο αγώνα ενάντια στην εξουσία. Όλες οι μορφές βίας ενάντια σε ανθρώπους και περιουσίες, οι γενικές απεργίες, η κλοπή ακόμα και οι εξημερωμένες ενέργειες όπως η κοινωνική ανυπακοή συνιστούν μια χρήση βίας για να επιβάλλει κάποιος τη θέληση του. Το να αρνείσαι την επιβολή της θέλησης σημαίνει να γίνεις τελείως παθητικός- ένας σκλάβος. Αυτή η αντίληψη της αναρχίας την κάνει έναν κανόνα που ελέγχει τις ζωές μας και αυτό είναι κάτι οξύμωρο.

Η προσπάθεια να δημιουργηθεί μια ηθική αρχή από την αναρχία διαστρεβλώνει τη σημασία της. Η αναρχία περιγράφει μια συγκεκριμένη κατάσταση  κατά την οποία είτε δεν υπάρχει εξουσία είτε η δύναμη της  να ελέγχει συναντά την άρνηση. Μια τέτοια κατάσταση δεν εγγυάται τίποτα-ούτε καν τη συνέχεια ύπαρξης αυτής της κατάστασης, ανοίγει όμως την πιθανότητα για τον καθένα από μας να αρχίσει να δημιουργεί τη ζωή του σύμφωνα με τις δικιές του επιθυμίες και πάθη και όχι σύμφωνα με τους κοινωνικούς ρόλους και  τις απαιτήσεις της κοινωνικής τάξης. Η αναρχία δεν είναι ο στόχος της επανάστασης· είναι η κατάσταση που κάνει πιθανή τη μόνη μορφή επανάστασης που με ενδιαφέρει- μια εξέγερση ατόμων με σκοπό να δημιουργήσουν τα ίδια τις ζωές τους και να καταστρέψουν ότι μπαίνει στο δρόμο τους. Είναι μια κατάσταση ελεύθερη από ηθικές ενοχές, που παρουσιάζει στον καθένα από μας την πρόκληση να ζήσουμε τις ζωές μας χωρίς περιορισμούς.

Εφόσον η αναρχία είναι μια ανήθικη κατάσταση, η ιδέα μιας αναρχικής ηθικής είναι εξαιρετικά ύποπτη. Η ηθική είναι ένα αξιακό σύστημα που ορίζει τη σωστή και λάθος συμπεριφορά.  Υπαινίσσεται την ύπαρξη κάτι απόλυτου εκτός των ατόμων, σύμφωνα με το οποίο πρέπει να ορίζουν τους εαυτούς τους, μία κανονικότητα όλων των ανθρώπων που κάνει συγκεκριμένες αρχές εφαρμόσιμες από όλους.

Δεν επιθυμώ να μιλήσω για \”την κανονικότητα όλων των ανθρώπων\” σε αυτό το άρθρο: Η τωρινή μου θέση είναι πως σε οτιδήποτε και αν βασίζεται η ηθική, πάντα υπάρχει εκτός και πάνω από το ζωντανό άτομο. Η βάση της ηθικής είτε είναι ο θεός, είτε ο πατριωτισμός, είτε η ανθρωπότητα, είτε οι παραγωγικές ανάγκες, είτε ο φυσικό νόμος, \”η Γη\”, η αναρχία ή ακόμα και \”το άτομο\” ως αρχή, είναι μια αφηρημένη ιδέα που κυριαρχεί πάνω ΜΑΣ.  Η ηθική είναι μια μορφή εξουσίας και θα υπονομευτεί από μια αναρχική κατάσταση αν αυτή η κατάσταση θέλει να διαρκέσει.

Η ηθική και η κρίση* πάνε χέρι-χέρι. Η κριτική- ακόμα και η άγρια, σκληρή κριτική- είναι ουσιαστική για να ακονίσουμε την εξεγερσιακή μας ανάλυση και πρακτική, αλλά η κρίση πρέπει να εξαφανιστεί τελείως. Η κρίση κατηγοριοποιεί τους ανθρώπους σε ένοχους και αθώους- και η ενοχή είναι ένα από τα πιο σοβαρά όπλα της καταστολής. Όταν κρίνουμε και καταδικάζουμε τους εαυτούς μας ή κάποιον άλλον, καταστέλλουμε την εξέγερση- αυτός είναι ο σκοπός της ενοχής.  ( Αυτό δε σημαίνει ότι \”δε θα έπρεπε να μισούμε\”  ή να θέλουμε να σκοτώσουμε κάποιον- θα ήταν παράλογο να δημιουργήσουμε μια \”ανήθικη\” ηθική, αλλά το μίσος μας πρέπει να αναγνωρίζεται σαν προσωπικό πάθος και όχι να ορίζεται από ηθικούς όρους). Η ριζοσπαστική κριτική προβάλλει από αληθινές εμπειρίες, πράξεις, πάθη και επιθυμίες και στοχεύει την απελευθερωτική εξεγερσιακή κατάσταση. Η κρίση πηγάζει από αρχές και ιδανικά που βρίσκονται πάνω από εμάς· στοχεύει να μας σκλαβώσει σε αυτά τα ιδανικά. Όπου αναπτύχθηκαν αναρχικές καταστάσεις, η κρίση συχνά προσωρινά εξαφανιζόταν, απελευθερώνοντας τους ανθρώπους από την ενοχή- όπως σε συγκεκριμένες εξεγέρσεις όπου άνθρωποι κάθε είδους λεηλάτησαν μαζί σε ένα χαρούμενο πνεύμα παρ\’ όλο που σε όλη τους τη ζωή είχαν διδαχθεί να σέβονται την ιδιοκτησία.  Η ηθική προαπαιτεί την ενοχή· η ελευθερία προαπαιτεί την καταστροφή της ενοχής.

Ένας ντανταϊστής είπε κάποτε:  \” Το να κυβερνόμαστε από ηθικές αξίες… έκανε αδύνατον για εμάς να είμαστε οτιδήποτε άλλο παρά παθητικοί μπροστά στο μπάτσο· αυτή είναι η αιτία της σκλαβιάς μας.\” Σίγουρα, η ηθική είναι πηγή παθητικότητας. Έχω ακούσει για πολλές περιπτώσεις στις οποίες αρκετά μεγάλης έκτασης αναρχικές καταστάσεις άρχισαν να αναπτύσσονται και έχω ζήσει κάποιες πιο μικρή έκτασης, αλλά σε κάθε μία από αυτές η ενέργεια σπαταλήθηκε και οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες σε αυτές γύρισαν στις μη-ζωές που ζούσαν πριν τις εξεγέρσεις. Αυτά τα γεγονότα δείχνουν πως, παρ\’ όλη την έκταση την οποία έχει η διείσδυση του κοινωνικού ελέγχου στις ζωές μας, μπορούμε να ελευθερωθούμε. Άλλα οι μπάτσοι στα κεφάλια μας- η ηθική, η ενοχή και φόβος- πρέπει να αντιμετωπιστούν. Κάθε ηθικό σύστημα, όσους  ισχυρισμούς για το αντίθετο και να κάνει, βάζει όρια στις πιθανότητες που μας είναι διαθέσιμες, συστέλλει τις επιθυμίες μας· και αυτά τα όρια δεν βασίζονται στις πραγματικές μας ικανότητες, άλλα σε αφηρημένες ιδέες που μας εμποδίζουν να εξερευνήσουμε την πλήρη έκταση των ικανοτήτων μας. Όταν ξεπρόβαλαν αναρχικές καταστάσεις στο παρελθόν, οι μπάτσοι στα κεφάλια των ανθρώπων- ο βαθιά ριζωμένος φόβος, η ηθική και η ενοχή- τρόμαζαν τους ανθρώπους κρατώντας τους αρκετά εξημερωμένους ώστε να οπισθοχωρούν στην ασφάλεια των κελιών τους  και η αναρχική κατάσταση να εξαφανίζεται.

Αυτό είναι σημαντικό γιατί οι αναρχικές καταστάσεις δεν εμφανίζονται έτσι απλά από το πουθενά- πηγάζουν από τις πράξεις ανθρώπων μπουχτισμένων από τις ζωές τους. Είναι πιθανό ο καθένας από εμάς  να δημιουργήσει μια τέτοια κατάσταση οποιαδήποτε στιγμή. Συχνά αυτό θα ήταν τακτικά ανόητο αλλά η δυνατότητα υπάρχει. Και όμως φαίνεται όλοι να περιμένουμε υπομονετικά τις αναρχικές καταστάσεις να πέσουν από τον ουρανό και όταν αυτές ξεσπούν δε μπορούμε να τις συνεχίσουμε. Ακόμα και εκείνοι από εμάς που έχουν απορρίψει συνειδητά την ηθική, βρίσκουμε τους εαυτούς μας να διστάζουν, να σταματούν για να ελέγξουν  κάθε πράξη, να φοβούνται τους μπάτσους ακόμα και όταν δεν υπάρχουν τριγύρω. Η ηθική, η ενοχή και ο φόβος λειτουργούν ως μπάτσοι στα κεφάλια μας, καταστρέφοντας τον αυθορμητισμό μας, την αγριάδα μας, τη δυνατότητα μας να ζήσουμε τη ζωή μας στο έπακρο.

Οι μπάτσοι στο κεφάλι μας θα συνεχίσουν να καταστέλλουν την εξεγερσιακή μας διάθεση μέχρι να μάθουμε να παίρνουμε ρίσκα. Δε λέω πως πρέπει να είμαστε ανόητοι- η φυλακή δεν είναι μια αναρχική ή απελευθερωτική κατάσταση, αλλά χωρίς ρίσκο δεν υπάρχει περιπέτεια, δεν υπάρχει ζωή. Η αφ\’ εαυτού δραστηριότητα- η δραστηριότητα που πηγάζει από τα πάθη και τις επιθυμίες μας και όχι από τις προσπάθειες να συμμορφωθούμε σε συγκεκριμένες αρχές και ιδανικά, να ταιριάξουμε σε κάποια ομάδα (συμπεριλαμβανομένων  των \”αναρχικών\”) είναι αυτό που μπορεί να δημιουργήσει μια κατάσταση αναρχίας,  αυτό που μπορεί να ανοίξει ένα κόσμο από δυνατότητες, στον οποίο μας περιορίζουν μόνο οι ικανότητές μας. Το να μάθουμε να εκφράζουμε ελεύθερα τα πάθη μας- μία ικανότητα που αποκτάται μόνο με το να πράττεις αντίστοιχα-  είναι κάτι ουσιαστικό. Όταν νιώθουμε αηδία, θυμό, χαρά, επιθυμία, λύπη, αγάπη, μίσος πρέπει να τα εκφράζουμε. Δεν είναι εύκολο. Τις περισσότερες φορές, βλέπω τον εαυτό μου να ταιριάζει στον κατάλληλο κοινωνικό ρόλο σε καταστάσεις που θα ήθελα να εκφράσω κάτι διαφορετικό. Μπαίνω σε ένα μαγαζί νιώθοντας αηδία για ολόκληρη τη διαδικασία οικονομικών σχέσεων και παρ\’ όλα αυτά ευχαριστώ τον ταμία που με υπέβαλλε σε αυτή τη διαδικασία. Όταν το κάνω συνειδητά, σαν κάλυψη για shoplifting, έχει πλάκα, χρησιμοποιώ το μυαλό μου για να πάρω αυτό που θέλω· αλλά είναι μια βαθιά ριζωμένη αντίδραση- ένα μπάτσος στο κεφάλι μου. Βελτιώνομαι, αλλά έχω ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μου. Όλο και περισσότερο, προσπαθώ να συμπεριφέρομαι σύμφωνα με τις ιδιοτροπίες μου, τις αυθόρμητες ορμές μου χωρίς να με νοιάζει τι σκέφτονται οι άλλοι για μένα. Αυτή είναι μια αφ΄εαυτού δραστηριότητα- η δραστηριότητα που πηγάζει από τα πάθη και τις επιθυμίες, από την καταπιεσμένη φαντασία μας, τη μοναδική δημιουργικότητά μας. Σίγουρα το να ακολουθούμε την υποκειμενικότητα μας με αυτόν τον τρόπο, να ζούμε για τους εαυτούς μας μπορεί να μας οδηγήσει σε λάθη , αλλά ποτέ σε λάθη που μπορούν να συγκριθούν με το λάθος να δέχεσαι μια ύπαρξη-ζόμπι που δημιουργεί η υπακοή στη εξουσία, την ηθική, τους κανόνες και τις ανώτερες δυνάμεις. Ζωή χωρίς ρίσκα, χωρίς την πιθανότητα λαθών, δεν είναι ζωή. Μόνο με το να παίρνουμε το ρίσκο αψηφώντας κάθε εξουσία και ζώντας για τους εαυτούς μας θα μπορέσουμε να ζήσουμε τη ζωή μας στο έπακρο.

Δε θέλω περιορισμούς στη ζωή μου· θέλω όλες τις δυνατότητες ανοιχτές για να μπορώ να δημιουργήσω τη ζωή μου για μένα κάθε στιγμή. Αυτό σημαίνει πως διαλύω όλους τους κοινωνικούς ρόλους και καταστρέφω την ηθική. Όταν ένας αναρχικό ή οποιοσδήποτε ριζοσπάστης αρχίζει να μου κηρύσσει τις ηθικές του αρχές, είτε εναντίον του εξαναγκασμού, είτε για τη βαθιά οικολογία, είτε για τον κομμουνισμό, είτε για το μιλιταρισμό**, ακόμα και για την \”απόλαυση\” που προαπαιτεί ιδεολογία, ακούω ένα μπάτσο ή ένα παπά και δεν επιθυμώ να έχω σχέση με μπάτσους και παπάδες, εκτός αν είναι για να τους προκαλέσω.  Αγωνίζομαι για να δημιουργήσω μια κατάσταση στην οποία μπορώ να ζω ελεύθερα, που να μπορώ να είμαι όσα θέλω να είμαι, σε ένα κόσμο ελεύθερων ατόμων με τα οποία μπορώ να συσχετιστώ με βάση τις επιθυμίες μας χωρίς περιορισμούς. Έχω αρκετούς μπάτσους στο κεφάλι μου- όπως και στους δρόμους- για να ασχοληθώ και δε μπορώ να ασχοληθώ και με τους μπάτσους της αναρχικής και ριζοσπαστικής ηθικής. Η αναρχία και η ηθική είναι αντίθετες έννοιες και κάθε αποτελεσματική εναντίωση στην εξουσία θα πρέπει να εναντιωθεί στην ηθική και να εξαλείψει τους μπάτσους στα κεφάλια μας.

1. Στα αγγλικά χρησιμοποιείται η λέξη judgement.

2. Η αγγλική λέξη που χρησιμοποιείτε είναι ο όρος militantism, που δυστυχώς δεν έχει αποδοθεί ακριβώς ακόμα στα ελληνικά.

Το άρθρο γράφτηκε από τον Feral Faun και εκδόθηκε στην περιοδική έκδοση Anarchy: A Journal of Desire Armed (τεύχος 24) το Μάρτιο-Απρίλιο του 1990.

Πηγή στα αγγλικά: The Cops In Our Heads

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum