Δήλωση που κατέθεσε ο Νικόλα Γκάι στο δικαστήριο της Γένοβας την 30ή Οκτώβρη 2013, στο πλαίσιο συντομευμένης διαδικασίας:
«Κανείς δεν μπορεί να με κρίνει
Ούτε καν εσύ
Σε πονάει η αλήθεια, το ξέρω»
Κατερίνα Καζέλλι
Ας διατυπώσω λίγα λόγια για να καταθέσω μερικά απλά γεγονότα προτού εδραιωθεί η «αλήθεια» απ’ τα δικαστικά όργανα. Σε περίπτωση που δεν είναι ήδη σαφές, να πω ότι χρησιμοποιώ τον όρο «αλήθεια» με ειρωνική χροιά, καθώς στην πραγματικότητα δεν αναγνωρίζω κανένα δικαστήριο πέρα απ’ την ίδια μου τη συνείδηση. Οι μόνοι υπεύθυνοι για ό,τι συνέβη στη Γένοβα στις 7 Μάη 2012 είμαστε εγώ και ο Αλφρέντο. Κανένας και καμία απ’ τα φιλικά μας πρόσωπα ή τα συντρόφια μας δεν ήξερε τι σχεδιάζαμε και τι πραγματώσαμε στη συνέχεια. Όσο βαθιά και να σκάψετε μες στις ζωές και στις σχέσεις μας μπας και βρείτε συνεργούς στο «έγκλημα», δεν πρόκειται να εισφέρετε οποιεσδήποτε αποδείξεις περί του αντιθέτου· βέβαια θα το προσπαθήσετε, αλλά σ’ αυτή την περίπτωση δε θα μπορέσετε παρά ν’ αμολήσετε ψέματα σε μια προσπάθεια να παγιδεύσετε εχθρούς του υπάρχοντος. Καταλαβαίνω ότι δεν είναι εύκολο σ’ αυτούς που έχουνε αφιερώσει όλη τους τη ζωή στην υπηρεσία της εξουσίας να χωνέψουν την ιδέα ότι δύο άτομα, οπλισμένα μονάχα με την αποφασιστικότητά τους, μπορούν να βάλουνε μπρος μιαν απόπειρα να μπλοκάρουν τα γρανάζια του τεχνοβιομηχανικού συστήματος αντί να πειθαρχήσουν και να τους ρίξουνε λάδι για να γυρίζουν, μα τι να κάνουμε, ακριβώς έτσι έχει το πράγμα. Για χρόνια υπήρξα μάρτυρας της συστηματικής καταστροφής της φύσης και οποιασδήποτε πτυχής κάνει τη ζωή ν’ αξίζει να τη ζει κανείς, μιας καταστροφής που διεξάγεται απ’ την τεχνολογική ανάπτυξη, της οποίας δεν παύουν ποτέ να πλέκουνε το εγκώμιο. Χρόνια και χρόνια παρατηρούσα μ’ ενδιαφέρον, μα πάντοτε ως θεατής, τις εμπειρίες εκείνων των εξεγερμένων που, ακόμη και σ’ αυτόν το φαινομενικά ειρηνευμένο κόσμο, συνέχιζαν να έχουνε ψηλά το κεφάλι επιβεβαιώνοντας τη δυνατότητα μιας ελεύθερης και άγριας ζωής.
Μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα, όταν ο Αλφρέντο μου πρότεινε να τον βοηθήσω στην πραγμάτωση μιας ενέργειας κατά του πυρηνικού μηχανικού Ρομπέρτο Αντινόλφι, δέχτηκα χωρίς δισταγμό. Επιτέλους μπορούσα να εκδηλώσω έμπρακτα την άρνησή μου απέναντι στο τεχνοβιομηχανικό σύστημα και να βάλω ένα τέλος στη συμμετοχή μου σε συμβολικές διαμαρτυρίες, οι οποίες πάρα πολύ συχνά αποτελούνε επιδείξεις ανημποριάς και τίποτα περισσότερο. Όποιος ή όποια έχει την παραμικρή νοημοσύνη δε γίνεται να τρέφει αυταπάτες ότι το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος ή τα καραγκιοζιλίκια κάποιου γκουρού της πράσινης οικονομίας μπορούνε να διαγράψουν, έτσι από μόνα τους, τις εγγενώς πιο επιζήμιες πτυχές του κόσμου όπου είμαστε εξαναγκασμένοι να ζούμε. Όποιος ή όποια το θέλει, είναι σε θέση να δει ότι η Finmeccanica με τη θυγατρική της Ansaldo Nucleare εξακολουθούν να παράγουν όπλα μαζικής καταστροφής· απλώς το κάνουνε εκτός των ιταλικών συνόρων – λες και η ακτινοβολία σέβεται αυτούς τους άθλιους φραγμούς. Στη Ρουμανία (στην Τσερναντόβα, γδαρμένη περιοχή που είναι κυρίως γνωστή για τ’ αμέτρητα περιστατικά σε πυρηνικό εργοστάσιό της), στη Σλοβακία και στην Ουκρανία, για να αναφερθώ μόνο στις πιο πρόσφατες και άμεσες επενδύσεις, η Ansaldo Nucleare συνεχίζει να σκορπά το θάνατο και να συμβάλλει στην καταστροφή της φύσης. Εξίσου προφανές θα πρέπει να ’ναι σε όλους κι όλες το γεγονός ότι, με άλλους 190 πυρηνικούς σταθμούς μοναχά στην Ευρώπη, το ερώτημα δεν είναι αν άλλο ένα Τσερνόμπιλ μπορεί να συμβεί αλλά πότε θα συμβεί. Κι επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτά τα τερατουργήματα δε σκοτώνουνε μονάχα όταν βρίσκονται σε λειτουργία, αλλά δολοφονούνε και με τα πυρηνικά τους απόβλητα, που μεταφέρονται μπρος και πίσω σ’ όλη την Ευρώπη, χωρίς κανείς να ξέρει πραγματικά τι να κάνει με δαύτα. Πυρηνικά απόβλητα απ’ τους ιταλικούς σταθμούς παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, οι οποίοι έκλεισαν προ δεκαετιών, τώρα μεταφέρονται στη Γαλλία προκειμένου να γίνουν «ασφαλή»: αντλούνε καύσιμο απ’ αυτά, το οποίο διοχετεύουν σε άλλους αντιδραστήρες, καθώς επίσης κάμποσα κιλά πλουτωνίου που μπορεί μονάχα να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή βομβών (το λέω απλά για να υπενθυμίσω ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ στρατιωτικής και αστικής-πολιτικής χρήσης όσον αφορά τα πυρηνικά), κι έπειτα τ’ απόβλητα στέλνονται πίσω εξίσου επικίνδυνα όσο ήταν και πρωτύτερα. Ως προς το ζήτημα αυτό, πάλι, ποιος ξέρει τι θα κάνουνε οι Αμερικανοί με το ουράνιο που μεταφέρθηκε αυτό το καλοκαίρι στις ΗΠΑ κρυφά από ένα χώρο εναπόθεσης πυρηνικών αποβλήτων στην ιταλική περιφέρεια της Μπαζιλικάτα… Θα μπορούσα να μιλάω για ώρες σχετικά με τη ζημία και την καταστροφή που ’χει προκληθεί απ’ την πυρηνική ενέργεια, να φέρω αμέτρητα παραδείγματα, να καταπιαστώ με ό,τι συμβαίνει τώρα στη Φουκουσίμα της Ιαπωνίας (όπου μερικοί μερικοί ισχυρίζονται πως δεν προκλήθηκαν θάνατοι απ’ τον πυρηνικό σταθμό…), αλλά δεν είμαι εδώ πέρα για να γυρέψω δικαιολογίες. Ίσως η πυρηνική ενέργεια να είναι το μοναδικό στοιχείο αυτού του πολιτισμένου κόσμου όπου ο παραλογισμός και το τερατούργημα του τεχνοβιομηχανικού συστήματος μπορεί να γίνει κατανοητό απ’ τον καθέναν και την καθεμιά, ωστόσο αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι στο βωμό της τεχνολογικής ανάπτυξης θυσιάζουμε κάθε περιφρούρηση της ατομικής μας ελευθερίας και της ευκαιρίας να ζήσουμε μια ζωή που ν’ αξίζει να βιωθεί. Τώρα εναπόκειται σε καθέναν και καθεμία από μας ν’ αποφασίσει αν θέλει να είναι πειθήνιο υποκείμενο ή να προσπαθήσει να ζήσει, εδώ και τώρα, την άρνηση του υπάρχοντος. Εγώ την έκανα την επιλογή μου, με χαρά και δίχως τύψεις.
Εμείς θα βγούμε από ’δώ μέσα χαρακτηρισμένοι ως τρομοκράτες, και το αστείο είναι πως μπορείτε να το πείτε αυτό δίχως να αισθάνεστε πως γίνεστε ρεντίκολο: το λέει ο ποινικός κώδικας. Ένα πράγμα είναι σίγουρο, ότι οι λέξεις έχουν χάσει ολότελα το νόημά τους· αν είμαστε εμείς τρομοκράτες, τότε πώς θ’ αποκαλούσατε όσους παράγουν όπλα, συστήματα εντοπισμού στόχων για πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη, μαχητικά-βομβαρδιστικά αεροπλάνα, εξοπλιστικά για το κυνήγι ανθρώπων που προσπαθούν να διασχίσουνε τα σύνορα, σταθμούς πυρηνικής ενέργειας, όσους είναι εφάμιλλοι με ένστολους φονιάδες και διαβόητους δικτάτορες· με άλλα λόγια, πώς θα ορίζατε τη Finmeccanica; Στα σίγουρα οι εντολείς σας δεν έχουν ούτε ίχνος φαντασίας, μιας και προκειμένου να διαλύσουν τις όποιες αμφιβολίες εγείρονται αναφορικά με τις πραγματικές λειτουργίες του εν λόγω ομίλου διορίσανε πρόσφατα γενικό κουμάντο της Finmeccanica τον πρώην αστυνομικό διευθυντή Τζάννι Ντε Τζεννάρο: δεδομένης της ευθύνης του για τους βασανισμούς στα κρατητήρια του Μπολτσανέτο και για το μακελειό στο σχολείο Ντιάζ την περίοδο της συνόδου της G8 στη Γένοβα το 2001, όταν ο ίδιος ήταν αρχηγός της αστυνομίας, εύλογα σκεφτήκανε πως ήταν ο σωστός άνθρωπος στη σωστή θέση.
Για να επανέλθω στο λόγο που καταθέτω τούτη τη δήλωση, θα ’θελα να κάνω ορισμένες διευκρινίσεις σχετικά με τη «λαμπρή» επιχείρηση που οδήγησε στη σύλληψή μας. Ποιος ξέρει πόσες χειραψίες και χτυπήματα στην πλάτη ανταλλάξανε τα πανούργα λαγωνικά που καταφέρανε ν’ αξιοποιήσουν το μοναδικό μα κρίσιμο λάθος που κάναμε, σφάλμα που οφείλεται στην απειρία μας και στην άμεση αναγκαιότητα να κάνουμε κάτι μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα. Στην ουσία δεν προσέξαμε μία κάμερα τηλεπαρακολούθησης που ’χει τοποθετήσει ο πλήρης ζήλου ιδιοκτήτης ενός μπαρ για να προστατεύει τα σάντουιτς που πουλάει. Δυστυχώς για μας, δεν πήραμε πρέφα την κάμερα ενόσω μελετούσαμε τη διαδρομή από το σημείο όπου εγκαταλείψαμε το μοτοσακό ως τη στάση όπου αλλάξαμε λεωφορεία, μέχρι που φτάσαμε στα περίχωρα της πόλης προς την κατεύθυνση του Αρεντσάνο, όπου ήταν σταθμευμένο το αυτοκίνητό μου, το οποίο χρησιμοποιήσαμε για να πάμε στη Γένοβα και να φύγουμε απ’ την περιοχή. Για να πω όλη την αλήθεια, η κάμερα δεν ήταν το μόνο λάθος μας, διότι χάσαμε επίσης πολύτιμες στιγμές όταν διαφεύγαμε απ’ τον τόπο της δράσης, καθώς παραλύσαμε στο άκουσμα της λυσσασμένης κραυγής του μαθητευόμενου μάγου της διάσπασης του ατόμου: «Μπάσταρδοι!… Ξέρω ποιος σας έστειλε!» Δεν το ’χω να προβώ σε εικασίες σχετικά με τη σημασία αυτής της φράσης, ούτε η στιγμή ευνοεί ήρεμους συλλογισμούς, ούτε κι έχω το συνήθειο να χτίζω κάστρα στον αέρα από τα λόγια που εκφέρει κάποιο άλλο πρόσωπο, αλλά προσωπικά συμπέρανα ότι είχαμε βάλει τα χέρια μας μέσα σ’ ένα σωρό από σκατά. Καθετί άλλο που επιστρατεύτηκε για να δικαιολογήσει την κράτησή μας, είτε είναι διαστρεβλωμένο είτε απλά λαθεμένο. Το διαβόητο απόσπασμα των υποκλοπών για την «πιστόλα», όπου φέρομαι να δήλωσα ότι έριξα εγώ τη βολή, είναι εντελώς ακατάληπτο. Τώρα πια δεν έχει καν νόημα να κληθούν εμπειρογνώμονες να τ’ αναλύσουν, πάντως όμως επειδή είχα τα χέρια μου στο τιμόνι του μοτοποδηλάτου θα ήταν αδύνατο να βαστάω και το πιστόλι, ακριβώς όπως μου φαίνεται λογικά ασυνάρτητο ότι τάχα θα το έλεγα αυτό στο συγκεκριμένο άτομο που είχε συμμετάσχει στη δράση μαζί μου, δηλαδή στον Αλφρέντο. Όσο για τον εκτυπωτή που κατασχέθηκε απ’ το σπίτι των γονιών μου, και το εγκληματολογικό εργαστήριο της αστυνομίας υποστήριξε πως ήταν ο ίδιος που χρησιμοποιήθηκε για την εκτύπωση του φυλλαδίου της προκήρυξης, τι να πει κανείς πέρα από το γεγονός ότι εγώ αγόρασα τον υπολογιστή και τον εκτυπωτή, και τους καταστρέψαμε και τους δυο μετά τη σχετική χρήση – ας σημειωθεί κιόλας ότι, αφότου το δικαστικό συμβούλιο της επανεξέτασης επικύρωσε την προφυλάκισή μας, ακόμη και οι επιστήμονες της Μονάδας Επιστημονικών Ερευνών (RIS) διακρίβωσαν ότι ο κατασχεμένος εκτυπωτής πιθανότατα δεν ήταν αυτός που χρησιμοποιήθηκε για την προκήρυξη. Όσον αφορά την κλοπή του μοτοποδηλάτου, για την οποία κατηγορούμαστε εμείς οι δυο μαζί με άγνωστους φαντομάδες, τα πράγματα είναι λιγότερο πολύπλοκα απ’ όσο προσπαθείτε σεις να τ’ ανασκευάσετε. Τριγυρίσαμε στην πόλη προσπαθώντας να βρούμε άκρη στο πρόβλημα, γιατί δεν είχαμε καμία εμπειρία σε αυτού του είδους την πρακτική. Ως γνωστόν η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς, κι έτσι στην ευχάριστη τοποθεσία του Μπολτσανέτο πέσαμε πάνω σ’ ένα σκούτερ με τα κλειδιά ακόμα στη μίζα. Τσακώσαμε τα κλειδιά κι αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στο σημείο λίγες μέρες μετά, έχοντας μαζί κι ένα κράνος. Το μηχανάκι ήταν ακόμα στο ίδιο μέρος, κι απλώς το καβάλησα, το ’βαλα μπρος και το πήγα προς τη μεριά του νεκροταφείου Σταλιένο, όπου παρέμεινε παρκαρισμένο έως και δεκαπέντε μέρες πριν από τη δράση, οπότε το μετακίνησα πλησιέστερα στην οικία του πυρηνικού μηχανικού Αντινόλφι. Να με συγχωρεί ο κάτοχος του σκούτερ που αφαίρεσα τα κράνη κι άλλα αντικείμενα που υπήρχανε κάτω απ’ τη σέλα και που πέταξα το πίσω μπαουλάκι, μα θα μας στέκονταν εμπόδιο, και δε μας καλοφάνηκε η ιδέα να προσπαθήσουμε να τα επιστρέψουμε. Ένα άλλο στοιχείο που οι ανακριτές έχουνε κεντήσει, και φοβάμαι πως θα προσπαθήσουν να το χρησιμοποιήσουνε στο μέλλον επιτελώντας επάξια το ρόλο τους ως ιεροεξεταστών, είναι μια υποκλοπή απ’ το εσωτερικό του Κέντρου Ελευθεριακών Σπουδών (CSL) της Νάπολης, όπου κάποιοι σύντροφοι φέρονται να σχολίασαν το φυλλάδιο της προκήρυξης το οποίο υποτίθεται πως λάβανε, σε παγκόσμια πρώτη, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάνε, δε θα υπεισέλθω καν στη λεπτομέρεια του πόσο δύσκολο είναι να κατανοήσει κανείς το διάλογο, για να μην πω ότι είναι εντελώς ακατάληπτος, μήτε χρειάζεται να σταθώ στην προφανή συνήχηση μεταξύ των λέξεων «Valentino» και «volantino» («φυλλάδιο» στα ιταλικά), αλλά δηλώνω απερίφραστα ότι η προκήρυξη στάλθηκε μόνο μέσω απλού ταχυδρομείου (ταχυδρομήσαμε τις επιστολές την ώρα που αλλάζαμε λεωφορεία στο δρόμο του γυρισμού, σ’ ένα γραμματοκιβώτιο πάνω στην προκυμαία, κοντά στο πορθμείο των φέρι), γι’ αυτό είναι απλά αδύνατο να έχουνε λάβει την προκήρυξη μέσω e-mail.
Είμαι βέβαιος ότι θα χρησιμοποιήσετε τη δική μας υπόθεση προς παραδειγματισμό, ότι η εκδίκησή σας θα είναι δρακόντεια, ότι θα κάνετε τα πάντα για να μας κρατήσετε απομονωμένους (αρκεί να πω ότι η αλληλογραφία μας στη φυλακή υπόκειται σε λογοκρισία για περισσότερο από ένα χρόνο), αλλά σας έχω άσχημα νέα: οι προσπάθειές σας θα πέσουν στο κενό. Για τουλάχιστον 150 χρόνια δικαστές, ακόμα πιο αδυσώπητοι από σας, έχουν πασχίσει να καταργήσουν την ιδέα της δυνατότητας για μια ζωή λεύτερη από εξουσία, μα οι προσπάθειές τους απέδωσαν πενιχρά αποτελέσματα. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω με νηφαλιότητα ότι οι κατασταλτικές σας ενέργειες, όσο μεγάλης κλίμακας και να ’ναι, όσο και να χτυπάνε αδιακρίτως, δε θα μπορέσουνε ποτέ να εξαρθρώσουν ή να εξαλείψουν κάτι. Αν νομίζετε ότι, χάρη σε μας, θα είστε σε θέση να εντοπίσετε άλλους/-ες αναρχικούς/-ές που έχουν αποφασίσει να βιώσουν τη χαοτική, αυθόρμητη και άτυπη δυνατότητα της FAI, είστε βαθιά γελασμένοι και το μόνο που θα κάνετε είναι μια τρύπα στο νερό ως συνήθως. Ούτε εγώ ούτε ο Αλφρέντο γνωρίζουμε οποιονδήποτε ή οποιαδήποτε έχει κάνει τούτη την επιλογή. Κυνηγάτε ένα φάντασμα, που δεν μπορείτε να το κλείσετε στα στενά κουτάκια των δικών σας κωδίκων δικονομίας. Κι αυτό γιατί εκδηλώνεται τη στιγμή όπου οι καταστροφικές εντάσεις εκείνων που τη θέτουν σε κίνηση ενώνονται για να πράξουν, τη στιγμή εκείνη όπου ελεύθερες γυναίκες και ελεύθεροι άνδρες αποφασίζουν να βιώσουν έμπρακτα την αναρχία. Τώρα που η εμπειρία του Πυρήνα Όλγα ήρθε στο τέλος της, μπορώ μονάχα να σας διαβεβαιώσω ότι έχω βρει νέους λόγους για να τροφοδοτώ το μίσος μου και περαιτέρω κίνητρα για να επιθυμώ την καταστροφή του υπάρχοντος, που είναι καμωμένο από εξουσία, εκμετάλλευση και καταστροφή της φύσης.
Αγάπη και συνενοχή στις αδερφές και στους αδερφούς που με τις πράξεις τους, σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, κάνουν το τρελό όνειρο της FAI/FRI πραγματικότητα.
Αγάπη και συνενοχή στις συντρόφισσες και στους συντρόφους που, ανώνυμα ή μη, συνεχίζουν να επιτίθενται στ’ όνομα της δυνατότητας για μια ζωή λεύτερη από εξουσία.
Αγάπη και λευτεριά σ’ όλους τους αναρχικούς κρατουμένους.
Ζήτω η μαύρη διεθνής όσων τα σπάνε με τη θανατηφόρα τάξη του πολιτισμού.
Ζήτω η αναρχία!
Nicola Gai
(Φυλακή της Φερράρα, Σεπτέμβρης του 2013)
Πηγή